Ο «Ριζοσπάστης» συζητά με τον Γιάννη Γαλανόπουλο, πρόεδρο της Ομοσπονδίας Ενώσεων Νοσοκομειακών Γιατρών
RIZOSPASTIS |
Συγκεκριμένα, 48ωρη απεργία έχει προκηρύξει η ΟΕΝΓΕ για τους γιατρούς, ενώ στις 6 Νοέμβρη, σε 24ωρη απεργία σε όλη τη χώρα και στάση εργασίας στην Αττική προχωρούν οι υπόλοιποι υγειονομικοί.
Στο πλαίσιο της απεργίας, την Πέμπτη 6 Νοέμβρη θα γίνουν κατά τόπους κινητοποιήσεις σε όλη τη χώρα, ενώ την Παρασκευή 7 Νοέμβρη θα πραγματοποιηθεί μεγάλη πανελλαδική συγκέντρωση της ΟΕΝΓΕ στις 12 μ. στο υπουργείο Υγείας. Στη Θεσσαλονίκη, η ΕΝΙΘ καλεί σε απεργιακή συγκέντρωση την Πέμπτη (11 π.μ.) στο ΥΜΑΘ και την Παρασκευή «κατεβαίνει» στο υπουργείο Υγείας, στην Αθήνα.
Στο στόχαστρο των νοσοκομειακών γιατρών είναι η ένταση της επιχειρηματικής δράσης και της εμπορευματοποίησης που προωθεί η κυβέρνηση, με τον αγώνα τους να αποκαλύπτει ότι αυτή η πολιτική είναι που στέκεται εμπόδιο στην ικανοποίηση των αναγκών ασθενών και υγειονομικών.
Στις διεκδικήσεις περιλαμβάνονται αυτές για μαζικές μόνιμες προσλήψεις προσωπικού, πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης, όπως και μονιμοποιήσεις συμβασιούχων χωρίς όρους και προϋποθέσεις. Αύξηση του βασικού μισθού 20% και επαναφορά 13ου - 14ου μισθού. Να λειτουργήσει άμεσα το σύνολο των κλειστών χειρουργικών αιθουσών, και κυρίως αύξηση και αποκλειστική χρηματοδότηση των δημόσιων μονάδων Υγείας από τον κρατικό προϋπολογισμό.
RIZOSPASTIS |
- Η κυβέρνηση ισχυρίζεται ότι «το ΕΣΥ είναι στα καλύτερά του», ότι «έχουν γίνει προσλήψεις προσωπικού» και ότι «η χρηματοδότηση των δημόσιων νοσοκομείων έχει αυξηθεί κατακόρυφα». Ποια είναι η πραγματικότητα;
- Προσλήψεις προσωπικού γίνονται σε περιορισμένο αριθμό, με βάση τον κανόνα «1 - 1», δηλαδή για κάθε πρόσληψη πρέπει να έχει προηγηθεί μία συνταξιοδότηση/παραίτηση. Αυτό στην καλύτερη περίπτωση διαιωνίζει τις υπάρχουσες ελλείψεις, οι οποίες σε ειδικευμένους νοσοκομειακούς γιατρούς φτάνουν τις 6.500 πανελλαδικά με βάση τους οργανισμούς του ίδιου του υπουργείου.
Οι όποιες προσλήψεις γίνονται, κατά κύριο λόγο αφορούν επικουρικούς, συμβασιούχους με ετήσιες συμβάσεις, που φτάνουν πια στο 30% σχεδόν του συνολικού προσωπικού. Θα πει κάποιος ότι δεν έχει σημασία η σχέση εργασίας, αλλά το ότι δουλεύει. Πράγματι, οι συμβασιούχοι προσφέρουν σημαντικό έργο. Η διαφορά όμως είναι ότι οι συμβασιούχοι, οι επικουρικοί, δεν πληρώνονται από τον κρατικό προϋπολογισμό, αλλά από τα ίδια έσοδα του νοσοκομείου. Αποσυνδέεται δηλαδή η ανάγκη του πληθυσμού μιας περιοχής που καλύπτει ένα νοσοκομείο σε συγκεκριμένους γιατρούς και μπαίνει στο παιχνίδι η οικονομική δυνατότητα που ενδεχομένως έχει το νοσοκομείο για να κάνει προσλήψεις. Η κατεύθυνση την οποία επιδιώκει να εδραιώσει η κυβέρνηση σε συνέχεια των προηγούμενων είναι ότι τα κρατικά νοσοκομεία και οι δημόσιες δομές Υγείας θα πρέπει να λειτουργούν ως αυτοχρηματοδοτούμενες επιχειρηματικές μονάδες. Αν κάποιο νοσοκομείο τα πηγαίνει καλά στις «πωλήσεις» των υπηρεσιών του, τότε αυξάνουν τα έσοδά του και μπορεί να προσλαμβάνει γιατρούς.
