Κυριακή 15 Αυγούστου 2004
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΙΣΤΟΡΙΑ
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
Η ίδρυση της Παγκόσμιας Συνδικαλιστικής Ομοσπονδίας

Στην περίοδο της Κατοχής 1941-1944 οι εργαζόμενοι με κεφαλή το Εργατικό ΕΑΜ αγωνίζονται για την επιβίωση και την ελευθερία. Δαδηλώσεις με νεκρούς στην Καρδίτσα τον Φλεβάρη του 1943
Στην περίοδο της Κατοχής 1941-1944 οι εργαζόμενοι με κεφαλή το Εργατικό ΕΑΜ αγωνίζονται για την επιβίωση και την ελευθερία. Δαδηλώσεις με νεκρούς στην Καρδίτσα τον Φλεβάρη του 1943
Το προηγούμενο θέμα αυτής της στήλης είχε ως περιεχόμενο την πορεία του παγκόσμιου συνδικαλιστικού κινήματος, στις σύγχρονες συνθήκες, ιδιαίτερα τις εξελίξεις σ' αυτό μετά την αντεπανάσταση και μετά την ανατροπή των σοσιαλιστικών καθεστώτων. Στο ίδιο θέμα έγινε μια μικρή αναφορά στην ίδρυση της Παγκόσμιας Συνδικαλιστικής Ομοσπονδίας (ΠΣΟ). Σήμερα θα αναφερθούμε αναλυτικότερα στην ίδρυση της ΠΣΟ. Σε ποιες συνθήκες συγκροτήθηκε, ποιοι ήταν οι σκοποί και το περιεχόμενό της ως παγκόσμιας συνδικαλιστικής εργατικής οργάνωσης και οι πρώτες απόπειρες διάσπασής της.

Οπως έχουμε ήδη αναφέρει, η ΠΣΟ ιδρύθηκε στο Παρίσι. Το πρώτο ιδρυτικό Συνέδριό της έγινε στις 25.9 - 9.10.1945. Δηλαδή, η ΠΣΟ ιδρύθηκε αμέσως μετά το τέλος του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου και την ήττα της χιτλερικής Γερμανίας. Δε συγκροτήθηκε έτσι ξαφνικά. Το εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα την περίοδο του πολέμου έχει γράψει τη δική του ιστορία στα πλαίσια της αντιιμπεριαλιστικής και απελευθερωτικής πάλης των λαών σε κάθε χώρα ξεχωριστά αλλά και σε κοινές ενέργειες κατά των χιτλερικών. Βεβαίως, αυτή η ιστορία αίματος για την υπεράσπιση των συμφερόντων της εργατικής τάξης, με χιλιάδες νεκρούς, πέρασε από φωτιά και σίδερο, αφού απαιτήθηκαν υπεράνθρωπες προσπάθειες μέσα στις πιο αντίξοες συνθήκες του πολέμου για την αναδιοργάνωσή του προκειμένου να μπορεί να αναπτύσσει πολύμορφους διεκδικητικούς αγώνες κάτω από την μπότα του καταχτητή, με την κάννη στον κρόταφο κυριολεχτικά.

Το συνδικαλιστικό κίνημα στον πόλεμο

Περίοδος της Ναζιστικής Κατοχής. Οι εργαζόμενοι της ΑΕΤΕ-Ανώνυμης Ελληνικής Τηλεφωνικής Εταιρίας απεργούν από 12-31 Αυγούστου 1943. Δύσκολοι και σκληροί καιροί για τον ελληνικό λαό αλλά και υψηλό φρόνημα αντίστασης
Περίοδος της Ναζιστικής Κατοχής. Οι εργαζόμενοι της ΑΕΤΕ-Ανώνυμης Ελληνικής Τηλεφωνικής Εταιρίας απεργούν από 12-31 Αυγούστου 1943. Δύσκολοι και σκληροί καιροί για τον ελληνικό λαό αλλά και υψηλό φρόνημα αντίστασης
Την πρωτοβουλία για την αναδιοργάνωση του εργατικού συνδικαλιστικού κινήματος σε πολλές χώρες της κατεχόμενης Ευρώπης ανέλαβαν οι κομμουνιστές. Και, βεβαίως, γίνεται κατανοητό ότι σ' αυτές τις συνθήκες οι εργατικές οργανώσεις, όπως και όλες οι αντιστασιακές οργανώσεις, δρούσαν παράνομα. Οι παράνομες εργατικές συνδικαλιστικές οργανώσεις δρούσαν ενταγμένες στο οργανωμένο κίνημα αντίστασης και στα απελευθερωτικά μέτωπα. Τα παράνομα συνδικάτα οργάνωσαν πολλές απεργίες και σαμποτάζ εναντίον των ναζιστικών δυνάμεων κατοχής. Ας δούμε μερικά παραδείγματα.

Η γαλλική CGT, που αναδιοργανώθηκε το 1943 πάνω στη βάση μιας νέας κεντρικής επιτροπής από πέντε ρεφορμιστές και τρεις κομμουνιστές, πήρε δραστήρια μέρος στην παράνομη δουλιά. Το μεγάλο κύμα των γαλλικών απεργιών το 1944, που κορυφώθηκε με τη γενική απεργία την περίοδο της συμμαχικής απόβασης, ήταν μια απόδειξη της έντονης συνδικαλιστικής δράσης των οργανώσεων.

Και στην Ιταλία τα συνδικάτα είχαν μια παρόμοια ιστορία ηρωικής παράνομης δραστηριότητας. Η CGL, που είχε αναδιοργανωθεί το 1926 μετά τη διάλυσή της απ' τον Μουσολίνι, τσακίστηκε και πάλι, όταν τα γερμανικά στρατεύματα κατέλαβαν την έδρα της στα 1940. Παρ' όλα αυτά, τα συνδικάτα εξακολούθησαν να υπάρχουν σε δύσκολες συνθήκες και να αγωνίζονται παράνομα στην Ιταλία σε στενή συνεργασία με το κομμουνιστικό κόμμα. Το ιταλικό κίνημα αντίστασης πήρε ιδιαίτερη δύναμη μετά το 1943, όταν οργανώθηκαν οι μεγάλες γενικές απεργίες, που κορυφώθηκαν στην ένοπλη εξέγερση του 1944-1945.

Παράνομο συνδικαλιστικό κίνημα οργανώθηκε και στα κατεχόμενα από τους Γερμανούς εδάφη της ΕΣΣΔ. Το συνδικαλιστικό κίνημα της ΕΣΣΔ, καθώς και των Βουλγαρίας, Ελλάδας, Γιουγκοσλαβίας, Πολωνίας, Τσεχοσλοβακίας, Νορβηγίας και άλλων ευρωπαϊκών χωρών ανέπτυξε ηρωική παράνομη συνδικαλιστική δράση. Στην Ιαπωνία, παρ' όλη την τρομοκρατία, οι εργάτες οργάνωσαν πολλές απεργίες. Το ίδιο έγινε και στις Φιλιππίνες, στην Ινδονησία και στις άλλες ασιατικές χώρες. Στην Κίνα, επίσης, τα δημοκρατικά συνδικάτα έπαιξαν αποφασιστικό ρόλο τόσο στις κατεχόμενες, όσο και στις ελεύθερες περιοχές.

Στην Ελλάδα - Το Εργατικό ΕΑΜ

Στην Ελλάδα στις 16 του Ιούλη του 1941, με πρωτοβουλία των κομμουνιστών, ιδρύθηκε το Εργατικό Εθνικό Απελευθερωτικό Μέτωπο. Στην ίδρυση του Εργατικού ΕΑΜ συμμετείχαν η Ενωτική ΓΣΕΕ, η ΓΣΕΕ και η ρεφορμιστική οργάνωση των Ανεξάρτητων Συνδικάτων.

