ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 21 Μάρτη 2004
Σελ. /32
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
ΑΓΟΡΑ
Δικομματική ακρίβεια και εξωφρενικές ανατιμήσεις

Την ίδια πολιτική με εκείνη του ΠΑΣΟΚ θα ακολουθήσει η κυβέρνηση στον τομέα της αγοράς. «Φωτιά» οι τιμές αμέσως μετά τις εκλογές

Eurokinissi

Η κυβέρνηση άλλαξε, αλλά η καθημερινή ακρίβεια και οι ανατιμήσεις με τα προβλήματα και τα αδιέξοδα που φέρνουν από κοντά για χιλιάδες μισθοσυντήρητα νοικοκυριά είναι εδώ. Είναι, μάλιστα, απόλυτα βέβαιο ότι τίποτα καλό δεν προοιωνίζεται για τους εργαζόμενους σε ό,τι αφορά το ενδεχόμενο συγκράτησης των ανατιμήσεων και πάταξης της κερδοσκοπίας στην αγορά. Αντίθετα, όπως ξεκαθάρισαν την προηγούμενη εβδομάδα υπουργός και υφυπουργός Ανάπτυξης, ο Γ. Σιούφας και ο Γ. Παπαθανασίου αντίστοιχα, η κυβερνητική πολιτική γύρω από ζητήματα «προστασίας καταναλωτή» και λειτουργίας της αγοράς θα κινηθεί απαρέγκλιτα στην πεπατημένη της «ενίσχυσης του ανταγωνισμού». Πρόκειται στην ουσία για την ίδια πολιτική που εφάρμοσαν όλα τα προηγούμενα χρόνια και οι κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ και οι οποίες, στο όνομα του «ανταγωνισμού» και της «ελεύθερης αγοράς», ρίχνουν με κάθε τρόπο νερό στο μύλο της ασυδοσίας του μεγάλου κεφαλαίου, ντόπιου και ξένου. Διευκόλυναν το μεγάλο κεφάλαιο - βιομήχανους, εισαγωγείς και λιανεμπόρους - να καταληστεύει τα λαϊκά εισοδήματα και μέσα από τις ανεξέλεγκτες ανατιμήσεις σε είδη πρώτης ανάγκης.

Ενδεικτικές, για το τι περιμένει τους εργαζόμενους και με τη ΝΔ, είναι ορισμένες από τις πρώτες δηλώσεις του υφυπουργού Παπαθανασίου, μετά τις πρώτες συναντήσεις του με εκπροσώπους συγκεκριμένων κλάδων. Δήλωσε ότι στόχος της κυβέρνησης είναι να εκχωρήσει «ακόμα περισσότερες ελευθερίες στην αγορά» και πως η ακρίβεια ελέγχεται μέσα από τη «μείωση του κόστους για τις επιχειρήσεις και τον ανταγωνισμό παντού». Τη στιγμή, μάλιστα, που ο ίδιος προέρχεται από τους κόλπους των επιχειρηματιών, έχει διατελέσει επί έτη πρόεδρος του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου της Αθήνας (ΕΒΕΑ), εκπροσωπώντας επάξια τα συμφέροντα των συναδέλφων του εμποροβιομηχάνων, και το αναφέρει ως απόδειξη του πόσο καλά γνωρίζει τη λειτουργία της αγοράς, προκαλεί ιδιαίτερη επιφυλακτικότητα το γεγονός ότι εξέφρασε την «ελπίδα» πως ...«η αγορά δε θα εκμεταλλευτεί» αυτές τις «ελευθερίες» σε βάρος των καταναλωτών. Είναι, επίσης, φανερό ότι η ανέξοδη δήλωσή του πως παρόλο που είναι εναντίον των αγορανομικών διατάξεων. μπορεί να αναγνωρίσει την αναγκαιότητα ορισμένων τέτοιων σε «πολύ εξειδικευμένες περιπτώσεις», παραπέμπει ακριβώς στην πολιτική των κυβερνήσεων του ΠΑΣΟΚ. Είναι πολύ πρόσφατα μια σειρά από «μέτρα» που εισήγαγε η προηγούμενη πολιτική ηγεσία του υπουργείου Ανάπτυξης, όταν, βλέποντας ότι ο κόμπος έφτανε στο χτένι με τις ανεξέλεγκτες ανατιμήσεις και «φούσκωνε» η λαϊκή αγανάκτηση απέναντι στην εφαρμοζόμενη πολιτική, προέβαινε σε κορόνες και αποσπασματικά μέτρα, που στην πραγματικότητα καμία σχέση δεν είχαν με τον ουσιαστικό έλεγχο και την παρέμβαση που είναι αναγκαία συνολικά στη διαμόρφωση των τιμών στην αγορά, ώστε να αντιμετωπιστεί η ακρίβεια.