Ξεχωρίζουμε επίσης την κρατική χρηματοδότηση από τα όποια χρηματοδοτικά εργαλεία χρησιμοποιεί κατά καιρούς η κυβέρνηση. Αυτή την περίοδο είναι το Ταμείο Ανάκαμψης, που κατά κύριο λόγο διοχετεύεται σε κτιριακές αναβαθμίσεις και ανακαινίσεις υπαρχουσών και όχι στη χρηματοδότηση για ζωτικές ανάγκες των νοσοκομείων. Η ελλιπής χρηματοδότηση γίνεται, με τον πλέον αλγεινό τρόπο, εμφανής περίπου στα τέλη Σεπτέμβρη με αρχές Οκτώβρη κάθε έτους, όταν η ρευστότητα των νοσοκομείων εξαντλείται και αναγκάζονται με διάφορα τεχνάσματα οι οικονομικές υπηρεσίες να μεταθέτουν υποχρεώσεις για προμηθευτές κ.λπ. στο επόμενο οικονομικό έτος. Η χρηματοδότηση που αυτή τη στιγμή δίνεται για το κρατικό σύστημα Υγείας δεν είναι επαρκής, διότι οι ανάγκες που έχει να καλύψει είναι ολοένα και αυξανόμενες.
Και εν τέλει, δεν αφορά κανέναν η σύγκριση με το 2019. Η όποια σύγκριση πρέπει να γίνεται με τις σύγχρονες ανάγκες και την επιστημονική και τεχνολογική πρόοδο που έχει συντελεστεί, όπως επίσης και τον τεράστιο πλούτο που παράγουν οι εργαζόμενοι αλλά δεν επιστρέφει σ' αυτούς. Αλλιώς, με τέτοιες «συγκρίσεις» κινδυνεύουμε να νιώθουμε ευτυχείς που έχουμε στα σπίτια μας ηλεκτρικό ρεύμα και όχι λάμπα υγραερίου όπως πριν εξήντα χρόνια...
- Στο αίτημά σας για αύξηση της χρηματοδότησης, η κυβέρνηση απαντά ότι «δεν υπάρχουν άπειροι κρατικοί πόροι» και το ζήτημα είναι «η κάλυψη υπαρκτών αναγκών με τον πλέον αποδοτικό οικονομικό τρόπο».
- Το επιχείρημα ότι οι διαθέσιμοι οικονομικοί πόροι για το σύστημα Υγείας και τις ανάγκες του είναι περιορισμένοι το ακούμε διαχρονικά από όλες τις κυβερνήσεις και φυσικά και από τη σημερινή. Οταν διεκδικούμε αύξηση στη χρηματοδότηση για τα νοσοκομεία, αυξήσεις στους μισθούς μας, η απάντηση που λαμβάνουμε είναι ότι οι δημοσιονομικές αντοχές της οικονομίας είναι περιορισμένες. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο κλάδος μας έχει τελεσίδικες αποφάσεις από το ΣτΕ για τα μισθολογικά από το 2018, αλλά ούτε η τότε κυβέρνηση (ΣΥΡΙΖΑ) ούτε η σημερινή (ΝΔ) τις υλοποιούν με πρόσχημα τα περιορισμένα δημοσιονομικά. Κάτι τέτοιο βέβαια δεν ισχύει για άλλους τομείς, όπως για τις δαπάνες της πολεμικής οικονομίας, τις υποχρεώσεις που αναλαμβάνει η χώρα στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ κ.λπ.
Είναι εμφανές ότι η «εξοικονόμηση πόρων» είναι επιλεκτική και ότι το ταβάνι των δημοσιονομικών αντοχών αφορά συγκεκριμένες ανάγκες. «Εξορθολογισμός» και «καλύτερη διαχείριση» ανέκαθεν σήμαιναν περιορισμό στις διαθέσιμες υπηρεσίες, περιορισμούς πόρων, ακόμα και συγχωνεύσεις τμημάτων και κλινικών στο ΕΣΥ.
Δεν αποδεχόμαστε τον ρεαλισμό της υποταγής, ότι το 2025, που η τεχνολογία και η επιστήμη έχουν κάνει άλματα, που ο παραγόμενος πλούτος είναι αμύθητος, εμείς να περιορίζουμε τις ανάγκες και τα δικαιώματά μας. Μόνο και μόνο τα φορολογικά έσοδα σπάνε κάθε χρόνο ρεκόρ και προέρχονται κατά 95% από τη δουλειά και το εισόδημα των εργαζομένων, των συνταξιούχων κ.λπ.