Το Εργατικό ΕΑΜ υπήρξε η ψυχή της εργατικής τάξης και όλου του εργαζόμενου λαού στον αγώνα του για επιβίωση και εθνική απελευθέρωση. Αλλωστε, η συμβολή του στους συνδικαλιστικούς αγώνες στην Κατοχή ήταν καθοριστική. Ετσι, όταν απελευθερώθηκε η Ελλάδα, το ΕΕΑΜ αναγνωρίστηκε ως Γενική Συνομοσπονδία Εργατών Ελλάδας. Η συμβολή του στις ιδιαίτερες διεκδικήσεις της εργατικής τάξης αλλά και στον απελευθερωτικό αγώνα ήταν πρωτοποριακή. Ηταν η ψυχή του αγώνα για την επιβίωση, τη σωτηρία από την πείνα των εργατών, για τη ματαίωση της πολιτικής επιστράτευσης και τη μη αποστολή Ελλήνων εργατών στα ναζιστικά εργοστάσια. Η πρώτη μεγάλη απεργία που διοργάνωσε ήταν τον Απρίλη του 1942, με αιτήματα την επιβίωση, το σταμάτημα των απολύσεων, κατά της τρομοκρατίας. Τον Αύγουστο του ίδιου χρόνου οργάνωσε δεύτερη κινητοποίηση ενώ το Σεπτέμβρη οργανώθηκε πανεργατική απεργία με διαδηλώσεις σε Αθήνα και Πειραιά, στην οποία συμμετείχαν οι έμποροι και οι βιοτέχνες. Απεργία με σημαντικές καταχτήσεις, όπως αυξήσεις στους μισθούς, διπλασιασμό των συσσιτίων, απελευθέρωση των απεργών που είχαν συλληφθεί. Το 1943 συνεχίστηκαν οι εργατικοί αγώνες με πιο σημαντική τη μεγάλη απεργία και διαδήλωση σε Αθήνα και Πειραιά για τη ματαίωση της πολιτικής επιστράτευσης, η οποία και πέτυχε απόλυτα στο στόχο της. Απεργία και διαδήλωση έγινε επίσης στις 25 του Μάρτη του ίδιου χρόνου (έτσι γιορτάστηκε η 25η Μάρτη 1821), αλλά και τον Ιούνη, ενώ τον Ιούλη έγιναν μαχητικές διαδηλώσεις στη Μακεδονία ενάντια στη βουλγάρικη κατοχή. Ταυτόχρονα, οργανώθηκαν και κλαδικές απεργίες την ίδια χρονιά. Απεργιακές κινητοποιήσεις οργανώθηκαν επίσης και στις αρχές του 1944 αλλά και τον Αύγουστο του 1944 μετά το μπλόκο της Κοκκινιάς. Προκειμένου να υπάρχει πιο σαφής εικόνα πρέπει να αναφέρουμε πως το εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα είχε να αντιμετωπίσει μαζί με τους Γερμανούς και το ντόπιο καθεστώς που είχαν εγκαταστήσει στην Ελλάδα, τη ΓΣΕΕ, την οποία είχε ιδρύσει αυτό το καθεστώς, οργάνωση που στήριζε την κατοχή.

Σημαντική ήταν επίσης η δράση του ναυτεργατικού συνδικαλιστικού κινήματος των Ελλήνων ναυτεργατών με επικεφαλής τη θρυλική τους Ομοσπονδία, την ΟΕΝΟ, όχι μόνο στην υπεράσπισή τους από τους εφοπλιστές αλλά και στη μεταφορά πολεμοφοδίων στις κατεχόμενες από τους χιτλερικούς χώρες, συμβάλλοντας και με αυτό τον τρόπο στην ενίσχυση του κινήματος της αντίστασης.

Επομένως, αμέσως μετά τη λήξη του πολέμου το εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα, έχοντας την τεράστια εμπειρία των αγώνων στα χρόνια του πολέμου αλλά και αυτή των χρόνων του μεσοπολέμου, αναζητά δρόμους διεθνούς οργάνωσής του και ενίσχυσης του συντονισμού του.

Η προπαρασκευή

Το ζήτημα της ίδρυσης μιας παγκόσμιας συνδικαλιστικής οργάνωσης σε ταξική βάση τέθηκε ακόμη μέσα στη διάρκεια του πολέμου, από τους Γάλλους, τους Ιταλούς, τους Λατινοαμερικανούς συνδικαλιστές, από την αμερικανική συνομοσπονδία CIO και από τους Σοβιετικούς. Οι ηγέτες των βρετανικών Συνδικάτων συνειδητοποιούσαν αυτή την προοπτική και για να την εμποδίσουν (κυρίως ήθελαν να αποτρέψουν πρωτοβουλίες των σοβιετικών συνδικάτων) πρότειναν, το Νοέμβρη του 1943, να συνέλθει μια συνδικαλιστική διάσκεψη τον Ιούνη του 1944, για να προωθήσει τη συμμαχική πολεμική προσπάθεια, να υιοθετήσει μια κοινή εργατική στάση απέναντι στα ενδεχόμενα προβλήματα ειρήνης και ανασυγκρότησης και να μελετήσει το πρόβλημα της παγκόσμιας εργατικής συνδικαλιστικής ενότητας. Η διάσκεψη αυτή όμως δε συνήλθε λόγω του πολέμου.

Η επόμενη προσπάθεια έγινε το Δεκέμβρη του 1944, όταν σε μια προκαταρκτική διάσκεψη των βρετανικών συνδικάτων, της CIO και των σοβιετικών συνδικάτων, που συνήλθε στο Λονδίνο, προετοιμάστηκε η σύγκληση μιας γενικής διάσκεψης, που θα γινόταν το Φλεβάρη του 1945 στο Λονδίνο.

Πράγματι, στις 6 του Φλεβάρη 1945, άρχισε η διάσκεψη στο Λονδίνο. Συμμετείχαν 204 σύνεδροι που εκπροσωπούσαν γύρω στα 60.000.000 εργάτες από 42 χώρες.Ηταν η μεγαλύτερη συνέλευση εργατών όλου του κόσμου που είχε ποτέ συνέλθει έως τότε και παρότι δεν περιλάμβανε κανονικές αντιπροσωπείες απ' τη Γερμανία και Ιαπωνία - ο πόλεμος δεν είχε ακόμα τελειώσει - ήταν κι από τις πιο αντιπροσωπευτικές, αφού συμμετείχαν αντιπροσωπείες και από Ασία, Αφρική και Λατινική Αμερική. Η διάσκεψη τόνισε ιδιαίτερα την ανάγκη να κερδηθεί ο πόλεμος και έκανε έκκληση στους εργάτες όλων των συμμαχικών χωρών να αυξήσουν την πολεμική παραγωγή. Οι αντιπρόσωποι απ' τις κατεχόμενες χώρες μίλησαν για την παράνομη δραστηριότητα των οργανώσεών τους, μέσα στα πλαίσια των απελευθερωτικών κινημάτων. Ιδιαίτερη σημασία δόθηκε στην προάσπιση του βιοτικού επιπέδου και των συνθηκών εργασίας των εργατών στο διάστημα του πολέμου. Τέλος, η συνέλευση ζήτησε να εξασφαλιστεί απόλυτη ελευθερία λόγου, ελευθερία του συνέρχεσθαι, το δικαίωμα της συγκρότησης συνδικαλιστικών οργανώσεων και άλλα, στις χώρες που θα ελευθερώνονταν με το τέλος του πολέμου.

Στο ζήτημα της συγκρότησης συνδικαλιστικής διεθνούς παρουσιάστηκαν σοβαρές διαφωνίες. Οι αντιπρόσωποι από Λατινική Αμερική, ΕΣΣΔ, Γαλλία, Αυστραλία, η αμερικανική CIO και διάφορες άλλες αντιπροσωπείες ζητούσαν να συγκροτηθεί μια νέα οργάνωση και γι' αυτό ενίσχυσαν τη σχετική πρόταση που παρουσίασε ο Σίντνεϊ Χίλμαν της CIO. Την εποχή εκείνη η CIO, κάτω από την επιρροή μιας ισχυρής αριστερής πτέρυγας, έπαιρνε προοδευτικές θέσεις.

