Φτωχή, κυρίως ποσοτικά, η τελευταία βδομάδα του χρόνου! Μόνον τρεις οι καινούριες ταινίες. Η πρώτη απ' αυτές, η «GABRIELLE», του Πατρίς Σερό, αξίζει προσοχής, τόσο για τη φόρμα της, όσο και για το περιεχόμενό της. Φτάνει ο θεατής να μπορεί να βλέπει και να διαβάζει αυτά που υπάρχουν ανάμεσα στις γραμμές και όχι, κατ' ανάγκη και μόνον, αυτά που γράφουν οι ίδιες οι γραμμές!
Η δεύτερη ταινία, «ΟΙ ΑΔΕΛΦΟΙ ΓΚΡΙΜ», προσφέρεται για μελαγχολίες! Οι δημιουργοί της, αντί να ακουμπήσουν με αγάπη και υπευθυνότητα επάνω στους αληθινούς Αδελφούς Γκριμ και να μεταφέρουν τους δυο Γερμανούς συγγραφείς και στοχαστές στην οθόνη, για να ανακουφιστούν τα μάτια μας και κυρίως η «ψυχή» μας, προτίμησαν να τους συσκευάσουν, όπως τα βιομηχανικά προϊόντα, και να τους βγάλουν φαλκιδευμένους στην αγορά!
Η τρίτη ταινία, «ΜΗΝ ΤΟ ΠΕΙΣ... ΟΥΤΕ ΤΟΥ ΠΑΠΑ», είναι μέρος των γιορτινών ημερών και πάει παρέα με τη χριστουγεννιάτικη αγγλική πουτίγκα. Τρώγεται και χωνεύεται εύκολα.
Μια έγκυος κυρία (την οποία σε μεγάλη ηλικία ερμηνεύει η θαυμάσια ηθοποιός Μάγκι Σμιθ), μόλις ανακαλύψει ότι την απατάει ο άντρα της, τον τεμαχίζει. Μαζί του τεμαχίζει και την ερωμένη του. Στη φυλακή - άσυλο γεννάει το παιδί της. Μετά από τριάντα χρόνια, βγαίνει από τη φυλακή και ό,τι δεν μπόρεσε να κάνει σαν μάνα όταν έπρεπε, έρχεται να το κάνει τώρα στα γεράματα! Φτάνει στο σπίτι της κόρης της (την είχε δώσει από νήπιο για υιοθεσία) και πιάνει δουλιά σαν οικονόμος. Τόσο στο ίδιο το σπίτι της κόρης της (είναι παντρεμένη με έναν χαζοπαπά και έχει μια ερωτομανή κόρη), όσο και στον περίγυρό της υπάρχουν ενοχλητικά πράγματα και ενοχλητικοί άνθρωποι (και ζώα), που πληγώνουν ή ετοιμάζονται να πληγώσουν την άτυχη (και παρατημένη από τα πράγματα) κόρη της. Αυτή τη φορά, όμως, η μάνα δε θα την εγκαταλείψει. Αναλαμβάνει πρωτοβουλίες... Η ταινία τελειώνει, αφού πρώτα η γλυκιά μάνα έχει εξαφανίσει, με το μοναδικό τρόπο (τον οποίο μόνον αυτή πολύ καλά ξέρει), κάθε ενοχλητικό αντικείμενο, ζώο ή άνθρωπο που πλήγωνε ή θα πλήγωνε το παιδί της.
Αφορμή, καθώς βλέπετε, υπήρχε για μια πραγματικά μαύρη κωμωδία! Η υποδομή της ιστορίας υπάρχει. Ο συν-σεναριογράφος Ρίτσαρντ Ρούσο (ο άλλος είναι ο ίδιος ο σκηνοθέτης) έχει βραβευτεί με το βραβείο Πούλιτζερ. Το ερμηνευτικό «προσωπικό» έδωσε «παρών». Ακόμα και ο γνωστός για τις πλούσιες (και περιττές) μούτες του Ρόουαν Ατκινσον, εδώ πειθάρχησε σε οικονομικότερους τρόπους ερμηνείας. Η «κόρη», Κρίστιν Σκοτ Τόμας, συναγωνίστηκε επάξια την Μάγκι Σμιθ. Το τοπίο (αγγλική επαρχία) επίσης έγραψε! Ομως, τα είπαμε! Ο συντηρητισμός, τελικά, των δημιουργών της έκανε την ταινία σχεδόν ηθικοπλαστική κωμωδία. Στην οποία (και με την οποία) κάπου - κάπου, και ανάλογα με τη διάθεσή σου, μπορείς και να ψιλογελάσεις!
