ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 11 Νοέμβρη 2001
Σελ. /32
ΑΓΡΟΤΙΚΑ
ΑΓΡΟΤΕΣ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ
Ξανά στους δρόμους για το ψωμί, το δίκιο

Συλλαλητήρια σε Καρδίτσα, Φάρσαλα, Τρίκαλα. Ο αγώνας θα κλιμακωθεί και θα συντονιστεί σε πανθεσσαλικό και πανελλαδικό επίπεδο. Στόχος η ανατροπή της αντιαγροτικής πολιτικής της κυβέρνησης και της Ευρωπαϊκής Ενωσης

«Πάμε σαν άλλοτε», λένε οι αγρότες της Θεσσαλίας και αρχίζουν νέες κινητοποιήσεις - συνέχεια αυτών που, τα τελευταία έξι χρόνια, ξεκινούσαν από τη θεσσαλική γη και στη συνέχεια επεκτείνονταν παντού, συγκλονίζοντας ολόκληρη την Ελλάδα - για την ανατροπή της αντιαγροτικής πολιτικής της κυβέρνησης και της Ευρωπαϊκής Ενωσης.

Τα συλλαλητήρια, με τρακτέρ, που πραγματοποιούνται σε μεγαλουπόλεις των θεσσαλικών νομών - συγκεκριμένα την Τετάρτη, 14 Νοέμβρη, στην κεντρική πλατεία της Καρδίτσας, την Παρασκευή, 16 του μήνα, στην πλατεία Αγοράς των Φαρσάλων, τη Δευτέρα, 19 Νοέμβρη, στην πλατεία Ηρώων Πολυτεχνείου των Τρικάλων - θα είναι μόνο η αρχή μιας νέας αγωνιστικής πορείας. Η πάλη των Θεσσαλών αγροτών θα επεκταθεί και σε πολλές επαρχιακές πόλεις, θα κλιμακωθεί ως προς τις μορφές της, θα συντονιστεί σε πανθεσσαλικό και πανελλαδικό επίπεδο, συνεγείροντας την αγροτιά όλης της χώρας.

Μέρες τώρα, στα χωριά και στις επαρχίες του θεσσαλικού κάμπου ακούγονται τα «μουγκρητά» των τρακτέρ της οργής και του αγώνα, καθώς ζεσταίνουν τις μηχανές τους, για να μεταφέρουν, από την ύπαιθρο στις πόλεις, την αγανάκτηση και το δίκιο, την αγωνία και την αγωνιστικότητα των ξωμάχων.

Οργή και αγανάκτηση

Είναι οργισμένοι και αγανακτισμένοι οι αγρότες της Θεσσαλίας.

Οργίζονται όταν βλέπουν τους εμπόρους να παίρνουν «τζάμπα» τη σοδειά τους - κόπιασαν πολύ, σόδεψαν καλά, αλλά απολαβή καμιά - και την ίδια ώρα ακούν την ηγεσία του υπουργείου Γεωργίας να τους κοροϊδεύει αισχρά, λέγοντας ότι «και φέτος οι τιμές των αγροτικών προϊόντων είναι καλές».

Αγανακτούν που η Αγροτική Τράπεζα, αφού πρώτα τους καταχρέωσε με τα υψηλά επιτόκια και τους εξοντώνει με τα πανωτόκια, αρνείται τώρα να τους δανειοδοτήσει για ν' αγοράσουν τα καλλιεργητικά τους εφόδια και να σπείρουν φέτος για να ζήσουν την οικογένειά τους, επειδή, όπως μαθαίνουν, ενόψει της ιδιωτικοποίησής της, δε θέλει να συναλλάσσεται με φτωχούς χωρικούς, παρά μόνο με την «υψηλή πελατεία».


Οργίζονται παρατηρώντας, κάθε καλοκαίρι, τα σπαρτά τους να ξεραίνονται λόγω της λειψυδρίας, αποζημιώσεις να μη δίνονται ή να είναι πολύ μικρές και να καθυστερούν πολύ, αν και «καταθέτουν» πολλά χρήματα στον ΕΛΓΑ και ο Αχελώος να μην εκτρέπεται, παρά τις συνεχείς υποσχέσεις και διαβεβαιώσεις των εκάστοτε κυβερνώντων.