Οι Βρετανοί ηγέτες αντιτάσσονταν ενεργά στο σχηματισμό μιας νέας συνδικαλιστικής διεθνούς θέλοντας να αναβιώσουν την πεθαμένη ρεφορμιστική συνδικαλιστική διεθνή του Αμστερνταμ.

Τελικά, έγινε συμβιβασμός και συμφώνησαν στη συγκρότηση επιτροπής από 41 μέλη, για να συγκαλέσει νέα διάσκεψη, της οποίας ο κυριότερος σκοπός θα ήταν να προετοιμάσει ένα σχέδιο καταστατικού για την Παγκόσμια Συνδικαλιστική Ομοσπονδία, αυτή η διάσκεψη θα αναλάμβανε να την ιδρύσει. Ετσι, το επόμενο βήμα ήταν η διάσκεψη του Παρισιού.

Η Διάσκεψη του Παρισιού

Η διάσκεψη για την ίδρυση της Παγκόσμιας Συνδικαλιστικής Ομοσπονδίας (ΠΣΟ) συνήλθε στο Παρίσι από τις 25 του Σεπτέμβρη μέχρι τις 8 του Οκτώβρη 1945. Στις 3 του Οκτώβρη η διάσκεψη μετατράπηκε σε συνέδριο. Επαιρναν μέρος 346 αντιπρόσωποι από 56 χώρες, που εκπροσωπούσαν 67.000.000 οργανωμένους εργάτες... Οι αντιπροσωπείες που εκπροσωπούσαν τους περισσότερους οργανωμένους εργάτες ήταν κατά σειρά οι εξής: ΕΣΣΔ 27.124.000, Μεγάλη Βρετανία 6.600.000, Ηνωμένες Πολιτείες (CIO) 6.000.000, Ιταλία 5.200.000, Γαλλία 5.100.000, Λατινική Αμερική 4.000.000, Τσεχοσλοβακία 1.500.000, Ρουμανία 1.267.201, Σουηδία 1.087.000, Πολωνία 1.011.000, Μεξικό 1.000.000, Ουγγαρία 888.000, Κίνα 800.000, Γάλλοι Καθολικοί 750.000, Γιουγκοσλαβία 662.000, Αυστραλία 625.000, Κούβα 557.000 και Νιγηρία 500.000.

Το κυριότερο επίτευγμα της Διάσκεψης του Παρισιού ήταν η επεξεργασία ενός σχεδίου καταστατικού για τη νέα οργάνωση που θα ιδρυόταν, την Παγκόσμια Συνδικαλιστική Ομοσπονδία.

Το καταστατικό, έτσι όπως υιοθετήθηκε τελικά, αφορούσε στη δημιουργία μιας παγκόσμιας ομοσπονδίας, με έδρα το Παρίσι. Το παγκόσμιο συνέδριο της ΠΣΟ θα συνερχόταν κάθε δυο χρόνια.

Η ΠΣΟ καθοδηγούνταν από ένα Γενικό Συμβούλιο, που εκλεγόταν στο συνέδριο και που το αποτελούσαν 7 τακτικά μέλη και 59 αναπληρωματικά από 51 διαφορετικές χώρες (στο 3ο Συνέδριο του 1953 το Γενικό Συμβούλιο είχε 185 τακτικά και αναπληρωματικά μέλη).

Το καταστατικό πρόβλεπε ακόμα μια Εκτελεστική Επιτροπή και ένα Εκτελεστικό Γραφείο. Η Εκτελεστική Επιτροπή αποτελέστηκε στην αρχή από 26 μέλη (το 3ο Συνέδριο τα αύξησε σε 72), απ' τα οποία η ΕΣΣΔ και οι ΗΠΑ - Καναδάς είχαν από 3 μέλη, Μεγάλη Βρετανία, Γαλλία και Λατινική Αμερική 2 και, τέλος, από 1 μέλος είχαν διάφορες άλλες χώρες ή γεωγραφικές περιοχές. Η Εκτελεστική Επιτροπή εκλεγόταν στο συνέδριο και ύστερα εξέλεγε μέσα από τους κόλπους της έναν ορισμένο αριθμό αντιπροέδρων.

Η πρώτη σύνθεση της Εκτελεστικής Επιτροπής ήταν η παρακάτω: Πρόεδρος Ουόλτερ Σιτρίν (Μεγάλη Βρετανία), γενικός γραμματέας Λουί Σαγιάν (Γαλλία), αντιπρόεδροι Κουζνετσόφ (ΕΣΣΔ), Χίλμαν (ΗΠΑ), Ζουό (Γαλλία), Λομπάρντο Τολεντάνο (Λατινική Αμερική), Σου (Κίνα), Ντι Βιτόριο (Ιταλία), Κούπερς (Κάτω Χώρες). Ο Σαγιάν, που ήταν τότε 35 χρόνων και γραμματέας της οργάνωσης, ήταν προηγούμενα γραμματέας της Ενωσης Γάλλων Ξυλουργών και είχε αναδειχτεί στο διάστημα του πολέμου σε ηγέτη του γαλλικού κινήματος αντίστασης.

Η συνδρομή στην ΠΣΟ κυμαινόταν από 4 στερλίνες το χρόνο ανά 1.000 μέλη που πλήρωναν οι οργανώσεις με 5.000.000 μέλη, μέχρι 10 σελίνια (μισή λίρα) για 1.000 μέλη που πλήρωναν οι οργανώσεις με 15.000.000 μέλη ή παραπάνω.

Το Πρόγραμμα της ΠΣΟ

Το συνέδριο του Παρισιού καθόρισε τους σκοπούς της ΠΣΟ στο προοίμιο του καταστατικού της με αυτά ακριβώς τα λόγια:1

«Η ΠΣΟ έχει σαν σκοπούς:

α) Να οργανώσει και να ενώσει μέσα στις γραμμές της τα συνδικάτα όλου του κόσμου, ανεξάρτητα από φυλετικές, εθνικές, θρησκευτικές ή πολιτικές διαφορές.

β) Να βοηθάει τους εργάτες στις χώρες που είναι κοινωνικά ή βιομηχανικά υπανάπτυκτες, να συγκροτούν τις δικές τους συνδικαλιστικές οργανώσεις.

γ) Να αγωνίζεται για την εξαφάνιση κάθε κυβέρνησης με φασιστική μορφή και κάθε εκδήλωσης του φασισμού, όποια και αν είναι η μορφή που παίρνει η δραστηριότητά του και όποιο κι αν είναι το όνομα με το οποίο εμφανίζεται.

δ) Να αγωνίζεται εναντίον του πολέμου και εναντίον των αιτιών του πολέμου και υπέρ μιας μόνιμης και σταθερής ειρήνης.

Υποστηρίζοντας την πλατύτερη δυνατή διεθνή συνεργασία στον κοινωνικό - οικονομικό τομέα και τη λήψη μέτρων για τη βιομηχανική ανάπτυξη και πλήρη αξιοποίηση των δυνατοτήτων που διαθέτουν οι υπανάπτυκτες χώρες.

Δίνοντας τη μάχη εναντίον της αντίδρασης, για την ελεύθερη άσκηση των δημοκρατικών δικαιωμάτων και ελευθεριών όλων των λαών.

ε) Να εκπροσωπεί τα συμφέροντα του διεθνούς εργατικού κινήματος σε όλα τα διεθνή σώματα που έχουν την ευθύνη για την επίλυση των προβλημάτων οργάνωσης του κόσμου και βασίζονται στις συμφωνίες ή συμβάσεις που έχουν συναφθεί μεταξύ των Ηνωμένων Εθνών, καθώς και σε κάθε άλλη διεθνή οργάνωση που αποφάσιζε να πάρει μέρος η Παγκόσμια Συνδικαλιστική Ομοσπονδία.

