ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Τετάρτη 1 Γενάρη 2003
Σελ. /32
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
Κάλαντα κι ευχές του λαού για το 2003

Ο ποιητής λαός μας δεν «έγραψε» από στήθους, στο διάβα των αιώνων, μόνον τα αθάνατα δημοτικά τραγούδια του, ιστορώντας τα πάθη, τους πόθους, τα πένθη, τους αγώνες, τους ήρωές του, το μόχθο του τον καθημερινό για τον επιούσιο. Δεν ύμνησε μόνο τις ομορφιές και τα πλάσματα της φύσης και τους έρωτές του. Αφηγήθηκε στιχουργικά και τραγουδιστικά τα έθιμά του - τα πένθιμα και γιορτινά, στο σπίτι, στη δουλιά, στο χωριό, στην πόλη. Μεγάλο, σπουδαίο είδος της δημοτικής ποιητικής μας παράδοσης, είδος κι αυτό με άπειρες παραλλαγές στο θέμα, ανάλογα με τις ιδιαίτερες παραδόσεις κάθε τόπου, και πάμπλουτο γλωσσικά, χάρη στη διάλεκτο κάθε περιοχής, είναι και τα χριστουγεννιάτικα και πρωτοχρονιάτικα κάλαντα, που έπλασε ο λαός μας. Με ευχητήριες «γεύσεις» καλάντων από διάφορες περιοχές υποδεχόμαστε το 2003.

Πωγώνι

Εσένα πρέπ' αφέντη μου ντουρβάς με δεκανίκι, / να σε τραβούνε τα σκυλιά και πέντε, δέκα λύκοι. / Και σε κυρά η ομορφιά γρήγορα να σ' αφήσει, / ο άντρας σου να σε ιδεί και να μη σε γνωρίσει. / Την κόρη σου την όμορφη βάλτηνε στο ζεμπίλι / και κρέμασέ την αψηλά να μην τη φαν οι ψύλλοι. / Από χρόνους σας πολλούς, μ' ένα τάσι ποντικούς!

***

Βάλε τ' αφέντη μ' βάλε το το χέρι σου στην τζέπη / αν εύρεις γρόσια δος μας τα, φλουριά μην τα λυπάσαι. / Βάλε και το γλυκό κρασί, να πιουν τα παλικάρια.

Πόντος


Αρχή κάλαντα κι αρχή του χρόνου. / Πάντα κάλαντα, πάντα του χρόνου. / Αρχή μήλον εν' κι αρχή κυδών' εν' / αρχή μούσκον εν' το μυρισμένον. / Εμύριστεν ατ ο κόσμος όλεν. / Για μυρίστ' άτο κι εσύ αφέντα. / Επραξαν ατόν οι σκύλ' εβραίοι. / Αίμαν έσταξεν, αίμαν πα κι έτον. / Δέβα σο ταρέζ κι έλα σην πόρταν. / Χα μηλόποτα, χα ξηρά τσιρόπα. / Χα ξερά - ξερά κοκκιμηλόπα.

Μεσόγεια Αττικής - Κορινθία κλπ.

Αρχιμηνιά κι αρχιχρονιά / ψιλή μου δεντρολιβανιά. / Το καλαμάρι έγραφε

και το χαρτί ομίλει / άσπρε μου χρυσέ μου ήλι(ε).

- Βασίλη πόθεν έρχεσαι / και πόθεν κατεβαίνεις / και δε μας απαντηχαίνεις.

- Από τη μάνα μ' έρχομαι / πώς δε σας καταδέχομαι (και γω σας καταδέχομαι) / και στο σχολειό μου πάω / δε μου λέτε τι να κάνω.

- Κάτσε να φας, κάτσε να πιεις / κάτσε τον πόνο σου να πεις / κάτσε τον πόνο σου να πεις / κάτσε να τραγουδήσεις.

Κεσσάνη Θράκης

Αϊ - Βασίλης έρχεται από την Καισαρίτσα / σέρνει μουλάρια δώδεκα βουρδόνια δεκατρία / σέρνει και μια χρυσόμουλα με τη χρυσή τη σέλα.

- Βασίλη μ' πούθε έρχεσαι, Βασίλη μ' πού πηγαίνεις;

- Από τη μάνα μ' έρχομαι στο δάσκαλο πηγαίνω.

