Ξεχωριστή στιγμή της Ιστορίας των εξορίστων του Αη Στράτη είναι η μάχη με την πείνα στη διάρκεια της Κατοχής. Κατά την κατάληψη της Ελλάδας από τα γερμανικά ναζιστικά στρατεύματα, το αστικό κράτος όχι μόνο δεν ελευθέρωσε τους πολιτικούς κρατούμενους, αλλά τους μεταβίβασε με πρωτόκολλο στις νέες αρχές κατοχής. Η κράτησή τους συνέχισε να βρίσκεται στην ευθύνη των ελληνικών αρχών με τη βοήθεια και των κατοχικών. Οι εξόριστοι του Αη Στράτη συνέχισαν να κρατούνται από την Ελληνική Χωροφυλακή, η οποία δεν περιορίστηκε μόνο στη φύλαξή τους, αλλά ενέτεινε τις προσπάθειες να τους κάμψει, να τους οδηγήσει στην υπογραφή δηλώσεων μετανοίας - αποκήρυξης του ΚΚΕ. Μάλιστα, στον Αη Στράτη την περίοδο των γεγονότων υπήρχε μόνο Ελληνική Χωροφυλακή, η οποία βοηθήθηκε και από τους παπάδες του νησιού.
Ο «θάλαμος» στον οποίο έκλεισαν τους εξόριστους για να πεθάνουν από την πείνα. Σήμερα στεγάζει το Μουσείο του Αη Στράτη |
Η περίπτωση του Αη Στράτη διαφέρει, γιατί εκεί δεν υπήρχε έλλειψη τροφίμων. Οι ίδιοι οι εξόριστοι εκείνη τη χρονιά, όπως και τις προηγούμενες, είχαν παράξει τρόφιμα σε επάρκεια με δικά τους μέσα. Η Χωροφυλακή με δόλο τούς αφαίρεσε τα τρόφιμα, τάζοντάς τους ότι θα τους ελευθέρωνε και στη συνέχεια τους εξανάγκασε με τη βία στην πείνα. Η πείνα και οι δεκάδες θάνατοι υπήρξαν αποτέλεσμα ενός οργανωμένου βασανιστηρίου, στο οποίο οι εναπομείνασες ελληνικές κρατικές αρχές (Χωροφυλακή, Ασφάλεια) υπέβαλαν τους πολιτικούς κρατούμενους - υποχρεωτική ασιτία - προκειμένου να υπογράψουν «δηλώσεις μετανοίας», δηλαδή να αποκηρύξουν το ΚΚΕ. Για το σκοπό αυτό, σύντομα τους περιόρισαν σε ένα μεγάλο θάλαμο και απαγόρευσαν την έξοδο από αυτόν. Με τα ελάχιστα τρόφιμα που είχαν εκεί και δίχως καυσόξυλα, λίγο - λίγο εξαντλούνταν και πέθαιναν από την πείνα. Η ταφή των νεκρών ήταν άλλο ένα μαρτύριο, από ανθρώπους που δεν μπορούσαν να κρατηθούν καν στα πόδια τους. Οι μυστικές έξοδοι τη νύχτα 1-2 ατόμων για να εξασφαλίσουν ελάχιστα τρόφιμα ήταν ολόκληρη περιπέτεια, άλλοι δολοφονήθηκαν στην προσπάθειά να μαζέψουν λίγα χόρτα.
Για την ίδια περίοδο γράφει σχετικά ο Κώστας Μπόσης (Πουρνάρας): «Το '41-'42 ήταν άλλος χειμώνας. Απ' τις πρώτες μέρες άρχισαν τα ζώα να ψοφάνε. Πρόβατα, βόδια, άλογα, γαϊδούρια. Γέμισαν οι ρεματιές και τότε έγινε η έξοδος του Μεσολογγιού. Οσοι σάλευαν, έτρεξαν. Τραβούσανε ψοφίμια απ' τα πόδια, τα σέρνανε πάνω στο χιόνι κρυφά τη νύχτα και τα φέρνανε στην ομάδα. Ετσι η πρώτη βδομάδα του Γενάρη πέρασε με ψοφίμια. Στις 8 του μήνα, πάθαμε εκείνο που φοβόμαστε: γενική δηλητηρίαση. Η ζωή μας είναι κόλαση. Ο χάρος τριγυρίζει το "Θάλαμο"». Ομως, «στις 27 Φλεβάρη η πολιορκία έσπασε. Τριάντα τρεις σύντροφοι (νεκροί) ήταν ο απολογισμός της μάχης. Το Κόμμα κέρδισε κι άλλη μια μεγάλη νίκη» (στο βιβλίο του με τίτλο «Αη Στράτης. Η μάχη της πείνας των πολιτικών εξορίστων στα 1941», που εκδόθηκε από το Εκδοτικό Τμήμα της ΚΕ του ΚΚΕ τον Μάρτη του 1947).