Ρεαλιστικό σήμερα είναι να υπάρχει ένα σύστημα Υγείας αποκλειστικά δημόσιο και δωρεάν, που θα καλύπτει πλήρως τις λαϊκές ανάγκες σε υγειονομική περίθαλψη και ταυτόχρονα να υπάρχουν εργασιακές συνθήκες και απολαβές τέτοιες, που να μπορεί και το προσωπικό που εργάζεται να εξασφαλίζει μία αξιοπρεπή ζωή. Αυτό λοιπόν προϋποθέτει γενναία αύξηση της χρηματοδότησης, να σπάσει το ταβάνι των δημοσιονομικών περιορισμών. Με τον αγώνα μας παλεύουμε και προς αυτή την κατεύθυνση.
- Δεν είναι λίγες οι φορές που η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Υγείας «διαψεύδει» τους εργαζόμενους στο δημόσιο σύστημα Υγείας όταν δημοσιοποιούν τα προβλήματα, ενώ ολοένα και περισσότερο καταφεύγει στη στοχοποίησή τους.
- Η κυβέρνηση κατά καιρούς εξαπολύει επιθέσεις ενάντια στους υγειονομικούς που αγωνίζονται, ενάντια στους νοσοκομειακούς γιατρούς που αναδεικνύουν τα προβλήματα. Προσπαθεί να μας εμφανίσει ως γκρινιάρηδες, μίζερους, διαρκώς διαμαρτυρόμενους, ενώ, όπως λέει, κατά τη γνώμη της, τα πάντα πάνε καλά. Ποτέ δεν ισχυριστήκαμε ότι το σύστημα Υγείας βρίσκεται σε φάση κατάρρευσης, ποτέ δεν είπαμε ότι το έχουν αφήσει την τύχη του και δεν ασχολούνται, ίσα - ίσα ασχολούνται αρκετά. Η διαφορά είναι ότι όλη τους η ενασχόληση είναι πολύ μακριά από τις ανάγκες που έχει αυτήν τη στιγμή σε υγειονομική περίθαλψη ο λαός και πολύ μακριά από τις ανάγκες που έχουν οι ίδιοι οι εργαζόμενοι στο δημόσιο σύστημα Υγείας.
Πραγματικά δεν υπάρχει εικόνα κατάρρευσης, αυτό που υπάρχει είναι οι δύο διαφορετικές όψεις του ίδιου νομίσματος. Από τη μία λαμπερά εγκαίνια, ανακαινισμένα κτίρια, δωρεές σε κτίρια ή σε εξοπλισμό και, από την άλλη ράντζα, κακώς συντηρημένες υποδομές, ταβάνια που τρέχουν νερά και κυρίως νοσοκομεία, περιφερειακά ιατρεία, Κέντρα Υγείας ειδικά στην επαρχία, στη νησιωτική Ελλάδα, με πολύ λίγους γιατρούς, με πάρα πολύ λίγους νοσηλευτές, εξουθενωμένο προσωπικό απ' την υπερεργασία και τις απανωτές βάρδιες, από τις αλλεπάλληλες μετακινήσεις. Δεν μπορεί να ισχυριστεί κανείς π.χ. ότι τα εγκαίνια του ΤΕΠ στο «Αττικόν» Νοσοκομείο είναι εικόνα κατάρρευσης, ούτε μπορεί να ισχυριστεί κανείς ότι τα καινούργια χειρουργεία τα οποία λειτουργούν εδώ και κάποια λίγα χρόνια στο «Θριάσιο» Νοσοκομείο μαρτυρούν εικόνα εγκατάλειψης. Αυτό που μπορεί όμως να ισχυριστεί κάποιος, βάσιμα, είναι ότι υπάρχει πολιτική βούληση για να παραμένουν κλειστές 100 από τις 210 χειρουργικές αίθουσες που υπάρχουν στο λεκανοπέδιο, εξοπλισμένες με υλικοτεχνική υποδομή. Παραμένουν αναξιοποίητες, δεν μπορούν να λειτουργήσουν. Ποιον εξυπηρετεί αλήθεια να είναι κλειστές οι μισές χειρουργικές αίθουσες στο λεκανοπέδιο όπου κατοικεί η μισή Ελλάδα;
Ας δούμε το παράδειγμα των χειρουργείων. Η κυβέρνηση λέει ότι μειώθηκε η λίστα αναμονής, επειδή άνοιξε τα απογευματινά χειρουργεία και επειδή αξιοποίησε το χρηματοδοτικό εργαλείο του Ταμείου Ανάκαμψης.
