ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 5 Φλεβάρη 2006
Σελ. /24
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
ΒΟΛΦΓΚΑΝΓΚ ΑΜΑΝΤΕΟΥΣ ΜΟΤΣΑΡΤ
Η μουσική του «δώρο» στην ανθρωπότητα

Μικρή αναφορά στον μεγάλο συνθέτη, με αφορμή την επέτειο των 250 χρόνων από τη γέννησή του

«Τα πραγματικά θαύματα είναι τόσο σπάνια, ώστε μπορεί να μιλάει κανείς γι' αυτά, μόνο όταν έχει ζήσει ένα. Ενας επαγγελματίας μουσικός από το Salzburg (Σάλτσμπουργκ) με το όνομα Mozart (Μότσαρτ) έφτασε πρόσφατα εδώ με δύο πολύ γλυκά παιδιά. Η εντεκάχρονη κόρη του παίζει εντυπωσιακά πιάνο (...) Ο αδελφός της που θα γίνει τον επόμενο Φεβρουάριο 7 ετών, είναι ένα τόσο ασυνήθιστο παιδί θαύμα, ώστε δεν μπορεί να πιστέψει κανείς αυτά που βλέπουν τα μάτια του κι αυτά που ακούν τα αυτιά του. Αυτό το παιδί δε δυσκολεύεται να παίξει με απόλυτη ευχέρεια τα δυσκολότερα κομμάτια, με χέρια που μόλις καλύπτουν μία έκτη. Είναι τελείως απίστευτο να τον βλέπεις να παίζει για μία ολόκληρη ώρα από μνήμης και να αφήνεται στην έμπνευση της ιδιοφυίας του και σε ένα πλήθος γοητευτικών ιδεών, τις οποίες επιπλέον ξέρει να παρουσιάζει με γούστο και στη σωστή σειρά. (...) Διαβάζει άνετα όλες τις παρτιτούρες που του δίνουν. Συνθέτει με αξιοθαύμαστη ευχέρεια, χωρίς να χρειάζεται να πάει στο πιάνο για να αναζητήσει τις συγχορδίες του. Του έδωσα ένα μενουέτο και τον παρακάλεσα να γράψει από κάτω το μπάσο. Το παιδί πήρε την πένα και έβαλε, χωρίς να πάει στο πιάνο, το μπάσο κάτω από τις νότες μου (...) Αυτό το παιδί σίγουρα θα με τρελάνει, αν συνεχίσω να το ακούω...»

Το δωμάτιο που γεννήθηκε ο Μότσαρτ
Το δωμάτιο που γεννήθηκε ο Μότσαρτ
Το παιδί - θαύμα στο οποίο αναφέρεται ο συγγραφέας και διπλωμάτης Melchior Grimm (Μέλχιορ Γκριμ) στο άρθρο του της 1/12/1763 δεν ήταν άλλο από τον Βόλφγκανγκ Αμαντέους Μότσαρτ. Τον σπουδαίο συνθέτη, το όνομα του οποίου έγινε σύμβολο του μεγαλύτερου μουσικού ταλέντου και της δημιουργικής μεγαλοφυίας, καθώς και της ενότητας της ομορφιάς και της αλήθειας. Φέτος συμπληρώνονται 250 χρόνια από τη γέννησή του και η επέτειος αυτή δίνει την αφορμή για τη διοργάνωση σε όλο τον κόσμο πλήθους εκδηλώσεων αφιερωμένων στη μουσική του. Παράλληλα, προσφέρει την ευκαιρία μιας ακόμη μεγαλύτερης εμπορικής εκμετάλλευσης, που έχει στηθεί κυρίως στην Αυστρία, λανσάροντας απίθανα καταναλωτικά προϊόντα, που καμία σχέση δεν έχουν με τη δημιουργία του.

