ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 14 Νοέμβρη 2004
Σελ. /24
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
ΤΟ ΑΠΟΛΥΤΟ ΡΟΔΟ
Ενας ράστα ανάμεσά μας

Πολλοί φίλοι μού είπαν πως είμαι αυστηρός με τις κρίσεις μου για τους χριστιανούς. Αφορμή για μια άλλου είδους σκέψη, σαν απάντηση στα λόγια τους, και σαν παρότρυνση για έναν άλλο δρόμο προς το χριστιανισμό μού έδωσε το βιβλίο του Henderson Darlymple «Μπομπ Μάρλεϊ» (ράστα -ρέγκε) από τις εκδόσεις «Απόπειρα» σε μετάφραση Ντίνου Κρίτα. Καταθέτω την αγάπη μου για τους Ράστα και τον παράξενο και ιδιαίτερο δρόμο που χαράζουν για να βρουν τον Χριστό.

Ο Μπομπ Μάρλεϊ γεννήθηκε το 1945. Ο πατέρας του ήταν λευκός Βρετανός καπετάνιος και η μητέρα του Τζαμαϊκανή. Στα δεκάξι του, αποφάσισε να γίνει μουσικός. Σύμφωνα με τις διαδόσεις, εγκατέλειψε τον μάταιο τούτο κόσμο το 1981. Οι Ράστα αρνούνται ότι έχει πεθάνει, έτσι χάρη σ' αυτούς τον «συνάντησα» στο βάθος ενός καφέ στην Πλατεία Βάθης, και, παραδόξως, ήταν πρόθυμος ν' απαντήσει στις ερωτήσεις μου.

--Πώς πάει η μουσική;

«Το καλό με τη μουσική είναι/ ότι όταν σε χτυπά δε νιώθεις πόνο/ Χτύπα με με μουσική/ Χτύπα με με μουσική τώρα/ Αυτό είναι το Τρέντσταουν Ροκ, μην το παρατηρείς/ Τρέντσταουν Ροκ, μεγάλο ψάρι ή μικρό/ Τρέντσταουν Ροκ, ό,τι έσπειρες θα θερίσεις/ Τρέντσταουν Ροκ, και μόνο ο Τζα Τζα το ξέρει/ Τρέντσταουν Ροκ, δε θα σας αφήσω αβοήθητους/ Τρέντσταουν Ροκ, και δε θ' αφήσω ταπαιδιά να κλαίνε/ Τρέντσταουν Ροκ πρέπει να πείτε στον Τζα Τζα γιατί/ Εδώ είναι το Κίνγκστον 12/ είναι το Κίνγκστον 12/και μονάχα ο Θεός γνωρίζει/ γιατί βρισκόμαστε σ' αυτό το λούκι».

--Αισθάνεσαι καταπίεση;

«Με τα σίδερα δεν μπορούν να με κρατήσουν/ ούτε με τη βία να με συγκρατήσουν/ Προσπαθούν να με υποτάξουν/ μα έχω τη βοήθεια του Θεού./ Ναι, μ' έχουν κατηγορήσει (πολλές φορές) / και μ' έχουνε αδικήσει/ αλλά με τη δύναμη του Υψίστου/ θα μ' αφήσουν λεύτερο./ Μην προσπαθήσετε να με σταματήσετε πάνω στη γέφυρα/ πρέπει να φτάσω στο όρος Σιών/ τον Αγιο Τόπο./ Και αν είστε ταύρος ατίθασος/ σας λέω το εξής: εγώ είμαι ένας Δαμαστής των Στοιχειών».

--Με το Θεό στο χέρι «πυροβόλησες τον Σερίφη»;

«Τον Σερίφη σκότωσα/ όχι όμως και τον βοηθό του!/ Η ελευθερία μια μέρα βρέθηκε στο δρόμο μου/ και ξεκίνησα να φύγω από την πόλη, ναι!/ Αλλά τελείως ξαφνικά είδα τον σερίφη Τζον Μπράουν/ να με σημαδεύει για να με σκοτώσει/ κι έτσι πυροβόλησα/ τον σκότωσα και λέω:/ αν είμαι ένοχος, θα πληρώσω».