Παίζουν: Ρόουαν Ατκινσον, Κρίστιν Σκοτ Τόμας, Μάγκι Σμιθ, Πάτρικ Σουέιζι.
Στην ιστορία, όμως, έμειναν, κυρίως, για τα καταπληκτικά παραμύθια τους. Δικά τους δημιουργήματα είναι η πασίγνωστη «Σταχτοπούτα» και ο «Τοσοδούλης». Δική τους εργασία, επίσης, είναι και η έρευνα και συγγραφή των «Γερμανικών Μύθων». Μια εργασία που κλείνει μέσα της ένα μεγάλο κομμάτι της άγραφης παράδοσης της πατρίδας τους.
Μια ακόμα μοναδική επιτυχία των Αδελφών Γκριμ, έστω και αν προέκυψε χωρίς να ήταν αναγκαστικά στις προθέσεις τους, είναι το γεγονός ότι με τη συνεπή και σοβαρή στάση τους, επηρέασαν μεγάλο αριθμό Ευρωπαίων συναδέλφων τους, οι οποίοι, ακολουθώντας το δικό τους παράδειγμα, μελέτησαν τα παραμύθια και τις λαϊκές παραδόσεις του τόπου τους, καταγράφοντας έτσι έναν τεράστιο και μοναδικό πολιτιστικό θησαυρό! Στη συνέχεια, όπως είναι γνωστό, όλη αυτή η γνώση, απόκτησε την επιστήμη της. Από όλους αυτούς τους πρωτοπόρους προέκυψε η επιστήμη της λαογραφίας! Το εργαλείο εκείνο που ερευνά, μελετά και καταγράφει τη συμμετοχή του λαού στη δημιουργία του ανθρώπινου πολιτισμού.
Ομως, ας έρθουμε στην ταινία! Από την αρχή πρέπει να πούμε, με λύπη και με οργή θα έλεγα, ότι δε στάθηκε στο ύψος της. Δεν κατάλαβε; Δεν ήθελε να καταλάβει; Δε σεβάστηκε τους Αδελφούς Γκριμ; Οπως και να 'χει, το αποτέλεσμα είναι μακριά, πολύ μακριά από τους λαϊκούς χυμούς των Γερμανών συγγραφέων! Η ταινία είναι ένα αποστεωμένο κινηματογραφικό έργο, που προσπαθεί με λαθεμένους (εμπορικούς) τρόπους να αποσπάσει την προσοχή! Για να επιτύχει, λοιπόν, το σκοπό της, που είναι το «εισιτήριο», σκαρφίζεται του κόσμου τα τεχνάσματα. Φορτώνεται με κάθε λογής «σάλτσες», ακόμα και βία, για να αρέσει!
Βέβαια, οι παραγωγοί της ταινίας διευκρινίζουν (με «ψιλά» γράμματα, φυσικά) ότι οι δικοί τους Αδελφοί Γκριμ, δεν είναι οι πραγματικοί. Οι δικοί τους Γκριμ είναι δημιουργήματα της φαντασίας του σεναριογράφου (Ιρέν Κρούγκερ). Ομως, σας βεβαιώνω, όλοι οι θεατές, ακόμα και οι πληροφορημένοι, θα φύγουν με την εντύπωση πως είδαν τους πραγματικούς Αδελφούς Γκριμ. Ή, τέλος πάντων, κάτι σχετικό. Γιατί η ταινία έξυπνα (πονηρά, είναι το σωστό) άρπαξε με όλα της τα χέρια, ό,τι θεώρησε χρήσιμο από τους αληθινούς Γκριμ. Αρπαξε το χρόνο και το χώρο (Γερμανία - 19ος αιώνας). Αρπαξε κάποιους από τους «μύθους», που κατέγραψαν οι Γκριμ. (Στην ταινία γίνονται πολλές αναφορές και αναπαραστάσεις από δικές τους ιστορίες και παραμύθια). Αρπαξε, τέλος, τον αναληθή, και σκόπιμα παραπλανητικό τίτλο: Οι Αδελφοί Γκριμ!