Ο Αη Στράτης το 1950 (αρχείο Β. Μανικάκη) |
Κινηματογραφημένο αρχειακό υλικό, σημερινές εικόνες των ιστορικών τόπων, αποσπάσματα από προσωπικές γραπτές μαρτυρίες, προσωπικές αφηγήσεις από αγωνιστές, εργαζόμενους, ανθρώπους της Τέχνης, μπροστά στο φακό, συνθέτουν το υλικό του ντοκιμαντέρ.
Γράμμα των εξορίστων που στάλθηκε στις 15 Απρίλη του 1948 και μεταδόθηκε από το ραδιοσταθμό «Ελεύθερη Ελλάδα» |
«(...) Βρισκόμαστε δω πέρα, κάπου τρεις χιλιάδες
άνθρωποι απλοί, δουλευτάδες, γραμματιζούμενοι
με μια τρύπια κουβέρτα στον ώμο μας
μ' ένα κρεμμύδι, πέντε ελιές κ' ένα ξεροκόμματο φως στο ταγάρι μας
άνθρωποι απλοί σαν τα δέντρα μπροστά στον ήλιο
άνθρωποι που δεν έχουμε άλλο κρίμα στο λαιμό μας
εξόν μονάχα που αγαπάμε όπως και συ
τη λευτεριά και την ειρήνη.
(...) Ζολιό, πες και στους άλλους αδελφούς μας
στον Ερεμπουργκ, στον Αραγκόν και στο Νερούντα,
στον Ελυάρ, στον Πικασσό και σ' όλα μας τ' αδέρφια
πως είμαστε δω πέρα τρεις χιλιάδες εξόριστοι
όχι για τίποτ' άλλο, αδέρφια μου,
παρά μονάχα, να, γιατί και 'μεις όπως και 'σεις
σηκώνουμε στη ράχη μας ένα αγκωνάρι απ' το καμένο σπίτι μας
να χτίσουμε για κείνους που θα 'ρθούν ένα καινούργιο σπίτι με πολλά παράθυρα
πολλά φαρδιά παράθυρα προς την ανατολή
να μη νυχτώνει από νωρίς η καρδιά των μανάδων
να μην κοιμούνται κάθε βράδυ τα παιδιά δίπλα στο θάνατο.
Και πού θα πάει, Ζολιό; - θα λιώσουμε μια μέρα τις οβίδες
να φτιάξουμε σφυριά κι αλέτρια και μπαλκόνια και φτερά
κ' ένα άγαλμα Αφτερης Χαράς στη στάση, εκεί, των λεωφορείων, στη φτωχογειτονιά μας
στη γειτονιά μας που θα μερμηγκιάζει απ' τα γιαπιά
κάτου απ' τ' ασίγαστο χωνί του χεροδύναμου μεγάφωνου των συνδικάτων
που όλο θα λέει, θα λέει σταράτα και με νούμερα
για τις τεράστιες καταχτήσεις των λαών στο πλάνο της ανοικοδόμησης
και θ' απαγγέλλει ποιήματα των νέων προλετάριων ποιητών
για το χαρούμενο έρωτα
για τους υδατοφράχτες
και για τον εξηλεκτρισμό του κόσμου.
