ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 29 Αυγούστου 1999
Σελ. /40
ΚΕΝΗ
Η ισοτιμία των εθνών και τα δικαιώματα της εθνικής μειονότητας

Ο "Ρ" δημοσιεύει σήμερα το β μέρος των αποσπασμάτων από το άρθρο του Λένιν, "Κριτικά σημειώματα για το Εθνικό Ζήτημα.

Η πιο διαδομένη μέθοδος των οπορτουνιστών της Ρωσίας κατά τη συζήτηση του εθνικού ζητήματος είναι να επικαλούνται το παράδειγμα της Αυστρίας. Στο άρθρο μου που δημοσιεύτηκε στη "Σέβερναγια Πράβντα" (*) ("Προσβεστσένιγε", τεύχος 10, σελ. 96-98) και που έγινε ο στόχος των οπορτουνιστών (του κ. Σεμκόφσκι στη "Νόβαγια Ραμπότσαγια Γκαζέτα" και του κ. Λίμπμαν στην "Τσάιτ"), υποστηρίζω ότι υπάρχει μια μόνο λύση του εθνικού ζητήματος, εφόσον γενικά είναι δυνατή η λύση του στον κόσμο του καπιταλισμού, και η λύση αυτή είναι ο συνεπής δημοκρατισμός. Σαν απόδειξη αναφέρω, ανάμεσα σ' άλλα, και την Ελβετία.

Το παράδειγμα αυτό της Ελβετίας δεν αρέσει στους δυο παραπάνω οπορτουνιστές, που προσπαθούν να το αναιρέσουν ή να μειώσουν τη σημασία του. Ο Κάουτσκι, βλέπετε, είπε ότι η Ελβετία αποτελεί εξαίρεση. Στην Ελβετία, λέει, υπάρχει εντελώς ιδιαίτερη αποκέντρωση, ιδιαίτερη ιστορία, ιδιαίτερες γεωγραφικές συνθήκες, η κατανομή του πληθυσμού που μιλά διαφορετικές γλώσσες είναι εξαιρετικά πρωτότυπη κλπ. κλπ.

Ολα αυτά δεν είναι τίποτ' άλλο παρά απόπειρες υπεκφυγής από την ουσία της συζήτησης. Φυσικά η Ελβετία αποτελεί εξαίρεση με την έννοια ότι δεν είναι ενιαίο εθνικό κράτος. Ομως άλλο τόσο αποτελούν εξαίρεση (ή καθυστέρηση - προσθέτει ο Κάουτσκι) και η Αυστρία και η Ρωσία. Φυσικά στην Ελβετία μόνο οι ιδιαίτερες, πρωτότυπες, ιστορικές και βιοτικές συνθήκες είναι εκείνες που εξασφάλισαν περισσότερο δημοκρατισμό απ' ό,τι στις περισσότερες γειτονικές της ευρωπαϊκές χώρες.

Μα τι σχέση έχουν όλ' αυτά, όταν πρόκειται για ένα πρότυπο που πρέπει να το μιμηθούμε; Σ' όλο τον κόσμο αποτελούν στις σύγχρονες συνθήκες εξαίρεση οι χώρες εκείνες, όπου ο άλφα ή ο βήτα θεσμός έχει πραγματοποιηθεί πάνω σε συνεπείς δημοκρατικές αρχές. Μήπως αυτό μας εμποδίζει να υποστηρίζουμε στο πρόγραμμά μας τον συνεπή δημοκρατισμό σ' όλους τους θεσμούς;

Η ιδιομορφίας της Ελβετίας βρίσκεται στην ιστορία της, στις γεωγραφικές και τις άλλες συνθήκες της. Η ιδιομορφία της Ρωσίας βρίσκεται στην πρωτοείδωτη για την εποχή των αστικών επαναστάσεων δύναμη του προλεταριάτου και στη φοβερή γενική καθυστέρηση της χώρας, που προκαλεί αντικειμενικά την ανάγκη μιας εξαιρετικά γοργής και αποφασιστικής κίνησης προς τα μπρος, με την απειλή κάθε λογής μειονεκτημάτων και ηττών.

Εμείς επεξεργαζόμαστε ένα εθνικό πρόγραμμα ξεκινώντας απ' την άποψη του προλεταριάτου. Από πότε όμως μας συστήνουν να παίρνουμε για πρότυπο τα χειρότερα παραδείγματα αντί τα καλύτερα;

Εν πάση περιπτώσει δεν παραμένει μήπως αναμφισβήτητο και αδιαφιλονίκητο το γεγονός ότι στις συνθήκες του καπιταλισμού η εθνική ειρήνη έχει πραγματοποιηθεί (εφόσον γενικά είναι πραγματοποιήσιμη) αποκλειστικά και μόνο στις χώρες του συνεπούς δημοκρατισμού;

Και μια που αυτό είναι αναμφισβήτητο, η επιμονή των οπορτουνιστών να μας παραπέμπουν στην Αυστρία αντί στην Ελβετία παραμένει μέθοδος ολότελα καντέτικη, γιατί οι καντέτοι αντιγράφουν πάντα τα χειρότερα κι όχι τα καλύτερα ευρωπαϊκά συντάγματα.

