ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 5 Δεκέμβρη 2004
Σελ. /32
Τα Κομμουνιστικά Κόμματα στις πρώην σοσιαλιστικές χώρες

Χιλιάδες κομμουνιστές διαδήλωσαν και φέτος την πρωτομαγιά στη Μόσχα

Associated Press

Χιλιάδες κομμουνιστές διαδήλωσαν και φέτος την πρωτομαγιά στη Μόσχα
Στην πορεία προς το 17ο Συνέδριο του ΚΚΕ και την πλατιά συζήτηση με τους ανθρώπους του μόχθου των Θέσεων της ΚΕ του Κόμματος, αρκετοί αναγνώστες μας ρωτούν σχετικά με τις εκτιμήσεις του ΚΚΕ για τις αιτίες ανατροπής του σοσιαλισμού.

Οι Θέσεις της ΚΕ για το 17ο Συνέδριο εκτιμούν ότι:

«Το πολύτιμο δίδαγμα για το Κομμουνιστικό Κόμμα είναι ότι σε συνθήκες υποχώρησης και κρίσης του κομμουνιστικού κινήματος, σε συνθήκες ιμπεριαλιστικής αντεπίθεσης, για να τα βγάλει πέρα οφείλει να έχει σταθερή πίστη στη μαρξιστική - λενινιστική ιδεολογία, στις αρχές και τις αξίες του κινήματος, στο σοσιαλισμό. Να κρατά ανοιχτά "τα μάτια" στην κριτική και αυτοκριτική εξέταση της δουλιάς του. Να φροντίζει για την ανάπτυξη σύγχρονων θεωρητικών επεξεργασιών. Να έχει την ικανότητα να ανακαλύπτει έγκαιρα κάθε νέα τάση. Με διορατικότητα να προβλέπει, να προσαρμόζεται και να αναπροσαρμόζεται εκεί που οι εξελίξεις απαιτούν. Χωρίς, όμως, να χάνει ούτε στιγμή το κύριο, την πάλη για το σοσιαλισμό με προοπτική την κομμουνιστική κοινωνία». Είναι εκτίμηση, η οποία συνδέεται με το θέμα του Συνεδρίου, δηλαδή την ολόπλευρη θεωρητική, ιδεολογικοπολιτική και οργανωτική ισχυροποίηση του ΚΚΕ, και κάτω από το φως της αντεπανάστασης και της πείρας για τη λειτουργία και τη δράση των Κομμουνιστικών Κομμάτων στις σοσιαλιστικές χώρες που ήταν στην εξουσία.


Το Κόμμα μας, το 1995, διοργάνωσε Πανελλαδική Συνδιάσκεψη,με θέμα: «Προβληματισμοί για τους παράγοντες που καθόρισαν την ανατροπή του σοσιαλιστικού συστήματος στην Ευρώπη - Η επικαιρότητα και αναγκαιότητα του σοσιαλισμού». Οι αποφάσεις της Συνδιάσκεψης αποτελούν τις πρώτες εκτιμήσεις του Κόμματός μας, σχετικά με τις αιτίες της αντεπανάστασης και τη βάση για τη συνέχεια που δίνουμε στη διερεύνηση αυτών των αιτιών, συνεχίζοντας αυτήν την επίπονη, δύσκολη, αλλά αναγκαία δουλιά για το Κόμμα μας, και για το διεθνές κομμουνιστικό κίνημα. Από τα ντοκουμέντα της Συνδιάσκεψης δημοσιεύουμε σήμερα τις εκτιμήσεις του ΚΚΕ, σχετικά με το Κόμμα και την αλλοίωση του χαρακτήρα τους ως έναν από τους πρωταρχικούς παράγοντες που συνέβαλαν στην αντεπανάσταση.