--Υπάρχει μέρος για να κρυφτείς;

«Κύριε, πρέπει να συνεχίσω τη φυγή μου/ Κύριε, πρέπει να κρυφτώ/ Κύριε, πρέπει να συνεχίσω τη φυγή μου/ να μη με βρουν/ Κύριε, με ακολουθούνε/ για φόνο με κατηγορούνε/ Ο Κύριος γνωρίζει ότι είμαι αθώος».

--Τι θ' απαντήσουμε στη σκλαβιά;

Δεν είμαστε πλέον σκυλιά, δεν είμαστε πλέον δούλοι, δεν είμαστε πλέον υπηρέτες, είμαστε άνθρωποι. Πείτε μας τι είναι φόβος, επειδή γεννηθήκαμε χωρίς φόβο. Γιοι και κόρες της Αφρικής, σηκωθείτε, βάλτε τα τόγκα της φυλετικής υπερηφάνειας και πετάξτε τα στίγματα της ντροπής που σας κράτησαν τόσους αιώνες στην καθυστέρηση. Ο Νέγρος σήμερα αγνοείται επειδή κρατήθηκε στην καθυστέρηση. Αν όμως δοκίμαζε ν' ανασηκωθεί, οι άλλες φυλές θα 'ταν πολύ ευτυχείς αν κατόρθωναν να φτάσουν στο ύψος της ισότητας και της συντροφικότητάς του. Στην πράξη, είναι άδικο ν' απαιτεί κανείς ισότητα, χωρίς να δυναμώνει την πάλη του γι' αυτήν. Ο λευκός ήταν για πάνω από τριακόσια χρόνια ο καταπιεστής μας και φυσικά δε θα κάνει τίποτα για μας για ν' αποκτήσουμε την ελευθερία στην υψηλότερη μορφή της: την αληθινή ελευθερία, την πραγματική δημοκρατία. Πρέπει μονάχοι μας ν' απελευθερωθούμε.


Του
Γιώργου ΚΑΚΟΥΛΙΔΗ


ΡΩΣΙΚΗ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑ
Στο «σφυρί» της ιδιωτικοποίησης

Από το 2005 θα εφαρμοστεί το ξεπούλημα των αρχιτεκτονικών μνημείων στους ιδιώτες

Το Μπολσόι τη «γλιτώνει» κατά τον Σβιντκόι
Το Μπολσόι τη «γλιτώνει» κατά τον Σβιντκόι
Μια σύσκεψη στο μοσχοβίτικο «Λευκό Οίκο» (έτσι ονομάζουν οι Ρώσοι το κτίριο του κοινοβουλίου τους, που έγινε πασίγνωστο όταν βομβαρδίστηκε από τον Γιέλτσιν) στα τέλη του περασμένου Οκτώβρη με τη συμμετοχή του υπουργού Πολιτισμού, Αλεξάντρ Σόκολοφ, του δημάρχου της Μόσχας, Γιούρι Λουζκόφ και μιας «στρατιάς» κυβερνητών στελεχών και γραφειοκρατών, έχει μεγάλες πιθανότητες να μείνει στην ιστορία. Οχι τόσο για τις φωνές από τους «σκυλοκαυγάδες» που μάλλον ακούστηκαν μέχρι το δρόμο, αλλά από το αντικείμενο της «συζήτησης»: Το ξεπούλημα των μνημείων της πολιτιστικής κληρονομιάς της Ρωσίας σε ιδιώτες.