Στην Ελβετία υπάρχουν τρεις επίσημες γλώσσες του κράτους, τα νομοσχέδια όμως που υποβάλλονται σε δημοψήφισμα δημοσιεύονται σε πέντε γλώσσες, δηλαδή εκτός από τις τρεις επίσημες και σε δυο "ρομανικές" διαλέκτους. Τις δυο αυτές διαλέκτους, σύμφωνα με την απογραφή του 1900, τις μιλούν στην Ελβετία 38.651 κάτοικοι σε σύνολο 3.375.443, δηλαδή λίγο παραπάνω από τον ένα στους εκατό.Στο στρατό, στους αξιωματικούς και τους υπαξιωματικούς "παραχωρείται η πιο πλατιά ελευθερία να απευθύνονται στους στρατιώτες στη μητρική τους γλώσσα". Στα καντόνια Γκραουμπιούντεν και Βάλις (το καθένα έχει λίγο παραπάνω από εκατό χιλιάδες κατοίκους) και οι δυο διάλεκτοι είναι απόλυτα ισότιμες (**).

Γεννιέται το ερώτημα: πρέπει να προπαγανδίζουμε και να υποστηρίζουμε αυτή τη ζωντανή πείρα μιας προχωρημένης χώρας ή να δανειζόμαστε από τους Αυστριακούς επινοήσεις σαν την "εξωεδαφική αυτονομία", που δεν έχουν δοκιμαστεί πουθενά ακόμα στον κόσμο (και δεν έχουν γίνει ακόμα αποδεχτές ούτε από τους ίδιους τους Αυστριακούς);

Το κήρυγμα αυτής της επινόησης είναι κήρυγμα διαίρεσης της εκπαίδευσης κατά εθνότητες, δηλαδή κήρυγμα αληθινά επιζήμιο. Η πείρα όμως της Ελβετίας δείχνει ότι είναι δυνατή και πραγματοποιήθηκε στην πράξη η εξασφάλιση της πιο μεγάλης (σχετικά) εθνικής ειρήνης, όταν υπάρχει συνεπής (πάλι σχετικά) δημοκρατισμός όλου του κράτους.

"Στην Ελβετία - λένε οι άνθρωποι που μελέτησαν αυτό το ζήτημα - δεν υπάρχει εθνικό ζήτημα με την έννοια που έχει η λέξη στην Ανατολική Ευρώπη. Ακόμα και η λέξη αυτή (εθνικό ζήτημα) είναι άγνωστη εδώ"... "Στην Ελβετία η πάλη των εθνοτήτων ανήκει στο μακρινό παρελθόν, στα 1797-1803".(***)

Αυτό σημαίνει ότι η εποχή της μεγάλης γαλλικής επανάστασης, που έδωσε την πιο δημοκρατική λύση στα άμεσα προβλήματα του περάσματος από τη φεουδαρχία στον καπιταλισμό, κατόρθωσε στο πέρασμά της να "λύσει", ανάμεσα στ' άλλα, και το εθνικό ζήτημα.

Κι ας δοκιμάσουν τώρα οι κ. Σεμκόφσκι, Λίμπμαν και οι άλλοι οπορτουνιστές να ισχυριστούν ότι αυτή η "αποκλειστικά ελβετική" λύση δεν μπορεί να εφαρμοστεί σε οποιοδήποτε νομό είτε και μέρος νομού της Ρωσίας, όπου μόνο σε 200.000 κατοίκους υπάρχουν δυο διάλεκτοι σαράντα χιλιάδων πολιτών, που θέλουν να απολαβαίνουν στον τόπο τους πλέρια ισοτιμία στο ζήτημα της γλώσσας!

Το κήρυγμα της πλέριας ισοτιμίας των εθνών και των γλωσσών κάνει να ξεχωρίζουν σε κάθε έθνος μόνο τα συνεπή δημοκρατικά στοιχεία (δηλαδή μόνο οι προλετάριοι) και τα ενώνει με βάση όχι την εθνικότητα, αλλά τον πόθο τους για βαθιές και σοβαρές βελτιώσεις του γενικού κρατικού καθεστώτος. Αντίθετα, το κήρυγμα της "πολιτιστικής - εθνικής αυτονομίας", παρά τις αγαθές προθέσεις ορισμένων ατόμων και ομάδων, διαιρεί τα έθνη και προσεγγίζει στην πράξη τους εργάτες ενός έθνους με την αστική του τάξη (αποδοχή αυτής της "πολιτιστικής - εθνικής αυτονομίας" απ' όλα τα αστικά κόμματα των Εβραίων).