Τελικά, τι πραγματεύεται η ταινία; Στην οθόνη βλέπουμε δύο τυχοδιώκτες με «καλή καρδιά». Δύο αδέλφια (Γκριμ), που ταξιδεύουν στην κατεχόμενη από τον Ναπολέοντα Γερμανία, χτυπώντας, με κάθε τρόπο και με κάθε μέσον, «τέρατα και δαίμονες»! Τέρατα και δαίμονες, που άλλα είναι δημιουργήματα των προκαταλήψεων και της αμάθειας των κατοίκων και άλλα τα δημιουργούν τα δυο αδέλφια, οι δυο «χαριτωμένοι» τυχοδιώκτες, για να τα «κατατροπώσουν»! Να τα κατατροπώσουν και να εντυπωσιάσουν τους δύσμοιρους χωρικούς, από τους οποίους και αμείβονται για τις υπηρεσίες τους!
Οπως αντιλαμβάνεστε, καμία σχέση με τους αληθινούς Αδελφούς Γκριμ! Εδώ έχουμε να κάνουμε με μια περιπέτεια, που στο φόντο της μόνο, υπάρχει η ατμόσφαιρα, ο χώρος και ο χρόνος, τα στοιχεία εκείνα που ενέπνευσαν τον Γιάκομπ και Βίλχελμ Γκριμ και τους έσπρωξαν στη μεγάλη περιπέτεια που τους αντάμωσε με τις τεράστιες πεδιάδες της λαϊκής γνώσης! Στην ουσία, εδώ έχουμε να κάνουμε με μια διαστροφή! Ενώ οι δημιουργοί είχαν στα χέρια τους μια υπέροχη αλήθεια, τους αληθινούς Γκριμ, τις αληθινές ανάγκες και τις αληθινές αιτίες που έσπρωξαν τους Γερμανούς στοχαστές στην αληθινή, και άκρως παραγωγική και εκπαιδευτική περιπέτεια, αυτοί προτίμησαν να κατασκευάσουν δυο ξόανα των αληθινών Γκριμ.
Οση, λοιπόν, διαφορά υπάρχει ανάμεσα στο αληθινό και στο κατασκευασμένο, υπάρχει και ανάμεσα στο αληθινό κινηματογραφικό έργο τέχνης και στη συγκεκριμένη ταινία! Οι Αδελφοί Γκριμ, του Τέρι Γκίλιαν, είναι ένα καθαρά βιομηχανικό προϊόν! Ενα βιομηχανικό προϊόν, το οποίο ακολούθησε την πεπατημένη. Μια πεπατημένη, που για να είναι κερδοφόρα, έχει πολλά (από τα γνωστά σε παρόμοιες περιπτώσεις) στις αποσκευές της! Εχει μεγάλα και εντυπωσιακά ντεκόρ, έχει αγωνία, έχει έρωτες, έχει απρόοπτα!
Ο θεατής, αν δε νοιάζεται για το γνήσιο, και αν δεν ενοχλείται από τη βία, μπορεί και να ευχαριστηθεί! Γιατί η ταινία διαθέτει αρκετές (νοθευμένης φύσης) αρετές! Εχει πολλούς και καλούς ηθοποιούς! Σε πολλές στιγμές παράγει αγωνία και δημιουργεί την «περιέργεια» για τη συνέχεια. Εχει, σε αρκετές στιγμές, καλή μουσική και ηχητική επένδυση. Διαθέτει καλούς (στρωτούς) αφηγηματικούς ρυθμούς. Διαθέτει, για τους επιφανειακά ενημερωμένους θεατές, μερικές «ιστορικές» αναφορές και βάζει και κάποια «ζητήματα» γύρω από τους λόγους που δημιουργούνται οι μύθοι και γύρω από τις ανάγκες που αυτοί καλύπτουν! Ολα αυτά, όμως, με μικρά γράμματα, όπως ακριβώς αναφέρονται και στα τυποποιημένα προϊόντα που πωλούνται στα super market, για να μην μπορεί να τα διαβάζει η πλατιά μάζα των καταναλωτών! Αλλωστε, και η ταινία από τα πολυσινεμά βγαίνει και σε αυτά μπορεί κανείς να τη βρει!