Αγανακτούν που τους κόβουν την ιατροφαρμακευτική περίθαλψη και απειλούν να τους αφήσουν χωρίς την παραμικρή σύνταξη - από το 2003 κόβεται σταδιακά και το εξευτελιστικό επίδομα των 46.000 δραχμών μηνιαίως, που δίνεται στους γέροντες και κάποιοι το ονομάζουν «αγροτική σύνταξη» - επειδή δεν έχουν να πληρώσουν τις «τσουχτερές» ασφαλιστικές εισφορές στον ΟΓΑ.

Η δύναμη του αγώνα

Ξέρουν, όμως, οι Θεσσαλοί ξωμάχοι πως με το να εκφράζουν μόνο την οργή και την αγανάκτηση δε γίνεται τίποτα. Κανείς δε θα συμπορευτεί μαζί τους, αν δεν πείσουν για το δίκιο τους. Κανείς δε θα ικανοποιήσει τα δίκαια αιτήματά τους, αν δε δείξουν τη δύναμή τους. Και η δύναμη του δίκιου φανερώνεται μόνο μέσα στον αγώνα και πουθενά αλλού, σε τούτη την κοινωνία.

Αυτό το γνωρίζουν, εκ πείρας, οι Θεσσαλοί αγρότες. Γι' αυτό και βγαίνουν στους δρόμους. Εκεί σφυρηλατούν την ενότητά τους και, συγκεντρώνοντας τη δύναμή τους, μπορούν να επιβάλουν το δίκιο τους. Εκεί θα βρουν τους συμμάχους τους. Τους εργαζόμενους της πόλης και του χωριού, τους μαγαζάτορες, τους επαγγελματίες και τους βιοτέχνες, τους διανοούμενους, που γνωρίζουν πως τα συμφέροντα όλων των λαϊκών στρωμάτων είναι κοινά και πιστεύουν ότι κοινός πρέπει να είναι ο αγώνας για την υπεράσπισή τους.

Μήνυμα σε Αθήνα και Βρυξέλλες

Συμμετέχοντας στις νέες κινητοποιήσεις οι αγρότες της Θεσσαλίας στέλνουν, στην Αθήνα και στις Βρυξέλλες, μήνυμα αντίστασης και αντεπίθεσης. Δηλώνουν ότι θα παλέψουν, με νύχια και με δόντια, για να μην ξεκληριστούν από τη γη τους και να μη διωχτούν από τα χωριά τους. Οτι δε θα επιτρέψουν σε κανένα να «βάλει στο χέρι» το χωράφι τους, για να γίνουν οι άρπαγες τσιφλικάδες κι οι παραγωγοί κολίγοι.

Η αγροτιά δίνει μια ακόμα μάχη για την επιβίωσή της. Για το ψωμί και για το δίκιο της. Είναι αυτή μια μάχη του «πολέμου» για την ανατροπή της αντιαγροτικής πολιτικής της κυβέρνησης και της Ευρωπαϊκής Ενωσης, που δημιουργεί, πολλαπλασιάζει και οξύνει τα αγροτικά προβλήματα στη χώρα μας. Γι' αυτό παλεύουν οι Θεσσαλοί αγρότες κι όχι απλώς για την επίλυση κάποιων επιμέρους προβλημάτων τους. Διότι ξέρουν πως ακόμα κι αν ικανοποιηθούν κάποια αιτήματά τους, το αγροτικό πρόβλημα θα παραμένει και θα οξύνεται, όσο θα συνεχίζεται αυτή η πολιτική.

Ο «πόλεμος» αυτός, που ξεκίνησε εδώ και χρόνια, θα συνεχιστεί και θα ενταθεί, μέχρι την τελική νίκη της αγροτιάς. Και τελική νίκη θα είναι η εφαρμογή μιας άλλης πολιτικής, από μια άλλη, μια φιλοαγροτική, φιλολαϊκή κυβέρνηση, η οποία θα αναπτύξει την αγροτική οικονομία, υπέρ των συμφερόντων του αγρότη και για τη λύση των σύγχρονων διατροφικών αναγκών του ελληνικού λαού...


Η «Ατζέντα» του ξεκληρίσματος!