Με την αρχή της πλέριας ισοτιμίας συνδέεται αδιάρρηκτα η εξασφάλιση των δικαιωμάτων της εθνικής μειονότητας. Στο άρθρο μου που δημοσιεύτηκε στη "Σέβερναγια Πράβντα" η αρχή αυτή διατυπώθηκε με τον ίδιο σχεδόν τρόπο που διατυπώθηκε αργότερα στην επίσημη και πιο ακριβολογημένη απόφαση της σύσκεψης των μαρξιστών. Η απόφαση αυτή απαιτεί "να συμπεριληφθεί στο σύνταγμα ένας βασικός νόμος που να θεωρεί άκυρο κάθε προνόμιο ενός μόνο έθνους και κάθε παραβίαση των δικαιωμάτων της εθνικής μειονότητας".

Ο κ. Λίμπμαν κάνει απόπειρα να γελοιοποιήσει αυτή τη διατύπωση, ρωτώντας: "Και πού μπορεί να ξέρει κανείς ποια είναι τα δικαιώματα της εθνικής μειονότητας;". Συμπεριλαμβάνεται άραγε, λέει, σ' αυτά τα δικαιώματα και το δικαίωμα να έχει "δικό της πρόγραμμα" στα εθνικά σχολειά; Πόσο μεγάλη πρέπει να είναι η εθνική μειονότητα, για να έχει το δικαίωμα να διαθέτει δικούς της δικαστές, δημόσιους υπαλλήλους, σχολειά στη μητρική της γλώσσα; Ο κ. Λίμπμαν θέλει να βγάλει σαν συμπέρασμα απ' αυτά τα ερωτήματα την ανάγκη ενός "θετικού" εθνικού προγράμματος.

Στην πραγματικότητα όμως τα ερωτήματα αυτά δείχνουν παραστατικά τι αντιδραστικά πράγματα προσπαθεί να μας πασάρει ο μπουντιστής μας με το πρόσχημα της συζήτησης τάχατες για μικροζητήματα και λεπτομέρειες.

"Να έχει δικό της πρόγραμμα" στο δικό της εθνικό σχολειό!... Οι μαρξιστές, αγαπητέ εθνικοσοσιαλιστή, έχουν ένα γενικό σχολικό πρόγραμμα που διεκδικεί λόγου χάρη να υπάρχει οπωσδήποτε λαϊκό σχολειό. Από την άποψη των μαρξιστών δεν επιτρέπεται ποτέ και πουθενά, σ' ένα δημοκρατικό κράτος, υποχώρηση απ' αυτό το γενικό πρόγραμμα (όσο για τη συμπλήρωσή του με οποιαδήποτε "τοπικά" μαθήματα, γλώσσες κλπ., αυτό καθορίζεται με απόφαση του τοπικού πληθυσμού). Αντίθετα, η αρχή "να αποσπαστεί η εκπαίδευση από τη δικαιοδοσία του κράτους" και να μεταβιβαστεί στα έθνη σημαίνει ότι εμείς, οι εργάτες, δίνουμε στα "έθνη" μέσα στο δικό μας, το δημοκρατικό κράτος, το δικαίωμα να ξοδεύουν τα λεπτά του λαού για τα κληρικαλικά σχολειά! Ο κ. Λίμπμαν, χωρίς να το καταλαβαίνει ο ίδιος, μας έδειξε παραστατικά τον αντιδραστικό χαρακτήρα της "πολιτιστικής - εθνικής αυτονομίας"!

"Πόσο μεγάλη πρέπει να είναι η εθνική μειονότητα;". Αυτό δεν το καθορίζει ούτε το αυστριακό πρόγραμμα, το πολυαγαπημένο πρόγραμμα των μπουντιστών: το πρόγραμμα αυτό λέει (ακόμα πιο σύντομα και με λιγότερη ακόμα σαφήνεια από το δικό μας): - "Το δικαίωμα των εθνικών μειονοτήτων προστατεύεται με ειδικό νόμο που πρέπει να εκδοθεί από την αυτοκρατορική βουλή" (παρ. 4 του προγράμματος του Μπρνο).

Γιατί λοιπόν δε ζήτησε κανείς το λόγο από τους Αυστριακούς σοσιαλδημοκράτες και δε ρώτησε τι λογής θα 'ναι αυτός ο νόμος, σε ποιαν ακριβώς μειονότητα και ποια ακριβώς δικαιώματα πρέπει να εξασφαλίσει;

Γιατί, κάθε λογικός άνθρωπος καταλαβαίνει ότι είναι άτοπο και αδύνατο να καθορίζονται στο πρόγραμμα οι λεπτομέρειες. Το πρόγραμμα καθορίζει μόνο τις βασικές αρχές. Στην προκειμένη περίπτωση η βασική αρχή υπονοείται στο πρόγραμμα των Αυστριακών και εκφράζεται ανοιχτά στην απόφαση της τελευταίας σύσκεψης των μαρξιστών της Ρωσίας. Και η αρχή αυτή είναι: απαγόρευση κάθε εθνικού προνομίου και κάθε εθνικής ανισοτιμίας.