Αξεπέραστη η αξία του έργου του

Η αξεπέραστη αξία του έργου του Μότσαρτ και ο τεράστιος ρόλος του στην πνευματική ζωή της ανθρωπότητας έχουν υπογραμμιστεί από μουσικούς, συγγραφείς, φιλοσόφους, μελετητές... Από τον Χάιντν, τον Μπετόβεν, τον Γκαίτε, τον Χόφμαν, τον Πούσκιν, τον Τσαϊκόφσκι, τον Αϊνστάιν κ.ά. Το άστρο του σπουδαίου και πολυγραφότατου συνθέτη ανέτειλε στις 27/1/1756 στο Σάλτσμπουργκ για να διαγράψει μια φωτεινή, ανεπανάληπτη, μα σύντομη πορεία μόλις 35 χρόνων. Η τελευταία πράξη της ανθρώπινης περιπέτειας του μεγάλου συνθέτη θα γραφεί στις 5 Δεκέμβρη 1791. Και καθώς η οικογένειά του δεν είχε χρήματα για να γίνει επίσημη κηδεία, ο Μότσαρτ κηδεύτηκε σε «κοινό τάφο», στο νεκροταφείο του Αγιου Μαρξ (Marx) στη Βιέννη. Μέχρι σήμερα έχει σταθεί αδύνατο να εντοπιστεί με ακρίβεια ο τάφος του...

Γιος του βιολιστή και συνθέτη Λεοπόλντ Μότσαρτ από πολύ νωρίς έδειξε ότι διέθετε σημαντικές μουσικές ικανότητες, οι οποίες υποστηρίχτηκαν συστηματικά από τον πατέρα του, έναν από τους καλύτερους παιδαγωγούς μουσικής της εποχής του. Ιδιαίτερα τα συχνά ταξίδια τους σε χώρους με υψηλή μουσική καλλιέργεια (Γερμανία, Γαλλία, Αγγλία, Ελβετία, Ιταλία) έδωσαν σημαντική ώθηση στη συνθετική δραστηριότητα του μεγάλου συνθέτη και βοήθησαν στη δημιουργία ενός χαρακτηριστικού προσωπικού στιλ. Από τεσσάρων ετών έπαιζε τσέμπαλο και στα πέντε με έξι του χρόνια άρχισε να συνθέτει. Τις πρώτες του συμφωνίες τις γράφει σε ηλικία οκτώ - εννέα ετών και δύο χρόνια αργότερα τα πρώτα του λυρικά έργα. Στη διάρκεια της σύντομης ζωής του συνέθεσε δεκάδες συμφωνίες, όπερες και λειτουργίες, κοντσέρτα για βιολί, κοντσέρτα για πιάνο, σονάτες, σερενάτες, συμφωνίες, εκκλησιαστική μουσική, όπερες κλπ. Ανάμεσα στις περίφημες όπερές του είναι οι: «Απαγωγή από το Σεράι», «Μαγεμένος Αυλός», «Οι γάμοι του Φίγκαρο», «Ντον Τζιοβάνι», «Ετσι κάνουν όλες». Λίγο πριν από το θάνατό του έγραψε το περίφημο «Ρέκβιεμ» (σύνθεση νεκρώσιμης ακολουθίας). Καλύπτοντας ένα ευρύτατο πεδίο της μουσικής τέχνης, το ταλέντο του Μότσαρτ έλαμψε σε κάθε κλάδο της, από την όπερα μέχρι το απλό τραγούδι. Τα έργα του, από τη συμφωνία μέχρι το τελευταίο χορευτικό κομμάτι, φέρουν τη σφραγίδα της δημιουργικής φαντασίας και ευαισθησίας του και επιβεβαιώνουν την ιδιοφυΐα του.


Ο Μότσαρτ υπήρξε μέλος της τριάδας των σημαντικότερων εκπροσώπων του λεγόμενου «βιεννέζικου κλασικισμού» (μαζί με τους Μπετόβεν και Χάιντν). Η δημιουργική του τέχνη είναι το μουσικό αποκορύφωμα του 18ου αιώνα, μία αντανάκλαση του Διαφωτισμού. Μέσα στο έργο του οι ορθολογιστικές αρχές του κλασικισμού είναι συνυφασμένες με την αισθητική του συναισθήματος, καθώς και με το κίνημα «Θύελλα και Ορμή». Νευρώδης ποιότητα, πάθος, αλλά και πειθαρχία, έλεγχος και αναπτυγμένη αίσθηση της δομής αποτελούν χαρακτηριστικά στοιχεία της μουσικής του. Παρόλο που διατηρούσε την κομψότητα και την τρυφερότητα του αριστοκρατικού στιλ, στα έργα του και κυρίως στις ώριμες συνθέσεις του ξεπέρασε την επιτηδευμένη ποιότητα αυτού του ύφους. Η δημιουργική του σκέψη ήταν συγκεντρωμένη σε μια πιο βαθιά έκφραση του πνευματικού κόσμου και σε μια αληθινή απεικόνιση των πολλών όψεων της πραγματικότητας. Η μουσική του αποκαλύπτει με την ίδια ένταση το αίσθημα της πληρότητας της ζωής και τη χαρά της ύπαρξης, καθώς και τα βάσανα ενός ανθρώπου που δοκίμασε την καταπίεση ενός άδικου κοινωνικού συστήματος και ο οποίος αγωνίστηκε με πάθος για ευτυχία και ζωή.