- Αν έμαθες τα γράμματα, πες μου την αλφαβήτα.

Και στο ραβδί ακούμπησε να πει την αλφαβήτα. / Και το ραβδί 'τάνε ξερό, χλωρό βλαστάρ' απόλκε, / απάνω στα βλαστάρια του περδίκια φωλιασμένα / και κάτω στη ριζίτσα του βρύση μαλαματένια. / Παίρνουν στη μύτη τους νερό και στα φτερά τους χιόνι / και βρέχουν τον αφέντη τους, βρέχουν και την κυρά τους / και πάλι ξαναβρέχονται και βρέχουν όλον τον κόσμο.


Στην παραλλαγή της Κρήτης μετά τον εικοστό στίχο:

Μ' αλήθεια όντεν απλώνευγα, και ο Χριστός επέρνα / κι εκεί που στάθηκε ο Χριστός χρουσό δεντρόν εβγήκε. / Κι απάνω η κορφίτσαν του χρουσή κι ολόχρουσ' είναι / και κάτω η ριχίντσαν του όλο κ' ολάργυρ' είναι. / Κι απάνω στην κορφίτσαν του, πέρδικα κακαρίζει / κακάριζε κακάριζε κι αν κηλαϊδείς κηλάδει, / κ' εγώ θα χτίσω εκκλησιά, με δεκαοχτώ καμάρες / κάθε καμάρα το κερί, και κάθε δυο λαμπάδα / και κάθε τρεις και τέσσερες, ώρια πανώρια βρύση. / Κι όσοι διαβάτες κι α διαβούν, περάτες και περάσουν / να πίνουν το κριγιό νερό, τον Κύριο να δοξάζουν. / Οσ' άστρ' είντε στον ουρανό και φύλλα εις τα δέντρα / τόσα ψιλά ποκάμισα να καταλήσ' ο αφέντης. / Θωρείς εκείνην την κορφήν, την άλλη την παρέκει; / Εκεί κοιματ' αφέντης μας, μαζί με την κεράν του. / Και ποιος θα μπει και ποιος θα βγει να μας τον εξυπνήσει;

- Βάλε πανιέρι κάστανα, πανιέρι μοσχοκάρυα / κ' ενώ θα μπω κι εγώ θα βγω να σας τον εξυπνήσω. / Ξύπνησ' αφέντη ξύπνησε να φάμε και να πιούμε, / να φας από λαγού μερί κι απ' αγριμιού τη μέση. / Μα 'παμε δα τ' αφέντη μας κι ας πούμε τση κεράς μας. / Κερά μαργαροτράχηλη και φεγγαρομαγούλα / και κρουσταλλένια του Μαϊού και πάχνη που τα χιόνια / απού τον έχεις τον υγιό, / λευκοκανακάρη. / Λούεις τον και χτενίζεις τουν κ' εις το σχολειό τον πέμπεις. / Κι ο δάσκαλος τον έβαλε να του καλαναρχίσει / και ξέπεσέν του το κερί, κ' έκαψε το χαρτίν του / κ' έκαψε και την κάρτσαν του την πολυξομπλιασμένη / οπού την εξομπλιάζανε οι τρεις βασιλιοπούλες. / Πού βαν' η μια τον πόθο τση κ' η γ' άλλη τη δουλιεάν τση / κ' η τρίτη η καλύτερη, βάνει την ομορφιάν τση. / Κι ο δάσκαλος τον έδειρε μ' ένα χρουσό βεργιάλι / και η κερά δασκάλισσα με το μαργαριτάρι. / Παίρνει τον παραπόνεση το φόρος φόρος πάει / κ' οι γι' άρχοντες του λέγανε - μωρέ μαγκλαβισμένε. / Είπαμε δα και τση κυράς, ας πούμε και τση βάγιας. / Αψε βαγίτσα το κερί και βάγια το λυχνάρι / για ιδέ και για στηνρήξηξε ίντα θα μας εδώσεις. / Απάκι γη λουκάνικο γη από μερό κομμάτι / κ' απού τη μαύρην όρνιθα κιανέναν αυγουλάκι, / κι απού το κασελάκι σου κιανέναν τσικινάκι / κι απού το κρασοπίθαρο, κιαμιάν κουπιά κρασάκι, / κι απού το λαδοπίθαρο έναν κάρτο λαδάκι. / Μ' ακόμη δεν τον ηύρηκες το μάνταλο ν' ανοίξεις / να μας εδώσεις τίβοτσι κ' ύστερα να σφαλίξεις; / Κι αν είναι με το θέλημα, χρουσή μου περιστέρα / άνοιξε το πορτέλο σου να πούμε καλησπέρα. / Κ' επά που καλαντήσαμε καλά μας επλερώσα / καλά νάνιε τα έχειν των και τ' αποδόματά των. / Κι αν έχουν θηλυκό παιδί καλή μοίρα να κάμει / πάκι κι αν είν' αρσενικό στη σέλα καβαλάρης. / Να σειέται να λυγίζεται να πέφτει το λογάρι / να το μαζώνουν οι γι' άρχοντες να κάνουν δαχτυλίδια / και τα μικρ' αρχοντόπουλα, μικρά παρανυχίδια. / Τέσσερα πέντε γράμματα γράφει η γι' αλφαβήτα / όσην κι αν απομένετε έχετε καλήν νύχτα. /