στ) Να οργανώνει τον κοινό αγώνα των συνδικάτων όλων των χωρών:

Εναντίον των καταπατήσεων των οικονομικών και κοινωνικών δικαιωμάτων των εργατών καθώς και των δημοκρατικών τους ελευθεριών.

Για την ικανοποίηση της ανάγκης των εργατών να είναι εξασφαλισμένοι χάρη στην πλήρη απασχόληση.

Για την προοδευτική βελτίωση των μισθών, εργατικής ημέρας και συνθηκών εργασίας των εργατών.

Για την πλήρη και κατάλληλη κοινωνική ασφάλιση που θα προστατεύει τους εργάτες και τις οικογένειές τους από την ανεργία, την αρρώστια, τα ατυχήματα και τα γηρατειά.

Για την υιοθέτηση κάθε άλλου μέτρου που σκοπό θα είχε να ανεβάσει το κοινωνικό και οικονομικό επίπεδο των εργατών.

ζ) Να οργανώνει τη διαφώτιση των συνδικαλισμένων εργατών πάνω στο ζήτημα της διεθνούς εργατικής ενότητας και να τους ανεβάζει ως το σημείο να συνειδητοποιούν οι ίδιοι την ατομική τους ευθύνη για την πραγματοποίηση των συνδικαλιστικών σκοπών και στόχων.

Στην προσπάθειά της να πετύχει αυτούς τους σκοπούς, η Παγκόσμια Συνδικαλιστική Ομοσπονδία βασίζει τη δουλιά της στις παρακάτω αρχές:

α) Απόλυτη δημοκρατία μέσα στα συνδικάτα κάθε χώρας και στενή συνεργασία μεταξύ τους.

β) Μόνιμη επαφή με τις συνδικαλιστικές οργανώσεις που έχουν προσχωρήσει στην ΠΣΟ, αδελφική υποστήριξη και βοήθεια στο έργο τους.

γ) Συστηματική ανταλλαγή πληροφοριών και πείρας στη συνδικαλιστική δουλιά με αντικειμενικό σκοπό την ενίσχυση της αλληλεγγύης του διεθνούς εργατικού κινήματος.

δ) Συντονισμός στη δράση των εργατικών οργανώσεων για την πραγματοποίηση των διεθνών σκοπών και αποφάσεών τους.

ε) Προάσπιση των συμφερόντων των εργατών που μετακινούνται από τη μια χώρα στην άλλη.

στ) Χρησιμοποίηση κάθε μέσου που προσφέρεται, για τη γνωστοποίηση και εκλαΐκευση των σκοπών για τους οποίους συγκροτήθηκε η Παγκόσμια Συνδικαλιστική Ομοσπονδία, των επιδιώξεών της και του προγράμματός της για την πραγματοποίηση αυτών των επιδιώξεων, ως και των αποφάσεων της ΠΣΟ για τα διάφορα ειδικά ζητήματα».

Ο Ουίλιαμ Φόστερ εκτιμά ότι παρ' όλους τους αναγκαίους περιορισμούς στο πρόγραμμά της η ΠΣΟ ήταν από την πρώτη στιγμή ένα βασικό κομμάτι του πλατιού αντικαπιταλιστικού- αντιιμπεριαλιστικού κινήματος που αναπτύχθηκε σε πολλά μέρη του κόσμου μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Οι εργοδότες και οι εκμεταλλευτές σε όλες τις χώρες μαζί με τους δεξιούς σοσιαλδημοκράτες πράκτορές τους κατάλαβαν αμέσως το βασικό αυτό γεγονός. Γι' αυτό και έβαλαν αμέσως ως βασικό τους καθήκον τη διάλυση ή τουλάχιστον τον περιορισμό της δραστηριότητας της νέας παγκόσμιας εργατικής οργάνωσης. Και το πέτυχαν σε μια πορεία με την έναρξη της περιόδου του ψυχρού πολέμου και με πρωτοβουλία των αμερικανικών συνδικάτων (AFL-CIO), που αποχώρησαν από την ΠΣΟ μαζί με ορισμένες Συνομοσπονδίες άλλων χωρών και στις αρχές της δεκαετίας του 1950 ίδρυσαν τη «Διεθνή Συνομοσπονδία Ελεύθερων Συνδικάτων» (ΔΣΕΣ). Η διάσπαση αυτή των γραμμών του διεθνούς εργατικού συνδικαλιστικού κινήματος ήταν κύρια αποτέλεσμα των παρεμβάσεων των κυβερνήσεων των ΗΠΑ, της Μεγάλης Βρετανίας, της Γαλλίας, της Ιαπωνίας και άλλων καπιταλιστικών κρατών. Διάσπαση που συνεχίζει έως τις μέρες μας.

Πηγές

1. Ουίλιαμ Φόστερ: «Ιστορία του Παγκόσμιου Συνδικαλιστικού Κινήματος, τ. 2ος, εκδόσεις «Εταιρεία Ελληνικού Βιβλίου»

2. Γιώργου Εμμ. Μαυρίκου: «Το Εργατικό Συνδικαλιστικό Κίνημα 1918-1948. Δυο γραμμές σε διαρκή αντιπαράθεση», εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή».


Σ. Κ.

59 χρόνια από την ατομική επίθεση στη Χιροσίμα και το Ναγκασάκι

«Ο κόσμος θα σημειώσει ότι η πρώτη ατομική βόμβα ρίχτηκε στη Χιροσίμα, μια στρατιωτική βάση. Αυτό έγινε διότι επιθυμούσαμε για την επίθεση να αποφευχθεί όσο είναι δυνατόν ο θάνατος αμάχων (sic). Ωστόσο η επίθεση είναι μόνο μία προειδοποίηση για αυτά που θα ακολουθήσουν αν η Ιαπωνία δεν παραδοθεί, βόμβες θα ριχτούν στις πολεμικές τους βιομηχανίες και δυστυχώς χιλιάδες ζωές πολιτών θα χαθούν. Προτρέπω τους Γιαπωνέζους πολίτες να εγκαταλείψουν τις βιομηχανικές πόλεις αμέσως και να σώσουν τους εαυτούς τους από την καταστροφή».1

Τα παραπάνω λόγια αποτελούν μέρος του διαγγέλματος που εκφώνησε ο πρόεδρος Χ. Τρούμαν και μεταδόθηκε ραδιοφωνικά στις 9 Αυγούστου 1945. Αξίζει να σημειωθεί ότι το διάγγελμα εκφωνήθηκε την ίδια εκείνη ημέρα κατά την οποία είχε προαποφασιστεί να χρησιμοποιηθεί η δεύτερη ατομική βόμβα, αυτή τη φορά στο Ναγκασάκι, σκορπώντας το θάνατο σε τουλάχιστον 48.000 αμάχους. Τα περί προειδοποιήσεων προς τους Ιάπωνες πολίτες αποτελούν μια ακόμα τραγική ειρωνεία. Είναι φανερό πως η πολιτική ηγεσία των ΗΠΑ θέλει να αποκρύψει το γεγονός πως ένα πρωτόγνωρο για την εποχή όπλο μαζικής καταστροφής χρησιμοποιήθηκε νύχτα, ενάντια σε πυκνοκατοικημένη περιοχή και είχε ως συνέπεια το θάνατο περισσότερων από 130.000 ανθρώπων. Για τούτο και γίνεται λόγος για τη Χιροσίμα ως μια στρατιωτική βάση. Για την ώρα φαίνεται ότι στην αμερικανική κυβέρνηση αρκεί το γεγονός της επιτυχούς χρήσης ενός υπερόπλου σε πραγματικές πολεμικές συνθήκες. Η επίδειξη της δράσης του, μάλιστα εις διπλούν, προσφέρεται να παίξει καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση των γεωπολιτικών συσχετισμών στο στρατόπεδο των νικητών του Β' Παγκόσμιου Πολέμου.