Αχ, έτσι, αδέρφια μου, να μην υπάρχουν πια καμένα σπίτια
μα να 'ναι όλος ο κόσμος ένα σπίτι ασβεστωμένο με τη βούρτσα του ήλιου
κι αχ, έτσι, αδέρφια μου, τούτο το σπίτι να το συγυρνάει μονάχα
η μάνα μας η Λευτεριά κ' η πρωτοθυγατέρα της η Ειρήνη».
Η ομάδα συμβίωσης πολιτικών εξορίστων Αη Στράτη το 1935. Στην πρώτη γραμμή διακρίνονται ο Βάρναλης και ο Γληνός |
Αντιγράφουμε ένα απόσπασμα: «Μια μέρα ήρθε ο πατέρας του Τάκη του Κόντου. Γέρος 90 χρονώ. Ολόασπρος μ' ένα υπογένειο στυλ Ναπολέοντα του Γ΄ (μόδα της νεότητάς του, του 1870!). Ηρθε με μια μαύρη βελάδα και παναμά. Μισοκάθησε στο περβάζι ενός παραθυριού στο διπλανό μας κελλί κι ακουμπώντας τα δυο του χέρια στο ραβδί του έπιασε μια σιγανή κουβέντα με το γιο του τον Τάκη. Λες και δεν έτρεχε τίποτα το εξαιρετικό. Λες και δεν είχανε καιρούς και ζαμάνια να ιδωθούνε. Ούτε σχετλιασμοί, ούτε δάκρυα, ούτε αγκαλιάσματα. Είχε ο γέρος τη σεβάσμια αξιοπρέπεια των αρχαίων συγκλητικών στις ώρες της δυστυχίας. Ανθρωπος, που γνώρισε κι έπαθε πολλά στη μακρυόχρονη ζωή του, άνθρωπος, που είτανε κι αυτός στον καιρό του ...επαναστάτης ή καλύτερα ...αποστάτης. Τον είχε αφορίσει δω και πενήντα χρόνια ο πατριάρχης Ιωακείμ ο Γος. Γιατί; Γιατί ο γέρο-Κόντος είτανε τότε στα νιάτα του, επί τουρκοκρατίας δάσκαλος και τόλμησε να τα βάλει με το πατριαρχείο, αν και δάσκαλος! (...)
Οσοι δεν μπορούσανε ή δεν τολμούσανε να έρθουν οι ίδιοι να μας ιδούνε και να μας χαιρετήσουν, μας στέλνανε με άλλους προφορικά ή γραφτά σημειώματα. Πόσο μας συγκινούσαν όλα αυτά! Νιώθαμε, πως δεν είμαστε μοναχοί μας. Υπήρχαν άνθρωποι, που μας σκεφτότανε και μας συμπαθούσαν και μας φροντίζανε από μακριά. Αόρατοι. Αγνωστοι και γνωστοί (...)
Μιαν άλλη μέρα μάς ήρθε το ακόλουθο σημείωμα από τους μαθητές κάποιου ανώτερου δημόσιου σκολειού: "Μεγάλοι πνευματικοί ηγέτες και λοιποί αγωνιστές της τάξης μας Βάρναλη, Γληνέ, Κόντε κτλ. Ο βούρδουλας του χωροφύλακα μας αναγκάζει να σας σφίξουμε από μακριά τα χέρια. Οι νέοι όλοι είνε στο πλευρό σας".
Χαλάλι της η εξορία! Αυτή μάς έκανε πραγματικά "επικίνδυνους"!».
Στην εκδήλωση θα μιλήσει ο ΓΓ της ΚΕ του ΚΚΕ, Δημήτρης Κουτσούμπας.
Θα γίνουν τα αποκαλυπτήρια του μνημείου της ΚΕ προς τιμήν των αλύγιστων εξόριστων του Αη Στράτη και θα ακολουθήσει μικρό καλλιτεχνικό αφιέρωμα. Θα υπάρχει, επίσης, έκθεση αρχειακού υλικού.
Η αναχώρηση θα γίνει από το Λαύριο με πλοίο της γραμμής, στις 9 το πρωί του Σαββάτου 11 Ιούνη. Η επιστροφή, δηλαδή η αναχώρηση από Αη Στράτη, θα γίνει την ίδια μέρα, στις 10.30 μ.μ. και η άφιξη στο Λαύριο, στις 6 π.μ. της Κυριακής 12 Ιούνη.