Ας πάρουμε ένα συγκεκριμένο παράδειγμα για να εξηγήσουμε το ζήτημα στον μπουντιστή. Στην Πετρούπολη, σύμφωνα με τα στοιχεία της σχολικής απογραφής της 18 του Γενάρη 1911, υπήρχαν στα δημοτικά σχολειά του υπουργείου Δημόσιας "εκπαίδευσης" 48.076 μαθητές.

Απ' αυτούς οι 396 ήταν Εβραίοι, δηλαδή λιγότερο από το ένα στα εκατό. Ακόμα ανάμεσα στους μαθητές υπήρχαν: 2 Ρουμάνοι, 1 Γεωργιανός, 3 Αρμένηδες κλπ. Είναι δυνατόν άραγε να καταρτιστεί ένα "θετικό" εθνικό πρόγραμμα τέτοιο που να περιλάβει αυτή την ποικιλία σχέσεων και συνθηκών; (Και η Πετρούπολη, εννοείται, είναι κάθε άλλο παρά η πιο "παρδαλή" από εθνική άποψη πόλη της Ρωσίας). Μου φαίνεται πως ακόμα και οι ειδικοί στις "λεπτολογίες" του εθνικού ζητήματος σαν τους μπουντιστές δε θα τα καταφέρουν να καταρτίσουν ένα τέτοιο πρόγραμμα.

Κι όμως, αν υπήρχε στο σύνταγμα του κράτους ένας βασικός νόμος, σύμφωνα με τον οποίο θα θεωρούνταν άκυρο κάθε μέτρο που παραβιάζει τα δικαιώματα της μειονότητας, ο κάθε πολίτης θα μπορούσε να ζητήσει την ακύρωση μιας διαταγής, που δε θα επέτρεπε λόγου χάρη να προσληφθούν με έξοδα του δημοσίου ιδιαίτεροι δάσκαλοι της εβραϊκής γλώσσας, της εβραϊκής ιστορίας κλπ. ή να παραχωρηθεί ένα δημόσιο χτίριο όπου να γίνονται μαθήματα στα παιδιά των Εβραίων, των Αρμένηδων, των Ρουμάνων ακόμα και σε ένα μόνο παιδί Γεωργιανού. Εν πάση περιπτώσει δεν είναι καθόλου αδύνατο να ικανοποιηθούν όλες οι λογικές και δίκαιες επιθυμίες των εθνικών μειονοτήτων με βάση την αρχή της ισοτιμίας και κανείς δε θα πει ότι η προπαγάνδα της ισοτιμίας είναι επιζήμια. Απεναντίας, η προπαγάνδα για το χωρισμό της εκπαίδευσης κατά τα έθνη, η προπαγάνδα λόγου χάρη για ιδιαίτερο εβραϊκό σχολειό για τα παιδιά τωνΕεβραίων στην Πετρούπολη θα ήταν οπωσδήποτε επιζήμια και η δημιουργία εθνικών σχολειών για κάθε εθνική μειονότητα, για 1, 2, 3 παιδιά, εντελώς αδύνατη.

Ακόμα είναι αδύνατο να καθοριστεί σ' έναν οποιοδήποτε γενικό νόμο του κράτους τι λογής πρέπει να είναι η εθνική μειονότητα για να έχει το δικαίωμα να διαθέτει ιδιαίτερα σχολειά ή ιδιαίτερους δασκάλους για τη συμπληρωματική ύλη διδασκαλίας κλπ.

Απεναντίας, το γενικό νόμο του κράτους για την ισοτιμία μπορούν πολύ καλά να τον επεξεργαστούν λεπτομερειακά και να τον αναπτύξουν σε ειδικά διατάγματα και αποφάσεις που θα εκδώσουν οι δίαιτες των περιοχών, οι δήμοι των πόλεων, τα ζέμστβο, οι κοινότητες κλπ.

* Βλ. "Απαντα", 5η έκδοση, τόμος 23, σελ. 425-428. Πρόκειται για το άρθρο "Οι φιλελεύθεροι και οι δημοκράτες για το ζήτημα των γλωσσών"

** Βλ. Ρενέ Ανρί: "Η Ελβετία και το ζήτημα των γλωσσών", Βέρνη, 1907.

*** Βλ. Εντ Μπλόχερ: "Οι εθνότητες στην Ελβετία", Βερολίνο, 1910.



Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