Κλείνοντας, θα πω για μια ακόμα φορά κρίμα! Αν η τέχνη δεν είχε καταντήσει εμπόριο και αν η ταινία ήθελε πραγματικά να «διδάξει», υπόθεση βέβαια που δεν είναι υποχρέωση των εμπόρων, και στεκόταν στους αληθινούς Αδελφούς Γκριμ και αυτούς μετέφερε στην οθόνη, τότε και οι «ψυχές» και, κυρίως, ο νους μας, θα γέμιζαν λαϊκές ευωδιές. Και τότε η ταινία θα ήταν χρήσιμη και για τα παιδιά. Που δεν είναι σήμερα!
Παίζουν: Ματ Ντέιμον, Χιθ Λέτζερ, Πίτερ Σταρμάρε, Λένα Χίντεϊ, Μόνικα Μπελούτσι.
Φυσικά και έχουν μεγαλύτερη αξία οι έρωτες και τα δράματα των απλών ανθρώπων, που πέρα από τα «προσωπικά» βιώνουν και τα «γενικά». Μαζί με το ερωτικό «δράμα» τους έχουν και το «δράμα» της ίδιας της ζωής. Σε αυτή την περίπτωση, όπως καταλαβαίνετε, τα πράγματα μεγεθύνονται. Ο πόνος και η οδύνη είναι, σε τέτοιες περιπτώσεις, αβάσταχτα! Εδώ έχουμε να κάνουμε με αληθινά, με πραγματικά δράματα!
Η αξία της συγκεκριμένης ταινίας, και είναι πραγματικά «άξια» ταινία, τόσο στην κατασκευή (εξαιρετική), όσο και στο περιεχόμενο, βρίσκεται στα «συμπεράσματα», στα οποία πρέπει να καταλήξει ο θεατής. Γιατί ο μεγαλοεκδότης είναι ο ενσαρκωτής του πνεύματος της γαλλικής επανάστασης. Είναι ο κύριος και ο φύλακας της ιδιοκτησίας. Μιας ιδιοκτησίας που ξεκινάει από τα πράγματα και καταλήγει στους ανθρώπους. Ολα του ανήκουν. Και όλα τα χρησιμοποιεί! (Κανένας δεν αρνείται τον ιστορικά προοδευτικό ρόλο της γαλλικής επανάστασης όταν έγινε).
Ο μεγαλοεκδότης, ανάμεσα στις άλλες αντίκες και στα άλλα έργα τέχνης, διάλεξε για το σπίτι του και μια «καλλιεργημένη» και «κομψή» γυναίκα. Ικανή και αυτή να τον ευχαριστεί και να λαμπρύνει με την παρουσία της την, έτσι και αλλιώς, θαυμάσια ζωή του.
Τα πάντα τα έχει τακτοποιημένα, σύμφωνα με το πνεύμα της αστικής ιδεολογίας της οποίας είναι πιστός εκφραστής της. Εχει ανθρώπους στη δούλεψή του, έχει περίγυρο να τον διασκεδάζει, έχει υπηρέτες, έχει μεγάλο σπίτι για να διοργανώνει γιορτές! Είναι ο κυρίαρχος! Ολα είναι δικά του! Μέχρι που μια μέρα η γυναίκα του ξεσηκώνεται (οι αντίκες δεν έχουν τέτοια δυνατότητα, δυστυχώς!). Τότε το εγωιστικό αυτό άτομο γίνεται αγνώριστο! Ξεκινάει με απειλές και καταλήγει να παρακαλάει γονατιστό! Ο ξεπεσμός του φτάνει στα κατώτατα όρια. Θυσιάζει ακόμα και το όνομά του, το κύρος του. Γίνεται ρεζίλι των σκύλων (και του υπηρετικού προσωπικού)!