***

Καλήν σας αρχινεμιά / τα ρίφια και τ' αρνιά σας θηλυκά / και τα κοπέλια σας αρσενικά.

Κωνσταντινούπολη

Αϊ - Βασίλης έρχεται από το σταυροδρόμι / σέρνει μουλάρια δώδεκα βουρδόνια δεκαπέντε / στη μούλα τη χρυσή κάθετ' Αϊ - Βασίλης.

- Βασίλη μου, καλέ, για πες μου, πού πήγαινες;

- Από της μάνας μου έρχομαι στο δάσκαλο πηγαίνω.

- Κάτσε να φας κάτσε να πιεις κάτσε να τραγουδήσεις.

- Εγώ γραμματικός είμαι τραγούδια δεν ηξεύρω.

- Αν είσαι και γραμματικός, πες μας την αλφαβήτα.

Και το ραβδί τ' ακούμπησε να πει την αλφαβήτα / και το ραβδί 'τανε ξερό χλωρά βλαστάρια απόλκε / κι απάνω στα βλαστάρια του πουλάκια φωλιασμένα, / και κάτω στη ριζίτσα του, λιβάδια πρασινάδα, / κι απάνω στην ψηλή κορφή σταυρός μαλαματένιος.

Μακεδονία

Αγιος Βασίλης έρχεται Γενάρης ξημερώνει. / Βαστά εικίνα και χαρτί χαρτί και καλαμάρι. / Το καλαμάρι έγραφε και το χαρτί μιλούσε: / «Βασίλη μ' πούθεν έρχεσαι; Πού θέλεις να πηγαίνεις; / Σαν έρχεσαι απ' τη μάνα σου, πες μας ένα τραγούδι, / κι αν έρχεσαι απ' τη μάνα σου, πες μας ένα τραγούδι, / κι αν έρχεσαι απ' το δάσκαλο πες μας την αλφαβήτα». / Και στο ραβδί του ακούμπησε να πει την αλφαβήτα / και το ραβδί ήταν ξερό κι αμόλησε βλαστάρια, / βλαστάρια χρυσοβλάσταρα / κι απάνω στις κορφίτσες τους περδίκια φωλιασμένα. / Πετούν, χιμούν οι πέρδικες χιμούν τα περιστέρια / παίρνουν νερό στα νύχια τους και μόσκο στα φτερά τους. / Δροσίζουν τον αφέντη μας δροσίζουν την κυρά μας. / Σήκω κυρά μου κι άλλαξε, βάλε τα γιορτινά σου / βάλε τον ήλιο πρόσωπο και το φεγγάρ αστήθι / και του κοράκου το φτερό βάλ' το καμπανοφρύδι.