Καθώς κυλάει ο χρόνος από την ατομική επίθεση στις δύο ιαπωνικές πόλεις, έρχονται στο φως ολοένα και νεότερα στοιχεία για το μέγεθος των καταστροφών που προξένησε τις πραγματικές διαστάσεις της τραγωδίας σε ανθρώπινες ζωές, τις διαρκείς συνέπειες της ραδιενέργειας στους επιζώντες, καθώς και το γεγονός ότι η χρήση των βομβών σε αμάχους ήταν προεξοφλημένη, άσχετα από την πορεία των πολεμικών επιχειρήσεων στον Ειρηνικό Ωκεανό στη διάρκεια των τελευταίων μηνών του πολέμου. Στις «Αναμνήσεις» του ο Τρούμαν αναφέρει: «Θεωρούσα τη βόμβα ως ένα πολεμικό όπλο και ποτέ δεν είχα την οποιαδήποτε αμφιβολία αν θα έπρεπε να χρησιμοποιηθεί... όταν συζήτησα με τον Τσόρτσιλ ανεπιφύλακτα μου είπε ότι εννοούσε τη χρησιμοποίηση της ατομικής βόμβας».2


Η έντονη δυσφορία που δημιουργείται στην παγκόσμια κοινή γνώμη αλλά και μέσα στις ίδιες τις ΗΠΑ, σχετικά με την απάνθρωπη βαρβαρότητα της χρήσης ενός τέτοιου όπλου μαζικής καταστροφής, προκαλεί άμεσα τον κίνδυνο αφενός του κλυδωνισμού όλου του ιδεολογικού οικοδομήματος που θέλει τις ΗΠΑ ως θεμελιωτή της ελευθερίας, της δημοκρατίας και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στον μεταπολεμικό κόσμο. Αφετέρου προξενεί δυσκολία στην εφαρμογή της παγκόσμιας πολιτικής ηγεμονίας στην οποία αποβλέπουν οι ΗΠΑ έχοντας ως καθοριστικό μέσο πίεσης, τι άλλο, την κατοχή της ατομικής βόμβας. Ο Τσάμες Κόναντ, πρόεδρος του Πανεπιστημίου του Χάρβαρντ και μέλος της «Προσωρινής Επιτροπής»3που είχε την ευθύνη της απόφασης για την επίθεση με τις ατομικές βόμβες, σε επιστολή του προς τον Ι. Στίμσον (υπουργό πολέμου από τον Ιούλη του 1940 μέχρι και το τέλος του πολέμου) και επίσης μέλος της ίδιας Επιτροπής, αναφέρει χαρακτηριστικά:

«Αν η προπαγάνδα ενάντια στη χρήση της ατομικής βόμβας είχε επιτραπεί να αναπτυχθεί ανεξέλεγκτα, η ισχύς της στρατηγικής μας θέσης λόγω της κατοχής της βόμβας θα είχε αντίστοιχα εξασθενήσει και μαζί με αυτό θα εμφανιζόταν μία μείωση των πιθανοτήτων για ένα διεθνή έλεγχο της ατομικής ενέργειας (σ.σ. εννοεί έλεγχο υπό την εποπτεία της ισχύος των ΗΠΑ)... Είμαι σταθερά πεπεισμένος ότι οι Ρώσοι τελικά θα συμφωνήσουν με τις αμερικανικές προτάσεις για την εγκαθίδρυση μιας παγκόσμιας αρχής για την ατομική ενέργεια, δεδομένου ότι θα είναι πεισμένοι πως διαθέτουμε τη βόμβα σε ποσότητα και πως είμαστε έτοιμοι να τη χρησιμοποιήσουμε χωρίς δισταγμό σε έναν επόμενο πόλεμο» (σ.σ. η έμφαση δική μας).4

Η αλήθεια είναι ότι η επίσημη απάντηση από τη μεριά της πολιτικής ηγεσίας των ΗΠΑ δεν άργησε να δοθεί. Το 1947 δημοσιεύεται άρθρο του προς τον υπουργό Πολέμου Στίμσον στο περιοδικό «Harper's». Στο συγκεκριμένο άρθρο παρουσιάζεται με επισημότητα το επιχείρημα πως η χρήση των ατομικών βομβών έσωσε τη ζωή περισσότερο του ενός εκατομμυρίου Αμερικανών στρατιωτών, οι οποίοι -σε αντίθετη περίπτωση- θα θυσιάζονταν στην επιχείρηση κατάληψης των ιαπωνικών νησιών. Ωστόσο πέρα από το βάρος της υπογραφής του συγγραφέα, η συγκεκριμένη αριθμητική εκτίμηση περί των αμερικανικών απωλειών δεν υποστηρίζεται από καμία πηγή ή μελέτη του στρατού των ΗΠΑ.5Το έναυσμα για να πάρει μπροστά η μηχανή της προπαγάνδας έχει ήδη δοθεί. Το συγκεκριμένο άρθρο αναδημοσιεύεται μαζικά σε πάμπολλες εφημερίδες και περιοδικά. Ο τεράστιος, κατά τον επίσημο ισχυρισμό, αριθμός των αμερικανικών απωλειών, στον οποίο αργότερα προστίθενται οι διάφορες εκτιμήσεις για τις ενδεχόμενες απώλειες Ιαπώνων στρατιωτών και αμάχων που θα προξενούνταν με τη συνέχιση του πολέμου, μπαίνει στο ζύγι με τις συνολικά 180.000 ζωές των αμάχων της Χιροσίμα και του Ναγκασάκι και προφανώς για κάποιους φτάνει και περισσεύει, ώστε να είναι ηθικά δικαιωμένοι για την απόφασή τους.

Εκτίμηση κατά βούληση του αριθμού των απωλειών

Για τους αμερικανούς αρκούσε το γεγονός της επιτυχούς χρήσης ενός υπερόπλου, εις διπλούν, ώστε να διαμορφωθούν οι γεωπολιτικοί συσχετισμοί μεταξύ των νικητών του Β' παγκοσμίου πολέμου. Οσο για το καταστροφικό αποτέλεσμα σε άμαχο πληθυσμό, αυτό αποτελούσε «αμελητέα ποσότητα»...Δεξιά, το ένα από τα αεροπλάνα (το «Ενολα γκέι») που άφησαν τα δύο «μωράκια» («Λιτλ μπόι» ονόμασαν «χαιδευτικά» οι δολοφόνοι τις βόμβες) να σκορπίσουν τον όλεθρο στις δύο μαρτυρικές πόλεις
Για τους αμερικανούς αρκούσε το γεγονός της επιτυχούς χρήσης ενός υπερόπλου, εις διπλούν, ώστε να διαμορφωθούν οι γεωπολιτικοί συσχετισμοί μεταξύ των νικητών του Β' παγκοσμίου πολέμου. Οσο για το καταστροφικό αποτέλεσμα σε άμαχο πληθυσμό, αυτό αποτελούσε «αμελητέα ποσότητα»...Δεξιά, το ένα από τα αεροπλάνα (το «Ενολα γκέι») που άφησαν τα δύο «μωράκια» («Λιτλ μπόι» ονόμασαν «χαιδευτικά» οι δολοφόνοι τις βόμβες) να σκορπίσουν τον όλεθρο στις δύο μαρτυρικές πόλεις
Προτού επιχειρήσουμε να κρίνουμε την άποψη που δέχεται ως δεδομένη τη συνέχιση του πολέμου μέχρι τελικής πτώσης από την πλευρά της αυτοκρατορικής Ιαπωνίας, θα παρουσιάσουμε μερικά στοιχεία που δείχνουν ότι ο εκτιμώμενος αριθμός των απωλειών για τις αμερικάνικες ένοπλες δυνάμεις σε ενδεχόμενη απόβαση στα ιαπωνικά νησιά αυξάνει όσο περνούν τα χρόνια. Προφανής στόχος είναι να δοθεί μία απάντηση στη διογκούμενη από τους λαούς αντίθεση στη δολοφονική επίθεση με τις ατομικές βόμβες. Μάλιστα, στα πλαίσια της επίσημης προπαγάνδας, το μοναδικό επιχείρημα ή δικαιολογία για την ατομική επίθεση αποτελεί το γεγονός πως η χρήση των ατομικών βομβών επέφερε άμεσα τη λύση του πολέμου με το μικρότερο δυνατό αριθμό απωλειών.