Αγώνας για επιβίωση και αναγνώριση

Χάρη στο σπουδαίο ταλέντο του που άνθισε νωρίς η σταδιοδρομία του Μότσαρτ ξεκίνησε με τους θριάμβους ενός «παιδιού θαύματος» για να εξελιχθεί σε έναν επίμονο αγώνα για επιβίωση και αναγνώριση. Ο Μότσαρτ θεωρείται ως ο πρώτος διάσημος μουσικός που δεν είχε, αν και την επιζητούσε, σταθερή εργασιακή σχέση. Μάλιστα είχε την απαράμιλλη τόλμη του καλλιτέχνη που προτιμά την αβέβαιη ζωή του ανεξάρτητου μουσικού, από την εξευτελιστική υποταγή κάτω από τις διαταγές ενός δεσποτικού αφέντη. Μην αντέχοντας να είναι «μουσικός - υπηρέτης» επέλεξε να φύγει από την αυλή του πρίγκιπα - αρχιεπισκόπου του Σάλτσμπουργκ και να εγκατασταθεί στη Βιέννη. Ξαναβρίκει την ελευθερία του, αλλά ταυτόχρονα ανακάλυψε και τη μιζέρια και προσπαθεί να επιβιώσει δίνοντας ρεσιτάλ και μαθήματα. Πνεύμα πρωτοποριακό ο Μότσαρτ κρατιέται μακριά από το συμβατικό πλαίσιο και τις προσποιητές φιλοφρονήσεις της εποχής του. Διεκδικεί την ελευθερία του καλλιτέχνη και εκφράζει την έννοια της ελευθερίας στη μουσική του. Η όπερά του «Γάμοι του Φίγκαρο» θεωρείται επικριτική και προκλητική καθώς στο συγκεκριμένο, λογοκριμένο, έργο του Μπομαρσέ, η κοινωνική σάτιρα έπαιζε σημαντικό ρόλο. Διακωμωδούσε τους αριστοκράτες και θαύμαζε τον πληβείο Φίγκαρο, του οποίου η πονηριά άξιζε περισσότερο από τα κληρονομικά προνόμια. Η υπεροχή του κοινού λαού πάνω στην αριστοκρατία είναι η κεντρική ιδέα αυτής της κωμικής όπερας. Με συναίσθηση της αξιοπρέπειάς του αλλά και της αδικίας, ο Μότσαρτ γίνεται το 1784 μέλος της Τεκτονικής Στοάς, η οποία γι' αυτόν εξέφραζε την ισότητα που τόσο πολύ επιθυμούσε. Στόχος τότε της μασονικής αδελφότητας ήταν η καταπολέμηση των προνομίων της απολυταρχικής κοινωνίας και ο σεβασμός προς όλους τους ανθρώπους, ανεξάρτητα από την κοινωνική τους θέση. Η όπερά του «Ο μαγεμένος αυλός» είναι διαποτισμένη με ιδέες από τη μασονική φιλολογία και σ' αυτήν εξυμνεί την αδελφοσύνη, την αγάπη, την ηθική σταθερότητα.

Στα τέλη του 20ού αιώνα επιτροπή μουσικολόγων από αμερικάνικα πανεπιστήμια έκρινε ότι ο Μότσαρτ υπήρξε ο σημαντικότερος συνθέτης της δεύτερης χιλιετίας και η εισαγωγή στην όπερα «Οι γάμοι του Φίγκαρο» το σημαντικότερο έργο του.


