ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 10 Νοέμβρη 2002
Σελ. /32
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Στον αέρα τα «εταιρικά συνταξιοδοτικά ταμεία»

Η κρίση της αμερικανικής οικονομίας συμπαρασύρει στη δίνη της και το ιδιωτικοποιημένο ασφαλιστικό σύστημα, ξεκινώντας από το συνταξιοδοτικό τομέα

Δύο από τις μεγαλύτερες αμερικανικές επιχειρήσεις, η «Φορντ» και η «Τζένεραλ Μότορς», ανακοίνωσαν την περασμένη βδομάδα ότι αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα στα συνταξιοδοτικά τους ταμεία. Χιλιάδες εργαζόμενοι, που είχαν «επενδύσει» τις ασφαλιστικές τους εισφορές στα «εταιρικά ταμεία συνταξιοδότησης», πληροφορήθηκαν ότι κινδυνεύουν να χάσουν τις συντάξεις τους. Και δεν είναι μόνον αυτοί...

Τον περασμένο μήνα, ο γνωστός χρηματοπιστωτικός οίκος «Credit Suisse First Boston» ολοκλήρωσε μια έρευνα σε 360 μεγάλες αμερικανικές επιχειρήσεις που έχουν δικά τους συνταξιοδοτικά προγράμματα. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της έρευνας, τα «εταιρικά ταμεία» μπορούν να καλύψουν μόνον το 80% των υποχρεώσεών τους απέναντι στους εργαζόμενους. Συγκεκριμένα, υπολογίζεται ότι μέχρι το τέλος της χρονιάς οι υποχρεώσεις των ταμείων ανέρχονται σε 1,15 τρισεκατομμύρια δολάρια ενώ το ενεργητικό τους δε θα ξεπεράσει τα 900 δισεκατομμύρια δολάρια.

Η κρίση της αμερικανικής οικονομίας, που εκδηλώνεται με τα χαρακτηριστικά της επίμονης και βαθιάς ύφεσης, φαίνεται ότι συμπαρασύρει στη δίνη της και το ιδιωτικοποιημένο ασφαλιστικό σύστημα, ξεκινώντας από το συνταξιοδοτικό τομέα. Εκατοντάδες χιλιάδες εργαζόμενοι βρίσκονται μπροστά στο φάσμα μιας ολοκληρωτικής καταστροφής. Δεν κινδυνεύουν να χάσουν μόνον τη δουλιά τους, αλλά και τα συνταξιοδοτικά τους δικαιώματα.

Για 12.000 εργαζόμενους, της περιβόητης ενεργειακής εταιρίας «Enron», που κατέρρευσε μέσα σε έναν ορυμαγδό οικονομικών και πολιτικών σκανδάλων, τα παραπάνω δε συνιστούν απλό κίνδυνο, είναι η σκληρή πραγματικότητα.

Οι εργαζόμενοι αυτοί συμμετείχαν στο «εταιρικό πρόγραμμα συνταξιοδότησης», το γνωστό ως «σχέδιο 401(k)». Σύμφωνα με το σχέδιο αυτό, οι εργαζόμενοι εμπιστεύονταν τις ασφαλιστικές τους εισφορές στην «Enron», η διοίκηση της οποίας υποσχόταν την «αξιοποίησή» τους και την παροχή μιας ικανοποιητικής σύνταξης, όταν θα ερχόταν η ώρα της συνταξιοδότησης. Τα αποθεματικά αυτού του ταμείου υπολογίζονταν σε 1 δισεκατομμύριο δολάρια. Οταν άρχισε να αντιμετωπίζει προβλήματα, η διοίκηση της «Enron» αποφάσισε με τα λεφτά του ταμείου να στηρίξει τη μετοχή της εταιρίας, επενδύοντας σ' αυτήν πάνω από 600 εκατομμύρια δολάρια. Οταν λοιπόν η «Enron» κατέρρευσε, μαζί με τη μετοχή της κατέρρευσε και το «εταιρικό συνταξιοδοτικό ταμείο» της.