Οι τέσσερις άξονες της «Ατζέντας 2000», που καθορίζουν την πορεία της πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ενωσης στον αγροτικό τομέα μέχρι το 2006, επιβάλλουν τη μείωση της αγροτικής παραγωγής, τον περιορισμό των δαπανών για τη γεωργία, τη μείωση των τιμών και των επιδοτήσεων και, μέσω των αναδιαρθρώσεων, την παράδοση της γης και της παραγωγής σε νεοτσιφλικάδες

Η πορεία των Ελλήνων αγροτών προς το ξεκλήρισμα αναγράφεται καθαρά και περιγράφεται σαφώς στην «Ατζέντα 2000», που αποφασίστηκε στη σύνοδο των Ευρωπαίων πρωθυπουργών - μαζί τους και ο Κ. Σημίτης - πριν ενάμιση χρόνο στο Βερολίνο. Οι (τέσσερις βασικοί άξονες της «Ατζέντας 2000»,) που καθορίζουν την πολιτική της Ευρωπαϊκής Ενωσης για τον αγροτικό τομέα μέχρι το 2006, επιβάλλουν:

1. Την προσαρμογή της αγροτικής παραγωγής της Ευρωπαϊκής Ενωσης στη λεγόμενη παγκοσμιοποιημένη αγορά. Τούτο σημαίνει ότι θα είναι πιο μικρές οι ποσοστώσεις που αναλογούν σε κάθε χώρα. Τη μείωση της παραγωγής, η οποία, μαζί με άλλα αντιαγροτικά μέτρα, οδηγεί στο ξεκλήρισμα των μικρομεσαίων αγροτών, επιχειρούν να τη δικαιολογήσουν με διάφορα προσχήματα, π.χ., για το βαμβάκι λένε ότι υπάρχει πρόβλημα περιβαλλοντικό, για τον καπνό ότι θέλουν να προστατεύσουν τη δημόσια υγεία, για την ελιά ότι διαβρώνει το έδαφος, κ.ο.κ.

2. Τον περιορισμό των δαπανών γύρω στα 43 δισ. ευρώ, ένα ποσό πολύ χαμηλό στο σύνολο του Κοινοτικού Προϋπολογισμού. Αυτό γίνεται γιατί μέχρι το 1992 όλα τα λεφτά της ΕΟΚ πήγαιναν στην Κοινή Αγροτική Πολιτική (ΚΑΠ) και για κάποια διοικητικά έξοδα. Από το 1992 και μετά, ιδιαίτερα μετά το 2000, ενώ τα έσοδα του Κοινοτικού Προϋπολογισμού παραμένουν σταθερά, χρηματοδοτούν και νέες πολιτικές, όπως την Οικονομική Νομισματική Ενωση (ΟΝΕ) και την Κοινή Εξωτερική Πολιτική και την Πολιτική Αμυνας (ΚΕΠΑ). Να σημειώσουμε εδώ ότι οι ΗΠΑ, μετά τη συμφωνία της ΓΚΑΤΤ, αύξησαν τις επιδοτήσεις προς τη δική τους γεωργία, που τώρα ανέρχονται στα 65 δισ. δολάρια.

3. Τη μείωση των τιμών και των επιδοτήσεων των αγροτικών προϊόντων, με πρόσχημα να προσαρμοστούν στα δεδομένα της διεθνούς αγοράς. Για να δικαιολογήσουν αυτή την απόφαση, επικαλούνται το γεγονός ότι «άνοιξαν οι αγορές και τα σύνορα», ισχυρίζονται πως «ο πλανήτης είναι ένα μεγάλο χωριό», και εξ αυτού συμπεραίνουν ότι πρέπει να μειωθούν οι τιμές και οι επιδοτήσεις (!) Προς τούτο, δε, καταργούν το φραγμό προς τα κάτω, για να υπάρχει η δυνατότητα των εμπόρων να αλωνίζουν.

4. Την πραγματοποίηση διαρθρωτικών αλλαγών, ώστε να καταστεί η γεωργία πιο ανταγωνιστική στη διεθνή αγορά. Στόχος των αναδιαρθρώσεων είναι η συγκέντρωση της γης και της παραγωγής σε λίγους, οι οποίοι, παράγοντας με φθηνό κόστος, θα μπορούν να ανταγωνίζονται στη διεθνή αγορά με τις χαμηλές τιμές και τις πολύ μικρές επιδοτήσεις.

