ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 6 Αυγούστου 2000
Σελ. /24
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
ΤΟ ΑΠΟΛΥΤΟ ΡΟΔΟ
Ο κύριος Μπαχ θα μείνει μόνο για 24 ώρες

Τόσα χρόνια βλέπω τη μεγάλη προσπάθεια που καταβάλλει το κράτος για να κερδίσει χώρο μέσα μας αυτό που ονομάζω «σύνδρομο του περαστικού». Από δίπλα και οι πλασιέ του παντός μάς πουλάνε αυτό που χρειαζόμαστε, την υπομονή. Αυτήν έθεσα σε λειτουργία όταν είδα στην κρατική τηλεόραση τους εκπροσώπους της με ύφος θριάμβου να ανακοινώνουν ότι αφιερώνουν 24 ολόκληρες ώρες στον Ιωάννη Σεβαστιανό Μπαχ. Ερώτημα: η ιδέα ήταν δική τους; Οχι βέβαια. Ηταν μια χειρονομία της Κεντρικής Ευρώπης, δηλαδή της αποθέωσης της μεζούρας, για να τιμήσει τον Μπαχ.

Ηχαρά της μεζούρας έφτασε και στη μεταπρατική Ελλάδα της εικόνας, όπου ο τηλεθεατής θα έπρεπε να παίρνει ειδικό επίδομα αναπηρίας, γιατί, με αυτά που βλέπει, αντικαθιστά τα μάτια του με χωματερή. Αν το κρατικό κανάλι το διαπερνούσε ελευθερία και ευγένεια, θα έπρεπε να είχε προετοιμάσει, πολύ καιρό πριν, τον θεατή του για το άλμα Μπαχ. Γιατί, πώς είναι δυνατόν, χρόνια ολόκληρα να βρισκόμαστε μέσα στο γήπεδο του ράγκμπι και ξαφνικά να διακόψει κάποιος τον αγώνα λέγοντας: «Και τώρα θα ακούσετε για 24 ώρες Μπαχ!».

Αυτό λοιπόν που ήθελαν ήταν μια θεαματική χειρονομία, με έναν περαστικό Μπαχ, που θα χανόταν στο βάθος ενός παιχνιδιού που λέει ότι όλα έτσι περνάνε, όπως αυτές οι 24 ώρες, εύκολα, δίχως να αφήσουν πίσω κάτι από την ουσία τους. Ολα είναι όπως ακριβώς τα περιγράφει ο θαυμάσιος Μπροχ: «Διότι η ψυχή βρίσκεται πάντα στις αρχές της, η ψυχή στέκεται μπροστά στο μεγαλείο της αφύπνισης των αρχών της. Για την ψυχή, και αυτό ακόμα το τέλος έχει την αξιοπρέπεια της αρχής».

Παρ' όλ' αυτά, συνεχίζει ο Μπροχ και μας συνδέει με το πραγματικό: «Ωσάν να μην υπήρχε τίποτα άλλο πάρεξ το παντέρημο, το τσαλαπατημένο παρόν, ένα παρόν δίχως μέλλον και γι' αυτό χωρίς παρελθόν».

Αυτή λοιπόν η κατάσταση λειτουργεί και γεννάει έναν πολιτισμό περαστικών ανθρώπων όπου η δύναμη της εικόνας καθορίζει την τύχη του σαν εμπόρευμα. Βέβαια υπάρχουν και ορισμένοι παραμυθιασμένοι που λένε να μην τα ισοπεδώνουμε όλα και ότι μέσα στη Δύση και τον καπιταλισμό υπάρχει μια πνευματική κίνηση. Η πνευματική Δύση, ω ορθογώνιε Συνασπισμέ, έφυγε γρήγορα από το κέντρο που γεννήθηκε (σε αντίθεση με το δικό μας κέντρο, που δεν το χάσαμε, όπως γράφει ο Ζήσιμος Λορεντζάτος, αλλά το παραδώσαμε), για να μη γίνει συνένοχος της πριν και νυν Αμερικής, και έψαξε στις τριτοκοσμικές χώρες ή μέσα στο άνθος της Ανατολής για να βρει την ψυχή της - το άνθος που πιστεύει πως η ρίζα κάθε κακού είναι η άγνοια. Ετσι γέμισε η ζωή μας με ένα κύμα οδοιπόρων, και όχι περαστικών, ποιητών από το κέντρο της Αμερικής, με πολλές σελίδες βγαλμένες και γραμμένες από το χάος της. Και να η διάγνωση του Ουίλιαμ Μπάροουζ: «Είναι οι τελευταίες συσπάσεις ενός σύμπαντος που βασίζεται σε ποσοτικούς παράγοντες, όπως το χρήμα, η πρέζα και ο χρόνος. Φαίνεται πως δε θα αργήσουν. Πλησιάζει ο χρόνος όπου κανένα χρηματικό ποσό δε θα αρκεί για να αγοραστεί οτιδήποτε».