Περίπου τα μισά από τα «εταιρικά συνταξιοδοτικά προγράμματα» των ΗΠΑ - με αποθεματικά μεγαλύτερα των 5 δισ. δολαρίων - επενδύουν σήμερα περισσότερο από το 25% των περιουσιακών τους στοιχείων στη μετοχή της εταιρίας τους. Παρομοίως το ένα στα τέσσερα επιχειρηματικά συνταξιοδοτικά προγράμματα των ΗΠΑ, με αποθεματικά μεγαλύτερα των 10 δισ. δολαρίων, επενδύει περισσότερο από το 50% των κεφαλαίων που συγκεντρώνονται από τις εργασιακές εισφορές στη δική του μετοχή, ενώ ένα στα δέκα επενδύει περισσότερο από το 75% στην ιδία μετοχή.

Υπ' αυτές τις συνθήκες, και καθώς η οικονομική κρίση συνεχίζεται, προσλαμβάνοντας μεγάλες διαστάσεις, η σύνδεση της συνταξιοδότησης των εργαζομένων με την τύχη της επιχείρησης στην οποία εργάζονται προκαλεί μια εφιαλτική προοπτική. Αυτή η προοπτική ενεργοποίησε ακόμη και τον ΟΟΣΑ, ο οποίος με επείγουσα εγκύκλιό του καλεί τα κράτη-μέλη του να υιοθετήσουν αυστηρότερους κανόνες, που θα καθιστούν τους συνταξιοδοτικούς φορείς αποκλειστικά υπεύθυνους για τις αποφάσεις τους. Ο ΟΟΣΑ προτείνει το ποσοστό των εταιρικών μετοχών που επενδύονται σε συνταξιοδοτικά προγράμματα να μην υπερβαίνει το 10%. Πρόκειται, όμως, για απλή σύσταση και τίποτα παραπάνω.

Παρά το γεγονός ότι το ιδιωτικό συνταξιοδοτικό σύστημα απειλείται με πλήρη κατάρρευση στις ΗΠΑ, οι ιθύνοντες της Ευρωπαϊκής Ενωσης επιμένουν να θεωρούν το «αμερικανικό μοντέλο» συνταξιοδότησης ιδανικό για τα κράτη-μέλη της ΕΕ. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αλλά και οι Σύνοδοι Κορυφής έχουν κατ' επανάληψη αναφερθεί στο μοντέλο των «εταιρικών συνταξιοδοτικών συστημάτων» ως πρότυπο για τις ασφαλιστικές μεταρρυθμίσεις.


ΚΕΙΜΕΝΑ:
Δάνης ΠΑΠΑΒΑΣΙΛΕΙΟΥ

Επιμένει η ανεργία στη Γερμανία

Λίγες μέρες μετά την εκλογική νίκη του συνασπισμού Σοσιαλδημοκρατών - Πράσινων στη Γερμανία ανακοινώθηκαν τα στοιχεία για την ανεργία. Το Ομοσπονδιακό Γραφείο Εργασίας ανακοίνωσε ότι τον Οκτώβρη το ποσοστό της ανεργίας ανέβηκε στο 9,9%, έναντι του 9,8% του Σεπτέμβρη. Η αύξηση της ανεργίας διέψευσε τις αισιόδοξες προβλέψεις των περισσότερων οικονομικών αναλυτών και ενίσχυσε τις δυσοίωνες εκτιμήσεις για την πορεία της «ισχυρότερης οικονομίας» της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Ειδικότερα, τον Οκτώβρη οι άνεργοι σε εποχικά προσαρμοσμένη βάση αυξήθηκαν κατά 22.000 φθάνοντας τα 4,119 εκατομμύρια σε σύγκριση με το Σεπτέμβρη· οι αναλυτές ανέμεναν αύξηση μόλις κατά 10.000 άτομα. Παρουσιάζοντας τα στοιχεία στη Νυρεμβέργη ο πρόεδρος του Ομοσπονδιακού Γραφείου Εργασίας Φλόριαν Γκέρστερ, δήλωσε ότι δεν αναμένει βελτίωση της αγοράς εργασίας προ του δεύτερου εξαμήνου του 2003. «H ανάπτυξη της γερμανικής οικονομίας είναι πολύ ασθενική για να δημιουργήσει θέσεις εργασίας», υπογράμμισε ο κ. Γκέρστερ. «Εκτιμώ ότι οι άνεργοι θα φθάσουν κατά μέσο όρο τα 4,1 εκατομμύρια το 2003 και τα 4 εκατομμύρια φέτος». Αν και ο υπερυπουργός Εθνικής Οικονομίας και Εργασίας Βόλφγκανγκ Κλέμεντ ζήτησε την ταχεία εφαρμογή των προτάσεων για την απασχόληση της αποκαλούμενης «Επιτροπής Χαρτζ», ο κ. Γκέρστερ τις χαρακτήρισε μη επαρκείς. Κατά την άποψή του, χρειάζονται επιπλέον πολιτικές πρωτοβουλίες σε επίπεδο κρατιδίων. Το Γραφείο του θα χρειαστεί έως και 5 δισ. ευρώ φέτος από την ομοσπονδιακή κυβέρνηση για να καλύψει το κόστος από την αύξηση της ανεργίας. Κι αυτό είναι κακή είδηση για την κυβέρνηση Σρέντερ, ο οποίος προσπαθεί να μειώσει το δημοσιονομικό έλλειμμα σύμφωνα με τις προδιαγραφές της EE.