Για να προχωρήσουν, δε, γρήγορα οι αναδιαρθρώσεις χρησιμοποιείται το Γ' Κοινοτικό Πλαίσιο Στήριξης, το οποίο, εν προκειμένω, λειτουργεί ως «μοχλός» ξεκληρίσματος των μικρομεσαίων αγροτών, ώστε να συγκεντρωθεί η γη και η παραγωγή σε σύγχρονους τσιφλικάδες.


Στην πρώτη γραμμή οι βαμβακοπαραγωγοί

Ορος ύπαρξης για την ελληνική βαμβακοκαλλιέργεια η κατάργηση του καταστροφικού κανονισμού της Ευρωπαϊκής Ενωσης

Δεν είναι καθόλου τυχαίο το γεγονός ότι στις φετινές αγροτικές κινητοποιήσεις πρωτοστατούν οι βαμβακοπαραγωγοί. Οχι ότι οι παραγωγοί άλλων προϊόντων δεν έχουν πολύ σοβαρά προβλήματα - είναι γνωστό ότι οι επιδοτήσεις στα καπνά κόβονται και ο καπνοπαραγωγός είναι πλέον «είδος προς εξαφάνιση» στη χώρα μας, οι σιτοπαραγωγοί «φυτοζωούν», αφού η τιμή του προϊόντος είναι εξευτελιστική και κάθε χρόνο «μπαίνουν μέσα», ενώ ανάλογα προβλήματα αντιμετωπίζουν οι παραγωγοί καλαμποκιού, βιομηχανικής ντομάτας, οπωροκηπευτικών, λαδιού και ελιάς, τεύτλων κ.ά. - αλλά ειδικά φέτος οι βαμβακοπαραγωγοί παθαίνουν το «μεγάλο κακό». Και τούτο διότι αναγκάζονται να πουλούν το βαμβάκι σε πολύ χαμηλές τιμές - μάλιστα, κάποιες ποσότητες διατίθενται χωρίς επιδότηση, μόνο στην εμπορική τιμή, που είναι στο 1/4 της συνολικής - με αποτέλεσμα να μην καλύπτεται ούτε το κόστος παραγωγής, το οποίο συνεχώς αυξάνεται.

Για τη μείωση της τιμής του βαμβακιού ευθύνεται ο νέος κανονισμός της Ευρωπαϊκής Ενωσης, που ψηφίστηκε την περασμένη άνοιξη και μπήκε άμεσα σε εφαρμογή με την έναρξη της φετινής εκκοκκιστικής περιόδου. Δε χρειάζεται να είναι κανείς «ειδικός» για ν' αντιληφθεί ότι αυτός ο κανονισμός οδηγεί στην καταστροφή της ελληνικής βαμβακοκαλλιέργειας. Αρκεί απλώς να γνωρίζει τι προβλέπει. Να, λοιπόν, τι προβλέπει:

1. Διάθεση μόνο 770 εκατ. ευρώ, από τον κοινοτικό προϋπολογισμό, για το βαμβάκι, όσα, δηλαδή, έδινε η ΕΕ και το 1992, που η παραγωγή στη χώρα μας ήταν 460.000 τόνοι λιγότερη από τη σημερινή.

2. Διατήρηση των ίδιων θεσμικών τιμών που ήταν το 1992, ενώ ο πληθωρισμός αυξάνεται κάθε χρόνο.

3. Διατήρηση των ποσοστώσεων στο ίδιο ύψος των 782.000 τόνων, όσο ήταν και το 1995.

4. Καθιέρωση κλιμακωτού συστήματος επιβολής συνυπευθυνότητας, που μπορεί να φτάσει έως την κατάργηση της επιδότησης.

5. Διατήρηση των προνομίων των εκκοκκιστών και κλωστοϋφαντουργών σε βάρος των βαμβακοπαραγωγών, αφού θα παίρνουν 18 δρχ./κιλό από την επιδότηση και 17,4 δρχ./κιλό από την προσαρμογή της παραγωγής, αν έχουμε την περσινή παραγωγή.

6. Περιορισμό της βαμβακοκαλλιέργειας για περιβαλλοντικούς λόγους.