Είμαστε όλοι σ' ένα όνειρο που αρκεί να βρούμε το ρυθμό μας για να το θέσουμε σε λειτουργία: Το όνειρο για μια ολική θέα της ζωής μας και όχι ένα μέρος της, όχι μόνο 24 ώρες Μπαχ...

Φίλε αναγνώστη, το Απόλυτο Ρόδο για τρεις Κυριακές θα ταξιδεύει. Σου εύχομαι ένα καλό καλοκαίρι.


Γιώργος ΚΑΚΟΥΛΙΔΗΣ


«Κύκνειο άσμα», η Υδρα

Εργα του Νίκου Νικολάου με θέμα την Υδρα παρουσιάζονται στο Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης

Περικλής Βυζάντιος, Σπύρος Βασιλείου, Νίκος Χατζηκυριάκος-Γκίκας, Τάσος Αλεβίζος... είναι μερικοί μόνο από τους καλλιτέχνες μας, που ύμνησαν με το χρωστήρα τους ένα από τα ομορφότερα νησιά μας, την Υδρα. Στο μακρύ αυτό κατάλογο, έρχεται να προστεθεί και η δημιουργία του Νίκου Νικολάου.

Μια νοσταλγική επιστροφή του Νίκου Νικολάου (1909-1986), στη γενέτειρά του, την Υδρα, με σειρά έργων που φιλοτέχνησε τα τελευταία χρόνια της ζωής του, αποτελεί η έκθεση που φιλοξενείται έως τις 9 του Σεπτέμβρη στο Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης (Νεοφύτου Δούκα 4). Πρόκειται για την τελευταία ενότητα έργων του επιφανούς ζωγράφου και καθηγητή στην ΑΣΚΤ, που με τίτλο «Υδρα» εκτίθεται ως σύνολο για πρώτη φορά.

Ο Ν. Νικολάου υπήρξε ένας από τους σημαντικότερους Ελληνες ζωγράφους της γενιάς του '30 και ένας δημοφιλής δάσκαλος στην Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών. Το πλούσιο έργο του είναι ευρύτατα γνωστό, με πολλές ατομικές και ομαδικές εκθέσεις που έκανε στην Ελλάδα και το εξωτερικό και με τις πολλές τοιχογραφίες του σε δημόσιους χώρους, μεταξύ των οποίων και στο Πάντειο Πανεπιστήμιο. Πρόκειται για μία δημιουργία, που συνδυάζει τις ανησυχίες και εμπειρίες της μοντέρνας τέχνης με την κληρονομιά της αρχαιοελληνικής, της ελληνιστικής και της βυζαντινής τέχνης, μ' έναν τρόπο ιδιαίτερα προσωπικό, έχοντας κυρίαρχο θέμα τη γυναικεία φιγούρα.

