ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σάββατο 21 Απρίλη 2012 - 2η έκδοση
Σελ. /32
ΑΠΟΚΑΛΥΠΤΙΚΑ...
ΑΠΟΚΑΛΥΠΤΙΚΑ...
Το παράδειγμα της Αργεντινής

Πολύς ντόρος γίνεται αυτές τις μέρες με το κυβερνητικό σχέδιο εθνικοποίησης του 51% της πετρελαϊκής εταιρείας YPF στην Αργεντινή (το πλειοψηφικό πακέτο 57,3%, ανήκει σήμερα στον ισπανικό ενεργειακό κολοσσό «Repsol»). Στη χώρα μας ο ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ έσπευσε να χαρακτηρίσει την εξέλιξη ως «ελπιδοφόρο μήνυμα ισχυρού πολιτικού ρεαλισμού και προοδευτικής εξέλιξης για όλο τον κόσμο και ιδιαίτερα για την Ελλάδα». Προχώρησε και παρακάτω λέγοντας σε ανακοίνωση του Γραφείου Τύπου του ότι η κίνηση της κυβέρνησης της Αργεντινής αποδεικνύει πως «τα δόγματα που είναι προσκολλημένα στις επιταγές των τραπεζιτών και του πολυεθνικού κεφαλαίου μπορούν να ηττηθούν στο πεδίο της σύγκρουσης των ιδεών και των πολιτικών» και ότι «εμπειρίες και διδάγματα που θέτουν την ανάγκη τα ενεργειακά αποθέματα των χωρών να αποτελούν τη δεξαμενή για κοινωνικές πολιτικές προς όφελος των λαών είναι στον πυρήνα των προτάσεων του ΣΥΡΙΖΑ για την οικονομική ανασυγκρότηση της χώρας μας».

***

Το παράδειγμα της Αργεντινής χρησιμεύει πράγματι για να βγουν χρήσιμα συμπεράσματα και στη χώρα μας. Η αστική αργεντίνικη κυβέρνηση με στοιχεία σοσιαλδημοκρατικής διαχείρισης που είναι γενικά χαρακτηριστικό των λεγόμενων «αριστερών προοδευτικών κυβερνήσεων της Λατινικής Αμερικής», επιχειρεί για λογαριασμό μερίδων του ντόπιου κεφαλαίου να πάρει στα χέρια της μέρος της ενέργειας της χώρας (πετρέλαιο, φυσικό αέριο), δε μιλάμε ούτε καν για πλήρη έλεγχο του ενεργειακού πλούτου, πράγμα που εμφανίζει ως κίνηση που θα ωφελήσει δήθεν τα λαϊκά στρώματα. Στην πραγματικότητα η κίνηση αυτή έχει σχέση με την προσπάθεια της αργεντίνικης αστικής τάξης να αναβαθμίσει το ρόλο της μέσα στο ιμπεριαλιστικό σύστημα γι' αυτό κοντράρεται με την ισπανική πολυεθνική. Μάλιστα, όπως όλα δείχνουν, η αντίδρασή της ήρθε όταν έγιναν γνωστά τα σχέδια της ισπανικής πολυεθνικής να έρθει σε συμφωνία εξαγοράς με μεγάλο κινεζικό πετρελαϊκό κολοσσό, στο πλαίσιο της διείσδυσης των κινέζικων μονοπωλίων στην συγκεκριμένη ήπειρο.

***

Με δεδομένο ότι και στην Αργεντινή και σε άλλες χώρες της περιοχής ανακαλύπτονται σημαντικά ενεργειακά αποθέματα το «κουβάρι» των ανταγωνισμών περιπλέκεται ακόμα περισσότερο και γι' αυτό «βγαίνουν μαχαίρια» από τις αστικές κυβερνήσεις. Δεν είναι άλλωστε τυχαία η αντίδραση της ισπανικής κυβέρνησης αλλά και της ΕΕ που απειλούν με κυρώσεις, όπως εμπάργκο εισαγωγών αγροτικών και κτηνοτροφικών προϊόντων από την Αργεντινή.

Πρέπει επομένως να γίνει κατανοητό ότι πρόκειται για κινήσεις ενταγμένες στον ενδοκαπιταλιστικό ανταγωνισμό, που δεν αμφισβητούν την εξουσία των μονοπωλίων (το κράτος ως συλλογικός καπιταλιστής διεκδικεί το 51% της πετρελαιοβιομηχανίας και το υπόλοιπο πάει στην καπιταλιστική αγορά). Η πρόεδρος της Αργεντινής Κριστίνα Κίρσνερ άλλωστε στηρίζει την καπιταλιστική ανάπτυξη, που δήθεν θα βοηθήσει το λαό. Οι αντιδράσεις από τα ιμπεριαλιστικά κέντρα (εδώ η ΕΕ) καταρρίπτουν αυτά που οι σοσιαλδημοκράτες και οι οπορτουνιστές εμφανίζουν, για δυνατότητα άλλης διαπραγμάτευσης, όπως π.χ. η αλλαγή του δημοσιονομικού συμφώνου στην ΕΕ, η επαναδιαπραγμάτευση του χρέους, που δήθεν θα δεχτούν οι εταίροι, ακόμη περισσότερο περί δημοσίου ελέγχου τραπεζών και πρωην ΔΕΚΟ.

