ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 29 Αυγούστου 2004
Σελ. /24
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ
Η ΑΥΞΗΣΗ ΤΩΝ ΩΡΩΝ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΚΑΙ ΟΙ ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ ΣΤΗΝ ΕΡΓΑΤΙΚΗ ΤΑΞΗ
Ορισμένες παρατηρήσεις

Β' Μέρος

Η αύξηση των ωρών εργασίας, είναι μια κλασική μέθοδος που οδηγεί στην άνοδο της απόλυτης υπεραξίας. Είναι γνωστό ότι ο χρόνος εργασίας μοιράζεται στον αναγκαίο χρόνο, στη διάρκεια του οποίου αναπαράγεται η αξίας της εργατικής δύναμης και στην υπερεργασία, στη διάρκεια της οποίας παράγεται η υπεραξία. Αν π.χ., η εργάσιμη ημέρα είναι 10 ώρες και μοιράζεται ισόποσα σε αναγκαία εργασία 5 ωρών και σε υπερεργασία 5 ωρών (άρα ποσοστό υπεραξίας 100%) αν η εργάσιμη ημέρα αυξηθεί σε 12 ώρες, χωρίς αύξηση των αποδοχών, τότε η αναγκαία εργασία παραμένει 5 ώρες, αλλά η υπερεργασία αυξάνεται στις 7 ώρες. Στη δεύτερη αυτή περίπτωση το ποσοστό της υπεραξίας αυξάνεται στο 140%. Ετσι, μετά από μακρά περίοδο κατά την οποία το κεφάλαιο στήριζε την αύξηση της κερδοφορίας του στην παραγωγή της σχετικής υπεραξίας (άνοδο της παραγωγικότητας, χωρίς μεταβολή ή και μείωση των ωρών εργασίας), τώρα κάνει χρήση και των μεθόδων παραγωγής της απόλυτης υπεραξίας (αύξηση των ωρών εργασίας).

Το πρόβλημα αυτό καθ' εαυτό δεν είναι πρόβλημα που ανακύπτει από μια φυσική ή κοινωνική αναγκαιότητα, αλλά είναι κατ' εξοχήν πρόβλημα του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής. Και αν οι κεφαλαιοκράτες επιχειρούν με τον τρόπο αυτό να επιλύσουν τις αντιφάσεις ενός παραγωγικού συστήματος που στηρίζεται στο καπιταλιστικό κέρδος, οι εργαζόμενοι - που είναι τα μεγάλα θύματα των αντιφάσεων αυτών - δεν έχουν κανένα λόγο αποδεχτούν τέτοιου είδους λύσεις. Επομένως, η αντίφαση αίρεται από τη στιγμή που τίθεται υπό αμφισβήτηση ο ίδιος ο καπιταλιστικός τρόπος παραγωγής. Αυτή βέβαια είναι μια επιθυμητή λύση αλλά, με τα σημερινά δεδομένα, φαντάζει αρκετά μακρινή. Επισημαίνουμε πάντως, ότι λύση, έστω και στο βάθος του χρόνου υπάρχει...