***

«

Η ανατροπή του σοσιαλισμού δεν επιβεβαιώνει τις κλασικές θεωρίες για το αναπόφευκτο της καπιταλιστικής παλινόρθωσης. Εγινε δυνατή αυτή, γιατί αδυνάτισαν, αλλοιώθηκαν και χτυπήθηκαν ορισμένα από τα θεμελιακά στοιχεία του σοσιαλισμού, που αφορούν τον πρωτοποριακό ρόλο του Κόμματος και τη σχέση του με τις λαϊκές μάζες, που αποτελούν την ασφαλιστική δικλείδα για την υπεράσπιση του σοσιαλισμού από οποιαδήποτε λάθη και επιβολή, είτε στο εσωτερικό, είτε από το εξωτερικό. Ο προβληματισμός για τις βαθύτερες αιτίες οδηγεί στη μελέτη ενός πλέγματος παραγόντων, που επενέργησαν στις εξελίξεις και δημιούργησαν τις προϋποθέσεις για την κοινωνική και πολιτική καπιταλιστική οπισθοδρόμηση στις χώρες του σοσιαλισμού. Αφετηριακή, επίσης, ιδέα είναι ότι η σοσιαλιστική κοινωνία δεν είναι μια αυτοτελής κοινωνία, αλλά μεταβατική ανάμεσα στον καπιταλισμό και τον κομμουνισμό.

Η επιχείρηση καπιταλιστικής παλινόρθωσης στις σοσιαλιστικές χώρες ξεκίνησε από τα μέσα και από τα πάνω, χωρίς να προηγηθεί στρατιωτική ιμπεριαλιστική επέμβαση για την αποκατάσταση του καπιταλισμού ή λαϊκή εξέγερση και σύγκρουση στο εσωτερικό. Η ιστορία του εργατικού επαναστατικού κινήματος έχει γνωρίσει ήττες, σε διαφορετική όμως ιστορική στιγμή και φάση, όταν δεν είχε κριθεί η έκβαση του αγώνα. Σε τέτοιες συνθήκες, η σύγκρουση αναπτύχθηκε με καθαρά χαρακτηριστικά ανάμεσα στην αποφασιστική δράση των επαναστατικών λαϊκών μαζών, αφ' ενός, και τις δυνάμεις της ντόπιας και διεθνούς αστικής τάξης, αφ' ετέρου.

Οι συνθήκες, οι μέθοδοι και οι τρόποι που πραγματοποιήθηκε η καπιταλιστική παλινόρθωση υποχρεώνουν να μελετηθεί το πρόβλημα με αφετηρία τον υποκειμενικό παράγοντα, δηλαδή το Κόμμα και το κρατικό σοσιαλιστικό σύστημα, καθώς και το σύνολο των εσωτερικών κυρίως αντιθέσεων, που αναφέρονται στην περιοχή των κοινωνικών και οικονομικών σχέσεων. Στη συγκεκριμένη φάση, που πραγματοποιήθηκε η καπιταλιστική παλινόρθωση, η άλλη ομάδα των αντιθέσεων, που αφορά τις σχέσεις του σοσιαλισμού με τον καπιταλισμό, άσκησε σοβαρή επίδραση στην αλληλουχία και αλληλεξάρτηση των εσωτερικών γεγονότων, που οδήγησαν στην αντεπανάσταση, όμως δεν ήταν καθοριστική.

Χάθηκε εξελικτικά ο πρωτοποριακός καθοδηγητικός ρόλος του Κόμματος, ως κόμματος εξουσίας και πυρήνας του πολιτικού συστήματος. Επήλθε χαλάρωση και άμβλυνση των αρχών και κανόνων λειτουργίας του Κόμματος και της πολιτικής ανάδειξης στελεχών.

Το γεγονός ότι δε συνειδητοποιήθηκε η απειλή της αντεπανάστασης αποδεικνύει, ήδη, από μόνο του την αλλοίωση της φυσιογνωμίας και του χαρακτήρα των κομμουνιστικών κομμάτων στις χώρες του σοσιαλισμού.

