ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 29 Μάρτη 2009
Σελ. /32
ΔΙΕΘΝΗ
ΣΥΝΟΔΟΣ «G-20»
Πόλεμος συμφερόντων για την κρίση - Επίθεση στους εργαζόμενους

Στρατοκρατείται ήδη η βρετανική πρωτεύουσα, που φιλοξενεί τη Σύνοδο την ερχόμενη Πέμπτη, με το φόβο των λαϊκών αντιδράσεων

Από πρόσφατη μεγάλη κινητοποίηση στη Βαρκελώνη της Ισπανίας ενάντια στις συνέπειες της καπιταλιστικής κρίσης
Από πρόσφατη μεγάλη κινητοποίηση στη Βαρκελώνη της Ισπανίας ενάντια στις συνέπειες της καπιταλιστικής κρίσης
Η λεγόμενη «G-20», η Σύνοδος της οποίας θα γίνει στις 2 Απρίλη στο Λονδίνο, που ήδη στρατοκρατείται, θεωρείται από κάποιους αναλυτές ως η νέα ηγετική ομάδα του πλανήτη. Απαρτίζεται από τις 20 μεγαλύτερες οικονομίες του κόσμου, δηλαδή τις ΗΠΑ, Βρετανία, Γερμανία, Γαλλία, Ιταλία, Καναδά, Ρωσία, Ιαπωνία - δηλαδή τη «G8» - καθώς επίσης τις Νότια Αφρική, Κίνα, Βραζιλία, Αυστραλία, Αργεντινή, Ινδία, Ινδονησία, Μεξικό, Σαουδική Αραβία, Νότια Κορέα, Τουρκία και ΕΕ ως σύνολο. Στις Συνόδους και τις συνεδριάσεις της «G-20» προαπαιτείται η παρουσία τόσο του προέδρου της Παγκόσμιας Τράπεζας (ΠΤ) όσο και του διευθύνοντα συμβούλου του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου(ΔΝΤ).

Η πραγματική ισχύς της «Ομάδας των 20» αποτυπώνεται στα στοιχεία: Το αθροιστικό ΑΕΠ των χωρών αυτών φτάνει στο 85% του συνολικού παγκόσμιου ΑΕΠ, οι «20» διεξάγουν πάνω από το 80% των παγκόσμιων εμπορικών συναλλαγών, η συνολική ισχύς των ψήφων τους στο ΔΝΤ και στην ΠΤ είναι τέτοια, ώστε να κυριαρχούν απόλυτα στους θεσμούς αυτούς, ενώ είναι και η κινητήρια δύναμη μέσα στους κόλπους του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου.

Η «G-20» ιδρύθηκε από την «G-8» κατά την ετήσια σύνοδό της στην Κολωνία το 1999, στον απόηχο της ασιατικής χρηματοοικονομικής κρίσης, που κλόνισαν συθέμελα τις ισχυρότερες χώρες και κατ' επέκταση το ΔΝΤ και την ΠΤ θέτοντας σε κίνδυνο τα θεμέλια του νέου «καθεστώτος» - όπως το έχει χαρακτηρίσει ο Βρετανός καθηγητής πολιτικής οικονομίας Ρόμπερτ Γουέιντ - «Της ασυδοσίας της αγοράς». Το καθεστώς αυτό εγκαθιδρύθηκε μετά την πρωτοβουλία των ΗΠΑ να τερματίσουν τη συμφωνία Μπρετόν Γουντς* με στόχο την υπέρβαση της κρίσης του καπιταλισμού, η οποία πρωτοεκδηλώθηκε κατά τη δεκαετία του 1970 και οφείλεται, τότε όσο και τώρα, στην κρίση της υπερπαραγωγής και της υπερσυσσώρευσης κεφαλαίου.