Για τη διευκόλυνση της ομαδικής μετακίνησης θα χρειαστεί να συνταχθεί λίστα συμμετοχής με ονοματεπώνυμο μέχρι τέλος του Μάη. Η τιμή συμμετοχής είναι 33 ευρώ και περιλαμβάνει το εισιτήριο του πλοίου με επιστροφή και τη μεταφορά από το κέντρο της Αθήνας με πούλμαν προς και από το Λαύριο.
Για τις δηλώσεις συμμετοχής έχει ανοιχτεί κατάλογος στις Τομεακές Οργανώσεις της KΟ Αττικής, στην KNE και στην έδρα της ΚΕ του ΚΚΕ.
Πληροφορίες στα τηλέφωνα ΚΟ Αττικής: 210.5282.500, ΚΕ: 210.2592.111.
Μία από τις ανταποκρίσεις του εξόριστου στον Αη Στράτη συντάκτη του «Ριζοσπάστη» Τάκη Κόντου, που υπέγραφε με το ψευδώνυμο «Στάρκος» |
Το "παράνομο τυπογραφείο" - χαρτιά, μελάνες, μπογές, χαρτόνια, πέννες κ.τ.λ., ένα μακρύ τραπέζι κλεμμένο απ' το μαγειρείο, μπάγκοι μαζύ με δυο - τρεις καλλιγράφους συντρόφους - εγκαταστάθηκε στο "σπίτι του δασκάλου" (έτσι λεγότανε ένας απ' τους θαλάμους μας).
Τη μέρα της Γιορτής, ο "Ρίζος" ήταν έτοιμος, ένας "Ρίζος" πέρα για πέρα όμοιος με κείνον που θα βγαινε στην Αθήνα, σε μέγεθος, εμφάνιση και περιεχόμενο, μονάχα που ήταν γραμμένος με το χέρι.
Το ποίημα του Κώστα Βάρναλη που πρωτοδημοσιεύτηκε στην έκτακτη έκδοση του «Ριζοσπάστη» που έβγαλαν οι ίδιοι οι εξόριστοι συντάκτες του στον Αη Στράτη, για να τιμήσουν τα 18 χρόνια απ' την Οχτωβριανή Επανάσταση |
Πρωί. Η αίθουσα του κεντρικού θαλάμου είναι διακοσμημένη σύμφωνα με τις απαιτήσεις της Μέρας (...) κατά τις 10 η αίθουσα είναι γεμάτη και η γιορτή αρχινά. Εκλέγεται το προεδρείο της ημέρας που παίρνει θέση μέσα στη σκηνή. Μέσα σε γενικό ενθουσιασμό μιλάν οι ομιλητές. Κι όταν τελειώνουν φωνάζοντας "έκτακτη έκδοση του «Ριζοσπάστη»", ένας εργάτης φέρνει τον "Ρίζο". Το τι έγινε, είναι απερίγραπτο. Παραλήρημα ενθουσιασμού και βουρκωμένης συγκίνησης. Εκεί είδαμε περισσότερο από άλλη φορά και πιο έντονα ποια σημασία έχει ο "Ρίζος" μέσα στις γραμμές και στην αντίληψη των αγωνιστών του λαού. Είδαμε παληούς αγωνιστές να βουρκώνουν. Ο δικηγόρος ο Κόντος διαβάζει τα κυριότερα κομμάτια. Ο κόσμος ζητά να διαβαστεί και το τραγούδι του Βάρναλη. Ο Βάρναλης είναι κατασυγκινημένος, τον συνεπαίρνει ο ενθουσιασμός, σηκώνεται απ' τη θέση του και μέσα σε ενθουσιασμένα χειροκροτήματα απαγγέλει ο ίδιος το τραγούδι του...».
(Το χρονογράφημα στη δεύτερη σελίδα του «Ριζοσπάστη» στις 11 Γενάρη του 1936, με τίτλο «Η Οχτωβριανή Επανάσταση, η "συνωμοσία" του "Ρίζου"» και υπογραφή «του εξόριστου στον Αη Στράτη συντάχτη μας, σ. Στάρκου»).