Το ΔΗΠΕΘΕ Καλαμάτας, αύριο στο Ηρώδειο, με την «Ιφιγένεια εν Ταύροις» |
Το «Θέατρο Τέχνης» με τους «Πέρσες» του Αισχύλου θα δώσει μια παράσταση, την ερχόμενη Παρασκευή 1 του Σεπτέμβρη, στο Ηρώδειο, ενώ αύριο θα παρουσιαστεί στο θέατρο Ηλιούπολης. Πρόκειται για αναβίωση της ιστορικής παράστασης του 1965, σε μετάφραση Π. Μουλλά, σκηνοθεσία Κ. Κουν, σκηνικά - κοστούμια Γ. Τσαρούχη, μουσική Γ. Χρήστου. Η σκηνοθετική επιμέλεια είναι των Γ. Λαζάνη - Μ. Κουγιουμτζή και η κίνηση της Μαρίας Κυνηγού - Φλάμπουρα. Ερμηνεύουν: Ρένη Πιττακή, Παντελής Παπαδόπουλος, Χρήστος Καλαβρούζος, Γιάννης Καρατζογιάννης, Θόδωρος Γράμψας κ.ά. Στους «Πέρσες» ο τραγικός ποιητής σκιαγραφεί την Υβρη, την υπερβολική αλαζονεία των Περσών και την εκστρατεία τους εναντίον της Ελλάδας, αλλά υμνεί και τους ελεύθερους ανθρώπους, οι οποίοι, έχοντας με το μέρος τους το δίκαιο και την ηθική, νικούν τις τυφλές και ανελέητες δυνάμεις που αντιπροσωπεύει ο βάρβαρος κατακτητής.
«Το έπος ΓΚΙΛΓΚΑΜΕΣ», σήμερα, από το θίασο «Ρόδα», στο Θέατρο Πέτρας, σε σκηνοθεσία Μαρίας Περετζή, μετάφραση και θεατρική προσαρμογή Βασίλη Τσακόπουλου και Δημήτρη Περατζή, σκηνικά Νίκου Τσουμπλεξή και Κώστα Ανανίδα, μουσική Πίας Πιεράκου και Αγγελου Γιαννάτου, κοστούμια Ιουλίας Βεντίκου, Βίκυς Τσέλιου, Γεωργίας Ψαρρά και Ασπασίας Καφίρη, χορογραφίες Μαρίας Περετζή. Στο τραγούδι η Αλίκη Μέρμηγκα. Παίζουν: Β. Τσοκόπουλος, Π. Αρσένης, Σ. Κάππας, Λ. Βουτσίνου, Γ. Ψαρρά κ. ά.
Από τους «Αχαρνής» του ΘΟΚ |
Και εκείνος αντί να αντιμετωπίσει με δέος, σεμνότητα και ψηλαφητά το άγνωστό του αριστοφανικό «τοπίο», αφ' ενός μεν, επηρμένα, χωρίς μέτρο και σεβασμό, «απέδωσε» την αριστοφανική ποίηση ως να πρόκειται για μια ανούσια, ανόητη και ακατάσχετα χυδαιολογούσα πεζολογία και αφ' ετέρου, θεωρώντας εαυτόν «σοφότερο» του Κάρολου Κουν για ενυπωσιοθηρικούς σκοπούς, μπουρδούκλωσε στο ανερμάτιστο κατασκεύασμά του και τους αλά Διονύση Σαββόπουλο «Αχαρνής». Την ελκυστική, στο είδος και ύφος της -και όχι ως προς τον Αριστοφάνη- στιχουργική και μελοποιητική δουλιά του συνθέτη περιορισμένη σε κάποια χορικά, ο Κ. Κουν, σοφότατα πράττων, δεν τη χρησιμοποίησε για το ανέβασμα των «Αχαρνέων», σε εξαίρετη μετάφραση του Λεωνίδα Ζενάκου. Απερίσκεπτα ο Κ. Αρβανιτάκης τη χρησιμοποίησε, βλάπτοντάς την και αυτή με την παράταιρη και χυδαιολογούσα απόδοσή του και με την κακόγουστη σκηνοθεσία του, η οποία συμπαρέσυρε στην κακογουστιά και τους καλλιτεχνικούς συντελεστές και όλους τους ηθοποιούς, χαντακώνοντας ακόμα και τους ταλαντούχους, πανάξιους στην κωμωδία Αντώνη Κατσαρή, Κώστα Δημητρίου, Σπύρο Σταυρινίδη, Ευτύχιο Πουλλαΐδη, αλλά και καλούς ηθοποιούς, όπως οι Ντίνος Λύρας, Νεοκλής Νεοκλέους, Σταύρος Λούρας, Κώστας Βήχας, Μιχάλης Μουστάκας, Στέλλα Φυρογένη, Λέα Μαλένη, Ελενα Δημητρίου, κ.ά.
