Με μπαράζ εκατέρωθεν δηλώσεων και αντιδράσεων συνεχίζεται η όξυνση της ενδοϊμπεριαλιστικής κόντρας ΗΠΑ - Ρωσίας, η οποία σηματοδοτήθηκε από την προχτεσινή συνέντευξη του Αμερικανού Προέδρου, Τζο Μπάιντεν, κατά την οποία χαρακτήρισε δολοφόνο τον Ρώσο ομόλογό του, Βλαντιμίρ Πούτιν, και απείλησε ότι «θα πληρώσει», όπως και από την ανάκληση του Ρώσου πρέσβη στην Ουάσιγκτον, Αν. Αντόνοφ, από το υπουργείο Εξωτερικών της χώρας του.
Χτες, ο Βλ. Πούτιν εμφανίστηκε στην τηλεόραση σχολιάζοντας με «ψυχραιμία» τις επίμαχες δηλώσεις Μπάιντεν. «Του εύχομαι υγεία. Καλή υγεία», είπε ο Ρώσος Πρόεδρος, επισημαίνοντας στη συνέχεια ότι η Μόσχα «μπορεί να προστατεύσει τα συμφέροντά της» και ότι «οι ΗΠΑ θα πρέπει να ζήσουν με αυτό». Παρατήρησε: «Οι ΗΠΑ (...) θέλουν συγκεκριμένες σχέσεις με εμάς, αλλά μόνο σε τομείς δικού τους συμφέροντος και μόνο με τους δικούς τους όρους. Παρότι πιστεύουν ότι είμαστε ίδιοι, είμαστε διαφορετικοί άνθρωποι. Εχουμε διαφορετικούς γενετικούς, πολιτιστικούς και ηθικούς κώδικες».
Μιλώντας στο τηλεοπτικό δίκτυο «Rossiya-24», ο Βλ. Πούτιν κάλεσε τον Μπάιντεν να συνομιλήσουν «σε ζωντανή σύνδεση».«Θέλω να καλέσω τον Πρόεδρο Μπάιντεν να συνεχίσουμε τη συζήτησή μας, αλλά υπό την προϋπόθεση ότι θα το κάνουμε αυτό ζωντανά, όπως λένε, στο διαδίκτυο. Χωρίς καθυστέρηση, αλλά απευθείας, σε μια ανοιχτή, άμεση συζήτηση. Θα ήταν ενδιαφέρον για τους λαούς της Ρωσίας και των ΗΠΑ και για πολλές άλλες χώρες», ανέφερε ο Πούτιν, προτείνοντας η συζήτηση να γίνει σήμερα ή τη Δευτέρα.
Το ρωσικό ΥΠΕΞ εργάζεται ήδη για να οργανώσει μια συνομιλία των δύο Προέδρων, μετέδωσε λίγο αργότερα το πρακτορείο TASS.
Νωρίτερα, η εκπρόσωπος του Λευκού Οίκου, Τζεν Ψάκι, αρνήθηκε να διευκρινίσει εάν ο επίμαχος χαρακτηρισμός «δολοφόνος» ήταν μια μεταφορά ή κυριολεκτική αναφορά του Προέδρου Μπάιντεν για τον Πρόεδρο Πούτιν, υποδαυλίζοντας περαιτέρω την ένταση στις σχέσεις Ουάσιγκτον - Μόσχας.
Παράλληλα ανέφερε πως η Ρωσία «είναι υπόλογη για τις πράξεις της», με αφορμή την έκθεση των αμερικανικών μυστικών υπηρεσιών περί απόπειρας παρέμβασης της Μόσχας στις προεδρικές εκλογές του 2020. Τόνισε πως η κυβέρνηση Μπάιντεν θα ακολουθήσει διαφορετική προσέγγιση σε ό,τι αφορά τις σχέσεις με τη Ρωσία από εκείνην που ακολουθούσε ο Πρόεδρος Τραμπ.