Η τελευταία φράση ίσως να ακούγεται «τραβηγμένη», αλλά τα πράγματα είναι ακόμη χειρότερα, αφού ακριβώς τη λέξη «ξεπούλημα» χρησιμοποίησε και η - φιλοκυβερνητική - εφημερίδα «Ισβέστια» στο ρεπορτάζ της για τη συνεδρίαση. Αλλωστε, η λογική της «οικονομίας της αγοράς» έχει ενταχθεί και επισήμως στη ρωσική πολιτιστική πολιτική ήδη από το 2000, όπου στο σχετικό ντοκουμέντο αναφέρεται η κρατική πολιτιστική πολιτική πάντα σε σχέση με τις διαμορφωμένες συνθήκες της «οικονομίας της αγοράς». Εξάλλου, ήδη από το 2002 η Δούμα ψήφισε νόμο σχετικό με τα αντικείμενα της πολιτιστικής κληρονομιάς, ο οποίος επιτρέπει την ατομική ιδιοκτησία αρχιτεκτονικών μνημείων. Ας δούμε όμως τι προβλέπει η ρωσική κυβέρνηση για τον παγκοσμίως γνωστό αρχιτεκτονικό πλούτο της χώρας.

Οι τρεις «βίβλοι» του ξεπουλήματος

Σύμφωνα με την εφημερίδα, το πέρασμα των μνημείων σε ιδιωτικά χέρια μπορεί να αρχίσει και από το 2005. Κατά τον Ρώσο υπουργό Πολιτισμού, «άλλος τρόπος να σωθούν από την καταστροφή τα αρχιτεκτονικά μνημεία δεν υπάρχει». Κι αν κάποιος περίμενε ότι με αυτή τη φράση οι από κάτω θα τον «έπαιρναν με τις πέτρες», απλώς δεν έχουν καταλάβει ακριβώς το τι συμβαίνει στη σημερινή Ρωσία. Οι συμμετέχοντες στη σύσκεψη όντως ξεσηκώθηκαν... αλλά για να διεκδικήσουν «κομμάτι» από την «πίτα» του ξεπουλήματος.

Δεν είπε όμως τίποτα για το Ερμιτάζ...
Δεν είπε όμως τίποτα για το Ερμιτάζ...
Πάντα κατά τον υπουργό - άρα τα πράγματα μπορεί να είναι και χειρότερα - η εικόνα της κατάστασης των μνημείων της Ρωσίας είναι τραγική: Από τα 90.000 χαρακτηρισμένα ως μνημεία ιστορικής σημασίας, μόλις το 15% βρίσκεται σε «καλή κατάσταση». Το 10% είναι ήδη ερείπια. Τα δύο τελευταία χρόνια, το υπουργείο Πολιτισμού «μάζεψε» μόλις 12 δισεκατομμύρια ρούβλια για αναστηλώσεις. Η «λύση» για το ρωσικό ΥΠΠΟ ήταν η εκπόνηση νομοσχεδίων για την παραχώρηση των μνημείων στους ιδιώτες. Αν και ακόμη και οι εμπνευστές του σχεδίου φαίνεται πως έχουν δυσκολία στο να ξεκαθαρίσουν την έννοια «ιδιωτικοποίηση», αφού, για τον υπουργό, θα πρέπει να βρεθεί μια διατύπωση που να δίνει τη δυνατότητα «επαναχρησιμοποίησης» από το κράτος. Ακόμη κι αν υποθέσουμε πως τέτοιου είδους δηλωμένες προθέσεις είναι αληθινές, τότε, το ρωσικό ΥΠΠΟ, στην «καλύτερη» περίπτωση «πετάει στα σύννεφα», αφού ιδιωτικοποίηση μνημείου σημαίνει τουλάχιστον αλλαγή χρήσης, αν όχι ολοκληρωτική καταστροφή του.