Υπήρξαν και συγκεκριμένα γεγονότα, και μάλιστα στο έδαφος της Ευρώπης, τα οποία έπρεπε να συνειδητοποιηθούν, ως "σήματα συναγερμού" (Ουγγαρία, Πολωνία, Τσεχοσλοβακία, τα προβλήματα των Γιουγκοσλαβίας, Ρουμανίας και Αλβανίας, καθώς και η αναθεωρητική επίθεση με αιχμή του δόρατος τον ευρωκομμουνισμό που "χτύπησε" το κομμουνιστικό κίνημα της καπιταλιστικής Ευρώπης). Φαινόμενα διασπάσεων σε κομμουνιστικά κόμματα της καπιταλιστικής Ευρώπης επίσης αποτελούσαν ισχυρή προειδοποίηση για την ιδεολογική πίεση που ασκούσε ο καπιταλισμός και η ιδεολογία του στις γραμμές του εργατικού και κομμουνιστικού κινήματος των καπιταλιστικών χωρών.

Τα κομμουνιστικά κόμματα, όπως δείχνουν πιο καθαρά οι τελευταίες εξελίξεις, θεώρησαν ως δεδομένο και αδιαμφισβήτητο τον ηγετικό, πρωτοποριακό ρόλο τους στην κοινωνία. Οι επιτυχίες στη σοσιαλιστική οικοδόμηση και στο διεθνή στίβο καλλιεργούσαν πνεύμα αυτάρκειας και αυταρέσκειας. Επαψαν να έχουν ενδιαφέρον να διατηρούν και να ανανεώνουν συνεχώς ό,τι πιο πολύτιμο και αναγκαίο για το σοσιαλισμό, την ενότητα με το λαό, τη δημοκρατική σχέση με τους εργαζόμενους, με τις κοινωνικές οργανώσεις.

Από ένα σημείο και μετά αποσπάστηκαν από την πραγματικότητα, έχασαν την ικανότητα να κατανοούν τις διαθέσεις του λαού, τα προβλήματα που τον απασχολούν, τις ανάγκες και τις αγωνίες του. Τα κομματικά όργανα και οι κομματικές οργανώσεις μετατράπηκαν σε υπηρεσίες γραφειοκρατικού τύπου, με αποτέλεσμα την εξασθένηση της δημιουργικότητας, της πρωτοβουλίας των λαϊκών μαζών στην ενεργητική συμμετοχή στη σοσιαλιστική οικοδόμηση.

Αδυνάτισε σταδιακά και τελικά εξαφανίστηκε ο έλεγχος του κόμματος, των κομματικών οργανώσεων και των στελεχών από τις πλατιές λαϊκές μάζες. Με ευθύνη των καθοδηγητικών οργάνων των κομμουνιστικών κομμάτων, υποσκάφθηκε η διαδικασία της κριτικής και αυτοκριτικής από τα κάτω και από τα πάνω, με αποτέλεσμα την τυπικότητα και σχηματικότητα στην εφαρμογή των αποφάσεων, την τάση απόκρυψης της πραγματικής κατάστασης, την ωραιοποίηση, την έλλειψη ανησυχίας για την ποιότητα της δουλιάς και των αποτελεσμάτων, το πνεύμα αλληλοκάλυψης. Καλλιεργήθηκε κλίμα ανοχής σε διαστρεβλώσεις της πολιτικής, στις παραβιάσεις της κρατικής πειθαρχίας, της ποιότητας της παραγωγής.

Παραβιάστηκε η εσωκομματική δημοκρατία, καλλιεργήθηκε το έδαφος για τον καριερισμό στελεχών, την αξιοποίηση της κομματικής και κυβερνητικής θέσης, υποκειμενισμός στην επιλογή των στελεχών. Παραβιάστηκε η αρχή ισότητας του κομμουνιστή, εμφανίστηκαν και δυνάμωσαν τα τελευταία χρόνια τα φαινόμενα περιφρόνησης της κομματικής συντροφικότητας.

Μια τέτοια εξέλιξη έγινε η αιτία να ανοίξουν διάπλατα οι πόρτες σε στελέχη που είχαν ιδιοτελή κίνητρα ή έπασχαν από έλλειψη πολιτικών ικανοτήτων και διορατικότητας, δυνατότητας να συλλαμβάνουν τις υποδείξεις και παρατηρήσεις των εργαζομένων, να τις επιζητούν ή να ξεχωρίζουν τις διαφορετικές απόψεις από την αντισοσιαλιστική προπαγάνδα. Μειώθηκε η ικανότητα των κομμουνιστικών κομμάτων να στηρίζουν τις αποφάσεις τους σε επιστημονικά δεδομένα, με συνέπειες γενικότερης σημασίας στη σοσιαλιστική οικοδόμηση και στην αντιμετώπιση πολύπλοκων και πολυσύνθετων φαινομένων.