Την ίδια ώρα, την κλιμάκωση της κόντρας αποτυπώνει και η νέα παρέμβαση των ΗΠΑ ενάντια στον αγωγό «Nord Stream 2» για τη μεταφορά ρωσικού αερίου στην Ευρώπη με παράκαμψη της Ουκρανίας.
Σε δήλωσή του ο Αμερικανός ΥΠΕΞ, Αντ. Μπλίνκεν, σημείωσε ότι «όπως έχει πει ο Πρόεδρος, ο "Nord Stream 2" είναι μια κακή συμφωνία - για τη Γερμανία, την Ουκρανία, για τους συμμάχους και συνεταίρους μας στην Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη (...) Οπως πολλές κυβερνήσεις των ΗΠΑ έχουν ξεκαθαρίσει, αυτός ο αγωγός είναι ένα ρωσικό γεωπολιτικό σχέδιο για τη διαίρεση της Ευρώπης και την εξασθένιση της ευρωπαϊκής ενεργειακής ασφάλειας».
Υπενθυμίζοντας ότι οι σχετικές κυρώσεις των ΗΠΑ εναντίον του «Nord Stream 2» έχουν διακομματική στήριξη, τόνισε ότι η κυβέρνηση Μπάιντεν θα τις εφαρμόσει και προειδοποίησε όλες τις εταιρείες που συμμετέχουν στο έργο κατασκευής του αγωγού να το εγκαταλείψουν άμεσα.
Ενδεικτικοί των εντεινόμενων αντιθέσεων ήταν και οι υψηλοί τόνοι που προηγήθηκαν από τις δύο πλευρές όλες τις τελευταίες μέρες.
Σε ένα τέτοιο φόντο, το Πεκίνο διαμήνυσε ότι «η Κίνα δεν θα κάνει κανέναν συμβιβασμό στα θέματα που αφορούν την κυριαρχία της, την ασφάλειά της και τα συμφέροντά της». Σχολιάζοντας τη συνάντηση ο εκπρόσωπος του κινεζικού ΥΠΕΞ, Τσάο Λιζιάν, είπε ότι «δεν θα ήταν αρκετή για να ρυθμιστούν όλα τα προβλήματα», αλλά κάλεσε τις ΗΠΑ να εργαστούν με «εποικοδομητικό και ειλικρινή τρόπο» στο διάλογο των δύο χωρών.
Στο μεταξύ, σε μια ακόμα εξέλιξη όξυνσης, το υπουργείο Εμπορίου των ΗΠΑ κάλεσε κινεζικές εταιρείες πληροφορικής και τηλεπικοινωνιακού τεχνολογικού εξοπλισμού να παράσχουν πληροφορίες ώστε να εξακριβωθεί εάν οι υπηρεσίες που παρέχουν στις ΗΠΑ θέτουν σε κίνδυνο την εθνική ασφάλεια. Η υπουργός Τζίνα Ραϊμόντο δικαιολόγησε την απόφαση, που αναμένεται να ρίξει νέο λάδι στη φωτιά της σινο-αμερικανικής κόντρας, λέγοντας πως οι πληροφορίες που θα συγκεντρωθούν μπορεί να οδηγήσουν «σε δράση για την καλύτερη προστασία της ασφάλειας των αμερικανικών εταιρειών». Αντιδρώντας στην εξέλιξη αυτή η Κίνα κάλεσε τις ΗΠΑ να σταματήσουν να χρησιμοποιούν ως πρόσχημα την «εθνική ασφάλεια» για να οξύνουν την πόλωση γύρω από οικονομικά ζητήματα, απειλώντας σε διαφορετική περίπτωση με αντίποινα.