Ρουμπίνη ΣΟΥΛΗ


«... σχεδόν τελειωμένο στο μυαλό μου»

Αποκαλυπτικό για τον τρόπο με τον οποίο συνέθετε ο Μότσαρτ είναι το εμπιστευτικό γράμμα του συνθέτη προς κάποιον βαρώνο, ο οποίος του είχε δωρίσει κρασί και τον είχε ρωτήσει γι' αυτό το θέμα: «Οταν είμαι ολομόναχος, εντελώς μόνος, και με καλή διάθεση - όταν π.χ. ταξιδεύω με μια άμαξα ή πηγαίνω για ένα καλό γεύμα ή στη διάρκεια της νύχτας, όταν δεν μπορώ να κοιμηθώ - σε τέτοιες περιπτώσεις μου 'ρχονται καλύτερα οι ιδέες και μάλιστα άφθονες. Από πού και πώς έρχονται, αυτό δεν το ξέρω, ούτε μπορώ να τις αναγκάσω να έρθουν. Απ' αυτές όσες μου αρέσουν τις κρατάω στη μνήμη μου και συνηθίζω... να τις σιγομουρμουρίζω. Κι αν συνεχίσω έτσι, σύντομα σκέφτομαι πως θα μπορούσα να αξιοποιήσω και να διευρύνω το κάθε θέμα... Ολ' αυτά βάζουν φωτιά στην ψυχή μου, και, με την προϋπόθεση ότι δε μ' ενοχλεί κανείς, το αντικείμενό μου επεκτείνεται από μόνο του, καθορίζεται και μεθοδεύεται, και το σύνολο, αν και μεγάλο, εμφανίζεται σχεδόν πλήρες και τελειωμένο στο μυαλό μου, κι έτσι μπορώ να το επιθεωρήσω με μια ματιά, σαν ένα φίνο πίνακα ή ένα όμορφο άγαλμα. Και μάλιστα δεν ακούω στη φαντασία μου τα μέρη διαδοχικά αλλά όλα μαζί ταυτόχρονα. Δεν μπορώ να σου περιγράψω πόσο υπέροχο είναι αυτό! Ολη αυτή η διαδικασία της εφεύρεσης, της παραγωγής, είναι σαν να γίνεται μέσα σ' ένα χαρούμενο και ζωντανό όνειρο (...) Οταν φτάνω στο στάδιο στο οποίο γράφω τις ιδέες μου, βγάζω μες από τη σακούλα της μνήμης μου (...) ό,τι έχει προηγουμένως μαζευτεί εκεί μέσα (...) Η αποτύπωση στο χαρτί γίνεται αρκετά γρήγορα (...) και μάλιστα σπάνια κάτι είναι διαφορετικό στο χαρτί απ' ό,τι όταν το είχα στο μυαλό μου. Σ' αυτό το στάδιο μπορώ ν' αντέξω να με ενοχλήσουν, γιατί ό,τι και να γίνεται γύρω μου, εγώ γράφω, κι αν ακόμα μιλάω, μιλάω περί ανέμων και υδάτων, για τον καιρό και τα τοιαύτα. Αλλά το ότι τα έργα μου παίρνουν από το χέρι μου εκείνη την ιδιαίτερη μορφή και το ύψος που τα κάνει μοτσαρτικά και διαφορετικά από τα έργα των άλλων συνθετών, οφείλεται πιθανότατα στην ίδια αιτία που κάνει τη μύτη μου τόσο μακριά και γαμψή, που την κάνει να είναι η μύτη του Μότσαρτ και όχι κάποιου άλλου. Γιατί στ' αλήθεια δεν επιδιώκω ούτε στοχεύω στην οποιαδήποτε πρωτοτυπία».


Το «Μαγικό Πουλάκι»

Γεννήθηκα στην οδό Παπάφη, στο νούμερο 9. Το σπίτι μας ήτανε ένα παλιό τουρκόσπιτο. Το κονάκι ενός πασά, που το πούλησε στον παππού μου, έλεγε η γιαγιά μας, για ένα κομμάτι ψωμί. Στα δεξιά μας καθότανε η κυρία Μίνα, στο κάτω πάτωμα και στο πάνω η κυρία Μαρία, η επονομαζόμενη και Μύγα, λόγω του λεπτοκαμωμένου της σώματος και του τρόπου με τον οποίο περπατούσε, σα να πετούσε. Στα αριστερά μας η κυρία Ζωή με τις δυο της κόρες, την Αθηνούλα και τη Φανούλα. Απέναντί μας, σε ένα διώροφο με κήπο, γεμάτο κόκκινες τριανταφυλλιές, έμεναν η δεσποινίς Ολγα και η κυρία Κατίνα. Η πρώτη πότιζε κάθε απόγεμα τις τριανταφυλλιές και η δεύτερη καθότανε μονίμως δίπλα στο παράθυρο. Κεντούσε και συγχρόνως παρακολουθούσε την κίνηση της γειτονιάς, για να έχει το βράδυ και να σχολιάζει τα πάνε κι έλα των γειτόνων, στον Αιμίλιο το γαλατά που της έφερνε ανελλιπώς, χειμώνα καλοκαίρι, μισή οκά γάλα.

