ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Τρίτη 24 Δεκέμβρη 1996
Σελ. /36
ΡΕΠΟΡΤΑΖ
Τα κάλαντα

Τα παιδιά ήταν πολύ γνωστά, "δικά του" που λένε, και ο πρωθυπουργός ένιωσε ιδιαίτερη χαρά, όταν τα είδε στην εξώθυρα του Μαξίμου, με τα τριγωνάκια και τις μελόντικές τους, έτοιμα να του πουν τα κάλαντα. "Καλώς τα, καλώς τα - αναφώνησε. Ελα Γιαννάκη, έλα Βαρδή, Σωκράτη, Χρίστο, ελάτε να τραγουδήσετε!..". Η κομπανία των χορωδών τότε πέρασε θαρρετά μέσα και άρχισε να ψάλλει φάλτσα το "Καλήν ημέραν άρχοντες". "Αμάν, τι γαϊδουροφωνάρες είναι αυτές!" μουρμούρισε ενοχλημένος ο νοικοκύρης του μεγάρου, αλλά μετά σκέφτηκε ότι τα "παιδιά" δεν είναι, δα, και τραγουδιστές για να ξέρουν από νότες. "Μεγαλοεπιχειρηματίες και μεγαλοεργολάβοι είναι - πρόσθεσε συγκαταβατικά - και δικαιολογούνται να φαλτσάρουν...". Ετσι, όταν τέλειωσαν το τραγούδι τους ο πρωθυπουργός φάνηκε ιδιαίτερα γαλαντόμος και τους φιλοδώρησε γερά. Ως και το δεύτερο πακέτο Ντελόρ τους έδωσε να ξεκοκαλίσουν "για το καλό του χρόνου"!

Οι παράφωνοι τραγουδιστές έφυγαν απ' το μέγαρο τρίβοντας τα χέρια τους, αλλά μόλις έστριψαν από τη γωνία ξεσήκωσαν άγριο σαματά. Ο Γιαννάκης ακουγόταν τώρα να κατεβάζει καντήλια, ενώ κάποιοι άλλοι φώναζαν "άι στο διάλο ρίχτη, μπαγαπόντη, μονοφαγά!" Ο πρωθυπουργός άκουσε τον καυγά, κατάλαβε αμέσως ότι οι καλαντιστές μάλωναν για τη μοιρασιά όσων τους είχε δώσει και είπε συνοφρυωμένος: "Ε, όχι και διαπλοκή συμφερόντων για τον τζίρο των καλάντων! Το παραξήλωσαν, μου φαίνεται, αυτά τα "παιδιά"!

Το γεγονός αυτό μελαγχόλησε οπωσδήποτε τον πρωθυπουργό, αλλά σύντομα ξαναβρήκε το κέφι του, όταν του χτύπησαν την πόρτα άλλα γνωστά "παιδιά". Ηταν η κομπανία τώρα των εφοπλιστών, που έλεγαν τα κάλαντα κρατώντας, φυσικά, ένα καραβάκι με ελληνική σημαία στο κατάρτι. Στην τσέπη τους όμως οι κατεργάρηδες είχαν και μια... λιβεριανή. Και είχαν συνεννοηθεί πως έτσι και δεν τους τα έριχνε χοντρά ο κυρ - Κωστής, φραπ θα κατέβαζαν τη γαλανόλευκη και θα ύψωναν την ξένη!

Οι ανησυχίες όμως της παρέας αποδείχτηκαν τελικά υπερβολικές, διότι ο πρωθυπουργός και την καλοδέχτηκε και τη "φίλεψε" πλούσια. Και το ίδιο ανοιχτοχέρης - κιμπάρης ο άνθρωπος - δείχτηκε ο κυρ - Κωστής, όταν ήρθαν και του τα είπαν κατόπιν οι βιομήχανοι, οι τραπεζίτες και άλλοι αγάδες της χώρας.

Κάποια στιγμή ο πρωθυπουργός διαπίστωσε ότι όλα τα "δικά του παιδιά" είχαν περάσει πλέον από το μέγαρό του, γι' αυτό πήγε και σφάλισε καλά την εξώθυρα, λέγοντας: "Ως εδώ ήταν τα κάλαντα. Ε, δε θα το κάνουμε, κέντρο διερχομένων το Μαξίμου!..".