Τα φαινόμενα αυτά, ασυμβίβαστα με το χαρακτήρα του κομμουνιστικού κόμματος, άνοιξαν το δρόμο για την υπονόμευση του κύρους του στο λαό.

Καλλιεργήθηκαν θεωρητικές απόψεις ή προτιμήθηκαν επιλογές, που συνιστούσαν παρεκκλίσεις από τη θεωρία μας, παραβιάσεις των αρχών οικοδόμησης. Εξασθένησε το μέτωπο πάλης με τον ιμπεριαλισμό και τον αναθεωρητισμό.

Σε ορισμένες περιπτώσεις, υιοθετήθηκαν λανθασμένες θεωρίες, που είτε δεν ανταποκρίνονταν στην πραγματικότητα, είτε απλούστευαν τα θεωρητικά θέματα της οικοδόμησης του σοσιαλισμού, π.χ., θεωρίες που πρόβαλλαν τη γρήγορη μετάβαση στον αναπτυγμένο σοσιαλισμό και στον κομμουνισμό, υποτιμώντας το σύνθετο και μακροχρόνιο χαρακτήρα της μεταβατικής περιόδου (βλ. 20ό Συνέδριο), οι θεωρίες για "παλλαϊκό κράτος" και "παλλαϊκό κόμμα", "παλλαϊκή δημοκρατία".*

Οι κατευθύνσεις του 20ού Συνεδρίου για "ποικιλία μορφών μετάβασης των διάφορων χωρών στο σοσιαλισμό, κάτω από ορισμένες προϋποθέσεις", αξιοποιήθηκαν από ηγεσίες κομμουνιστικών κομμάτων ως θεωρητικό υπόβαθρο επίθεσης σε βάρος της επιστημονικής θεωρίας του σοσιαλισμού. Στο όνομα των εθνικών ιδιομορφιών και ιδιαιτεροτήτων, αναθεωρούνται οι νομοτέλειες της σοσιαλιστικής επανάστασης. Προβάλλονται απόψεις ότι μέσω διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και της "πολιτικής δημοκρατίας" είναι δυνατόν να μεταλλαγεί το καπιταλιστικό σύστημα σε σοσιαλιστικό, δίχως το επαναστατικό άλμα. Τέτοιες απόψεις υποτιμούν και υποβιβάζουν το γεγονός ότι οι εκμεταλλεύτριες τάξεις, στηριγμένες στη στρατοκρατία και στον αντιδραστικό γραφειοκρατικό μηχανισμό, προβάλλουν αντίσταση, ότι η μια ή η άλλη μορφή μετάβασης υπάγεται σε γενικές νομοτέλειες, είναι αποτέλεσμα μιας ολόπλευρης κοινοβουλευτικής και εξωκοινοβουλευτικής πάλης.

Την επόμενη περίοδο, κάτω και από την επίδραση της πείρας της Χιλής και της Πορτογαλίας και την αλλαγή τακτικής του ιμπεριαλισμού, ορισμένες από τις αντιλήψεις και ιδέες του 20ού Συνεδρίου παραμερίζονται. Οποιες αλλαγές προσανατολισμών έχουν γίνει, σε σχέση με το 20ό Συνέδριο, πραγματοποιούνται σιωπηρά, με την έννοια ότι δε συνοδεύονται από γενικότερη θεωρητική, ανοιχτή, συλλογική συζήτηση στο εσωτερικό των χωρών και στις γραμμές του κομμουνιστικού κινήματος.