Ετσι, λοιπόν, ανήμερα της ρίψης της ατομικής βόμβας στο Ναγκασάκι (9/8/45) ο πρόεδρος Χ. Τρούμαν απευθυνόμενος με μήνυμά του προς όλους όσοι εργάστηκαν στην κατασκευή της βόμβας, αναφέρει: «Το έθνος σάς ευγνωμονεί με την ελπίδα ότι το νέο όπλο θα έχει σαν συνέπεια τη σωτηρία χιλιάδων ζωών Αμερικανών...».5

Στις 15 Δεκέμβρη του ίδιου έτους ο ίδιος σε επίσημο λόγο του αναφέρει: «...σκέφτηκα ότι ένα τέταρτο του εκατομμυρίου από τον ανθό της νεολαίας μας άξιζε περισσότερο από δύο ιαπωνικές πόλεις και ακόμα το πιστεύω».5


Ο Καρλ Κόμπτον, πρόεδρος του ΜΙΤ και μέλος κι αυτός της «Προσωρινής Επιτροπής» σε άρθρο του στο «Atlantic Montnly», το 1946, αναφέρει: «Πιστεύω ακράδαντα ότι η χρήση της ατομικής βόμβας έσωσε εκατοντάδες χιλιάδες ζωές, ίσως μερικά εκατομμύρια ζωές μαζί Αμερικανών και Ιαπώνων».6

Στις 6 Απρίλη 1949 πάλι ο Τρούμαν, απευθυνόμενος σε ομάδα νέων δημοκρατικών γερουσιαστών και αντιπροσώπων, αναφέρει: «Πήρα την απόφαση διότι σκέφτηκα ότι 200.000 δικοί μας νέοι άντρες, καθώς επίσης και 300.000 με 400.000 από τον εχθρό θα σώζονταν».

Σε λόγο του στις 28 Απρίλη 1959 ο Τρούμαν ξεπερνάει πραγματικά κάθε όριο «λογικής» εκτίμησης, αφού δηλώνει πως η ρίψη των βομβών σταμάτησε τον πόλεμο και σώθηκαν εκατομμύρια ζωές.

Από τα παραπάνω είναι φανερό πως εκτός του ότι οι κατά καιρούς εκτιμήσεις διαφέρουν σημαντικά μεταξύ τους, όχι μόνο διογκώνονται καθώς κυλάει ο χρόνος, αλλά και δε γίνεται ουδεμία προσπάθεια να στηριχτούν πουθενά. Τούτο, άλλωστε, δε θα μπορούσε να είναι εφικτό, καθώς οποιαδήποτε σκέψη για απόβαση στην Ιαπωνία ποτέ δεν είχε ληφθεί στα σοβαρά υπόψη. Ο λόγος δεν ήταν άλλος από το γεγονός πως επέκειτο από τις αρχές ήδη του καλοκαιριού του 1945 η παράδοση της Ιαπωνίας.

Επικείμενη παράδοση της Ιαπωνίας

Ο ναύαρχος Ουίλιαμ Λάρι διατέλεσε διευθυντής προσωπικού της προεδρίας Ρούζβελτ και Τρούμαν. Στο βιβλίο του «I was there» που εκδόθηκε το 1950, γράφει: «Η γνώμη μου είναι ότι η χρήση αυτού του βάρβαρου όπλου ενάντια στη Χιροσίμα και το Ναγκασάκι δεν επέφερε υλική βοήθεια στον πόλεμό μας ενάντια στην Ιαπωνία. Οι Ιάπωνες ήταν ήδη ηττημένοι και έτοιμοι να παραδοθούν».7

Από το τέλος ακόμα του 1944 η θέση της Ιαπωνίας τόσο στο θέατρο του πολέμου όσο και στην οικονομία ήταν τόσο δύσκολη, ώστε δεν ήταν πολλοί στα ανώτερα κλιμάκια της πολιτικής και στρατιωτικής διοίκησής της που έλπιζαν σε κάποια επιτυχή έκβαση του πολέμου. Ο σφιχτός ναυτικός αποκλεισμός που είχαν επιβάλλει οι ΗΠΑ στις ιαπωνικές νήσους, ο οποίος ακολούθησε την καταστροφή του ιαπωνικού στόλου, σε συνδυασμό με τους συνεχείς, καθημερινούς βομβαρδισμούς των ιαπωνικών πόλεων από το Γενάρη του 1945 κι έπειτα, είχαν φέρει την παραγωγή πολεμικών και άλλων αγαθών να κινείται σε απογοητευτικά χαμηλά επίπεδα για ένα εμπόλεμο κράτος. Οι εισαγωγές πετρελαίου και πρώτων υλών έτειναν να εκμηδενιστούν οδηγώντας στην κατανάλωση των αποθεμάτων. Για παράδειγμα τον Ιούλη του 1945 η διύλιση του πετρελαίου είχε φτάσει μόλις το 15% του μέγιστου του 1943, η παραγωγή αλουμινίου στο 9% του μέγιστου του 1944. Το 30% του αστικού πληθυσμού είχε απομείνει άστεγο, ενώ υπολογίζεται ότι το καλοκαίρι του 1945 η μέση κατά κεφαλή ημερήσια κατανάλωση δεν ξεπερνούσε τις 1.680 θερμίδες. Ετσι αποτελούσε ένα σαφές δεδομένο ότι «η οικονομία της Ιαπωνίας ήταν σε μεγάλη έκταση κατεστραμμένη εις διπλούν, μία φορά λόγω της διακοπής των εισαγωγών και μία ακόμα από τις από αέρος επιθέσεις».8Ολα αυτά μαζί με τις τραγικές απώλειες του άμαχου πληθυσμού (για παράδειγμα στο μαζικό βομβαρδισμό του Τόκιο στις 9 και 10 Μάρτη 1945 έχασαν τη ζωή τους περισσότεροι από 120.000 άνθρωποι, ενώ η ίδια η πόλη καταστράφηκε ολοσχερώς από τη φωτιά που επακολούθησε9) είχαν γεννήσει στον πληθυσμό έντονη ηττοπάθεια και απογοήτευση.

