Τετάρτη 17 Αυγούστου 2011
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΚΡΙΤΙΚΗ ΘΕΑΤΡΟΥ
Επιδαύριες παραστάσεις

«Μήδεια»
«Μήδεια»
«Σκηνοβάτες» με το Εθνικό Θέατρο

Ακρως ενδιαφέρουσα, πρωτότυπη και ελκυστική ήταν η ιδέα του Σταμάτη Φασουλή να συνθέσει κειμενικά και σκηνοθετικά, υπό τον τίτλο «Σκηνοβάτες», μια παράσταση αναφοράς στην ακμή και παρακμή του αρχαίου θεάτρου, στην «αναβίωση» του αρχαίου δράματος κατά τον 20ό αιώνα, αλλά και στους σημερινούς κινδύνους του θεάτρου μας. Η θεατρική παιδεία και γνώση, η μακρόχρονη υποκριτική και σκηνοθετική εμπειρία, το ευφάνταστο ταλέντο του, επέτρεπαν στον Στ. Φασουλή αυτό το δύσκολα πραγματοποιήσιμο εγχείρημα, το οποίο απαιτούσε μεγάλη μελετητική, κειμενογραφική, σκηνοθετική και υποκριτική προετοιμασία για να ευοδωθεί. Γιατί και η σπουδαιότερη ιδέα στην υλοποίησή της μπορεί να «σκοντάψει» σε πολλά. Σε αμφιβολίες της ίδιας της ιδέας για το πού να κεντράρει. Σε λειψή κατανόησή της από άλλους συντελεστές. Σε αδυναμία των συντελεστών να ανταποκριθούν σ' αυτήν, ή και σε «λοξοδρομήσεις» από αυτήν. Κείμενο και σκηνοθεσία είχαν κύριο «κέντρο βάρους» το θέατρο στην παρακμάζουσα ρωμαϊκή αυτοκρατορία, το 2 π.Χ. αιώνα, θέατρο μακρινότατων αποήχων του αρχαίου κλασικού δράματος, λίγο πριν βυθιστεί στα μεσαιωνικά «σκοτάδια». Μια εποχή μπουλουκιών «μιμάδων» και «φλυάκων», που έπαιζαν κακέκτυπα τραγωδιών και μετά τις γελοιογραφούσαν γκροτέσκα, αυτοσχεδιαστικά, έως και αθυρόστομα. Οι «φλύακες», ήταν θέατρο ποικιλιών, με μίμους, χορευτές, ακροβάτες, αρχαιόμορφα κοστούμια και μάσκες, που καλλιεργήθηκε κυρίως στην Κάτω Ιταλία και Σικελία και παρωδούσε θεούς, τραγωδίες, κωμωδίες, αλλά και τα στραβά της εποχής. Ο Στ. Φασουλής αντλώντας από διάφορα κείμενα, έπλεξε τον εξής μύθο: Τρία διαφορετικά μπουλούκια - από τη Νότια Ιταλία, τη Φρυγία και την Αθήνα - χωρίς «χορηγούς», όπως στην αρχαιότητα, οργανώνουν «θεατρικούς αγώνες» σε καιρούς πείνας... και «αμιλλώνται» με «σοβαρή» μίμηση αλλά και παρώδηση αρχαιοελληνικών και ρωμαϊκών τραγωδιών και κωμωδιών, εμπλουτισμένη με επικαιρικά καλαμπούρια. Η μυθοπλασία του Φασουλή, περιλαμβάνοντας σπαράγματα μονολόγων και διαλόγων μεγάλων και μικρότερων ρόλων και χορικών, θέλησε να τιμήσει το αρχαίο δράμα, τους θεατρίνους όλων των εποχών και τη νεοελληνική παράδοση «αναβίωσης» του αρχαίου δράματος στον 20ό αιώνα. Να μνημονεύσει «παραδοσιακές» παραστάσεις και μεγάλες ερμηνείες (λ.χ. της Παξινού στην «Εκάβη»), αλλά και νεότερες «αιρετικές» και «μεταμοντέρνες» (ελληνικές και ξένες) και τέλος να εκφράσει τις ανησυχίες για το πού οδηγεί η σημερινή παρακμιακή εποχή το θέατρο. Κείμενο - σκηνοθεσία θέλησε να σοβαρολογήσει, αλλά κωμικίζοντας, χιουμορίζοντας. Ομως, μεταξύ κειμένου, σκηνοθεσίας, καλλιτεχνικών συντελεστών και ηθοποιών η πλάστιγγα παλάντζαρε, συνεχώς, αποδυναμώνοντας και τα δύο στοιχεία, με τους τριάντα καλούς ηθοποιούς να υποδύονται αμήχανα και αμφίρροπα διάφορους ρόλους ο καθένας.