Τα μνημεία κατηγοριοποιήθηκαν για την ιδιωτικοποίηση ως εξής: Στη «μαύρη βίβλο» συγκαταλέγονται αυτά που χρειάζονται εκ βάθρων αναστήλωση, δηλαδή είναι ερείπια. Στην «κόκκινη βίβλο» εντάσσονται τα «μέσης κατάστασης» συντηρημένα και στη «λευκή βίβλο» αυτά που διατηρούνται σε καλύτερη κατάσταση. Ο καυγάς άρχισε όταν οι διάφοροι φορείς και υπουργεία που έχουν στην κατοχή τους μνημεία κατάλαβαν πως το ρωσικό ΥΠΠΟ θέλει να αναλάβει τη διαδικασία ιδιωτικοποίησης μόνο του.

Ο πρώτος που «σήκωσε παντιέρα» ήταν ο δήμαρχος της Μόσχας, Γιούρι Λουζκόφ. Αναμενόμενη αντίδραση, αν σκεφθεί κανείς ότι αυτή τη στιγμή στη Μόσχα εφαρμόζεται ήδη μία τεράστιας κλίμακα καταστροφή της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς, είτε με απευθείας κατεδάφιση κτιρίων (θεωρείται και είναι, σε ορισμένες περιπτώσεις, φθηνότερο να κατεδαφίσεις ένα μνημείο και να το χτίσεις εκ νέου αντί να το αναστηλώσεις, με όρους καπιταλισμού πάντα) είτε με αλλαγή χρήσης που σημαίνει επίσης καταστροφικές επεμβάσεις στο μνημείο. Αφορμή για το θυμό του Λουζκόφ στάθηκε η εκτίμηση του υπουργού Οικονομικής Ανάπτυξης, Γκέρμαν Γκρεφ, ότι ο δήμαρχος ιδιωτικοποίησε παρανόμως 1.500 μνημεία της πόλης, τα οποία αποτελούν ομοσπονδιακή ιδιοκτησία. «Είναι απαίσιο να εργάζεσαι με όργανα της εξουσίας, τα οποία προχωρούν σε τέτοιες πράξεις σε σχέση με ομοσπονδιακά αντικείμενα. Τότε τι κάνουν με άλλες ιδιοκτησίες;» αναρωτήθηκε ο Γκρεφ. Η απάντηση του Λουζκόφ ήταν ότι αυτά που παρανομούν είναι ακριβώς τα ομοσπονδιακά όργανα. Πρόσθεσε ότι τα μνημεία δε χωρίζονται σε «δικά μας και μη δικά μας» και ότι από 1η Ιανουαρίου του 2005 θα απαγορεύεται σε μεμονωμένους ομοσπονδιακούς φορείς να χρηματοδοτούν την προστασία μνημείων. Αν αυτό συμβεί, κατά τον Λουζκόφ, τότε ο δήμος δε θα μπορεί να πληρώσει ούτε καν τις καθαρίστριες στα μνημεία.

Αρχιτεκτονικά, οικονομικά «φιλέτα»

... ή για το Πανεπιστήμιο Λομονόσοφ!
... ή για το Πανεπιστήμιο Λομονόσοφ!
Ολα αυτά τα αναφέρουμε για να αναδειχτεί περισσότερο ο κυνισμός και η κοροϊδία των εκπροσώπων του σημερινού καθεστώτος στη Ρωσία. Διότι η «Ιζβέστια» αναφέρει, ότι η σύγκρουση μεταξύ των ομοσπονδιακών αρχών και του δήμου της Μόσχας για τη διαχείριση των μνημείων έχει ξεκινήσει εδώ και χρόνια. Ο λόγος είναι ότι τα αρχιτεκτονικά μνημεία της Μόσχας αποτελούν μεγάλο οικονομικό «φιλέτο» και μπορούν να αποφέρουν τεράστια κέρδη στον εν δυνάμει ιδιοκτήτη τους: Μόνο η τιμή ενοικίου για επαγγελματική χρήση στο ιστορικό κέντρο της ρωσικής πρωτεύουσας ξεκινάει από μερικές χιλιάδες δολάρια ανά τετραγωνικό μέτρο! Γι' αυτό και έχει ξεσπάσει κανονικός «πόλεμος» μεταξύ ομοσπονδίας και δήμου, με δικαστήρια, μεγαλοστομίες, αλληλοκατηγορίες, μέχρι και καταλήψεις κτιρίων! Κατά την εφημερίδα, η «νίκη» γέρνει προς το παρόν υπέρ του δήμου.