Βασικός στόχος της δημιουργίας της «G-20» ήταν η εμπλοκή αναδυόμενων οικονομιών, όπως της Κίνας, της Ινδίας, της Βραζιλίας και της Νότιας Αφρικής, ώστε να στηριχτούν τα συμφέροντα των πολυεθνικών εταιρειών, ενώ η ίδρυσή της σημαδεύτηκε από την κατάρρευση του «γύρου της χιλιετίας» με στόχο την πλήρη απελευθέρωση του διεθνούς εμπορίου κατά τη Σύνοδο του ΠΟΕ που έλαβε χώρα στο Σιάτλ, στις 30 Νοέμβρη του ίδιου χρόνου. Σύνοδος που σημαδεύτηκε ανεξίτηλα από τις τεράστιες σε όγκο κινητοποιήσεις αλλά και ταραχές, καθώς κλήθηκε η Εθνοφρουρά των ΗΠΑ να αντιμετωπίσει τους διαδηλωτές.

Χαρακτηριστικό είναι ότι σε αυτή τη σχεδόν δεκαετία της ύπαρξής της η σημαντικότερη συμφωνία που έχει επιτευχθεί στους κόλπους της είναι το Σύμφωνο για Συνεχή Ανάπτυξη (Accord for Sustained Growth - ASG) στο οποίο κατέληξαν κατά τη Σύνοδό τους στο Τορόντο του Καναδά, το Νοέμβρη του 2004. Κυρίαρχος στόχος του Συμφώνου είναι να δημιουργηθεί το κατάλληλο περιβάλλον ώστε να καταστεί αναγκαίο και εφικτό οι μεγαλύτερες πολυεθνικές να συνεχίζουν απρόσκοπτα την «ταχεία ανάπτυξή» τους και προκειμένου να υλοποιηθεί ο στόχος έχουν καλέσει όλες τις χώρες του κόσμου να ανοίξουν διάπλατα τις οικονομίες τους στις ροές κεφαλαίων, ώστε να παγιώσουν ένα περιβάλλον μέσα στο οποίο οι εταιρείες θα μπορούν να ψάχνουν για τις χώρες και τις περιοχές επένδυσης εκείνες που θα τους προσφέρουν τα υψηλότερα ποσοστά κερδοφορίας. Παράλληλα οι εταιρείες μπορούν να κερδοσκοπούν σε όλα τα χρηματιστήρια, καθώς και να αγοράζουν περιουσία σε οποιαδήποτε χώρα επιθυμούν. Για το λόγο αυτό η «G-20» έχει καλέσει όλες τις χώρες και κυρίως τις χώρες του νότιου ημισφαιρίου, να προχωρήσουν στην ιδιωτικοποίηση της κρατικής περιουσίας και των δημόσιων υπηρεσιών. Παράλληλα, στηρίζουν τη δημιουργία ευέλικτων αγορών εργασίας σε όλο τον πλανήτη, ώστε να στηρίξουν τις πολυεθνικές στην προσπάθειά τους να μεγιστοποιήσουν τα κέρδη τους, εφαρμόζουν πολιτικές που έχουν σαν στόχο την προστασία των εταιρικών πνευματικών δικαιωμάτων ιδιοκτησίας, συμπεριλαμβανομένων και των ευρεσιτεχνιών για φάρμακα. Συνεπώς βασικός στόχος της «G-20» είναι η προώθηση των στόχων των μεγαλύτερων πολυεθνικών, που δεν είναι άλλος από την αύξηση του κέρδους και τη συσσώρευση κεφαλαίου και προκειμένου να επιτευχθεί ο στόχος αυτός αποψιλώνουν εργασιακά δικαιώματα και προωθούν εργασιακές σχέσεις και αποδοχές εξαθλίωσης ή καθεστώς δουλείας ακόμη και για ολόκληρους λαούς.

Ορατές οι ενδοϊμπεριαλιστικές αντιθέσεις και τα ρήγματα

«Δρόμο προς την κόλαση» χαρακτήρισε κατά τη διάρκεια ομιλίας του από το βήμα του ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, ο έκπτωτος πρωθυπουργός της Τσεχίας, Μίρεκ Τοπόλανεκ, τα μέτρα που προωθεί η κυβέρνηση του Αμερικανού προέδρου Μπαράκ Ομπάμα για τη διάσωση της αμερικανικής οικονομίας. Μέτρα που οι ΗΠΑ καλούν και τις υπόλοιπες χώρες να λάβουν, προκειμένου να αντιμετωπιστεί η παγκόσμια καπιταλιστική κρίση.