Η στρατηγική της ιδεολογικής δολιοφθοράς -όπως φαίνεται σήμερα με την εκ των υστέρων πείρα - δε συνάντησε την αντίστοιχη επιθετική και μάλιστα ενιαία απάντηση του κομμουνιστικού κινήματος, από τα κόμματα και τις κυβερνητικές ηγεσίες των σοσιαλιστικών χωρών. Αν και στα ντοκουμέντα των κομμάτων, ιδιαίτερα του ΚΚΣΕ, γίνεται λόγος για τον επικίνδυνο χαρακτήρα της νέας τακτικής του ιμπεριαλισμού, στην πράξη δεν καταβάλλονται τόσες και τέτοιες προσπάθειες, ώστε το κομμουνιστικό κίνημα να τεθεί σε συναγερμό και επαγρύπνηση, να αντιμετωπίσει επιθετικά και πειστικά τη νέα κατάσταση.

Η αστική τάξη, με την πλούσια ιστορική πείρα που διέθετε, από την πρώτη στιγμή της εμφάνισης του αυτοτελούς εργατικού κινήματος, με μεγάλη επιδεξιότητα μετέφερε το επίκεντρο του ιδεολογικού αγώνα από το εξωτερικό στο εσωτερικό του κομμουνιστικού κινήματος και του σοσιαλιστικού συστήματος. Αξιοποίησε στη στρατηγική και τακτική την πλούσια ιστορική πείρα προσαρμογής και αναπροσαρμογής που απέκτησε μέσα από την αντιπαράθεση και συνεργασία της με διαφορετικές τάξεις, στρώματα και πολιτικές δυνάμεις (απόλυτη μοναρχία, συνταγματική βασιλεία, κοινοβουλευτική δημοκρατία, φασιστική δικτατορία, στρατιωτικά πραξικοπήματα). Αξιοποίησε τα λάθη, τις αδυναμίες, τις φιλοδοξίες ηγετικών στελεχών, το κοινωνικό και πολιτικό έδαφος που καλλιεργούσε παρεκκλίσεις, δυσαρέσκειες.

Θεωρούμε, επίσης, με βάση και την εκ των υστέρων πείρα ότι σε ντοκουμέντα των ΚΚ των σοσιαλιστικών χωρών υπερεκτιμώνται οι αναμφισβήτητες νίκες του σοσιαλισμού, οι θεαματικές αλλαγές που έγιναν στον κόσμο μετά το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, με τρόπο που υποβαθμίζονται τα σύνθετα νέα προβλήματα, τα οποία ανακύπτουν στην πορεία των εξελίξεων.

Σε ορισμένες περιπτώσεις απολυτοποιούνται τα φαινόμενα κρίσης του καπιταλισμού, καλλιεργείται μια απλουστευτική αντίληψη για πορεία αποσύνθεσης του καπιταλιστικού συστήματος. Υποτιμήθηκε η δυνατότητα του καπιταλισμού να εφαρμόζει τις νέες επιστημονικοτεχνικές επιτεύξεις στην παραγωγή, παρά τις αντιφάσεις και τα αρνητικά αποτελέσματα για τη ζωή και τα δικαιώματα των εργαζομένων.

Η παρέκκλιση δε γεννήθηκε αυτόματα, στο κενό. Νέα προβλήματα που δεν έβρισκαν απάντηση, λάθη που δεν αποκαλύπτονταν έγκαιρα ή δεν εντοπιζόταν η κύρια αιτία τους, υποκειμενικές και επιφανειακές εκτιμήσεις μετεξελίσσονταν, διολίσθαιναν σε παρέκκλιση.

Ορισμένες λαθεμένες ή ουτοπικές απόψεις που αφορούσαν στα προβλήματα της διεθνούς ζωής και της αντιπαράθεσης των δύο κοινωνικών συστημάτων εκφράζουν τάση υποχώρησης στην ιδεολογική πίεση της αστικής ιδεολογίας παρά το γεγονός ότι η Σοβιετική Ενωση και οι άλλες σοσιαλιστικές χώρες δε δίστασαν να συγκρουστούν με τον ιμπεριαλισμό σε κρίσιμες ώρες, προκειμένου να υπερασπιστούν το σοσιαλισμό και τις χώρες που έκαναν εθνικοαπελευθερωτικό πόλεμο.