Επομένως δεν είναι παράξενο που η σημαντικότερη μερίδα της πολιτικής ηγεσίας της Ιαπωνίας μαζί και ο αυτοκράτορας Χιροχίτο είχαν εκδηλώσει την επιθυμία για εκεχειρία και την παράδοση της χώρας τους, από τον Απρίλη ακόμα του 1945. Στα πλαίσια αυτά είχαν γίνει κινήσεις μέσω του Γιαπωνέζου πρεσβευτή στην Ελβετία, οι οποίες είχαν επί τούτου γίνει γνωστές στην υπηρεσία πληροφοριών OSS (πρόδρομος της ΣΙΑ) και από κει στον Τρούμαν, αλλά και μέσω της Μόσχας (με την οποία δε βρίσκονταν ακόμα σε εμπόλεμη κατάσταση), επιζητώντας μία διαθέσιμη διαμεσολαβητική οδό με την κυβέρνηση των ΗΠΑ. Πρέπει να τονιστεί πως η συνολική στάση συνθηκολόγησης από την πλευρά των Ιαπώνων είχε έρθει σε πλήρη γνώση της αμερικανικής κυβέρνησης. Αλλωστε οι Αμερικανοί είχαν σπάσει τον κώδικα επικοινωνίας των Ιαπώνων από τους πρώτους μήνες του πολέμου. Επειτα, σε επίσημο επίπεδο το θέμα συζητήθηκε στο Πότσδαμ (17 Ιούλη - 2 Αυγούστου 1945), αφού ο Στάλιν έθεσε τις σχετικές κινήσεις και πρωτοβουλίες των Ιαπώνων σε γνώση του Τρούμαν.10,11,13

Το κυριότερο πρόβλημα της ιαπωνικής πολιτικής ηγεσίας ήταν να καθοριστούν οι όροι της παράδοσης πράγμα που η κυβέρνηση των ΗΠΑ αρνούνταν ή απέφευγε σταθερά να προκαθορίσει, απαιτώντας άνευ όρων παράδοση, χωρίς όμως να διασαφηνίζει ένα προτεινόμενο σχέδιο περί του μεταπολεμικού καθεστώτος στην Ιαπωνία. Οπως είναι φυσικό, αυτό οδηγούσε την πολιτική ηγεσία της Ιαπωνίας σε αμηχανία, που θέλοντας και μη ήταν υποχρεωμένη να υπακούει στις πιο αρτηριοσκληρωτικές τάσεις της στρατιωτικής ηγεσίας και να συνεχίζει ένα χαμένο πόλεμο, που πολύ πιθανά με το τέλος του να προκαλούσε τεράστιους κλυδωνισμούς, ακόμα και στην κυριαρχία της, λόγω της διογκωμένης δυσαρέσκειας και αναταραχής ενός πολέμου, αλλά και την εξευτελιστική ήττα και κατοχή της χώρας.

Ο Ραλφ Μπαρντ υφυπουργός του Ναυτικού (μέλος κι αυτός της «Προσωρινής Επιτροπής») στις 27 Ιούνη 1945 παραδίδει μνημόνιο στον υπουργό Πολέμου, Στίμσον, στο οποίο καταρχήν προτείνει να δοθεί προειδοποίηση προς την ιαπωνική ηγεσία για την κατοχή από τις ΗΠΑ της ατομικής βόμβας. Επειτα εκτιμά πως η ιαπωνική κυβέρνηση αναζητά ευκαιρία για να παραδοθεί και για τούτο ο πρόεδρος των ΗΠΑ πρέπει να ανακοινώσει ποιες διαβεβαιώσεις προτίθεται να παράσχει σχετικά με την τύχη του αυτοκράτορα της Ιαπωνίας, καθώς και να αποσαφηνίσει τους όρους και τις συνθήκες στις οποίες θα υπαχθεί το ιαπωνικό έθνος έπειτα από την άνευ όρων παράδοση. Η άποψη του Μπαρντ είναι: «μου φαίνεται πολύ πιθανό ότι αυτό αποτελεί την ευκαιρία την οποία αναζητούν οι Ιάπωνες για να παραδοθούν».12

Την ίδια άποψη φερόταν να είχε κι άλλο ένα ιθύνον μέλος της στρατιωτικής ηγεσίας της εποχής, ο κατοπινός πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντουάιτ Αϊζενχάουερ. Στο βιβλίο «Tne White House yars: Mandate for change», θέλοντας να διαχωρίσει τη θέση του από τη μαζική δολοφονία της Χιροσίμα και του Ναγκασάκι, αναφέρει ότι όταν ο υπουργός Πολέμου, Στίμσον, του δήλωσε (20 Ιούλη 1945) πως οι ΗΠΑ προτίθονταν να χρησιμοποιήσουν την ατομική βόμβα, αυτός του εκδήλωσε την «πεποίθηση ότι η Ιαπωνία είχε ήδη ηττηθεί και πως η ρίψη της βόμβας ήταν εντελώς μη απαραίτητη κι έπειτα διότι σκεφτόμουν ότι η χώρα μας θα έπρεπε να αποφύγει να σοκάρει την παγκόσμια κοινή γνώμη με τη χρήση ενός όπλου, το οποίο δεν ήταν πια υποχρεωτικό ως μέσον για να σώσουν ζωές Αμερικανών. Ηταν πεποίθησή μου πως η Ιαπωνία εκείνη τη στιγμή αναζητούσε τρόπο να παραδοθεί με το λιγότερο εξευτελιστικό τρόπο».14

Επομένως ήταν σε γνώση των Αμερικανών πως ενδεχόμενη απόβαση στα ιαπωνικά νησιά ήταν από την εξέλιξη των πραγμάτων αχρείαστη και γι' αυτό ελάχιστη μελέτη είχε αποδοθεί σε αυτό το πρόγραμμα. Το μη απαραίτητο της απόβασης συνοψίζεται στην επίσημη μελέτη του US Bombing Stategy Suruey, σύμφωνα με την οποία: «φαίνεται καθαρά ότι ακόμη και δίχως την επίθεση με την ατομική βόμβα, η υπεροχή από αέρος πάνω από την Ιαπωνία θα είχε ασκήσει ικανή πίεση, ώστε να επιφέρει την παράδοση χωρίς όρους και να καταστήσει μη απαραίτητη την απόβαση».15

Προειλημμένη απόφαση

Επιπλέον, το άμεσο τέλος του πολέμου διαφάνηκε όταν ο Στάλιν στη συνδιάσκεψη του Πότσδαμ διαβεβαίωσε τον Τρούμαν ότι η ΕΣΣΔ θα τηρούσε την υπόσχεση που είχε δώσει κατά τη διάρκεια της συνδιάσκεψης της Γιάλτας (Φλεβάρης 1945) να συμβάλλει με τις δυνάμεις της στον πόλεμο του Ειρηνικού πριν περάσουν τρεις μήνες από τη λήξη των εχθροπραξιών στην Ευρώπη. Και πράγματι, στις 8 Αυγούστου 1945 η ΕΣΣΔ κηρύσσει τον πόλεμο στην Ιαπωνία και στρατεύματά της εισβάλουν στη Μαντζουρία και στην Κορέα. Το γεγονός αυτό από μόνο του θα συντελούσε στην ταχεία κατάληξη του πολέμου. Η ιαπωνική ηγεσία μην έχοντας κανένα περιθώριο διπλωματικού ή στρατιωτικού ελιγμού, πιεζόμενη από τεράστιες σε μέγεθος στρατιωτικές δυνάμεις σε όλα τα μέτωπα, θα υπέκυπτε σε άμεση συνθηκολόγηση. Ωστόσο από το Φλεβάρη του 1945 μέχρι τον Ιούλη του ίδιου έτους πολλά είχαν αλλάξει στις σχέσεις των συμμάχων. Η αιτία ήταν φυσικά το μεταπολεμικό στάτους κβο στην Ευρώπη. Ο ισχυρός ρόλος της ΕΣΣΔ ήταν πλέον γεγονός και η αντιμετώπιση της νέας κατάστασης ήταν το πιο επείγον πρόβλημα για τους Αμερικάνους και τους Βρετανούς. Ετσι, όταν από τον Απρίλη του 1945 έρχεται σε γνώση της αμερικανικής κυβέρνησης ότι η κατασκευή της ατομικής βόμβας είναι πλέον στο τελικό της στάδιο16αλλάζει συλλήβδην και η στάση της απέναντι στην ΕΣΣΔ. Την 1η Ιούνη 1945 λαμβάνεται η απόφαση για την άμεση χρήση της βόμβας χωρίς προειδοποίηση.17Στις 16 Ιούλη εξελίσσεται με επιτυχία η γενική δομική της ατομικής βόμβας στο Αλαμογκόρντο του Νέου Μεξικού. Ομάδα επιστημόνων, με επικεφαλής τον L. Szilard, οι οποίοι συμμετείχαν στο μυστικό πρόγραμμα της κατασκευής της βόμβας προσπαθούν να παρέμβουν και να επηρεάσουν υψηλόβαθμους κυβερνητικούς παράγοντες σχετικά με τη μη χρήση της βόμβας. Μάλιστα αποστέλουν διαμέσου της υπηρεσιακής οδού το αίτημά τους η βόμβα να μη χρησιμοποιηθεί εναντίον ιαπωνικών πόλεων. Αντίθετα προτείνουν να γίνει επίσημη προειδοποίηση προς την ιαπωνική κυβέρνηση σχετικά με την κατοχή του νέου υπερόπλου και στη συνέχεια να προσκληθεί αντιπροσωπεία της σε μια επίσημη επίδειξη της καταστρεπτικής του ισχύος σε ακατοίκητο μέρος. Με αυτό τον τρόπο τόνιζαν, η ιαπωνική κυβέρνηση θα εξαναγκαζόταν να συνθηκολογήσει.18,19,20 Η πρόταση αυτή απορρίφθηκε ως μη ρεαλιστική. Προφανώς τα 180.000 θύματα αποτελούν από μόνα τους μια πιο ρεαλιστική... απόδειξη! Ο ίδιος ο L. Szilard όταν αναφέρθηκε μετά από χρόνια στην αρνητική υποδοχή που επιφύλαξε ο Byrnes (μέλος της Προσωρινής Επιτροπής και μετέπειτα υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ) στο αίτημα της μερίδας των επιστημόνων που εκπροσωπούσε ο Szilard δεν αφήνει πολλές αμφιβολίες σχετικά με τα κίνητρα της κυβέρνησης των ΗΠΑ. Η γνώμη που σχημάτισε ο Szilard για τον Byrnes έπειτα από τη συνάντηση που είχαν στις 28 Μάη 1945 ήταν η ακόλουθη: «Ο Byrnes ανησυχούσε για το γεγονός ότι η Ρωσία έχει καταλάβει την Πολωνία, τη Ρουμανία και την Ουγγαρία και το ίδιο ανησυχούσα κι εγώ. Ο Byrnes πίστευε ότι η κατοχή της βόμβας από τις ΗΠΑ θα καθιστούσε τους Ρώσους περισσότερο χειραγωγήσιμους στην Ευρώπη...».21

