Τα διδάγματα όλης αυτής της ιστορικής δεκαετίας, που σωστά έχει χαρακτηριστεί ως δεκαετία όξυνσης της ταξικής πάλης στη χώρα μας, είναι πολύτιμα για το σήμερα και το αύριο της πάλης του ΚΚΕ. Γι' αυτό άλλωστε η μελέτη και η εξαγωγή συμπερασμάτων από αυτήν την περίοδο έχουν απασχολήσει συλλογικά Σώματα και επεξεργασίες του Κόμματος εδώ και πολλά χρόνια.
Ενα βασικό δίδαγμα της περιόδου, που έχει ιδιαίτερη σημασία στη σημερινή πολιτική και κοινωνική συγκυρία, είναι ότι η αστική τάξη και η μεγάλη λαϊκή πλειοψηφία, οι εργαζόμενοι, τα ευρύτερα λαϊκά στρώματα, δεν βρέθηκαν ποτέ στο ίδιο μετερίζι, ακόμα και αν φαινομενικά αντιμετώπιζαν τους ίδιους κινδύνους, τους ίδιους «εχθρούς», τις ίδιες «κρίσεις».
Ιδιαίτερα μιλώντας για τις επιλογές της αστικής τάξης, που ως τάξη κυρίαρχη, ως τάξη που έχει την εξουσία, έχει και πλήρη συνείδηση των δικών της συμφερόντων. Υπάρχει ένα ενιαίο νήμα που συνδέει θέσεις και στάσεις, που μπορεί φαινομενικά να μοιάζουν αντιφατικές. Τέτοιο παράδειγμα είναι η στάση της στον ιταλοελληνικό πόλεμο, ο δοσιλογισμός και η φυγάδευση στη Μ. Ανατολή, η λυσσαλέα αντιμετώπιση του ένοπλου εργατικού - λαϊκού κινήματος πριν και μετά την Απελευθέρωση, η στάση «δημοκρατικών στελεχών» της απέναντι στο θεσμό της βασιλείας, η αντιμετώπιση του βαθιού διχασμού στις γραμμές της, που έχει τις ρίζες της στον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο και τον Μεσοπόλεμο.
Παρ' όλα αυτά, ακόμα και ασυνείδητα δεν μίλαγαν ποτέ για την ίδια πατρίδα οι εργαζόμενοι που έχυναν το αίμα τους στα βουνά της Αλβανίας με τα στρατιωτικά και πολιτικά επιτελεία που κράταγαν αλυσοδεμένους τους κομμουνιστές, οι οποίοι ζητούσαν να πολεμήσουν και τους παρέδωσαν στις κατοχικές αρχές. Δεν μίλαγαν για την ίδια πατρίδα οι εργάτες και οι αγρότες που πήραν το όπλο στο χέρι στο μέτωπο και μετά, μέσα από τις γραμμές του ΕΛΑΣ και του ΕΑΜ, για να υπερασπίσουν τα σπίτια τους, τις οικογένειες, τα χωριά τους, με τους βιομήχανους, τους εφοπλιστές και τους τραπεζίτες, που έκαναν μπίζνες με τους Αγγλους και τους Γερμανούς.
Η ταξική πάλη στις κρίσιμες στιγμές όχι μόνο δεν έκανε διάλειμμα, όχι μόνο δεν αφέθηκε για αργότερα, αλλά αντίθετα οξύνθηκε. Εργαζόμενοι και λαός είδαν ότι οι επιπτώσεις του πολέμου και της Κατοχής στη ζωή τους δεν μπορούσαν να αντιμετωπιστούν με επιστροφή σε ό,τι υπήρχε πριν από τον πόλεμο, απέκτησαν πίστη στη δικιά τους δύναμη, στη δυνατότητα να ορίζουν αυτοί την τύχη τους. Αυτοί ήταν που αντιμετώπισαν την εισβολή, αυτοί που με την οργάνωσή τους έσωσαν τον λαό από την πείνα και με το όπλο ελευθέρωσαν τη χώρα τους. Δεν μπορούσαν να εμπιστευτούν τα αστικά κόμματα και τους μηχανισμούς του αστικού κράτους, που είτε τους εγκατέλειψαν, είτε συνεργάστηκαν με τις κατοχικές δυνάμεις.
Βεβαίως, η έλλειψη αυτής της κατεύθυνσης ήταν πρώτα απ' όλα αδυναμία της πρωτοπορίας της εργατικής τάξης, δηλαδή του Κομμουνιστικού Κόμματος. Οι δικές του στρατηγικές αδυναμίες, ο αποπροσανατολισμός του από το στόχο της εργατικής εξουσίας, οι ελλείψεις, οι παλινωδίες και ταλαντεύσεις παρά τον απαράμιλλο ηρωισμό, την αυτοθυσία, τους χιλιάδες νεκρούς σε όλες τις μάχες της περιόδου, ήταν αυτά που έδωσαν το χρόνο και τη δυνατότητα να αποκατασταθεί το βαθύ ρήγμα που υπήρξε στην αστική εξουσία και πολιτική στη χώρα εκείνη την περίοδο.
Μέσα σε αυτές τις συνθήκες, εντείνεται αντικειμενικά η ιδεολογικοπολιτική διαπάλη. Στο επίκεντρο μπαίνει το ζήτημα των αντιτιθέμενων ταξικών συμφερόντων που συγκρούονται σε όλα τα μέτωπα. Τα ιστορικά συμπεράσματα είναι πολύ χρήσιμα σε αυτήν την κατεύθυνση. Αλλωστε, τη δικιά της ερμηνεία της Ιστορίας, με την ακριβώς αντίθετη στόχευση, προβάλλει και η αστική τάξη. Τα ιστορικά συμπεράσματα είναι όπλα στην πάλη που διεξάγεται για την οργάνωση της εργατικής - λαϊκής αντεπίθεσης στην πολιτική της κυβέρνησης και του αστικού κράτους, την πάλη για τα εργατικά - λαϊκά δικαιώματα, της αντίθεσης στους ιμπεριαλιστικούς σχεδιασμούς και βέβαια είναι πάνω απ' όλα πολύτιμη στην προσπάθεια για να συνδέεται ο αγώνας στα διάφορα μέτωπα πάλης με την προοπτική της εργατικής εξουσίας.
Τα κείμενα που ακολουθούν και που επιμελήθηκε η Συντακτική Επιτροπή του «Ριζοσπάστη» βασίζονται στις συλλογικές επεξεργασίες του Κόμματος, όπως αποτυπώνονται στο Δοκίμιο Ιστορίας του ΚΚΕ τ. Α2 (1918-1939) και τ. Β1 (1939-1949), σε εκδόσεις του Τμήματος Ιστορίας και σε κείμενο του ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ.