ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 22 Γενάρη 2006
Σελ. /32
ΔΙΕΘΝΗ
ΜΕΣΗ ΑΝΑΤΟΛΗ
Συνεχίζεται η ισραηλινή κατοχή

Εξελίξεις αναμένονται μετά το σχεδόν βέβαιο τερματισμό της πολιτικής σταδιοδρομίας του Σαρόν

Συνεταιράκια ενάντια στα λαϊκά κινήματα: Ο «σφαγέας» Σαρόν το Νοέμβρη του 2005 με τη «συνέταιρό του» Κοντολίζα Ράις

Associated Press

Συνεταιράκια ενάντια στα λαϊκά κινήματα: Ο «σφαγέας» Σαρόν το Νοέμβρη του 2005 με τη «συνέταιρό του» Κοντολίζα Ράις
Η αποχώρηση του Αριέλ Σαρόν από το «Λικούντ», του οποίου υπήρξε σημαίνον στέλεχος από τη δεκαετία του '70, ήταν ένας ισχυρός πολιτικός «σεισμός». Οι συνέπειές του έγιναν ακόμη βαθύτερες όταν ο Σαρόν ίδρυσε το κόμμα «Καντίμα». Οι δύο αυτές κινήσεις ήταν αρκετές για να αλλάξουν άρδην το πολιτικό σκηνικό στο Ισραήλ μέσα σε λίγες μόνο βδομάδες.

Οπως φαίνεται, όμως, η τρέχουσα περίοδος έκρυβε περισσότερες εκπλήξεις. Το σοβαρότατο εγκεφαλικό που υπέστη ο Ισραηλινός πρωθυπουργός στις 4 Γενάρη και η κρισιμότητα της κατάστασής του ανακάτεψαν, για άλλη μια φορά, μέσα σε λίγες μόνο ώρες, την τράπουλα. Αναμφιβόλως, ένας τέτοιος καταιγισμός ανατροπών δεν είναι συνηθισμένος όχι μόνο για το Ισραήλ, αλλά για οποιαδήποτε χώρα.

Μισό μήνα, περίπου, μετά την αιφνίδια εισαγωγή του Σαρόν στο νοσοκομείο, οι πληροφορίες για την κατάσταση της υγείας του είναι συγκρατημένα αισιόδοξες και συγκεχυμένες. Η ζωή του δε φέρεται να βρίσκεται σε άμεσο κίνδυνο, χωρίς, όμως, κανείς να μπορεί να προεξοφλήσει την τελική έκβαση. Αυτό, όμως, που μοιάζει σχεδόν βέβαιο, είναι ότι η πολιτική σταδιοδρομία του Αριέλ Σαρόν έλαβε τέλος, με τον πλέον απροσδόκητο τρόπο.

Η, όπως όλα δείχνουν, αναγκαστική αποχώρηση Σαρόν από το πολιτικό σκηνικό, σηματοδοτεί, εκτός των άλλων, και την αποχώρηση μιας ολόκληρης γενιάς πολιτικών με ιδιαίτερα γνωρίσματα από το προσκήνιο. Των πολιτικών εκείνων που αναδείχτηκαν από τις τάξεις του ισραηλινού στρατού (Μπεν Γκουριόν, Γιτζάκ Ράμπιν κ.ά.), στη σκοτεινή εκείνη περίοδο που προηγήθηκε και ακολούθησε την ίδρυση του εβραϊκού κράτους και τις αιματηρές συγκρούσεις με τους γείτονες Αραβες που τη σημάδεψαν. Και αν ενεργός παραμένει ο 81χρονος Σιμόν Πέρες, αξίζει να υπενθυμιστεί ότι για πολλά χρόνια υπήρξε η μοναδική ηγετική πολιτική φυσιογνωμία που δεν προήλθε από το στρατό.

Μύθος και πραγματικότητα

Στη Δυτική Οχθη και το τείχος ο ισραηλινός στρατός εξακολουθεί να προκαλεί

Associated Press

Στη Δυτική Οχθη και το τείχος ο ισραηλινός στρατός εξακολουθεί να προκαλεί
Με τα βλέμματα προς το νοσοκομείο Χαντάσα, στα ΜΜΕ και ιδιαιτέρως τα ισραηλινά, έκαναν την εμφάνισή τους πολλά άρθρα αφιερωμένα στην πορεία και στην προσωπικότητα του Αριέλ Σαρόν. Και ως είθισται σε αυτές τις περιστάσεις, η πραγματικότητα και ο μύθος εμπλέκονται τόσο, που η τελική εικόνα απομένει να ίπταται κάπου ανάμεσα στα δύο, με τα μελανά σημεία να υποτιμώνται και τα πλέον πρόσφατα γεγονότα να υπερτιμώνται. Ο Σαρόν, ζωντανός ακόμη, ...δεδικαίωται.

Ουδείς αμφισβητεί την ευφυία, την ικανότητα, το πείσμα, τη δύναμη και τα ηγετικά χαρακτηριστικά του Ισραηλινού πρωθυπουργού. Η προσωπικότητά του σφράγισε τις τελευταίες δεκαετίες την πορεία του Ισραήλ, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο. Γεννημένος στην Παλαιστίνη το 1928, σε νεαρότατη ηλικία, υπήρξε ενεργότατο μέλος της παραστρατιωτικής οργάνωσης «Χαγκάνα» που είναι γνωστή για τις «εκκαθαρίσεις» παλαιστινιακών χωριών τόσο πριν όσο και κατά τη διάρκεια του ισραηλινο-αραβικού πολέμου το 1948 - 1949.

Το όνομά του έχει συνδεθεί με αρκετές τέτοιες επιχειρήσεις, με χαρακτηριστικότερες, ίσως, την ανατίναξη 50 σπιτιών, το 1953, στο παλαιστινιακό χωριό Κίμπια, που στοίχισε τη ζωή σε 69 γυναικόπαιδα και τις συγκρούσεις στη Γάζα, το 1955, όπου σκοτώθηκαν 38 Αιγύπτιοι στρατιώτες. Εξίσου, «λαμπρή» ήταν η προσφορά του, μέσα από τις γραμμές του ισραηλινού στρατού, και κατά τη διάρκεια του πολέμου των 6 ημερών, τον Ιούνη του 1967.

Οι σφαγές των Λιβανέζων χριστιανοφαλαγγιτών στους παλαιστινιακούς προσφυγικούς καταυλισμούς Σάμπρα και Σατίλα, το 1982, ουσιαστικά υπό την «προστασία» του ισραηλινού στρατού που είχε «ασφαλίσει» τις εξόδους των στρατοπέδων έχοντας φτάσει στα όρια της Βηρυτού, κατά τη διάρκεια του λιβανικού εμφυλίου, είναι, ίσως, ένα από τα γνωστότερα σημεία του «βιογραφικού» του Αριέλ Σαρόν, που τότε ήταν υπουργός Αμυνας. Για τους Παλαιστινίους ήταν απλώς η επιβεβαίωση της άποψης που είχαν, ήδη, διαμορφώσει για το πρόσωπό του τουλάχιστον 30 χρόνια νωρίτερα. Ο Σαρόν κρίθηκε ένοχος από την ισραηλινή Δικαιοσύνη για συνυπευθυνότητα στις σφαγές αυτές και αποπέμφθηκε από τη θέση του, καθώς κατηγορήθηκε, επίσης, ότι ουσιαστικά δεν ενημέρωσε τον τότε πρωθυπουργό Μεναχέμ Μπέγκιν για τις προθέσεις του.

Μια τέτοια εξέλιξη θα έβαζε τέλος στην πολιτική καριέρα του οποιουδήποτε άλλου. Αντίθετα, ο Σαρόν επανήλθε στα πολιτικά πράγματα, ηγήθηκε ως υπουργός Εποικισμού, στις αρχές του '90, του μεγαλύτερου εποικιστικού κύματος των παλαιστινιακών εδαφών, έγινε υπουργός Εξωτερικών το 1998, και αρχηγός του «Λικούντ» το 1999. Λίγους μήνες αργότερα, κέρδισε την πρωθυπουργία, ενώ είχε ήδη ξεσπάσει η δεύτερη Ιντιφάντα. Παραμένει πρωθυπουργός μέχρι σήμερα παρά τις ενδιάμεσες εκλογικές μάχες, με αποτέλεσμα να θεωρείται ο μακροβιότερος των τελευταίων χρόνων.

Ο «άνθρωπος της ειρήνης» και το κόμμα του

Αυτός είναι, σε πολύ γενικές γραμμές, ο άνθρωπος που ο Αμερικανός Πρόεδρος αποκάλεσε «άνθρωπο της ειρήνης». Είναι αυτός που η ισραηλινή κοινή γνώμη στήριξε στη μονομερή αποχώρηση από τη Λωρίδα της Γάζας. Είναι αυτός που ο, μέχρι πρότινος, πολιτικός του αντίπαλος Σιμόν Πέρες, χαρακτήρισε «μοναδικό ικανό να πετύχει ειρήνη με τους Παλαιστινίους», αιτιολογώντας, έτσι την προσχώρησή του στο «Καντίμα». Ισραηλινοί αναλυτές σχολίαζαν με νόημα ότι ο Σαρόν, χάρη στην αιματηρή σιδηρά πυγμή που επέδειξε όλα αυτά τα χρόνια απέναντι στους Παλαιστινίους, πρόσφερε στους Ισραηλινούς την ψευδαίσθηση ότι είναι ικανός να ...επιβάλλει την πολυπόθητη, για τους απλούς πολίτες, ειρήνη.

Μια ειρήνη, που ηθελημένα παρουσιάζεται εξαιρετικά νεφελώδης και ασαφής ως προς το περιεχόμενο και τους όρους της, υπό τη γενικόλογη δήλωση «αποδοχής του οδικού χάρτη». Δηλαδή, του σχεδίου εκείνου που τερμάτισε τις διμερείς συνομιλίες, όπως είχαν καθιερωθεί από τη συμφωνία του Οσλο, έθετε αιτήματα μόνο στην παλαιστινιακή πλευρά και ουσιαστικά δεν εφαρμόστηκε ποτέ από τον Σαρόν που και αγνόησε όσα, υποτίθεται, καλούνταν να πράξει και προχώρησε σε μονομερείς κινήσεις. Αυτό το «θολό» τοπίο είναι και το πρόγραμμα του «Καντίμα», μέχρι στιγμής, καθώς δεν έχει διατυπωθεί συγκεκριμένη πρόταση σε οποιοδήποτε άλλο εσωτερικό θέμα.

Εξίσου νεφελώδες είναι και το στελεχικό δυναμικό του «Καντίμα», όπου εντάσσονται από ακροδεξιά πρώην στελέχη του «Λικούντ», όπως ο Τσάχι Χανεγκμπί, μέχρι τον πρώην επικεφαλής της Γενικής Συνομοσπονδίας Εργατών (Χισταντρούτ) «κεντροαριστερό» Χαΐμ Ραμόν. Το μοναδικό κοινό στοιχείο όλων είναι ο Αριέλ Σαρόν, που τώρα δεν υφίσταται στο προσκήνιο. Ο προσωρινός διάδοχός του, ο συντηρητικότατος πρώην δήμαρχος της Ιερουσαλήμ, Εχούντ Ολμέρτ, βρέθηκε στην ανέλπιστη θέση να ηγείται μιας προσωρινής κυβέρνησης και ενός κόμματος, χάρη μόνο στον τιμητικό και κενό πολιτικά τίτλο του αντιπροέδρου της κυβέρνησης που του είχε δώσει ο Σαρόν για να τον «γλυκάνει», επειδή δεν τον τοποθέτησε στο υπουργείο Οικονομικών.

Επειδή ουδέν μονιμότερο του προσωρινού, Ισραηλινοί σχολιαστές εκτιμούν ότι ο Ολμέρτ πιθανότατα θα διατηρήσει τα ηνία του «Καντίμα» και ως λύση ανάγκης. Ορισμένες αναλύσεις, μάλιστα, υποστηρίζουν ότι η ασάφεια και η, ουσιαστικά, ανυπαρξία συγκεκριμένου προγράμματος, ίσως να είναι και το στοιχείο εκείνο που θα δώσει την εκλογική νίκη στο νέο κόμμα, τη στιγμή που από το «Λικούντ» και τους Εργατικούς, λόγω και της μακράς ιστορικής τους πορείας, οι ψηφοφόροι απαιτούν ξεκάθαρο επαναπροσδιορισμό θέσεων.

Το νέο πολιτικό σκηνικό

Το «Λικούντ» εμφανίζεται αποδυναμωμένο και αναζητά συμμάχους στην ακροδεξιά και στα ακραία θρησκευτικά κόμματα, που συγκρούστηκαν, πριν από μήνες, με τον Σαρόν με αφορμή την αποχώρηση από τη Λωρίδα της Γάζας, αρνούμενα να αποδεχτούν αυτό που ο Ισραηλινός «ρεαλιστής» πρωθυπουργός «είδε»: Την αναγκαιότητα διαφύλαξης των ισραηλινών συμφερόντων με το μικρότερο δυνατό κόστος και τα μέγιστα δυνατά οφέλη. Παρά τις κινήσεις αυτές, το «Λικούντ», προς το παρόν, μοιάζει να είναι ο μεγάλος χαμένος των επερχόμενων εκλογών, καθώς κατατάσσεται μόλις τρίτο στην πρόθεση ψήφου με μεγάλες απώλειες.

Το Εργατικό Κόμμα υπό τον Αμίρ Πέρετζ, από την άλλη, για να καταφέρει να ανασυγκροτήσει τις δυνάμεις του εκτιμάται ότι πρέπει να κάνει το εντελώς αντίθετο από το «Καντίμα»: Να διατυπώσει σαφείς πολιτικές θέσεις, αυτό δηλαδή που απώλεσε τα τελευταία χρόνια, φθάνοντας ακόμη και σε συγκυβέρνηση με το «Λικούντ». Ο Πέρετζ έχει δεσμευτεί για δικαιότερη οικονομική, κοινωνική πολιτική και για επανέναρξη του διαλόγου με τους Παλαιστινίους για την επίτευξη οριστικής ειρηνευτικής συμφωνίας, χωρίς, όμως, ούτε αυτός να καταθέτει συγκεκριμένες προτάσεις για το πώς ορίζει αυτήν την ειρήνη.

Ακόμη και αν τα αποτελέσματα των δημοσκοπήσεων που διεξάγονται, σήμερα, γίνονται υπό τη συναισθηματική φόρτιση της νοσηλείας του Σαρόν, στις, σχεδόν, 80 μέρες που απομένουν μέχρι την εκλογική αναμέτρηση, μοιάζει εξαιρετικά δύσκολο το «Καντίμα» να χάσει ολοκληρωτικά τη δυναμική που έχει διαμορφωθεί υπέρ του. Κατά ορισμένους σχολιαστές, στη χειρότερη περίπτωση δε θα εξασφαλίσει μεγάλη διαφορά από τα άλλα κόμματα. Εχοντας, όμως, τοποθετηθεί στο γενικόλογο, ευέλικτο και εύκολα αναπροσαρμοζόμενο πολιτικό «κέντρο», πιθανότατα θα διαδραματίσει κεντρικό ρόλο στο σχηματισμό της όποιας νέας κυβέρνησης, επιλέγοντας εταίρο είτε προς τα «δεξιά είτε προς τα αριστερά».

Οσο για το Παλαιστινιακό; Χωρίς αμφιβολία, ο Σαρόν αφήνει μια χρήσιμη «κληρονομιά» στους πολιτικούς διαδόχους του έχοντας, επί της ουσίας, μεθοδικά ήδη αρχίσει να εφαρμόζει το δικό του σχέδιο για «ειρήνη»: Προσάρτηση εδαφών με τα μεγάλα εποικιστικά συγκροτήματα της Δυτικής Οχθης, οδική σύνδεση των κατακερματισμένων παλαιστινιακών πόλεων, τείχος, μετατροπή της Γάζας σε μεγάλη φυλακή, απόλυτος έλεγχος όλων των παλαιστινιακών συνόρων από το Ισραήλ. Φεύγοντας, ο «στρατηγός» έχει θεμελιώσει γερά το σχέδιό του για το, κατά τη γνώμη του, «παλαιστινιακό κράτος», ενώ ουσιαστικά έχει οριοθετήσει και τη, μετά από αυτόν, εποχή στο συγκεκριμένο ζήτημα.


Ελένη ΜΑΥΡΟΥΛΗ



Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