Οι ψεύτες της κυβέρνησης

Από την ψήφιση του νέου κανονισμού οι αγρότες φώναζαν ότι η εφαρμογή του θα έπληττε καίρια την ελληνική βαμβακοκαλλιέργεια και θα οδηγούσε στο ξεκλήρισμα πολλούς ακόμα μικρομεσαίους Ελληνες παραγωγούς. Φυσικά, το υπουργείο Γεωργίας και η κυβέρνηση ισχυρίζονταν το αντίθετο και ζητούσαν και το «σπολλάτη» από τον αγροτικό κόσμο, επειδή συνυπέγραψαν αυτό τον κανονισμό. Οι δυο υφυπουργοί Γεωργίας - ο Β. Αργύρης και ο Φ. Χατζημιχάλης - δεν έχαναν καμιά ευκαιρία να υποσχεθούν «καλή τιμή και φέτος για το βαμβάκι» και, μάλιστα, επιχείρησαν, πολλές φορές, «να βγάλουν ψεύτες» τους ηγέτες του αγωνιστικού αγροτικού κινήματος - είναι γνωστές οι συκοφαντικές κι απαράδεκτες επιθέσεις τους σε βάρος του Γ. Πατάκη και του Β. Μπούτα - που υποστήριζαν ότι, λόγω του κανονισμού, η τιμή θα είναι χαμηλή και οι βαμβακοπαραγωγοί θα υποστούν βαρύ πλήγμα στο εισόδημά τους.

Κι επειδή «το ψέμα έχει κοντά ποδάρια», ήρθε «το πλήρωμα του χρόνου» για ν' αποδειχτεί ποιος είναι ψεύτης και απατεώνας. Οι βαμβακοπαραγωγοί πουλούν τώρα από 200 μέχρι 220 δραχμές το κιλό - πέρσι η μέση τιμή κυμάνθηκε γύρω στις 290 δραχμές το κιλό - που, μάλλον, θα είναι και η τελική τιμή, καθώς η παραγωγή αναμένεται να ξεπεράσει κατά πολύ το πλαφόν και έτσι, λόγω και του κλιμακωτού συστήματος επιβολής συνυπευθυνότητας, δε δικαιούνται να πάρουν επιστροφές από τις παρακρατήσεις που έγιναν.

Δίκαια αιτήματα

Δικαίως, λοιπόν, οι βαμβακοπαραγωγοί ξεσηκώνονται και, πρωτοστατώντας στους νέους αγώνες της αγροτιάς, απαιτούν την κατάργηση του καταστροφικού κανονισμού της Ευρωπαϊκής Ενωσης, διεκδικώντας:

1. Την εξασφάλιση τιμής 362 δρχ. το κιλό, που είναι η τιμή στόχου, για τους μικρομεσαίους αγρότες. Κι αυτό μπορεί να γίνει με την απαλλαγή τους από το πρόστιμο συνυπευθυνότητας για τα πρώτα 100 ιδιόκτητα και τα πρώτα 150 νοικιασμένα στρέμματα που καλλιεργούν με βαμβάκι, ή μέσω εθνικής ενίσχυσης.

2. Την αύξηση των δαπανών του κοινοτικού προϋπολογισμού για το βαμβάκι, έτσι που να καλύπτουν όλη την παραγωγή της χώρας μας.

3. Την κατάργηση των προνομίων των εκκοκκιστών σε βάρος των αγροτών, όπως ο μετακαθορισμός και ο προκαθορισμός, ώστε ν' αποδίδουν όλη την επιδότηση στους παραγωγούς και να μην πληρώνουν πρόστιμο οι βαμβακοπαραγωγοί από την προσαρμογή του βάρους, αλλά με βάση την πραγματική παραγωγή.

4. Την εξόφληση του παραγωγού με την παράδοση του προϊόντος, ώστε να σταματήσει το αίσχος της εξόφλησης σε τρεις δόσεις.

5. Να μη χρησιμοποιήσει η κυβέρνηση τη δυνατότητα μείωσης της βαμβακοκαλλιέργειας, που της δίνει ο νέος κανονισμός για περιβαλλοντικούς λόγους.

6. Να μην εφαρμοστούν οι διυπουργικές αποφάσεις για επιλέξιμες και μη επιλέξιμες ποσότητες βαμβακιού και να επιδοτηθούν όλες οι ποσότητες.

7. Να διενεργούνται αυστηροί έλεγχοι για να μην περνάει «αέρας», που «φουσκώνει» τις ποσότητες του βαμβακιού.


Κείμενα
Παύλος ΡΙΖΑΡΙΩΤΗΣ



Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