Στο μεταξύ, δικηγόρος της οικονομικής διευθύντριας της «Huawei», Μενγκ Ουανγκτζού, που κρατείται στον Καναδά πάνω από ένα χρόνο με τις κατηγορίες περί παραβίασης των αμερικανικών κυρώσεων σε βάρος του Ιράν, κατήγγειλε πως οι καταθέσεις μαρτύρων που κλήτευσε η καναδική αστυνομία σε βάρος της πελάτισσάς του έγιναν με τρόπο που παραβιάζουν τη διαδικασία ακροάσεων με σκοπό την απέλαση. Η Μενγκ απειλείται με έκδοση στις ΗΠΑ κατόπιν αιτήματος των αμερικανικών διωκτικών αρχών.
Την ίδια στιγμή, ο Αμερικανός υπουργός Αμυνας, Λόιντ Οστιν - που νωρίτερα είχε μαζί με τον Μπλίνκεν επαφές σε Ιαπωνία και Νότια Κορέα - κατευθυνόταν στο Νέο Δελχί, όπου σήμερα και αύριο θα έχει επίσημες επαφές, με στόχο την ενίσχυση της «αμυντικής συνεργασίας» ΗΠΑ - Ινδίας σε διάφορους τομείς. Λίγες μέρες μετά την τηλε-σύνοδο ηγετών του σχήματος Quad (ΗΠΑ, Ινδία, Ιαπωνία, Αυστραλία), οι νέες επαφές εντάσσονται στην προσπάθεια των ΗΠΑ για πρόσδεση της Ινδίας στους σχεδιασμούς τους, αξιοποιώντας την όξυνση των σχέσεων Ινδίας - Κίνας.
Ανακοίνωση του Πενταγώνου για το ταξίδι τόνιζε πως οι ΗΠΑ γνωρίζουν ότι χρειάζονται «ισχυρούς συμμάχους, εταίρους και φίλους σε αυτό το μέρος του πλανήτη». Ο ίδιος ο Οστιν σημείωνε ως στόχο της περιοδείας του στον Ειρηνικό «να διασφαλίσουμε ότι διαθέτουμε τις ικανότητες και τα επιχειρησιακά σχέδια που θα μας προσφέρουν μια αποτρεπτική ικανότητα απέναντι στην Κίνα ή οποιονδήποτε άλλο επιδιώξει να "χτυπήσει" τις ΗΠΑ».
Στο μεταξύ, σε πρώτο πλάνο έρχονται και οι εξελίξεις στην Κορεατική Χερσόνησο, με τον Μπλίνκεν να τονίζει ότι η κυβέρνηση Μπάιντεν εξετάζει διάφορες επιλογές για την αντιμετώπιση της Βόρειας Κορέας, «τόσο ως προς την άσκηση πίεσης όσο και ως προς τη διπλωματική προσέγγιση».
Πάντως, η α' αναπληρώτρια υπουργός Εξωτερικών της Βόρειας Κορέας, Τσόι Σουνγκ Χέε, δήλωσε ότι «εάν οι ΗΠΑ δεν εγκαταλείψουν την εχθρική πολιτική τους, δεν μπορούν να πραγματοποιηθούν επαφές και διαπραγματεύσεις». Πρόσθεσε ότι ο διάλογος απαιτεί μια ατμόσφαιρα στην οποία τα μέρη μπορούν να κάθονται στο ίδιο τραπέζι ως ίσα, αλλά η νέα αμερικανική κυβέρνηση εκφράζει μόνο «την τρελή θεωρία της απειλής από τη Βόρεια Κορέα» και την «ανοησία» για πλήρη αποπυρηνικοποίηση, αναφέροντας ότι «το να καθίσεις στο ίδιο τραπέζι με τις ΗΠΑ, που δεν είναι έτοιμες να αποδεχθούν τις αλλαγές και τις νέες εποχές, είναι απλώς χάσιμο πολύτιμου χρόνου».