Και πάλι θα μας ήταν αδιάφορο το «δράμα» αυτού του κυρίου! Και της κυρίας γυναίκας του, επίσης! Η οποία τον απάτησε μεν, επαναστάτησε με άλλα λόγια, όμως και αλλά, δεν είχε και την τόλμη να τον εγκαταλείψει (να εγκαταλείψει τη χλιδή, δηλαδή)! Και γύρισε να κάνει (να συνεχίσει, στην ουσία) μια ζωή συμβατική. Και πάλι θα φωνάζαμε αυτά που φωνάζει ο Ριγκολέτο: αυλικοί, γενιά καταραμένων! Ομως, η ταινία, αν τη δούμε κριτικά και δεν πέσουμε θύματα του συναισθηματισμού της, μας βοηθάει να αντλήσουμε τα δικά μας χρήσιμα συμπεράσματα. Να μελετήσουμε τις συμπεριφορές αυτών των ανθρώπων και να ερευνήσουμε πόσες από αυτές τις συμπεριφορές της αστικής ιδεολογίας (ιδιοκτησία) έχουν φύγει από τα σπίτια των μεγαλοεκδοτών και έχουν διολισθήσει και εισχωρήσει μέσα και στα δικά μας σπίτια και στις δικές μας καρδιές! Πόσο δηλητήριο, δηλαδή, έχει ποτίσει τον οργανισμό μας η αστική άποψη για τον έρωτα και τη ζωή. (Και πώς θα γινόταν αλλιώς, άλλωστε, αφού η κυρίαρχη ιδεολογία επιβάλλει τη φιλοσοφία της και την πρακτική της).
Τα παραπάνω ερωτηματικά προτείνω να δούμε βλέποντας την ταινία. Και να μελετήσουμε πόσο -και πώς - η κυρίαρχη ιδεολογία, το αδιέξοδο της κυρίαρχης ιδεολογίας, κατόρθωσε να δηλητηριάσει και τη δική μας ζωή και τις δικές μας σχέσεις! Πόσο μας έχει κάνει και εμάς, άλλον λιγότερο και άλλο περισσότερο, μικρογραφίες (και αντίγραφα) του μεγαλοεκδότη! Να δούμε πόσο το σχολείο, η εκκλησία, το «σύστημα», μας έκαναν εγωιστές και τρισάθλιους! Ομοιους με τον τρισάθλιο μεγαλοεκδότη. Πόσο μοιάζουμε και εμείς με την «καταραμένη γενιά»!
Προτείνω, λοιπόν, στο θεατή να δει το δράμα του μεγαλοεκδότη και της γυναίκα του σαν μέρος του δικού του δράματος! Να φέρει τον εαυτό του, όσο αυτό είναι δυνατό, στη δική του θέση. Να δει για ποιες αξίες και με ποιες αξίες πορεύεται! Και να μελετήσει το βάθος της αστικής λογικής. Η οποία έχει σαν αφετηρία της και σαν κατάληξή της την ιδιοκτησία. Ολα, λοιπόν, μας ανήκουν και τα χρησιμοποιούμε κατά το δοκούν; Πράγματα, ανθρώπους, συναισθήματα; Είμαστε και εμείς, κάποιοι από εμάς, «γενιά καταραμένη»; Και αφού δώσουμε τη σωστή απάντηση για τον εαυτό μας, να πάρουμε και τα σωστά (κατάλληλα) μέτρα!
Και δυο λόγια για τη φόρμα. Η Gabrielle είναι μια θαυμάσια ταινία! Ενας πολύ καλός, θα έλεγα με κάποια υπερβολή, άρτιος κινηματογράφος! Καταπληκτική φωτογραφία και εξαιρετική κίνηση της μηχανής. Κίνηση που αναζητάει και βρίσκει «λεπτομέρειες». Διαθέτει πολύ καλούς ηθοποιούς τόσο στους μεγάλους όσο και στους μικρότερους ρόλους, θαυμάσια μουσική, εξαιρετικό μοντάζ. Η αισθητική της είναι σχεδόν άψογη! Χαίρεσαι τους φωτισμούς και την εικόνα!
Παίζουν: Ιζαμπέλ Ιπερ, Πασκάλ Γκρέγκορι.
Επειδή γνωρίζω ότι δε σας αρέσει να έχετε εκκρεμότητες με το χρόνο που φεύγει, θα σας θυμίσω μερικές αξιόλογες ταινίες τις οποίες αν τις έχετε χάσει πρέπει να τις βάλετε στο πρόγραμμά σας. Ακόμα και στο βίντεο ή στο DVD αν το φέρει η ανάγκη (αν δεν παίζονται, πια, στους κινηματογράφους).
ΟΙ ΤΡΕΙΣ ΤΑΦΕΣ ΤΟΥ ΜΕΛΚΙΑΔΕΣ ΕΣΤΡΑΔΑ, Τόμι Λι Τζόουνς
Ο ΗΛΙΟΣ, του Αλεξάντερ Σοκούροφ.
ΚΙΝΓΚ ΚΟΝΓΚ, του Πίτερ Τζάκσον.