Οι δηλώσεις του έκπτωτου Τσέχου πρωθυπουργού δε θα αποκτούσαν τόσο βαρύνουσα σημασία εάν η Τσεχία δεν ήταν προεδρεύουσα χώρα της ΕΕ για το τρέχον εξάμηνο και εάν δεν αποτελούσαν «απάντηση» στις τελευταίες εκκλήσεις του Μπαράκ Ομπάμα για «άμεση και αποτελεσματική δράση για την αναζωογόνηση της παγκόσμιας οικονομίας». Οι δηλώσεις Τοπόλανεκ έγιναν υπό την επίσημη ιδιότητά του ως εκπροσώπου της ΕΕ μία εβδομάδα πριν τη Σύνοδο της «G-20», που θα πραγματοποιηθεί στις 2 Απρίλη στο Λονδίνο. Μάλιστα ο Τοπόλανεκ, εκφράζοντας φυσικά μέρος της ΕΕ, ανάμεσά τους μεγάλες «ατμομηχανές» όπως η Γαλλία και η Γερμανία, προχώρησε ένα βήμα παραπέρα, δηλώνοντας ότι τα μέτρα της αμερικανικής κυβέρνησης «θα υποσκάψουν τη σταθερότητα των παγκόσμιων χρηματοοικονομικών αγορών».

Πρόκειται, κατά αναλυτές, για ευθεία πρόκληση προς την αμερικανική κυβέρνηση με τρόπο μάλιστα που προκαλεί περαιτέρω ρήγμα στις σχέσεις μεταξύ των δύο πλευρών του Ατλαντικού, τις παραμονές της Συνόδου, ρίχνοντας στο κενό το μπαράζ «δημοσίων σχέσεων» που ακολούθησε την απόρριψη, εκ μέρους των «27» της ΕΕ κατά την έκτακτη προπαρασκευαστική σύνοδό τους το περασμένο Σαββατοκύριακο, της έκκλησης των ΗΠΑ. Στο μόνο που συμφώνησαν είναι η πρόταση επιπλέον χρηματοδότησης του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου. Εξάλλου συμφωνία υπήρξε κατά την προπαρασκευαστική συνάντηση των υπουργών Οικονομικών της «G-20» το Σαββατοκύριακο 14-15 Μάρτη - συμφωνία που είχε δρομολογηθεί πριν κερδίσει την υποστήριξη της «G-20».

Ομως παρά τα ευχολόγια του οικοδεσπότη Βρετανού υπουργού Οικονομικών, Αλιστερ Ντάρλινγκ, στην προπαρασκευαστική συνάντηση των υπουργών Οικονομικών δεν «υπήρξε πρόοδος σε επίπεδο διεθνούς συνεργασίας» και αυτή τη φορά δεν «έφταιγε» ο πρώην πρόεδρος Τζορτζ Ου. Μπους, στον οποίο έριξαν το ανάθεμα για την αποτυχία της προηγούμενης Συνόδου της «G-20», τον περασμένο Νοέμβρη, στην Ουάσιγκτον. Εξάλλου, όπως είχε δηλώσει ο Νταν Πράις, ένας εκ των Αμερικανών διαπραγματευτών της προηγούμενης Συνόδου, «η διεθνής συνεργασία υπονομεύτηκε από την αυτόνομη συμπεριφορά των ίδιων των χωρών» κι ανέφερε χαρακτηριστικά τις «μονομερείς» πρωτοβουλίες ευρωπαϊκών χωρών για την καθιέρωση νέων κανονισμών στις πιστοληπτικές αξιολογήσεις, αλλά και τη δημιουργία ενός πανευρωπαϊκού «εκκαθαριστηρίου» για τα credit default swaps.

Διαμόρφωση «αξόνων»

Δεν είναι όμως μόνο οι αντιθέσεις μεταξύ της ΕΕ ή κάποιων ευρωπαϊκών χωρών, με τις ΗΠΑ. «Στρατόπεδα» και «άξονες» ήδη έχουν σχηματιστεί, όπως το «γαλλογερμανικό» και το «αγγλοσαξονικό» (δηλαδή ΗΠΑ, Βρετανία αλλά και με στοίχιση της Ιαπωνίας).