Το πρόγραμμα για την έρευνα και την κατασκευή της ατομικής βόμβας, γνωστό ως «σχέδιο Μανχάταν», κόστισε περί τα 2 δισ. δολάρια της εποχής και σε αυτό απασχολήθηκαν ούτε λίγο ούτε πολύ μεγάλο μέρος της αφρόκρεμας της επιστημονικής κοινότητας που είχε συγκεντρωθεί στις ΗΠΑ, καθώς και πεντακόσιες χιλιάδες εργαζόμενοι συνολικά. Από τη στιγμή που έγινε εφικτή η εξερχόμενη αλυσιδωτή αντίσταση (2 Δεκέμβρη 1942) είχε καταστεί βέβαιο ότι η δημιουργία του νέου υπερόπλου θα τελεσφορούσε σε σχετικά σύντομο χρονικό διάστημα. Η κατοχή του δε, θα δημιουργούσε νέα δεδομένα στους γεωπολιτικούς συσχετισμούς και στον ενεργότερο ρόλο των ΗΠΑ στις διεθνείς προθέσεις. Η χρήση της ατομικής βόμβας ήταν ασφαλώς μια ατράνταχτη απόδειξη της ισχύος εκείνου που την κατείχε μέσα στα πλαίσια της νέας παγκόσμιας πολιτικής που διαμορφωνόταν με την πτώση της αυλαίας του Β' Παγκόσμιου Πολέμου. Ο στρατηγός L. Groves, που διατέλεσε αρχηγός του «σχεδίου Μανχάταν» καθόλη τη διάρκεια της λειτουργίας του, δεν είχε καμιά αμφιβολία περί της χρήσης της ατομικής βόμβας όταν δήλωσε μετέπειτα ότι «η πρόταση για τη χρησιμοποίηση της ατομικής βόμβας είχε ληφθεί από την 9η Οκτώβρη του 1941»22, δηλαδή τη μέρα που μπήκε σε εφαρμογή το «σχέδιο Μανχάταν».


Πέτρος ΔΗΜΟΠΟΥΛΟΣ

Παραπομπές

1) Truman speech, August 9, 1945, (http://www.dannen.com/decision/hst-ag09.html)

2) Harry S. Truman, Memoirs: Year of Decisions (Garden City, NY: Doubleday and Company, 1955). Βλέπε περικοπή στο (http://acad.bryant.edu/ ehu/h453proj/manhattanl/decision.htm)

3) Η Επιτροπή αυτή συστήθηκε στις αρχές Μάη του 1945 με σκοπό να διευθύνει τις ενέργειες για την άμεση χρήση της ατομικής βόμβας. Αποτελούνταν από ανώτατους πολιτικούς και στρατιωτικούς αξιωματούχους, καθώς και από τέσσερις κορυφαίους επιστήμονες που διέθεταν το πρόγραμμα κατασκευής της ατομικής βόμβας (γνωστό ως «σχέδιο Μανχάταν»).

(http://www.trumanlibrary.org/whistlestop/studycollections/bomb/large/documents/ fulltext.php?fulltextid=2)

4) Στο Rosenblatt, Executive Intelligence Review, March 12, 1999.

5) Για κριτική και σχόλια δες: (http://www.doug-long.com/guide3.htm)

6) Karl T. Compton, «the Atomic Bomb Had Not Been Used, Atlantic Monthly» December 1946, (http://www.theatlantic.com/issues/46dec/compton.htm)

7) Βλέπε (http://www.doug-long.com/leahy.htm)

8) US Strategic Bombing Survey, σελ. 15,18,19,20. (http://www.ww2guide.com/docs/ussbspac.html)

9)W.G. Beasley, «The rise of Modern Japan», Phoenix 3rd ed. σελ. 211.

10) Louis Morton, «The Decision To Use the Atomic Bomb», http://www.army.mil/cmh-pg/books/ 70-723.htm

CENTER OF MILITARY HISTORY DEPARTMENT OF THE ARMY WASHINGTON, D.C., 2000.

11) Gar Alperovitz, «These Times», February 20, 1995 (http://www.isu.edu/ simpbrad/historyll2/hiroshima/Historical%20Cleansing%20by% 20Gar%20Alperovitz.htm); WAS HIROSHIMA NECESSARY TO END THE WAR? (http://chnm.gmu.edu/courses/122/hiro/necessary.html)

12) RalfBard, Memorandum 27 lounh 1945, (http://www.dannen.com/decision/bardmemo.html)

13) US Strategic Bombing Survey, σελ. 26.

14) Περικοπή από το «The White House Years: Mandate for Change». Βλέπε (http://www.doug-long.com/quotes.htm)

15) US Strategic Bombing Survey, σελ. 26.

16) Report April 25, 1945, (http:/-/www.nuclearfiles.org/redocuments/1945/4504-report-ayers.html)

17) Notes of the Interim Committee Meeting, June 1, 1945 (http://www.uuclearfiles.org/redocuments/1945/450601-ic.html)

18) Leo Szilard Petition, 1st version (http://www.dannen.com/decision/45-07-03.html); 2nd version (http://www.dannen.com/decision/45-07-17.html)

19) The Franck Report, (http://www.dannen.com/decision/franck.html)

20) Nina Byers, «Physicists and the 1945 Decision to Drop the Bomb», «Cern Courier» November 2002, (http://babbage.sissa.it/html/physics/0210058).

21) L. Szilard, «President Truman Did Not Understand», U.S. News & World Report, August 15, 1960, sel. 68-71, (http://www.peak.org/ danneng/decision/usnews.html).

22) Stanley Goldberg, «Groves and the Scientists: Compartmentalization and the building of the Bomb, Physics Today», August 1995.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