Είτε άμεσα είτε έμμεσα, ο οπορτουνισμός ανοίγει το δρόμο για το αδυνάτισμα των κομμουνιστικών κομμάτων. Αποτελεί την ιδεολογική βάση, για να ευοδωθούν οι προσπάθειες του ιμπεριαλισμού να υποσκάψει και να αδυνατίσει το σοσιαλισμό.

Το πρόβλημα δε λύνεται με έναν τυπικό εξορκισμό των αναθεωρητικών, οπορτουνιστικών, διαλυτικών απόψεων και την καταδίκη των φορέων τους. Οι αρχές της υλιστικής - διαλεκτικής ερμηνείας της ιστορίας οδηγούν στην αναζήτηση των αντικειμενικών δεδομένων της κοινωνικής, οικονομικής και πολιτιστικής ζωής, στη βάση των οποίων δημιουργούνται προϋποθέσεις να εμφανιστούν οπορτουνιστικές θεωρίες και πρακτικές μέσα στο εργατικό κίνημα. Δε σημαίνει ότι η επικράτηση του οπορτουνισμού είναι αναπόφευκτη. Οταν υπάρχει συνείδηση των αντικειμενικών παραγόντων που ευνοούν το φαινόμενο, τότε είναι δυνατό το κομμουνιστικό κίνημα να αντιμετωπίσει τα προβλήματα, τις παρενέργειες, τις προσωρινές ακόμα ήττες.

Εξασθένησε η δημιουργική ιδεολογική πολιτική, η πολύπλευρη διαπαιδαγωγητική δράση για την ανάπτυξη της σοσιαλιστικής συνείδησης, για τη συνεχή ανάπτυξη και τελειοποίηση του νέου τύπου ανθρώπου που απαιτεί η οικοδόμηση της σοσιαλιστικής κοινωνίας.

Η σοσιαλιστική σκέψη μπορούσε, και έπρεπε, να αποτελεί το πηδάλιο της εξέλιξης της νέας αυτής κοινωνίας, που ήταν υποχρεωμένη να ανιχνεύσει νέους δρόμους μέσα σε συνθήκες έντονης αναμέτρησης με την αστική και μικροαστική ιδεολογία, με τον οπορτουνισμό και αναθεωρητισμό. Η οικοδόμηση του σοσιαλισμού απαιτεί επαρκές μορφωτικό και πολιτικο - ιδεολογικό επίπεδο των πλατιών λαϊκών μαζών, ένα απαραίτητο επίσης επίπεδο γνώσεων και συνειδητότητας, για να μπορούν αυτές να ανταποκριθούν στη σύνθετη δημιουργική και πρωτόβουλη πολιτικο - οργανωτική διαδικασία.

Σε συνθήκες έντονης ιδεολογικής αναμέτρησης με τον καπιταλισμό, ιδιαίτερης αύξησης του ρόλου της ιδεολογικής δραστηριότητας στο εσωτερικό των σοσιαλιστικών κοινωνιών, παραμελήθηκε το σημαντικό αυτό μέτωπο δράσης. Δεν προσαρμόστηκε στις εξελισσόμενες συνθήκες, γιατί θεωρήθηκε δεδομένο ότι οι εργαζόμενοι είναι πεπεισμένοι υποστηρικτές του συστήματος. Υποτιμήθηκε η πολυπλοκότητα της διαδικασίας για την καλλιέργεια σοσιαλιστικής συνείδησης μέσα από την άμεση, ενεργητική συμμετοχή στην επίλυση των προβλημάτων της οικοδόμησης, της διεύθυνσης των κοινωνικών και πολιτικών υποθέσεων.

Η συζήτηση ιδεολογικών και πολιτικών προβλημάτων δε δραστηριοποίησε όλο το Κόμμα, τις κομματικές οργανώσεις, τα μέλη και τους εξωκομματικούς, ολόκληρη την κοινωνία. Ετσι θα δινόταν η δυνατότητα και πλατιάς έκφρασης των απόψεων και των προσανατολισμών, και αντιμετώπισης με ιδεολογικά μέσα και πειστικά επιχειρήματα λανθασμένων απόψεων.