ΤΟ ΤΑΞΙΔΙ ΤΟΥ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΑ, του Λικ Ζακέ.
MANDERLAY, του Λαρς φον Τρίερ.
RAKUSHKA, της Φωτεινή Σισκοπούλου.
ΕΝΑΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΔΙΧΩΣ ΠΕΠΡΩΜΕΝΟ, του Λάγιος Κολτάι.
DEALER, του Μπένεντεκ Φλιγκάουφ.
ΤΟ ΝΗΣΙ, του Κιμ Κι Ντουκ.
ΠΑΡΑΔΕΙΣΟΣ ΤΩΡΑ, του Χάνι Αμπού-Aσαντ.
VIVA CUBA, Χουάν Κάρλος Κρεμάτα Μαλμπέρτι.
ΤΟ ΠΑΙΔΙ, των Ζαν Πιερ, Λικ Νταρντέν.
ΤΟ ΤΣΕΚΟΥΡΙ, του Κώστα Γαβρά.
Η ΣΦΑΓΗ, των Μόνικα Μπόργκμαν - Λόκμαλ Σλιμ - Χέρμαν Θέισεν.
Ο ΕΦΙΑΛΤΗΣ ΤΟΥ ΔΑΡΒΙΝΟΥ, του Χούμπερτ Σάαπερ.
Ο ΥΠΟΨΗΦΙΟΣ ΓΑΜΠΡΟΣ, των Τερέζα ντε Πελέγκρι, Ντόμινικ Χαράρι.
MACHUCA, του Αντρές Γουντ.
ΤΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ ΤΩΝ ΟΥΡΑΝΩΝ, του Ρίντλεϊ Σκοτ.
Η ΓΥΝΑΙΚΑ ΤΟΥ ΖΙΛ, του Φρεντερίκ Φοντέιν.
ΑΓΑΠΗΤΕ ΦΡΑΝΚΙ, της Σόνα Aουερμπαχ.
BAD GUY, του Κιμ Κι Ντουκ.
ΛΙΓΟ ΜΕΤΑ ΤΑ ΜΕΣΑΝΥΧΤΑ, του Νταβίντε Φεράριο
ΛΙΣΤΑ ΑΝΑΜΟΝΗΣ, του Χουάν Κάρλος Τάμπιο.
ΟΙ ΜΕΡΕΣ ΤΗΣ ΑΦΘΟΝΙΑΣ ΣΑΣ ΕΙΝΑΙ ΜΕΤΡΗΜΕΝΕΣ, του Χανς Βαϊνγκάρτνερ.
ΚΑΙ ΟΙ ΧΕΛΩΝΕΣ ΜΠΟΡΟΥΝ ΝΑ ΠΕΤΑΞΟΥΝ, του Μπαχμάν Γκομπαντί.
ΤΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ ΤΩΝ ΟΥΡΑΝΩΝ, του Ρίντλεϊ Σκοτ.
Η ΔΙΕΡΜΗΝΕΑΣ του Σίντνεϊ Πόλακ.
ΜΙΑ ΕΡΩΤΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ, του Ρόι Aντερσον.
ΤΑ ΚΛΕΙΔΙΑ ΤΟΥ ΣΠΙΤΙΟΥ, του Τζιάνι Αμέλιο
CARMEN, του Βιθέντε Αράντα.
Ο ΕΜΠΟΡΑΣ ΤΗΣ ΒΕΝΕΤΙΑΣ, του Μάικλ Ράντφορντ.
Η ΠΤΩΣΗ, του Ολιβερ Χιρσμπίγκελ.
HOTEL RWANDA, του Τέρι Τζορτζ.
ΟΜΗΡΟΣ, του Κωνσταντίνου Γιάνναρη.
ΠΙΣΩ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΤΟΙΧΟΥΣ, της Eιλινγκ Γουόλς.
ΕΝΑ ΤΡΥΦΕΡΟ ΦΙΛΙ, του Κεν Λόουτς.
ΟΙ ΑΤΕΛΕΙΩΤΟΙ ΑΡΡΑΒΩΝΕΣ, του Ζαν Πιέρ Ζενέ.
ΠΛΑΓΙΩΣ, του Αλεξάντερ Πέιν.
Η ΘΑΛΑΣΣΑ ΜΕΣΑ ΜΟΥ, του Αλεχάντρο Αμενάμπαρ.