***

Η περίπτωση της Αργεντινής όμως αντικειμενικά αναδεικνύει κάτι πολύ ουσιαστικό. Οτι χωρίς να έχει ο λαός στα χέρια του την οικονομία καμιά φιλολαϊκή λύση δεν μπορεί να υπάρξει. Να γιατί το ΚΚΕ έχει πολιτική αποδέσμευσης από την ΕΕ, μονομερούς διαγραφή του χρέους, να περάσουν τα συγκεντρωμένα μέσα παραγωγής και ο ενεργειακός πλούτος στα χέρια των λαϊκών δυνάμεων για να μπουν στην υπηρεσία της ικανοποίησης των δικών τους αναγκών, στη βάση ενός πανεθνικού σχεδιασμού με εργατική εξουσία. Αυτή η προοπτική πρέπει να ισχυροποιηθεί όσο γίνεται και με την ψήφο και όχι οι κάλπικες ελπίδες μιας αντιμνημονιακής κυβέρνησης μέσα στην ΕΕ που ακόμη και αν μπορεί να πραγματοποιηθεί θα λειτουργεί ως μέρος της λυκοσυμμαχίας και όχι ενάντιά της γιατί δεν μπορεί να το κάνει.


Δ.Κ.


Με αφορμή τις εκλογές στη Γαλλία

Ολοι οι διαχειριστές της καπιταλιστικής βαρβαρότητας στη Γαλλία ο ένας δίπλα στον άλλο μπροστά στις αυριανές προεδρικές εκλογές
Ολοι οι διαχειριστές της καπιταλιστικής βαρβαρότητας στη Γαλλία ο ένας δίπλα στον άλλο μπροστά στις αυριανές προεδρικές εκλογές
Τα αστικά ΜΜΕ, το ΠΑΣΟΚ αλλά και ο ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ, με αφορμή τις εκλογές στη Γαλλία, επειδή ο Ολάντ υποψήφιος των σοσιαλιστών μιλά για επαναδιαπραγμάτευση του Συμφώνου Σταθερότητας, προβάλλουν τη δυνατότητα επαναδιαπραγμάτευσης των μνημονίων, των συμφωνιών για την αντιμετώπιση του κρατικού χρέους. Ιδιαίτερα ο ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ το συνδέει με την εναλλακτική του πρόταση της «αριστερής αντιμνημονιακής κυβέρνησης» για επαναδιαπραγμάτευση των συμφωνιών για το κρατικό χρέος. Αφού θα επαναδιαπραγματευτεί η Γαλλία, γιατί όχι και η Ελλάδα με μια αριστερή κυβέρνηση; Και, ταυτόχρονα, η νίκη του Ολάντ ανοίγει το δρόμο αλλαγής συσχετισμών στην ΕΕ.

Πρόκειται για μεγάλη απάτη και ψέμα, με σκοπό να αποπροσανατολιστούν οι εργαζόμενοι. Αυτή η λογική, η οποία λέει ότι η άνοδος της σοσιαλδημοκρατίας στην Ευρώπη, δηλαδή η νίκη του Ολάντ στις επερχόμενες γαλλικές εκλογές ή των σοσιαλδημοκρατών στη Γερμανία θα φέρει μια αλλαγή κατάστασης στην ΕΕ, αποπροσανατολίζει από το κύριο, που είναι πρώτα απ' όλα ο ίδιος ο χαρακτήρας της ΕΕ που, από τη γέννησή της, μέχρι σήμερα δεν είναι τίποτα άλλο από μια προωθημένη συμμαχία καπιταλιστικών κρατών με δεδομένο τον αντιλαϊκό χαρακτήρα. Δηλαδή, ο αντιλαϊκός χαρακτήρας της ΕΕ είναι δεδομένος από τη γέννησή της. Και δεν είναι η κυριαρχία των νεοφιλελεύθερων ή συντηρητικών κεντροδεξιών δυνάμεων που την κάνει να έχει αυτό το χαρακτήρα. Και σ' αυτό, απόδειξη είναι ότι η λεγόμενη νεοφιλελεύθερη πολιτική, η πολιτική της απελευθέρωσης αγορών, ιδιωτικοποιήσεων, μείωσης μισθών, χτυπήματος εργασιακών δικαιωμάτων είναι η πολιτική που πρώτα από όλα σοσιαλδημοκρατικές κυβερνήσεις εφάρμοσαν και δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να χρεωθεί μόνο στις λεγόμενες κεντροδεξιές κυβερνήσεις. Οπως, κι από την άλλη, πολιτική προστατευτισμού τομέων της οικονομίας ή κρατικών επενδύσεων εφάρμοσαν και κεντροδεξιές κυβερνήσεις.