«Σκηνοβάτες»
«Σκηνοβάτες»
«Μήδεια» με το «Απλό Θέατρο»

Ο έρωτας είναι «τροφός», «γεννήτορας» της ζωής, και ο προδομένος έρωτας «φονιάς» της. Ο παράφορος - πέραν όρων, ορίων, νόμων, πατρίδας, λογικής - έρωτας για τον Ιάσονα, τον Ελληνα «εισβολέα» στην πατρίδα της Ταυρίδα, οδήγησε την Μήδεια στην κλοπή και άρνηση της πατρίδας της, στη δολοφονία ομοαίματών της, στον ξεριζωμό της και την ξενιτιά. Η προδοσία του έρωτά της από τον καιροσκόπο, με εξουσιαστικές βλέψεις, Ιάσονα, και ο τρόμος μπροστά στη νέα προσφυγιά της ίδιας και των παιδιών της, κατ' εντολήν της εξουσίας, την έκανε φόνισσα της αντιζήλου της και παιδοκτόνο. Φρικτό το έργο της, αλλά εξηγήσιμη συνέπεια της προδοσίας και του συμφεροντολογικού «ορθολογισμού» του Ιάσονα και της διωκτικής, σκληρής απέναντι σε μια ξένη, εξουσίας. Προδομένη, ξένη, ανέστια και διωγμένη, η Μήδεια δεν έχει πια τίποτε άλλο να χάσει, παρά μόνο τη ζωή που γέννησε. Εξοθούμενος στην έσχατη απελπισία, ο ηθικά, ψυχολογικά και κοινωνικά προδομένος, ξεριζωμένος, πάσχων άνθρωπος μπορεί να εκδικηθεί, να καταστρέψει και να αυτοκαταστραφεί, αποτρόπαια. Βρίθει η εποχή και η κοινωνία μας ανάλογων παθών, «οδηγών» για μια ουσιώδη ψυχο-κοινωνιολογική ερμηνεία της «Μήδειας» του Ευριπίδη, ιδιαίτερα με την έξοχη γλωσσικά και ψυχαναλυτικού βάθους μετάφραση του Γιώργου Χειμωνά, που επέλεξε ο Αντώνης Αντύπας, της οποίας τα χορικά μελοποίησε λυρικά, με γυναικεία αισθαντικότητα η Ελένη Καραΐνδρου. Αισθητικές αρετές της παράστασης είναι το απέριττα καλαίσθητο συμβολιστικό σκηνικό (παραπέμπει στην «Αργώ») και τα κοστούμια του Γιώργου Πάτσα και ο καθάρια εκφερόμενος λόγος. Η λιτή σκηνοθεσία σεβάστηκε απόλυτα το λόγο, αλλά τον άφησε μονότονο και επιφανειακό, χωρίς το τραγικό βάθος και το ψυχολογικό ρίγος του. Στην άψυχη εκφορά του λόγου και στη σχηματική πόζα των ρόλων έμειναν και οι ερμηνείες των Αμαλίας Μουτούση, Αρη Λεμπεσόπουλου, Δημήτρη Ημελλου, Θέμη Πάνου, Γιάννη Νταλιάνη, Μαρίας Καλλιμάνη. Η μόνη πραγματικά λιτή αλλά και με «βάρος» ερμηνεία είναι του Χρήστου Λούλη.

«Ριχάρδος Γ'»
«Ριχάρδος Γ'»
«Ριχάρδος Γ'» από το «Ολντ Βικ»