Οξύνεται ο ανταγωνισμός


Ηδη, έχει ανοίξει ο νέος κύκλος ανατιμήσεων από τα σούπερ μάρκετ, ενώ παράλληλα μαίνεται ο επιχειρηματικός πόλεμος που προκαλεί η ...«παγκοσμιοποίηση των αγορών» και ο ανταγωνισμός ανάμεσα στις διάφορες ομάδες και υποομάδες του ντόπιου κεφαλαίου και των πολυεθνικών. Οι εκπρόσωποι του θεωρούμενου «ντόπιου» κεφαλαίου επιχειρούν να υποβαθμίσουν τη νέα λαίλαπα ανατιμήσεων και τις μεθόδους καταλήστευσης των λαϊκών εισοδημάτων, που εφαρμόζουν όλα τα προηγούμενα χρόνια και εξακολουθούν να εφαρμόζουν. Ετσι, στην αντιπαράθεσή τους με τα ξένα μεγαθήρια, επιχειρούν τώρα να κάνουν αρνητική διαφήμιση για τις ξένες πολυεθνικές, οι οποίες ροκανίζουν συνεχώς τη θέση των ελληνικών ομίλων στην αγορά. Από αυτή την άποψη δεν είναι τυχαίο ακόμα και το όψιμο ενδιαφέρον του προέδρου του Συνδέσμου Επιχειρήσεων Σούπερ Μάρκετ Ελλάδας (ΣΕΣΜΕ) Π. Παντελιάδη, που σημειώνει ότι υπάρχει πρόβλημα από την τακτική πολυεθνικών κύρια αλυσίδων να προσελκύουν πελάτες με τη μέθοδο της πώλησης προϊόντων σε χαμηλές τιμές, χωρίς, όπως είπε, τις απαραίτητες ενδείξεις ασφάλειας. Ενα ενδιαφέρον που δε συνδέεται με τα συμφέροντα των καταναλωτών, αλλά πηγάζει από τη... μεγέθυνση του μεριδίου που αποσπούν από την αγορά οι πολυεθνικές αλυσίδες, οι οποίες κατέχοντας πιο προνομιακή θέση λόγω μεγεθών κεφαλαίων απειλούν την... «κεκτημένη» κυριαρχία των «εγχώριων» αλυσίδων. Ηδη, όπως έχει γίνει γνωστό, ετοιμάζονται να εισβάλουν στην ελληνική αγορά ακόμα τρεις γερμανικές πολυεθνικές αλυσίδες με μεγάλο μερίδιο στην αγορά των λεγόμενων discount προϊόντων. Πρόκειται για τις «Tangelmann», «Aldi» και «Rewe», που δραστηριοποιούνται ήδη σε άλλες χώρες και διαθέτουν συνολικά περισσότερα από 14.600 καταστήματα.

Στην ουσία στις πλάτες των καταναλωτών εκτυλίσσεται το κυνήγι του κέρδους σε επίπεδο διαφορετικών μεγεθών κεφαλαίου. Ενα κυνήγι που σε κάθε περίπτωση έχει ως θύματα τους εργαζόμενους και στο στόχαστρο τα εισοδήματά τους και καθόλου δεν τους αφορά με την έννοια ότι όποιος κι αν επικρατεί σ' αυτή τη διαδικασία, δεν εξασφαλίζουν ή χάνουν το δικαίωμά τους στη δυνατότητα επιλογής και απόκτησης ποιοτικών προϊόντων σε προσιτές τιμές.

Οι ανατιμήσεις

Την ίδια στιγμή η «περίοδος χάριτος», που έδωσαν οι επιχειρηματίες στην προηγούμενη κυβέρνηση, όταν ενόψει των εκλογών και με ίδιο όφελος τη δική τους διαφήμιση συγκράτησαν σ' ένα βαθμό τις ανατιμήσεις, διατηρώντας τις τιμές στα επίπεδα ακρίβειας, στα οποία έτσι κι αλλιώς ήταν διαμορφωμένα, είναι φανερό ότι έληξε. Τόσο οι προμηθευτές των σούπερ μάρκετ όσο και οι ιδιοκτήτες τους βρίσκονταν από τις αρχές του χρόνου με τους τιμοκαταλόγους των ανατιμήσεων στο χέρι.

