Η διευθέτηση του χρέους και οι «διορθώσεις» στο μείγμα για λογαριασμό της αστικής τάξης βρέθηκαν στο επίκεντρο των επαφών του πρωθυπουργού στην Πορτογαλία
Εγγυήσεις για την απαρέγκλιτη συνέχιση της αντιλαϊκής πολιτικής, με υλοποίηση «προαπαιτούμενων», νέων σκληρότερων μέτρων που απαιτεί το μεγάλο κεφάλαιο σε βάρος του λαού, έδωσε χτες ο πρωθυπουργός, Αντώνης Σαμαράς, πασχίζοντας παράλληλα να εξασφαλίσει νέα κονδύλια ενίσχυσης για τους επιχειρηματικούς ομίλους.
Συγκεκριμένα, ο Σαμαράς βρέθηκε χτες στην Πορτογαλία προκειμένου να απευθύνει ομιλία σε εκδήλωση της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος με θέμα «Στρατηγική για την ανάπτυξη και την απασχόληση 2014-2019». Νωρίτερα, μετείχε σε γεύμα εργασίας με τον πρόεδρο του ΕΛΚ, Γ. Ντολ, τον πρόεδρο της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του ΕΛΚ, Μ. Βέμπερ, και άλλους παράγοντες του κόμματος. Παρών ήταν και ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών, Β. Σόιμπλε.
Κατά πληροφορίες, όλοι τους συμφώνησαν στην προώθηση περαιτέρω «μεταρρυθμίσεων» στην Ελλάδα και συνολικά στην ΕΕ, καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων που έχει ανάγκη το μεγάλο κεφάλαιο. Ο Αντ. Σαμαράς φέρεται να ζήτησε κάποιες «διορθώσεις» στο εφαρμοζόμενο μείγμα διαχείρισης, στην πραγματικότητα, κάποια μέτρα διαχείρισης της ακραίας φτώχειας, σε συνδυασμό με ορισμένες φοροελαφρύνσεις, που κατά κύριο λόγο θα ωφελήσουν μεγάλους επιχειρηματικούς ομίλους.
Εσπευσε, ωστόσο, να διαβεβαιώσει τον Β. Σόιμπλε και τους λοιπούς συνομιλητές του ότι ο κεντρικός μεταρρυθμιστικός άξονας του κυβερνητικού προγράμματος δεν αλλάζει, προϊδεάζοντας για συνέχιση των άγριων αντιλαϊκών μέτρων. Την ίδια ώρα, ως υπόθεση από την οποία έχει να προσμένει κάτι ο λαός, επιχειρείται να πλασαριστεί η συζήτηση για τη «βιωσιμότητα» του ελληνικού κρατικού χρέους, η οποία, όπως λένε, θα ανοίξει επισήμως από Σεπτέμβρη και θα αφορά είτε επιμήκυνση της περιόδου αποπληρωμής ή/και μείωση επιτοκίων. Σε κάθε περίπτωση, ο λαός δεν έχει τίποτε να περιμένει απ' αυτό, εφόσον στόχος τους είναι να απελευθερωθούν και άλλα κονδύλια για την παραπέρα χρηματοδότηση και στήριξη των μονοπωλίων.
Κατά πληροφορίες, στη συζήτηση εστίασαν και στην υποψηφιότητα από πλευράς ΕΛΚ του Ζαν Κλοντ Γιούνκερ για τη θέση του προέδρου της Κομισιόν. Υποψηφιότητα γύρω από την οποία εκδηλώνονται σφοδρές ενδοαστικές αντιθέσεις: Ο Ζ. Κ. Γιούνκερ φέρεται να εκφράζει τα σχέδια ευρωενωσιακών μονοπωλίων για πολιτική εμβάθυνση της ΟΝΕ και της ΕΕ, προώθηση της «ενισχυμένης οικονομικής διακυβέρνησης» και της «Τραπεζικής Ενωσης», μεγαλύτερη «οικονομική και πολιτική ενοποίηση», με τροποποίηση των σχετικών Συνθηκών της ΕΕ. Επίσης, φέρεται να συνδέεται με προσεκτικότερους χειρισμούς στις διαπραγματεύσεις για την προώθηση της Συμφωνίας Ελεύθερου Εμπορίου (ΤΤΙP) μεταξύ ΗΠΑ - ΕΕ. Ζητήματα δηλαδή στα οποία οι αστικές τάξεις χωρών, όπως οι Βρετανία, Σουηδία, Ολλανδία, Πολωνία, Γαλλία και Ιταλία, έχουν αντίθετες απόψεις.