«Εκκλησιάζουσες» από τα θέατρα «Πολιτεία» και «Μεταξουργείο» |
Εχουμε να κάνουμε με σοβαρά σκηνοθετικά λάθη, αλλά από έναν άνθρωπο που, πρώτον δε δήλωσε και «μεταφραστής», αλλά επέλεξε την υπεύθυνη και πολύ καλή, πνευματώδους χιούμορ (διόλου βωμολοχικού) μετάφραση του αξέχαστου Μίνου Βολανάκη. Δεύτερον, κάτι έψαξε, κάπως προβληματίστηκε για το τι είναι, με τι συγγενεύει και πώς μπορεί σήμερα να ερμηνεύεται το αριστοφανικό θέατρο, έστω και αν κατέληξε σε πλήρη σύγχυση (απόδειξη της σύγχυσής του οι «σκέψεις - σημειώσεις για τη σκηνοθεσία» του στο πρόγραμμα της παράστασης). Και τρίτο, μόχθησε για να πει η παράστασή του ερμηνευτικά κάτι καινούριο και αισθητικά ποιοτικό.
Ο Σ. Χατζάκης λάθεψε, νομίζοντας ίσως, ότι -όπως στην κατά Κώστα Τσιάνο «Ηλέκτρα» παράσταση - «σταθμό» στο αρχαίο δράμα, συνδυάστηκε άριστα η αρχαία ποίηση με τη λαϊκή μας παράδοση, και όπως με τη δική του εξαίρετη σκηνοθεσία της παπαδιαμάντειας «Φόνισσας» αξιοποίησε επιτυχώς στοιχεία της λαϊκής παράδοσης- έτσι και σ' ένα αριστοφανικό έργο μπορεί να «κολλήσει», ολοσούμπιτο, και όποιο είδος της δημοτικής μουσικής μας παράδοσης και στις «Εκκλησιάζουσες» όποια βωμολοχικά γυναικεία καλαμπούρια από γιορταστικά λαϊκά δρώμενα. Ετσι, με τη μουσικολογική συνεργασία του Λάμπρου Λιάβα, στην παράσταση παρεισέφρησαν παραδοσιακοί μουσικοί της Κοζάνης με κλαρίνα και άλλα πνευστά και κρουστά όργανα και η γυναικεία χορωδία του Εκπολιτιστικού Συλλόγου Νέας Βύσσας Ορεστιάδας Εβρου, με τοπικά παραδοσιακά τραγούδια, των οποίων, όμως, η αναμφισβήτητη ομορφιά και αξία ήταν εντελώς ξένη και «αντιδικούσα» με τον Αριστοφάνη.
Αλλο το περιεχόμενο, το ήθος και ύφος αυτών των τραγουδιών κι άλλο των Χορικών. Αλλο πράγμα είναι μια χορωδία, άλλο η όρχηση του Χορού. Αλλο είναι μια οραματική κωμωδία, με τις γυναίκες να καταλαμβάνουν την Εκκλησία του Δήμου, διεκδικώντας το δικαίωμα της ισότητας και αποδεικνύοντας την ικανότητά τους να κυβερνούν κι άλλο τα γυναικεία βωμολοχικά πειράγματα στο θρακικό αποκριάτικο δρώμενο «η μέρα της μαμής». Με αντιθετικά στοιχεία καλή, ενιαίου ήθους και ύφους, παράσταση δε γίνεται. Στην παράσταση του Σ. Χατζάκη, παράσταση μεγάλου και δημιουργικού μόχθου όλων των συντελεστών, όλα μεταξύ τους αντέφασκαν. Το έργο και η αρμόζουσα σ' αυτό μετάφραση του Βολανάκη με τη μουσική και τα τραγούδια. Η μουσική και τα τραγούδια με την καλοδουλεμένη εκφραστική χορογραφία (Ελενα Βακαλοπούλου), με τα καλαίσθητα, παιγνιώδη, αλλά και μπερδεμένα - ανάμεσα στο διαχρονικό, στο εκσυγχρονιστικό και στο λαϊκόμορφο - κοστούμια και σκηνικά (Ερση Δρίνη), με τα εκσυγχρονιστικά τερτίπια και με μερικά ευρήματα της ίδιας της σκηνοθεσίας (λ.χ. να παιχτεί ο λόγος της Πραξαγόρας στην Εκκλησία του Δήμου ως κουκλοθέατρο).
Ολες οι αντιφάσεις δε θα μπορούσαν να μην αντανακλαστούν και στις ερμηνείες των ηθοποιών, όσο κι αν οι ίδιοι προσπάθησαν τα μέγιστα για το καλύτερο δυνατό, και κυρίως στην άξια θεατρίνα, αλλά όχι φύσει κωμική, Αννα Βαγενά, η οποία διχάστηκε και επόμενα αμηχανούσε προς τα πού να τείνει, προς το εκσυγχρονιστικό ή προς το λαϊκό, η Πραξαγόρα της, καθώς και στην ερμηνεία όλων των ηθοποιών. Οι μόνοι ηθοποιοί που διασώθηκαν -από μόνοι τους- ήταν ο Μίμης Χρυσομάλλης (απολαυστικά κλοουνίστικος Βλέπυρος), ο ταλαντούχος και αριστοφανικά πεπαιδευμένος Περικλής Καρακωνσταντόγλου (επίσης απολαυστικός Χρέμης) και ο επίσης πεπαιδευμένος στον Αριστοφάνη Γιάννης Δεγαΐτης (πολύ καλός Ανδρας).