Τσεσμές Μ. Ασίας

Αρχιμηνιά, κερά, κι αρχιχρονιά / κι αρχή καλός μας χρόνος / κι αρχή που βγήκε, κερά μου, ο Χριστός / τριώ χρονώ παιδάκι / κι όλο τον κόσμο, κερά μου, γύρισε / σαν το καλογεράκι. / Και κει που περιπάτησε χρυσή μηλίτσα βγήκε / και μες στα φύλλα, κερά μου, της μηλιάς / δυο μήλα χρυσομήλα. / Ξύπνα, αφέντη, αφέντη τσ αφεντιάς / και μη πολυκοιμάσαι / γιατί ο ύπνος, αφέντη, ο πολύς / μαραίνει και χαλά σε. / Σ' αυτό το σπίτι, κερά μου, που 'ρθαμε / τα ράφια είναι ξυλένια / του χρόνου σαν ξανάρθομε / να 'ναι μαλαματένια. / Για σφάξετε, κερά, τον πετεινό / σφάξετε και την κότα. / Δω 'μας και μας, κερά, τον κόπο μας / να πάμε σ' άλλη πόρτα. / Και εις έτης πολλά.

Χίος

Εις αυτό το νέον έτος Βασιλείου εορτή / ήρθα να σας χαιρετήσω με την πρέπουσα ευχή. / Να καλησπερίσω θέλω τα αγαπημένα σας / με καλό να την ιδείτε τα ξενιτεμένα σας. / Εύχομαι λοιπόν να ζείτε πολυχρόνιοι, υγιείς / κι ο Βασίλειος, ο μέγας πάντοτε συνδρομητής. / Αλλα έτερα σας πρέπουν να ειπώ δεν ημπορώ / σας αφήνω καληνύχτα και του χρόνου με καλό.

Ρούμελη

Αϊος Βασίλης έρχεται Γενάρης ξημερώνει.

- Βασίλ' απόθεν έρχεσαι κι απόθε κατεβαίνεις;

- Από τη μάνα μ' έρχομαι στο δάσκαλο πααίνω.

Πάω να μάθω γράμματα να πω την αλφαβήτα / κι η πατερίτσα ήταν ξερή, χλωρό βαλστάρ' πετάει / κι απάνου στα ξεκλώναρα περδίκια φωλιασμένα. / Δεν είν' περδίκια μοναχά, μον' ειν' και περιστέρια. / Πετάξτε σεις πουλάκια μου και σύρτε στην κυρά σας / που κοσκινάει το φλουρί και δριμονίζει τ' άσπρα. / Κέρνα τ' αφέντη μ' κέρνα τα τα λασποκοπιασμένα / να πάνε στο κρασοπουλειό να πουν καλό για σένα.

Κύθνος

Αρχιμηνιά κι αρχιχρονιά / ψιλή μου δεντρολιβανιά / ήρθ' ο καλός ο χρόνος / εκκλησιά με τ' άγιο θρόνος. / Κούμπησε στο ραβδάκι σου στο χλωρομπαστουνάκι σου / χλωρά βλαστάρια πέτα / άσπρη κόκκινη βιολέτα. / Κι απάνου στα βλαστάρια του / και στα περικοκλάδια του / πηγάδια πετροπήγαδα / κι αυλές μαρμαρωμένες / που κατεβαίν' η κέρδικα / πίνει νερό και βρέχει τη φτερούγα της / δροσίζει τον αφέντη. / Εσένα πρέπει αφέντη μου / κορόνα στο κεφάλι / να σε ξεπερετήσουνε / ούλοι, μικροί μεγάλοι. / Ας φάμε και τον κόκορα / ας φάμε και την κότα / δος μας την τρύπια σφάτζικα / να πάμε σ' άλλη πόρτα.

Κρήτη

Ταχιά ταχιά ν' αρχιμηνιά ταχιά 'ν αρχή του χρόνου / ταχιά ν' όπου προπάτηξεν ο Κύριος στον κόσμο. / Ο πρώτος που χαιρέτηξεν ήταν ο Αϊ-Βασίλης

- Καλώς τα κάνεις Βασιλειό, καλό ζευγάριν έχεις.

- Καλό το λες αφέντη μου καλό και βλογημένο, / οπού το 'βγόλα η χάρη σου με το δεξό του χέρι, / το μαύρο και το μελισσό που 'ναι στεφανοκέρι.