Ο Σαίξπηρ ιστόρησε όλα τα εμπλεκόμενα με τον «Πόλεμο των Ρόδων» για την εξουσία πρόσωπα. Τέρατα, όλοι. Οχι μόνον οι άντρες, αλλά και οι γυναίκες. Μέγιστο όλων τέρας - διανοητικά, ψυχολογικά, σωματικά - ανήθικος ως το μεδούλι, μέγας υποκριτής και ψεύτης, σατανικός κατά συρροήν φονιάς - αδελφών, εξαδέλφων, ανιψιών και συζύγων του - ο δούκας του Γκλόστερ, Ριχάρδος, που βασίλεψε ως Ριχάρδος Γ'. Μόνος λόγος ύπαρξής του και μόνη ηδονή του η εξουσία. Απολύτως συνειδητά, με κυνική λογική, με καλοσχεδιασμένη προετοιμασία, με γνώση των δυνατοτήτων αλλά και των αδυναμιών, των φιλοδοξιών, των φίλων και εχθρών των διαφόρων διαδόχων της εξουσίας και χρησιμοποιώντας πληρωμένους συκοφάντες και δολοφόνους, τους εξουδετερώνει όλους αμείλικτα και χρίζεται βασιλιάς. Για να ισχυροποιήσει την εξουσία του δεν διστάζει ούτε να αιμομικτήσει, ζητώντας σε γάμο την έφηβη κόρη του δολοφονημένου αδελφού του. Ούτε οι κατάρες, η σιχασιά της μάνας του για το τέρας που γέννησε και η προειδοποίησή της για την αναπόφευκτη τιμωρία του, αγγίζουν την πωρωμένη συνείδησή του. Ούτε αντιμέτωπος με το θάνατό του μετανιώνει. Πώς «διαβάζεται» το διαχρονικά διδακτικό ιστορικό έργο του Σαίξπηρ «Ριχάρδος Γ'»; Ποια ερμηνεία αρμόζει περισσότερο σε τέτοιο ανθρωπόμορφο τέρας; Το αγγλικό θέατρο γνώρισε στο παρελθόν τις λαμπρές ερμηνείες του Λόρενς Ολίβιε και του Ιαν Μακέλεν, που παρά τις διαφορετικές «αποχρώσεις» τους αντιμετώπισαν το ρόλο σαν δαιμονικό, ολότελα σιχαμερό κάθαρμα. Παρασάγκας διαφορετική ήταν η ερμηνεία του Κέβιν Σπέισι, στην παράσταση του «Ολντ Βικ», στην Επίδαυρο, σε σκηνοθεσία του Σαμ Μέντες. Μια παράσταση ενδιαφέρουσα, καλοδουλεμένη, ταχύρυθμη, με μπρεχτικά στοιχεία, με πολιτική αντίληψη που παραπέμπει σε σύγχρονα δικτατορικά καθεστώτα, με εύστοχα ευρήματα (λ.χ. οι δολοφονίες σηματοδοτούνται με κλείσιμο των ματιών των δολοφονημένων από το δολοφόνο τους), με λιτό, πανύψηλο τρίπλευρο σκηνικό ώστε να λειτουργεί σαν ηχείο, ενισχυόμενο με κρυμμένα και άριστης απόδοσης μικρόφωνα και ικανούς ηθοποιούς. Παράσταση που στηρίχθηκε αλλά και επικεντρώθηκε τα μέγιστα (και μέσω βίντεο με γκρο πλαν του ηθοποιού) στην ερμηνεία του Κέβιν Σπέισι. Ηθοποιός με ισχυρή προσωπικότητα - υποκριτικά - με γερή, σύγχρονης αισθητικής υποκριτική παιδεία, με μακρόχρονη πείρα, με πολύ ασκημένα μέσα (κίνηση, φωνή, έκφραση του προσώπου), αλλά και έχων την άποψη ότι κανένας χαρακτήρας δεν εκφράζεται μονοκόμματα, μονοδιάστατα (άποψη έκδηλη και σε κινηματογραφικές ερμηνείες του σε ρόλους σημερινών λίγο - πολύ «καθαρμάτων»), ερμήνευσε τον Ριχάρδο σαν ένα σύγχρονο πολιτικό τέρας, πλην «συμπαθές» και «παιγνιώδες», με αίσθηση του χιούμορ. Ενας τύραννος που ξέρει αλλά και απολαμβάνει τη σατανική ικανότητά του να υποκρίνεται και να πείθει με τα ψεύδη του, να εκμαυλίζει τις γυναίκες-θύματά του - παρά την ασχήμια και το σακατιλίκι του - να εξοντώνει τους αντιπάλους του, τους χαφιέδες και φονιάδες που χρησιμοποιεί, και να επιτυγχάνει τους στόχους του. Μια ερμηνευτική εκδοχή δυναμική αναμφίβολα, αλλά και με κάποια δόση εντυπωσιοθηρίας. Το ερώτημα, όμως, αν μια τέτοια ερμηνευτική εκδοχή αρμόζει ή όχι στο χαρακτήρα που έπλασε ο μέγας ποιητής και ψυχανατόμος Σαίξπηρ, παραμένει.


ΘΥΜΕΛΗ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