Πράγματι η λίστα μειώθηκε. Πού οφείλεται όμως αυτή η μείωση; Ασθενείς που περίμεναν για μεγάλο χρονικό διάστημα χειρουργήθηκαν στον ιδιωτικό τομέα, χειρουργήθηκαν στα επί πληρωμή, ιδιωτικά απογευματινά χειρουργεία εντός των δημοσίων νοσοκομείων, χειρουργήθηκαν με voucher του Ταμείου Ανάκαμψης. Οι υπόλοιποι χειρουργήθηκαν στον ιδιωτικό τομέα επίσης με voucher του Ταμείου Ανάκαμψης και μάλιστα με διπλάσια αποζημίωση από το προβλεπόμενο.
Το ζήτημα είναι ότι μόλις τελειώσουν τα χρήματα από το Ταμείο Ανάκαμψης που αφορούν συγκεκριμένο αριθμό χειρουργείων, σε λίγους μήνες η λίστα αναμονής θα γιγαντωθεί ξανά. Αυτό θα συμβεί γιατί καμιά μόνιμη, σταθερή, πάγια υποδομή δεν θα μείνει στο σύστημα. Καμία νέα πρόσληψη, καμία αίθουσα χειρουργείου επιπλέον. Αυτό είναι μιζέρια. Να αποδεχτούμε ότι για να χειρουργηθούμε έγκαιρα στο Δημόσιο πρέπει να πληρώνουμε. Οποιο χρηματοδοτικό εργαλείο αξιοποίησε και αξιοποιεί η κυβέρνηση, είναι για να παγιώσει αυτή την αντίληψη ή για να σπρώξει χρήμα στον ιδιωτικό τομέα. Καμία επί της ουσίας ενίσχυση στο σύστημα.
Ολη η πολιτική πρωτοβουλία του υπουργείου Υγείας είναι στην κατεύθυνση της εμβάθυνσης του εμπορευματικού χαρακτήρα του συστήματος, της λειτουργίας του με ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια. Αυτά τα νοσοκομεία που θα λειτουργούν ως ιδιωτικά μαγαζιά χρειάζονται ωραίες προσόψεις και λαμπερά εγκαίνια. Για τα υπόλοιπα, τα μη επιλέξιμα που «δεν τραβάνε» στο εμπορικό κομμάτι, κακοσυντήρηση, τεράστιες αναμονές και ράντζα.
- Την ίδια στιγμή, η κυβέρνηση της ΝΔ προχωρά τον «νέο υγειονομικό χάρτη», ο οποίος θα πρέπει να εναρμονίζονται με «το πλαίσιο των δημοσιονομικών στόχων».
- Ο νέος υγειονομικός χάρτης που επιδιώκει να διαμορφώσει η κυβέρνηση περιλαμβάνει συγχωνεύσεις νοσοκομείων και κλινικών, περιορισμό δημόσιων και δωρεάν υπηρεσιών, μειώσεις προσωπικού, πιο ευέλικτα και πιο οικονομικώς αποδοτικά νοσοκομεία και Κέντρα Υγείας. Εναρμόνιση με τους δημοσιονομικούς στόχους σημαίνει ξεκάθαρα μείωση της κρατικής χρηματοδότησης, λιγότερες δηλαδή δωρεάν παροχές και χαμηλότερη ποιότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών. Το «νέο ΕΣΥ» που οραματίζεται η κυβέρνηση είναι ένα ακριβοπληρωμένο μαγαζί, για όσους έχουν. Για όσους δεν έχουν, μόνο τα βασικά: Τεράστιες αναμονές, ράντζα, κακές υποδομές, κακές συνθήκες νοσηλείας, ένας Μεσαίωνας, ένα πραγματικό πισωγύρισμα.
Η μοναδική έννοια της κυβέρνησης είναι πώς θα λειτουργήσουν τα νοσοκομεία σαν ιδιωτικά μαγαζιά και πώς θα ενταχθούν οι ιδιώτες μέσα στα δημόσια νοσοκομεία εκμεταλλευόμενοι τις υποδομές τους, αλλά και πώς οι ασφαλιστικές εταιρείες θα συνάψουν συμβόλαια με τα «δημόσια» νοσοκομεία, για να μαζέψουν κι άλλα λεφτά από το υστέρημα των πολιτών που έχουν χρυσοπληρώσει χίλιες φορές από τη φορολογία και τις ασφαλιστικές εισφορές.