Αντιθέσεις εκφράζονται και στα ζητήματα της Ενέργειας, την ΚΑΠ κ.ά., οι οποίες αναμένεται να αποτυπωθούν εντονότερα το επόμενο διάστημα, με αφορμή και την επιλογή του προσώπου του νέου Υπατου Εκπροσώπου για την Εξωτερική Πολιτική της ΕΕ (κατέχει θέση αντιπροέδρου της Κομισιόν και είναι επικεφαλής της διπλωματίας της ΕΕ μέσω της Υπηρεσίας Εξωτερικής Δράσης της ΕΕ), την επιλογή του προέδρου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, του προέδρου του Ευρωκοινοβουλίου, των επιτρόπων. Ενδεικτικά, διαχέεται πως η βρετανική κυβέρνηση θα άρει τις επιφυλάξεις της στο πρόσωπο Ζ. Κ. Γιούνκερ αν πάρει το χαρτοφυλάκιο που επιθυμεί στην Κομισιόν, με πρώτη προτίμηση αυτό της Ενέργειας.
Το απόγευμα, ο Αντ. Σαμαράς είχε κατ' ιδίαν συναντήσεις με τον πρωθυπουργό της Πορτογαλίας, Πέδρο Πάσος Κοέλιο, με τον πρόεδρο του ΕΛΚ, Γιόζεφ Ντόλ, και την αντιπρόεδρο της Κομισιόν, Βίβιαν Ρέντινγκ.
Αργότερα, στην ομιλία του, ο Ελληνας πρωθυπουργός ήταν ξεκάθαρος στο τι προωθεί και σε όφελος ποιων το κάνει:
Κάλεσε «να ετοιμαστούμε για να κερδίσουμε σε παγκόσμια κλίμακα τη μάχη της ανταγωνιστικότητας». Προς τούτο σημείωσε ότι «πρέπει να κρατήσουμε το εργασιακό κόστος σε ευθεία αναλογία με την παραγωγικότητα της εργασίας», με «αύξηση της παραγωγικότητας». Πρόσθεσε ότι οι «δημοκρατίες (...) μπορούν να επιβάλουν και μέτρα λιτότητας, αν αυτό είναι απαραίτητο, μια δεδομένη στιγμή» αλλά «και να δημιουργούν ευκαιρίες ανάπτυξης και να χρησιμοποιούν τα ποιοτικά πλεονεκτήματά τους για να προσελκύσουν επενδύσεις, ώστε να αξιοποιηθεί με τον καλύτερο τρόπο ένα μορφωμένο και καλά αμειβόμενο ανθρώπινο δυναμικό».
Επέμεινε ότι «πρέπει να βελτιώσουμε το ενεργειακό μας κόστος και τη φορολογική μας επιβάρυνση, έτσι ώστε η ευρωπαϊκή βιομηχανία να ανακτήσει και πάλι την ανταγωνιστικότητά της απέναντι στον υπόλοιπο κόσμο», ενώ συμπλήρωσε ότι «χρειαζόμαστε μια σταθερή πορεία προς χαμηλότερη φορολογία» των επιχειρηματικών ομίλων.
Τέλος, προδιέγραψε και νέο κούρεμα στις δημόσιες δαπάνες για κοινωνικές δομές και υπηρεσίες, επιμένοντας να επιβάλλονται «χαμηλότεροι φόροι για να επιτύχουμε περισσότερη ανάπτυξη και καλύτερες δημοσιονομικές συνέργειες για να επιτύχουμε χαμηλότερες δαπάνες».