Οι τελευταίες εξελίξεις, ήρθαν να απογυμνώσουν τελείως τον καθεστωτικό ρόλο των ρεφορμιστικών συνδικάτων στην Ευρώπη, ήρθαν να αποκαλύψουν τις καταστρεπτικές και διαλυτικές συνέπειες της επικράτησης των «Τρέιντ Γιούνιον» στο συνδικαλιστικό κίνημα της Ευρώπης. Ακόμα και αν δεχτούμε ότι στην ηγεσία των ευρωπαϊκών συνδικάτων υπάρχουν άνθρωποι καλών προθέσεων - σε διάκριση από τους ηγέτες εκείνους που έχουν ξεπουληθεί «ψυχή τε και σώματι» στην εργοδοσία - το μεγάλο συμπέρασμα που προκύπτει από τις τελευταίες εξελίξεις, είναι ότι αν τα εργατικά συνδικάτα δεν περιλαμβάνουν στα προγράμματα τους την αναγκαιότητα ανατροπής του συστήματος εκμετάλλευσης, τότε γίνονται αναλώσιμα και ακίνδυνα για το καπιταλιστικό σύστημα. Παρενθετικά στο σημείο αυτό θα θέλαμε να επισημάνουμε ότι το λεγόμενο «κράτος πρόνοιας» που δημιουργήθηκε στη Δ. Ευρώπη, σαν κινητήριο μοχλό είχε κυρίως το φόβο που διακατείχε τον αστικό κόσμο, για ξέσπασμα κομμουνιστικών επαναστάσεων σε μια σειρά χώρες. Για πολλά χρόνια, μετά το τέλος του Β' Παγκόσμιου Πολέμου, το θέμα της πολιτικής εξουσίας σε χώρες, όπως η Ελλάδα, η Ιταλία και η Γαλλία, δεν είχε κριθεί οριστικά και τελεσίδικα. Υπό την απειλή του κομμουνιστικού κινδύνου, οι σπάγκοι και άπληστοι καπιταλιστές, έβαλαν βαθιά το χέρι στην τσέπη και εξαναγκάστηκαν σε σοβαρές παραχωρήσεις.

Η αύξηση των ωρών εργασίας, θα έχει δραματικές επιπτώσεις στην ήδη υψηλή ανεργία, η οποία αναμένεται να εκτιναχτεί. Είναι γνωστό, ότι όσο αυξάνεται η παραγωγικότητα της εργασίας, η οποία αποτελεί το βασικό μοχλό της συσσώρευσης του κεφαλαίου, τόσο μειώνεται σχετικά το κονδύλι για αγορά εργατικής δύναμης. Αν π.χ., μια επιχείρηση στις αρχές του 20ού αιώνα διέθετε 50 χρηματικές μονάδες για αγορά πάγιου εξοπλισμού και 50 μονάδες για αγορά εργατικών δυνάμεων, σήμερα τα σχετικά ποσοστά μπορεί να είναι 95% για πάγια και 5% για αγορά εργατικής δύναμης. Αυτή είναι η βασική συνέπεια της ανόδου της παραγωγικότητας της εργασίας, που επιτρέπει, μια μικρότερη ποσότητα εργασίας, να αποκτά τη δυνατότητα να παράγει μια μεγαλύτερη ποσότητα προϊόντων. Σε συνθήκες καπιταλισμού, η άνοδος της παραγωγικότητας της εργασίας, αντί για ευλογία, μετατρέπεται σε κατάρα για την εργατική τάξη, αποτελεί τον βασικό παράγοντα της δημιουργίας ανέργων. Για το κεφάλαιο βέβαια, είναι πηγή παραγωγής υπερκερδών. Το πρόβλημα θα μπορούσε να λυθεί, αν η αυξημένη παραγωγικότητα συνοδεύονταν από τη μείωση των ωρών εργασίας. Αλλα επειδή η παραγωγική διαδικασία, σε συνθήκες καπιταλισμού, δεν επιδιώκει την ικανοποίηση κοινωνικών αναγκών, την παραγωγή αξιών χρήσης, αλλά την παραγωγή της ανταλλακτικής αξίας, τη δημιουργία καπιταλιστικού υπερκέρδους, το κριτήριο αυτό γίνεται αποτρεπτικό για τη μείωση των ωρών εργασίας. Και όταν και όπου η μείωση αυτή επιτεύχθηκε, σφραγίστηκε στα θεμέλιά της με το ίδιο το αίμα των εργατών. Αντίθετα, σήμερα οδηγούμαστε σε αντίθετες πορείες, αντί μιας γενικευμένης μείωσης του χρόνου εργασίας, στην αύξησή του, σε συνθήκες μάλιστα καλπάζουσας αύξησης της παραγωγικότητας της εργασίας. Η τάση αυτή αποκαλύπτει και τον αντιδραστικό χαρακτήρα του καπιταλιστικού συστήματος, το οποίο λειτουργεί σαν τροχοπέδη στην παραπέρα κοινωνική πρόοδο.


Θανάσης ΚΑΝΙΑΡΗΣ



Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