Η εξέλιξη των ιδεών δε συμβαδίζει αυτόματα με την κοινωνική εξέλιξη, οι προοδευτικές και επαναστατικές ιδέες - σε συνθήκες άμβλυνσης, χαλάρωσης και μείωσης της λαϊκής πρωτοβουλίας και δημιουργικής δράσης - υποχωρούν, επανέρχονται και δυναμώνουν οι αναχρονιστικές επιβιώσεις, ο ατομισμός, ο υποκειμενισμός, ο τοπικισμός. Ετσι δημιουργήθηκαν προϋποθέσεις, ώστε οι αγωγοί διείσδυσης και αναπαραγωγής της αστικής και μικροαστικής ιδεολογίας, του συμβιβασμού και της κόπωσης μπροστά στην πολυπλοκότητα των προβλημάτων να λειτουργήσουν αποτελεσματικά. Οι ανεπάρκειες αυτές φαίνονται πιο έντονα σήμερα, σε συνθήκες γενικής οπισθοδρόμησης. Καθυστέρησε η δημιουργική εξέλιξη, η ανάπτυξη και ο εμπλουτισμός της επαναστατικής θεωρίας από την πείρα της σοσιαλιστικής οικοδόμησης και της δράσης των επαναστατικών δυνάμεων.

Χωρίς καμιά πρόθεση να ακυρωθεί η επιστημονική έρευνα και οι θεωρητικές αναζητήσεις στη Σοβιετική Ενωση και στις άλλες σοσιαλιστικές χώρες, οι εξελίξεις δείχνουν ότι με ευθύνη των κομμουνιστικών κομμάτων σημειώθηκε θεωρητική καθυστέρηση στη δημιουργική ανάπτυξη της μαρξιστικής - λενινιστικής θεωρίας στις συνθήκες της σοσιαλιστικής οικοδόμησης και του σύγχρονου κόσμου. Υποτιμήθηκαν ή παραγνωρίστηκαν επιστημονικές έρευνες που γίνονταν από ειδικά ερευνητικά κέντρα, ορισμένα από τα οποία ανήκαν στο ίδιο το Κόμμα.

Υποτιμήθηκε η ανάγκη να οικοδομείται ο σοσιαλισμός με τη συνεχή ανάπτυξη της θεωρίας, την ανανέωση της γνώσης, η οποία, σε συνδυασμό με την ενεργητική συμμετοχή στη διαχείριση και διεύθυνση, καλλιεργεί το έδαφος για ανάπτυξη του νέου τύπου ανθρώπου.

Η μελέτη θεωρητικών και επιστημονικών προβλημάτων δεν προπορευόταν, ώστε να αντιμετωπίζονται έγκαιρα οι δυσκολίες, να εντοπίζονται οι νέες τάσεις, οι αντιφάσεις και νέες αντιθέσεις που έπρεπε να λυθούν με διαλεκτικό τρόπο. Η επιτυχία της Οχτωβριανής Επανάστασης, η άνοδος του επαναστατικού κινήματος που ακολούθησε δείχνουν ότι ένας από τους βασικούς παράγοντες επιτυχίας ήταν το γεγονός ότι αρκετά πριν είχαν μελετηθεί μια σειρά κρίσιμα θεωρητικά ζητήματα από τους κλασικούς. Η απολυτοποίηση της εμπειρίας χωρίς την προσφυγή στη θεωρητική και επιστημονική έρευνα είναι επιζήμια. Το Κόμμα ως πρωτοπόρο τμήμα του λαού οφείλει να αντιλαμβάνεται έγκαιρα τα νέα προβλήματα, να μπορεί να προβλέπει, να μη χάνει την ολική κίνηση, το όλο, μπροστά στο άμεσο, το καθημερινό, το μερικό».

Από την έκδοση της ΚΕ του ΚΚΕ «Εκτιμήσεις και προβληματισμοί για τους παράγοντες που καθόρισαν την ανατροπή του σοσιαλιστικού συστήματος στην Ευρώπη. Η αναγκαιότητα και επικαιρότητα του σοσιαλισμού. Υλικά της Πανελλαδικής Συνδιάσκεψης, 15 - 16 Ιούλη 1995». Κυκλοφορεί από τη «Σύγχρονη Εποχή».



Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