Από εκείνη τη στιγμή, λοιπόν, ο πρωθυπουργός ήταν σαν να μην υπήρχε μέσα στο κτίριο. Πέρασε η παρέα των εργατών και του χτύπησε επανειλημμένα την πόρτα, αλλά αυτός έκανε τον... κουφό. Πέρασαν κατόπιν οι δημόσιοι υπάλληλοι, του φώναξαν πέντε - έξι φορές, αλλά αυτός πάλι "κιχ". "Σιγά να μην ανοίγω στον κάθε χαμένο!" μονολόγησε. Να, σε λίγο και οι αγρότες. Βροντάν, βροντάν, τίποτε. Ξαναβροντάν για πολλοστή φορά και τότε βγαίνει στο παράθυρο και τους λέει οργισμένος: Αντε χαθείτε από δω, κουτσαβάκια, βαρυποινίτες, Μαφία"!

Οι τελευταίοι που του χτύπησαν την πόρτα για να... του τα ψάλλουν, ήταν οι συνταξιούχοι. Ο πρωθυπουργός κάνει πάλι τον ψόφιο κοριό, αλλά οι ηλικιωμένοι δεν το βάζουν κάτω. "Ξέρουμε - του φωνάζουν - πως είσαι μέσα". "Ε, ναι εδώ είμαι, απαντάει φουρκισμένος αυτός, αλλά δε σας ανοίγω. Μας τα 'παν άλλοι, βρε αδελφέ"!

Η "χορωδία" των συνταξιούχων όμως εκεί. Στρώνεται στα σκαλοπάτια και δε λέει να φύγει.

- Α, τσιμπούρια μου έγιναν αυτοί! συλλογιέται ταραγμένος ο οικοδεσπότης και για να απαλλαγεί επιτέλους από τους "ενοχλητικούς" τους ανοίγει την πόρτα. "Ορίστε, πέστε τα"! λέει κι όταν οι συνταξιούχοι τελειώνουν τον "εξάψαλμο", βγάζει και τους δίνει... τρεις δεκάρες!

- Δεν έχω άλλα! τους λέει δίχως ντροπή. Τα χοντρά τα 'δωσα στους εφοπλιστές και τους βιομηχάνους. Αργήσατε, άλλωστε, κύριοι, να έρθετε να μου τα πείτε...

Οι συνταξιούχοι σκυλοβρίζουν από μέσα τους τον οικοδεσπότη και συμφωνούν μόνο σε ένα: Οτι, ναι, άργησαν πολύ να του τα πουν. Επρεπε και αυτοί και οι άλλες ασθενείς τάξεις να του πουν το... "άι χάσου" τρεις μήνες πριν. Τότε, δηλαδή, που ήταν εκλογές!

Τάσος ΑΥΓΕΡΙΝΟΣ

Μόνο η αγορά τροφίμων κινείται

Χριστούγεννα "μύρισε" χτες, προπαραμονή, η "Βαρβάκειος", η κεντρική αγορά κρεάτων και οπωροκηπευτικών της Αθήνας, καθώς τουλάχιστον το τραπέζι των γιορτών είναι από τις... "ανελαστικές" δαπάνες του οικογενειακού προϋπολογισμού. Ετσι, όποιος πέρασε χτες από κει πήρε μία γεύση από τη χριστουγεννιάτικη καταναλωτική κίνηση, καθώς οι εργαζόμενοι, έχοντας εισπράξει το 13ο μισθό, κατέβηκαν στο κέντρο για την καθιερωμένη βόλτα της αναπόφευκτης αγοράς τροφίμων.