Δεν πρέπει, επίσης, να ξεχνάμε ότι η σοσιαλδημοκρατία αποτέλεσε βασικό παράγοντα που επεξεργάστηκε και που υποστήριξε τη στρατηγική της ΕΕ, τη στρατηγική της Λισαβόνας. Να θυμίσουμε την κυβέρνηση Ζοσπέν στη Γαλλία, η οποία μάλιστα εφάρμοσε το λεγόμενο τριανταπεντάωρο και τότε είχε ξεκινήσει ένας ολόκληρος σάλος για τη δυνατότητα εφαρμογής του τριανταπεντάωρου, ενώ στην πραγματικότητα επρόκειτο για μια πρώτη φάση εφαρμογής ελαστικών σχέσεων, δηλαδή μείωση του εργάσιμου χρόνου με ταυτόχρονη όμως μείωση των μισθών, χτύπημα εργασιακών δικαιωμάτων κ.λπ. Να θυμίσουμε την κυβέρνηση Σρέντερ στη Γερμανία που προώθησε την ατζέντα 2010 και τα διάφορα πακέτα μεταρρυθμίσεων Χαρτζ 1, 2, 3, 4 που είχαν στον πυρήνα της πολιτικής τους την καθιέρωση των ελαστικών εργασιακών σχέσεων και μάλιστα στο όνομα της καταπολέμησης της ανεργίας. Να θυμίσουμε την κυβέρνηση Σημίτη στην Ελλάδα, που ήταν αυτή που πρωτοστάτησε στην προώθηση των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων. Και την πορεία βέβαια της κυβέρνησης Γ. Παπανδρέου.

Καμιά φιλολαϊκή αλλαγή

Αρα οι εργαζόμενοι πρέπει να είναι όχι απλώς επιφυλακτικοί, να μην την πατήσουν σε αυτήν τη λογική, δεδομένου ότι η σοσιαλδημοκρατία έχει αποδείξει ότι όχι μόνο δεν πρόκειται να φέρει αλλαγή στο επίπεδο της ΕΕ, γιατί πρώτα από όλα η ίδια η ΕΕ δεν μπορεί να αλλάξει, αλλά και ότι η ίδια η σοσιαλδημοκρατία αποτελεί παράγοντα στήριξης των συμφερόντων των μονοπωλίων. Και όταν λέμε ότι δεν μπορεί να αλλάξει η ΕΕ εννοούμε ότι δεν μπορεί να αλλάξει σε φιλολαϊκή κατεύθυνση. Ούτε μεταρρυθμίζεται, ούτε μπορεί να πάρει άλλη στροφή.

Εδώ έχει σημασία να θίξουμε το εξής θέμα πάνω στο οποίο πατάει και ο ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ, αλλά προβάλλεται και από μια σειρά σοσιαλδημοκρατικές δυνάμεις και απ' το ΠΑΣΟΚ: Δηλαδή ότι στις εκλογές στις 6 Μάη στην Ελλάδα και την επόμενη μέρα θα κριθεί ποιος θα πάει να επαναδιαπραγματευτεί το μνημόνιο και τη δανειακή σύμβαση. Και ότι ανοίγει ένα ζήτημα συνολικής διαπραγμάτευσης στα πλαίσια της ΕΕ από την οποία μπορούμε να βγούμε κερδισμένοι κ.λπ. Αλλά, μπορεί να υπάρξει άλλη διαπραγμάτευση στα πλαίσια της ΕΕ; Βεβαίως και μπορεί να υπάρξει άλλη διαπραγμάτευση. Το θέμα είναι προς όφελος ποιανού;

Αυτό, για παράδειγμα, που μπορεί να γίνει, αν αναδειχτεί ο Ολάντ ως Πρόεδρος της Γαλλίας, μπορεί να σηματοδοτήσει μια αποστασιοποίηση τμημάτων της γαλλικής αστικής τάξης από το λεγόμενο γαλλο - γερμανικό άξονα. Δηλαδή, έναν αναπροσανατολισμό των σχέσεων της Γαλλίας με τη Γερμανία που αποτελούσαν τον ηγετικό, να το πούμε έτσι, πυρήνα της ΕΕ το προηγούμενο διάστημα. Εναν περισσότερο προσανατολισμό της Γαλλίας, των σχέσεών της με τις ΗΠΑ. Μπορεί να σηματοδοτήσει αυτό μια συνολική ανακατάταξη συσχετισμών δυνάμεων στο πλαίσιο της ΕΕ; Αυτό όμως το ερώτημα είναι τι θετικό θα φέρει στους εργαζόμενους.