Οι αντιθέσεις είναι έκδηλες και εντός της ΕΕ, όπου βάλλεται η Γαλλία για ανοιχτή παραβίαση των κανόνων ανταγωνιστικότητας που συνίσταται στη στήριξη της «Renault». «Η ΕΕ θα είναι ο μεγάλος απών από τη σύνοδο "G-20"», επισημαίνει σε άρθρο του στην εφημερίδα «Γκάρντιαν» ο Βρετανός ιστορικός Τίμοθι Γκάρτον Ας.

Οι αντιθέσεις είναι έκδηλες και όσον αφορά έναν ακόμη άξονα, αυτόν που ενδεχομένως σχηματίζουν οι χώρες που αποκαλούνται BRIC (Βραζιλία, Ρωσία, Ινδία και Κίνα), ο όρος που έχει εφευρεθεί από την «Goldman Sachs». Παρ' ότι οι του BRIC δεν αποτελούν οργανισμό, Κίνα και Ρωσία έχουν καταλήξει, σύμφωνα με πληροφορίες, υπέρ της πρότασης για τη θέσπιση παγκόσμιου νομίσματος. Μάλιστα το ζήτημα αποτέλεσε σημείο αντιπαράθεσης, καθώς η Κίνα, ως κάτοχος του μεγαλύτερου πακέτου κρατικών ομολόγων των ΗΠΑ που εξακολουθεί να ανησυχεί για την κατακρήμνιση του δολαρίου και της αμερικανικής οικονομίας, επανήλθε τις προηγούμενες ημέρες με την πρόταση για νέο παγκόσμιο νόμισμα αναφοράς, που θα δημιουργηθεί από ένα «καλάθι νομισμάτων» υπό τον έλεγχο του ΔΝΤ, με το σκεπτικό ότι «η οικονομική κρίση δείχνει τις εγγενείς αδυναμίες και τους συστημικούς κινδύνους στο παγκόσμιο οικονομικό σύστημα», όπως ανέφερε σε άρθρο του ο διοικητής της Κεντρικής Τράπεζας της Κίνας, Ζου Ζιασουάν. Την πρόταση απέρριψαν το ΔΝΤ, η ΕΕ, ο οικοδεσπότης της Συνόδου, Βρετανός πρωθυπουργός Γκόρντον Μπράουν, και φυσικά η αμερικανική κυβέρνηση. Από την άλλη πλευρά, σύμφωνα με πληροφορίες μία εκ των προτάσεων στις οποίες έχουν συμφωνήσει οι του BRIC είναι να απαιτήσουν να συνδεθεί η συμφωνία για αύξηση των κονδυλίων προς το ΔΝΤ με την επιτάχυνση των διαδικασιών για την επαναδιαπραγμάτευση της ισορροπίας ψήφων εντός του οργανισμού, με τις ίδιες να ζητούν φυσικά μεγαλύτερη επιρροή στη λήψη των αποφάσεων.

* Η συμφωνία Μπρετόν Γουντς, της οποίας ιθύνων νους ήταν ο Τζον Μέιναρντ Κέινς, δημιούργησε το μεταπολεμικό σύστημα σταθερών αλλά δυνητικά μεταβαλλόμενων - κατόπιν συμφωνίας - συναλλαγματικών ισοτιμιών μεταξύ των νομισμάτων των 44 χωρών που συμμετείχαν, ενώ σημείο αναφοράς ήταν το αμερικανικό δολάριο και η μετατρεψιμότητά του σε χρυσό. Να σημειωθεί ότι η συμφωνία προέβλεπε περιορισμούς στη βραχυπρόθεσμη κίνηση κερδοσκοπικών κεφαλαίων μεταξύ των χωρών, προκειμένου να υπάρχουν βαθμοί ελευθερίας των εθνικών νομισμάτων και δημοσιονομικών αρχών στον καθορισμό της οικονομικής τους πολιτικής.


Χρ. Μ.



Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