Οι τιμές, δύο μέρες πριν από τα Χριστούγεννα, διατηρήθηκαν στα ίδια με τα περσινά επίπεδα, πράγμα το οποίο, όπως υπογραμμίζουν και οι ίδιοι οι κρεοπώλες, δείχνει την ανάγκη να συγκρατηθούν οι τιμές όσο γίνεται περισσότερο, ακόμα και εάν αυτό σημαίνει ότι περιορίζεται το κέρδος των καταστηματαρχών, προκειμένου να προσελκύσουν τους πελάτες. Οπως χαρακτηριστικά είπε στο "Ρ" ο Μ. Κ., κρεοπώλης, "εάν ο καταναλωτής δει τη γαλοπούλα στις 2.200 δρχ. το κιλό, έτσι όπως είναι η οικονομική κατάσταση του κόσμου σήμερα, απλούστατα θα περιοριστεί στο μοσχάρι με 1.200 και εγώ δε θα πουλήσω". Εξάλλου, το γεγονός ότι οι τιμές δεν παρουσίασαν ιδιαίτερες αυξητικές τάσεις διαψεύδει περίτρανα τους κινδυνολόγους, που ήθελαν τις τιμές κρεάτων και οπωροκηπευτικών στα ύψη, λόγω των αγροτικών κινητοποιήσεων.

Ετσι, οι τιμές χτες στη "Βαρβάκειο" κυμάνθηκαν από 1.200 μέχρι 1.500 δρχ., στα περισσότερα κρεοπωλεία, η ντόπια νωπή γαλοπούλα, ενώ σε κάποια πωλούνταν και στις 1.000 δρχ. το κιλό με την ένδειξη "ντόπια". Η εισαγόμενη κατεψυγμένη, κυρίως Αμερικής, πωλούνταν στις 800 - 1.000 δρχ. το κιλό. Τα χοιρίδια, που πολλοί προτιμούν αυτές τις μέρες, πωλούνταν από 1.300 μέχρι 1.700 δρχ. το κιλό, με επικρατέστερη τη μέση τιμή, δηλαδή, γύρω στις 1.500 δρχ. το κιλό. Το ντόπιο αρνί γάλακτος και το κατσίκι πωλούνται προς 2.000 - 2.300 δρχ. το κιλό, η γίδα στις 900 - 1.000 δρχ., το μοσχάρι 1.200 και το χοιρινό μπούτι στις 1.000 - 1.100 δρχ. το κιλό.

Σε ό,τι αφορά τα οπωροκηπευτικά, η ντομάτα, που τις προηγούμενες μέρες ήταν κάπως "τσιμπημένη", χτες πωλούνταν στις 200 - 300 δρχ. το κιλό, οι πατάτες στις 120 - 130 δρχ., το μαρούλι στις 150 δρχ. το τεμάχιο, τα φρέσκα κρεμμύδια 300 - 390,τα ξερά 120 - 130,τα κολοκυθάκια 350 - 450 δρχ. το κιλό, το λάχανο 100 δρχ., τα λεμόνια 200 δρχ. Από τα φρούτα τα πορτοκάλια πωλούνταν προς 150 - 160 δρχ. το κιλό, τα μήλα 200 - 300 δρχ., τα μανταρίνια 200 - 250 και τα αχλάδια προς 250 - 390 δρχ. το κιλό.

Αντίθετα με την αγορά τροφίμων, "παγωμένη" ήταν η κίνηση χτες στα εμπορικά καταστήματα, καθώς οι περισσότεροι καταναλωτές περιορίζονταν στο να κοιτούν "εξ αποστάσεως" τις βιτρίνες και τις τιμές. Ο πρόεδρος της Ομοσπονδίας Βιοτεχνικών Σωματείων της Αθήνας (ΟΒΣΑ), Μ. Διαμαντής,δήλωσε χαρακτηριστικά στο "Ρ" ότι "η φετινή περίοδος των γιορτών των Χριστουγέννων είναι η χειρότερη των τελευταίων ετών", κι αυτό αφού φέτος δεν παρουσιάστηκε ούτε η στοιχειώδης προσωρινή ανάκαμψη που υπάρχει τις άλλες χρονιές τον τελευταίο μήνα του χρόνου.

Το αρνάκι; Ούτε Πάσχα να ήταν...

Στα ίδια με τα περσινά επίπεδα η γαλοπούλα, γιατί... "ανάγκα και θεοί πείθονται", αφού η τσέπη των καταναλωτών δεν αντέχει



Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