«Είμαστε πεπεισμένοι ότι δεδομένης της επιδεινούμενης στρατιωτικής και πολιτικής κατάστασης στη χώρα, περαιτέρω καθυστερήσεις (σ.σ. όσον αφορά τις συνομιλίες αφγανικής κυβέρνησης - "Ταλιμπάν") θα είναι απαράδεκτες», δήλωσε ο Ρώσος ΥΠΕΞ, Σεργκέι Λαβρόφ χτες από τη Μόσχα, όπου φιλοξενήθηκαν ενδο-αφγανικές συνομιλίες, με τη συμμετοχή και της λεγόμενης «διευρυμένης "τρόικας"» (ένα σχήμα που το 2019 εγκαινίασαν Ρωσία, ΗΠΑ, Κίνα, αλλά και Πακιστάν), όπως και της Τουρκίας (που επίσης θα φιλοξενήσει ενδο-αφγανικές συνομιλίες τον Απρίλη, μετά από πρόταση των ΗΠΑ).
Σε κοινό ανακοινωθέν που εκδόθηκε γίνονται γενικόλογες αναφορές στην ανάγκη για μια «πολιτική διευθέτηση μετά από διαπραγματεύσεις», αλλά και εκκλήσεις προς όλες τις μεριές για «να μειωθεί το επίπεδο της βίας».
Η Μόσχα έχει ταχθεί δημόσια υπέρ της συμμετοχής των «Ταλιμπάν» σε μια νέα μεταβατική κυβέρνηση (κάτι που προς το παρόν η αφγανική κυβέρνηση δεν διαπραγματεύεται). Συμμετοχή «Ταλιμπάν» σε κυβέρνηση στηρίζουν και οι ΗΠΑ, όπως ανέφερε και επιστολή του Αμερικανού ΥΠΕΞ, Αντ. Μπλίνκεν, προς την αφγανική κυβέρνηση, όπου υπενθύμιζε το ενδεχόμενο αποχώρησης των ΗΠΑ από τη χώρα. Την ίδια στιγμή, μιλώντας στο δίκτυο ΑBC ο Αμερικανός Πρόεδρος, Τζο Μπάιντεν, είπε ότι το χρονοδιάγραμμα για αποχώρηση την 1η Μάη «είναι δύσκολο» και πρόσθεσε ότι «είμαι στη διαδικασία λήψης της απόφασης για το πότε θα φύγουν» τα αμερικανικά στρατεύματα. Μεταξύ άλλων, είπε ότι η περσινή συμφωνία «δεν ήταν πολύ στέρεη».
Πάντως, ο εκπρόσωπος των «Ταλιμπάν», Ζαμπιουλάχ Μουτζαχίντ, δήλωσε ότι «οι Αμερικανοί πρέπει να τερματίσουν την κατοχή τους βάσει της συμφωνίας της Ντόχα και να αποσύρουν το σύνολο των στρατευμάτων τους από το Αφγανιστάν έως την 1η Μάη».
Αγωγή κατά της ομοσπονδιακής κυβέρνησης με αφορμή την απόφαση ανάκλησης άδειας ολοκλήρωσης των έργων κατασκευής του τεράστιου πετρελαϊκού αγωγού «Keystone XL» κατέθεσαν κυβερνήτες πολιτειών με σημαντική πετρελαϊκή παραγωγή, αποτυπώνοντας τις μεγάλες αντιθέσεις στο εσωτερικό της αστικής τάξης γύρω από την ατζέντα «πράσινης ανάπτυξης» που προωθεί η κυβέρνηση Μπάιντεν υπέρ των μονοπωλίων που δραστηριοποιούνται σε αυτήν.
Ο γενικός εισαγγελέας του Τέξας Κ. Πάξτον αναφέρει στην αγωγή ότι η ομοσπονδιακή κυβέρνηση δεν έχει μονομερώς εξουσία για αλλαγή της ενεργειακής πολιτικής που έχει καθοριστεί από το Κογκρέσο. Ο Μπάιντεν ανακάλεσε μία άδεια για τον αγωγό, ο οποίος θα είχε μεταφορική ικανότητα 830.000 βαρελιών βαρύ αργού πετρελαίου πλούσιου σε άνθρακα ημερησίως από την Αλμπέρτα του Καναδά στη Νεμπράσκα.