Κέρδη και απολύσεις στις ΗΠΑ

Μπορεί τα κέρδη ορισμένων από τις μεγαλύτερες εταιρίες της Αμερικής να φαίνεται πως σιγά σιγά ανακάμπτουν. Ομως, η αύξηση των εταιρικών κερδών δε φαίνεται να παρηγορεί ιδιαίτερα τους εργαζόμενους, οι οποίοι διαπιστώνουν πως συνεχίζονται οι περικοπές εργατικού δυναμικού. Στη διάρκεια των τελευταίων βδομάδων πολλές εταιρίες ανακοίνωσαν τα σχέδιά τους για νέο γύρο απολύσεων, οι οποίες θα πραγματοποιηθούν τους προσεχείς μήνες. Η «J.P. Morgan Chase & Co.» ανακοίνωσε πως θα περιορίσει το προσωπικό του τμήματος επενδυτικής τραπεζικής κατά 2.200 εργαζόμενους επιπλέον. Η εταιρία λογισμικού «Sun Microsystems» σχεδιάζει τη συρρίκνωση του εργατικού της δυναμικού κατά 4.400 θέσεις εργασίας. Η εταιρία αεροδιαστημικής «Boeing» θα απολύσει 1.200-1.500 εργαζόμενους, ενώ η εταιρία οπτικών ινών «Corning» σχεδιάζει 2.200 περικοπές θέσεων. Σε πολλές περιπτώσεις τα σχέδια νέου γύρου απολύσεων ανακοινώνονται ταυτόχρονα με την είδηση βελτιωμένης κερδοφορίας. Το συγκεκριμένο γεγονός υποδεικνύει πως πολλές επιχειρήσεις προετοιμάζονται για το 2003, το οποίο θεωρούν πως θα αποτελέσει μια ακόμη δύσκολη χρονιά, έχοντας χάσει την εμπιστοσύνη τους στις προοπτικές ανάκαμψης της οικονομίας, θεωρώντας πως «η μείωση του κόστους» αποτελεί το μόνο σίγουρο τρόπο για την ενίσχυση των κερδών. Στη διάρκεια των πρώτων εννέα μηνών του 2002 1,6 εκατ. εργαζόμενοι έπεσαν θύματα του νέου γύρου περικοπών που εξήγγειλαν οι εταιρίες, σύμφωνα με στοιχεία του αμερικανικού υπουργείου Εργασίας. Ο συγκεκριμένος αριθμός είναι μειωμένος συγκριτικά με το 1,7 εκατ. απολύσεις το εννιάμηνο 2001, αντικατοπτρίζει όμως πολύ χειρότερες επιχειρηματικές συνθήκες έναντι της περιόδου οικονομικής ευημερίας προς τα τέλη της δεκαετίας του '90.



Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