- Πευκένιο 'ναι τ' αλέτρι σου, δαφένιος ο ζυγός σου, / τ' απανωζεύλια του ζυγού βασιλικό κλωνάρι. / Πες μου να ζήσεις Βασιλειό πόσα μουζούρια σπέρνεις;

- Σπέρνω σταράκι δώδεκα, κριθάρι δεκαπέντε, / ταγή και ρόβι δεκοχτώ κι από νωρίς στο σταύρο. / Μ' αλήθεια κάτω στο γιαλό, κάτω στο περιγιάλι / μουζούρι στάριν ήσπειρα με το πλατύ πινάκι / κι εκιά το 'νεριαστήκανε λαγούδια και περδίκια.

Σητεία Κρήτης (Κάλαντα του βοσκού)

Αρχιμενιά κι αρχιχρονιά και πρώτη του Γενάρη / πρώτη που βγήκεν ο Χριστός κι οι δώδεκ' Αποστόλοι / κι Αϊ - Βασίλης ορταγιά με το ραβδί στη χέρα / κι επιάσαν τα κελερικά, τα χειμαδιά, τσι ρίζες, / κι όπου μιτάτο στένεται, όπου κελάρι μπαίνει.

- Γεια και χαρά σας τσι βλογά και την ευκή ντου δίνει, / καλό μαξούλι να 'χετε και διάφορο περίσσο. / Στη στράταν όπου γύριζε μπαίνει και στο δικό σας, / βρίσκει και τον αφέντη μας, τον πρωτοκουραδάρη, / με δεκαοχτώ γραμματικούς και δώδεκα ανεγνώστες, / να του μετρούν τα έχειν του, να γράφουν τα καλά ντου. / Αϊ - Βασίλης στάθηκε στην πόρτα και δεν μπαίνει / πριχού να πει τσ' αρχόντισσας τση Πόλης τα πρεπίδια / τση κόρης τα παινέματα, τση Βενετιάς τα ξόμπλια. / Βγάνει χαρτί διαβάζει το, βγάνει τ' αλφαβητάρι / κι ό,τι δε γράφει το χαρτί, 'ποσώνει τα ξεστήθου.

Ριζοσπάρπασο Κύπρου

- Βασίλη, πόθεν έρχεσαι και δε μας καταδέχεσαι / και πόθε κατεβαίνεις την καλή χρονιά μας φέρνεις;

- Από τη μάνα μου 'ρχομαι, εγώ σας καταδέχομαι / και στο σχολειό πηγαίνω την καλή χρονιά σας φέρνω.

- Κάτσε να φας κάτσε να πιεις κάτσε να τραγουδήσεις / και να μας περιχαρήσεις.

- Εγώ γράμματα μάθαινα εις το σχολειό που πήγαινα / τραγούδια δεν ηξεύρω, ούτε καν τα συντυχαίνω.

- Αφού ηξέρεις γράμματα, Ελληνικά πειράματα / πες μας την αλφαβήτα, έτσι όμορφη που ήταν. / Και το ραβδί του κούρδισε και πάνω του ακούμπησε / να πει την αλφαβήτα ως γραμματικός που ήταν.

Ιμβρος

Αγος Βασίλης περπατεί / στους κάμπους στις ραχούλες / και τραγουδούν οι πέρδικες / μαζί κι οι βοσκοπούλες.

***

Σε κάθε του περπατηξιά / αφήνει λακκουβάκι / μοσχοβολούνε γιασεμιά / στο άσπρο του γενάκι.

***

Και κελαρύζουν τα νερά / χορεύουν τα ψαράκια / κι ένα χελιδονόψαρο / του κάνει τσαλιμάκια.

***

Πέρνα αφέντη τσ' αφεντιάς / πέρνα να σε χαρούμε / τον κόσμο περιδιάβαινε / και μεις σε τραγουδούμε.

Βιβλιογραφία

Τα αποσπάσματα από τα κάλαντα της Πρωτοχρονιάς, είναι από τα βιβλία: «Το Δωδεκάμερο των Χριστουγέννων» του Κώστα Καραπατάκη (εκδόσεις Παπαδήμα). «Κάλαντα - Καλημέρα και Θρησκευτικά τραγούδια» της Μαρίας Μιχαήλ - Δέδε και «Να τα πούμε;» της Γιάννας Β. Σέργη (εκδόσεις «Φιλιππότη»).



Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