Από αυτό δεν έχουν να περιμένουν τίποτα οι εργαζόμενοι. Και όχι μόνο της Ελλάδας, όχι μόνο της Ιταλίας, της Ισπανίας, χώρες που έχουν μπει σε φάση βαθέματος της κρίσης, αλλά και της Γαλλίας. Και γενικά οι λαοί της ΕΕ και της Ευρωζώνης. Τίποτα θετικό, αφού η διαπραγμάτευση αφορά ουσιαστικά το μοίρασμα ανάμεσα στα μονοπώλια της πίτας, τις αντιθέσεις στα πλαίσια της λυκοσυμμαχίας της ΕΕ, τις αντιθέσεις δηλαδή ανάμεσα στα μονοπώλια των καπιταλιστικών ευρωπαϊκών κρατών και με τίποτα δεν αφορά ούτε τη διαπραγμάτευση των δικαιωμάτων των εργαζομένων, τους μισθούς, τις συντάξεις, τις εργασιακές σχέσεις. Δεν πρόκειται, δηλαδή, να αμφισβητήσει το πλαίσιο της στρατηγικής της ΕΕ όπως έχει διαμορφωθεί μέχρι σήμερα. Και ούτε πρόκειται να το κάνει ούτε θα μπορούσε να το κάνει.

Οι συμμαχίες του ΣΥΡΙΖΑ

Ταυτόχρονα, οι εκλογές στη Γαλλία, η εμφανιζόμενη άνοδος του «αριστερού μετώπου» του Μελανσόν, τον οποίο υπερπροβάλλει ως παράδειγμα για την Ελλάδα ο ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ αποκαλύπτουν το πώς αντιλαμβάνεται και ο ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ το θέμα των συμμαχιών, το θέμα της στάσης απέναντι στη σοσιαλδημοκρατία. Ο ΣΥΡΙΖΑ προβάλλει την περίπτωση της υποψηφιότητας Μελανσόν, εδώ στην Ελλάδα, ως ένα πρότυπο και αριστερής συμμαχίας. Τι είναι η υποψηφιότητα Μελανσόν; Είναι η υποψηφιότητα που υποστηρίζεται από το Γαλλικό Κομμουνιστικό Κόμμα και το Αριστερό Κόμμα, ένα τμήμα της σοσιαλδημοκρατίας που αποσπάστηκε από το Σοσιαλιστικό Κόμμα. Ολη η πολιτική που ευαγγελίζεται ο Μελανσόν, ο οποίος, σημειωτέον, διετέλεσε υπουργός της κεντροαριστερής κυβέρνησης Ζοσπέν το 2000, ενοχοποιεί το νεοφιλελευθερισμό, την επικυριαρχία των ΗΠΑ στην ΕΕ όπως λέει και όχι βέβαια το ρόλο των ευρωπαϊκών μονοπωλίων, όχι τη στρατηγική του κεφαλαίου και των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων. Ετσι, λοιπόν, στη Γαλλία για την αντιλαϊκή πολιτική λέει ότι φταίει ο Σαρκοζί, όπως στην Ελλάδα λέει ο ΣΥΡΙΖΑ ότι φταίει η τρόικα, ο Παπανδρέου, ο Σαμαράς, η συγκυβέρνηση, ποτέ όμως δε μιλούν για το κεφάλαιο, τα μονοπώλια. Δηλαδή, αυτή η πολιτική που προβάλλει ο Μελανσόν είναι η αντίστοιχη με την ελληνική αντιμνημονιακή γραμμή διαχείρισης που δεν μπορεί να δώσει απάντηση στις εργατικές λαϊκές ανάγκες. Ετσι γίνεται κατανοητό, γιατί ο Μελανσόν έχει καλέσει στο δεύτερο γύρο των εκλογών σε αντι - Σαρκοζί ψήφο, δηλαδή σε στήριξη του Ολάντ, σε στήριξη της σοσιαλδημοκρατίας. Εδώ έχουμε να ξεδιπλώνεται μπροστά μας όλη αυτή η χρεοκοπημένη πολιτική γραμμή που ακολουθήθηκε τη δεκαετία του '90 σε μια σειρά καπιταλιστικά κράτη που εγκλώβισε την εργατική τάξη στα πλαίσια της αστικής διαχείρισης και μετέτρεψε το εργατικό κίνημα σε ουρά της σοσιαλδημοκρατίας, συμβάλλοντας στην ανασύνταξη του αστικού πολιτικού συστήματος.


Ι.



Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