Αξίζει να σημειώσουμε, ως ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα των τρόπων μέσα από τους οποίους οι ιδιοκτήτες των σούπερ μάρκετ υφαρπάζουν τα εισοδήματα των καταναλωτών για να αυγαταίνουν τα κέρδη τους, το εξής: Εχοντας ενημερωθεί από τους προμηθευτές τους για τις ανατιμήσεις, φροντίζουν να προμηθευτούν πριν την ανατίμηση ποσότητες τέτοιες ώστε για ένα διάστημα μετά την ανατίμηση να πωλούν με διπλό κέρδος. Τουλάχιστον μία μεγάλη αλυσίδα σούπερ μάρκετ στις αρχές του Φλεβάρη έδινε εντολή με εσωτερικές εγκυκλίους στους προϊσταμένους των καταστημάτων της να πραγματοποιήσουν παραγγελίες ενός και ενάμιση μήνα σε μια σειρά προϊόντα μέχρι τη συγκεκριμένη ημερομηνία που επρόκειτο να επιβληθούν οι ανατιμήσεις από τους προμηθευτές. Ετσι, στην πράξη η επιχείρηση απέκτησε τα συγκεκριμένα προϊόντα με την προ αύξησης τιμή και για ένα μήνα τουλάχιστον πουλάει με την αυξημένη νέα τιμή «τσεπώνοντας» τη διαφορά για λογαριασμό της.

Ο «Ρ» κατέγραψε μόνο την τελευταία εβδομάδα αυξήσεις τιμών σε δεκάδες προϊόντα ευρείας κατανάλωσης. Από αυτές παρουσιάζει σήμερα ορισμένες μόνο από τις πιο χαρακτηριστικές, ενώ υπάρχουν πολλές ακόμη μικρότερες ή μεγαλύτερες ανατιμήσεις που επιβλήθηκαν μέσα στις τελευταίες εβδομάδες. Να σημειωθεί, δε, ότι πολλά προϊόντα έχουν ανατιμηθεί και περισσότερες από μία φορές από το Γενάρη και μετά, ενώ έπονται και νεότερες τόσο σε είδη - ελάχιστα βέβαια - που ακόμα δεν έχουν ανατιμηθεί όσο και σε άλλα στα οποία έχουν επιβληθεί αυξήσεις τιμών το τελευταίο διάστημα.

Στις περιπτώσεις που ενδεικτικά φέρνει σήμερα στη δημοσιότητα ο «Ρ» οι αυξήσεις τιμών αγγίζουν και το 50%, ενώ, βεβαίως, οι ελάχιστες μειώσεις που καταγράψαμε είναι αυτονόητο ότι είναι περιπτώσεις που αφορούν συμφωνίες μεταξύ προμηθευτών και ιδιοκτητών σούπερ μάρκετ που έχουν να κάνουν αποκλειστικά και μόνο με την εξυπηρέτηση των συγκεκριμένων επιχειρηματικών συμφερόντων που περνάει και μέσα από προσωρινές μειώσεις τιμών. Μειώσεις οι οποίες σε κάθε περίπτωση δεν αλλάζουν το τοπίο των απανωτών κυμάτων ανατιμήσεων και ακρίβειας που είναι διαμορφωμένο. Είναι χαρακτηριστικό ότι στα μέσα της προηγούμενης εβδομάδας σε μεγάλο σούπερ μάρκετ αυξήθηκαν μεταξύ άλλων οι τιμές σε είδη προσωπικής υγιεινής μέχρι 33,81%, σε χαρτικά οικιακής χρήσης μέχρι 30%, σε αλλαντικά μέχρι 24,81%, σε καθαριστικά μέχρι 24,16%, σε τυριά μέχρι 7,95%, σε κρασιά μέχρι 14,67%, σε λάδια μέχρι 5,41%, σε τυποποιημένα γλυκίσματα μέχρι 28,42%, σε χυμούς μέχρι 41,05%, ενώ οι συσκευασμένες ελιές είχαν τη μεγαλύτερη από τις ανατιμήσεις που καταγράψαμε και φτάνει στο 48,62%.


Μελίνα ΖΙΑΓΚΟΥ



Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