Εκείνο το σπίτι της γειτονιάς μας όμως που είχε το πιο πολύ ενδιαφέρον ήτανε της Τασίας. Αυτό δεν ήτανε διώροφο ούτε είχε κήπο με τριανταφυλλιές... Είχε όμως τη Μόσχα, τη μεγάλη αδελφή της Τασίας και το «Μαγεμένο Πουλάκι», τον αδελφό της, δηλαδή. Κι από δω ξεκινούσε το μυστήριο και, φυσικά, το ενδιαφέρον για το σπίτι αυτό. Και κατ' αρχήν το όνομα Μόσχα, που ξέραμε όλοι πως έτσι έλεγαν την πρωτεύουσα των Μπολσεβίκων, όπως έλεγαν όλοι στη γειτονιά και πως ο θείος της ο Ευρυβιάδης, που τη βάφτισε έτσι, μπαινόβγαινε από φυλακή σε φυλακή, όπως έλεγαν και πάλι όλοι στη γειτονιά. Τέτοια ονόματα δεν τα επέτρεπε η εκκλησία ούτε η αστυνομία, γιατί ήτανε ανήθικα. Και το ενδιαφέρον έφτανε στο μικρό αδελφό, που ήτανε γεωπόνος, αλλά δεν έβρισκε δουλιά, λόγω του ονόματος της αδελφής του, κι έτσι ήτανε αναγκασμένος να βγάζει το ψωμί του και να συντηρεί τις δυο αδελφές του, τη Μόσχα και την Τασία, στα πανηγύρια λέγοντας τις «τύχες» των περαστικών με το «μαγικό πουλάκι» τον Ιωσήφ.

Πού να ησυχάσει, λοιπόν, η Ασφάλεια της γειτονιάς μας. Μόσχα η αδελφή, Ιωσήφ το «μαγικό πουλάκι», καθότανε σ' αναμμένα κάρβουνα. Και δεν ήτανε μονάχα οι χωροφύλακες που πρωί - βράδυ την είχανε στημένη στη γωνία και παρακολουθούσανε το σπίτι, ήμασταν και μεις, οι μικροί, γιατί όλα αυτά είχαν εξάψει τη φαντασία μας και το βράδυ που μαζευόμασταν στα σκαλάκια του σπιτιού μας και λέγαμε του κόσμου τις ιστορίες για περιπέτειες και μυστήρια γεγονότα, ψέματα, βέβαια, οι ιστορίες για το «μαγικό πουλάκι» είχανε μεγάλη πέραση...

Ο Στέλιος, ο Σπανός, μάλιστα, που είχε πατέρα χωροφύλακα, κάθε βράδυ μας διηγότανε και μια άλλη ιστορία, και όλοι κρεμόμασταν από τα χείλια του. Ιδιαίτερα όταν στην παρέα μας ερχότανε και η Ιωάννα, που τη γλυκοκοίταγε ο Σπανός, οι φανταστικές ιστορίες για το σπίτι της Τασίας έπαιρναν διαστάσεις κινηματογραφικού θρίλερ. Εφτασε να μας πει ένα βράδυ πως ο Ιωσήφ δεν έπινε νερό, αλλά αίμα. Και πως η Μόσχα τα βράδια που είχε πανσέληνο, ανέβαινε στην ταράτσα του σπιτιού τους και ξάπλωνε ολόγυμνη πάνω σε μια κόκκινη κουρελού . -Πού ρε, πού ρε, ρωτούσαμε τότε όλοι ξαναμμένοι. -Να εκεί έδειχνε ο Σπανός, προς την ταράτσα της Τασίας, ενώ έτρωγε με την άκρη του ματιού του τα γυμνά γόνατα της Ιωάννας.

Ωσπου ένα πρωί μαθεύτηκε στη γειτονιά πως πιάσανε το «Μαγικό Πουλάκι» και το στείλανε σε ένα νησί... -Στη Μακρόνησο, μουρμούρισε ο πατέρας μου, Ετσι είπανε. Ποιος ξέρει;


Του
Γιώργου ΧΟΥΡΜΟΥΖΙΑΔΗ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