Ζώντας και δουλεύοντας σχεδόν μόνιμα στην Αίγινα, ο καλλιτέχνης δεν είχε ξεχάσει τη γενέτειρά του, την Υδρα, η οποία τον καθόρισε και ως ανάμνηση και ως εικαστικό ερέθισμα. Στη δεκαετία του 1950 είχε ήδη δημιουργήσει μια μεγάλη ενότητα έργων με θέμα το γενέθλιο τόπο του, έργα στα οποία επικρατεί η χαρακτηριστική αρχιτεκτονική των κτιρίων του νησιού. Η Υδρα όμως παρέμενε μέσα του ως πνευματική ανάμνηση και ως χρέος, και στην τελευταία δεκαετία της ζωής του έγινε η αποκλειστική ζωγραφική του απασχόληση. Καρπός αυτής της τελευταίας δουλιάς του Ν. Νικολάου είναι η ενότητα εκατό περίπου έργων (σχεδίων, ακουαρέλας και ελαιογραφιών), ενότητα που αποτελεί και το «κύκνειο άσμα» της δημιουργίας του.

Στους πίνακες αυτούς η Υδρα παρουσιάζεται με μορφή ξαπλωμένης γυναικείας μορφής, της οποίας το σώμα και το πρόσωπο γίνονται ένα με τους βράχους του νησιού. Το πρόσωπο παρουσιάζεται με εξιδανίκευση Μούσας ενώ στην αγκαλιά της κρατά σε μικρογραφία τον οικισμό της Υδρας, σε μια εικαστική διατύπωση η οποία θυμίζει τις «Τύχες», δηλαδή τα αγάλματα τα οποία εκπροσωπούσαν τη Θεά Τύχη των πόλεων της ελληνιστικής εποχής ή και του Βυζαντίου. Η γενική ατμόσφαιρα των έργων είναι αισιόδοξη, ενώ σε ορισμένα η νοσταλγία του ζωγράφου για την ιδιαίτερη πατρίδα του δίνει έναν τόνο μελαγχολικό, μεταφυσικό.

Οπως σημειώνει στον κατάλογο ο επιμελητής της έκθεσης Χάρης Καμπουρίδης, «δεν έχουμε κάποια μαρτυρία δική του για το πώς ξεκίνησε να ζωγραφίζει τις "Υδρες". Είναι όμως σαφέστατο ότι ο Ν. Νικολάου αντιμετώπισε αυτά τα έργα ως μία αυτόνομη ενότητα, στην οποία μάλιστα, όπως δείχνουν τα πράγματα, αφοσιώθηκε με πάθος. Η σειρά αποτελείται από εκατό περίπου έργα. Τα περισσότερα είναι ασπρόμαυρα σχέδια και ακουαρέλες σε μικρά μεγέθη, και περί τα είκοσι ολοκληρωμένα έργα μεγάλων διαστάσεων, σε χαρτί και, σπανιότερα, σε μουσαμά. Μελετώντας αυτό το υλικό κάποιος που γνωρίζει την εσωτερική "κουζίνα" των ζωγράφων, πιστοποιεί εύκολα πως πρόκειται για μια έρευνα η οποία απορροφούσε την έγνοια του συνεχώς. Αυτό προδίδουν οι σχεδιαστικές ή χρωματικές διαφορές κάθε σχεδίου από το επόμενο, οι αλλαγές διαστάσεων, και, κυρίως, οι παραλλαγές του κεντρικού μοτίβου».

«...Η ενότητα έργων της Υδρας μοιάζει σαν μια παλιά, βαθιά, ψυχική υποχρέωση, την οποία ο ζωγράφος ξεπληρώνει και μάλιστα στα τελευταία χρόνια της ζωής του, στα χρόνια που ολοκληρώνονται οι κύκλοι και οι άνθρωποι ψάχνουμε τις ρίζες μας. Αυτή η ερμηνευτική υπόθεση εξηγεί ίσως καλύτερα και τη διάθεση του Ν. Νικολάου να μας δώσει μια Υδρα με επιγραμματική διατύπωση, που να πηγάζει περισσότερο από συναισθήματα και λιγότερο από τη γνωστή ρεαλιστική εικόνα της. Η Υδρα του Ν. Νικολάου γενικεύεται έτσι ως σύμβολο νησιού-πατρίδας, μιας Ιθάκης που τη νοσταλγεί, όταν η Οδύσσεια της ζωής ολοκληρώνεται».


Η. ΜΟΡΤΟΓΛΟΥ



Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