Ενας από τους λόγους αυτής της «νίκης» είναι ότι μετά τη διάλυση της ΕΣΣΔ, ουδείς ενδιαφερόταν για τα μνημεία, ενώ είχε «παγώσει» και η χρηματοδότηση των εκτελούμενων έργων αναστήλωσης. Αν και οι ταμπέλες σε κτίρια στους δήμους της Μόσχας εξακολουθούσαν να γράφουν «Προστατεύεται από το κράτος», όλοι ήξεραν πως τα μνημεία αυτά είχαν αφεθεί στην τύχη τους. Ηταν η εποχή που η κυβέρνηση Γιέλτσιν είχε άλλου είδους «αναπτυξιακές» προτεραιότητες, όπως το ξεπούλημα της Σιβηρίας σε αμερικανικές εταιρίες. Οσο η ομοσπονδιακή κυβέρνηση θεωρούσε ακόμη τον πολιτισμό ως «βάρος», ο δήμος της Μόσχας «εγκαίρως» είδε τα μνημεία ως πηγή κέρδους. Ετσι, με δικά του κεφάλαια προχώρησε σε αναστηλώσεις (με συζητήσιμα αποτελέσματα) και άρχισε να νοικιάζει τη λαϊκή περιουσία σε εταιρίες και ιδιώτες. Στη συνέχεια επιχείρησε να αποκτήσει και νομικά δικαιώματα στα μνημεία, κάτι που τελικά κατάφερε («γράφοντάς» τα στο όνομα του Δήμου) για 1.500 από αυτά, συμπεριλαμβανομένων των πολυκαταστημάτων «Γκουμ» και «Τσουμ». Το αποτέλεσμα ήταν, ακόμη και ομοσπονδιακοί φορείς, όπως υπουργεία και ινστιτούτα που στεγάζονταν σε μνημεία... να πληρώνουν νοίκι στο Δήμο. Το κωμικοτραγικό της υπόθεσης είναι ότι η ομοσπονδιακή κυβέρνηση επιχείρησε το 2000 να βάλει «τάξη» στα πράγματα, χρησιμοποιώντας ένα από τα τελευταία διατάγματα (το Νο 3020) της Ρωσικής Σοσιαλιστικής Ομοσπονδιακής Σοβιετικής Δημοκρατίας (όπως ήταν η Σοβιετική ονομασία της Ρωσίας) σύμφωνα με το οποίο, ένα μνημείο «ομοσπονδιακής σημασίας» αποτελούσε αυτομάτως και «ομοσπονδιακή ιδιοκτησία». Εκτοτε ξεκίνησε ο «πόλεμος»...

Στο «σφυρί» και το Λένινγκραντ

Το ξεπούλημα της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς δε θα μπορούσε παρά να φτάσει και στην πόλη - ήρωα, το Λένινγκραντ. Εδώ, το «πογκρόμ» της ιδιωτικοποίησης θα σημάνει ακόμη πιο τραγικά αποτελέσματα, αφού όλη η πόλη είναι ουσιαστικά μνημείο. Στολισμένη με αρχοντικά, παλάτια, νεοκλασικά και άλλων ρυθμών κτίρια, στα περισσότερα από τα οποία γράφτηκαν οι σημαντικότερες σελίδες της πολιτικής και καλλιτεχνικής ιστορίας, όχι μόνο της Ρωσίας, αλλά όλου του κόσμου, δεν μπορεί παρά να αποτελεί ακόμη σημαντικότερο «φιλέτο» από αυτό της Μόσχας.

Ηδη από τον περασμένο Απρίλη, η κυβερνήτης της Α. Πετρούπολης, πλέον, Βαλεντίνα Ματβιένκο, παρουσίασε ένα νομοσχέδιο για την ιδιωτικοποίηση «ιστορικών αντικειμένων» της πόλης. Το βασικό «επιχείρημα» της κυβερνήτη ήταν μια σύσκεψη που είχε οργανώσει για το θέμα με την επιχειρηματική «ελίτ» της πόλης! Η οποία ήδη έδρευε στα ιστορικά κτίρια και βέβαια τα ήθελε δικά της. Οι επιχειρηματίες είπαν στις αρχές της πόλης, πως αν ήταν δικά τους αυτά τα μνημεία «δε θα φοβούνταν να επενδύσουν χρήματα για την αναστήλωσή τους»...

Στη συζήτηση για την τύχη των μνημείων πήρε μέρος με άρθρο του στην «Ιζβέστια» και ο πρώην υπουργός Πολιτισμού των κυβερνήσεων Πούτιν, Μιχαήλ Σβιντκόι. Αξίζει να αναφέρουμε μερικά αποσπάσματα, χαρακτηριστικά των «αποχρώσεων» της σκέψης των εκφραστών του κεφαλαίου. Για τον πρώην υπουργό δεν τίθεται θέμα του ποιος θα κατέχει τα μνημεία, αλλά η κατάστασή τους. Ως εκ τούτου συμφωνεί πως μπορούν και να πωληθούν. «Δεν τίθεται ζήτημα» ως προς αυτό, γράφει, λες και πρόκειται για «τσιφλίκι» του και όχι για περιουσία του ρωσικού λαού. Υπάρχουν όμως μνημεία «τα οποία δεν πρέπει ποτέ και υπό οποιεσδήποτε συνθήκες να πωληθούν», όπως για παράδειγμα... το Κρεμλίνο και το Θέατρο Μπολσόι! «Πάλι καλά» θα μπορούσε να πει κανείς. Ο ίδιος όμως στο ίδιο άρθρο παραδέχεται ότι η διαφορά μεταξύ της αναστήλωσης από το κράτος και της αναστήλωσης από το Δήμο της Μόσχας βρίσκεται στο ότι ο Δήμος βρίσκει έναν ιδιώτη επενδυτή, ο οποίος, ακριβώς επειδή χρηματοδοτεί, έχει «λόγο» και στο πώς θα γίνει η αναστήλωση και τι χρήση θα έχει.

Και σα να μην έφτανε η ρωσική αστική τάξη που θέλει να ιδιοποιηθεί τα πάντα, μέσα στο «χαμό»... «ξεφύτρωσαν» και οι αυτόκλητοι «απόγονοι» αυτών που είχαν στην ιδιοκτησία τους τα παλάτια, τα μέγαρα και τα αρχοντικά πριν την Επανάσταση του Οχτώβρη! Ενας από αυτούς, που προσπαθεί να «αποδείξει» τα «δικαιώματά» του σε ένα τέτοιο παλάτι, δηλώνει στην «Ισβέστια» ότι οποιαδήποτε ιδιωτικοποίηση χωρίς τους «κληρονόμους», θα είναι «ξεπούλημα κλεμμένης» ιδιοκτησίας!

Μετά από όλα αυτά, η προτροπή του Σβιντκόι να μην πειραχτούν το Κρεμλίνο και το Θέατρο Μπολσόι ίσως να μην ακούγεται και τόσο αυτονόητη...


Γρηγόρης ΤΡΑΓΓΑΝΙΔΑΣ
Κύριες πηγές: Εφημερίδα «Ισβέστια», Υπουργείο Πολιτισμού Ρωσικής Ομοσπονδίας



Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