Σε ισχύ από σήμερα το διάταγμα του Ρώσου Προέδρου για το νέο τρόπο πληρωμής του αερίου
Copyright 2022 The Associated |
Σε συνέχεια των σχετικών προαναγγελιών των προηγούμενων ημερών, ο Ρώσος Πρόεδρος Βλ. Πούτιν υπέγραψε διάταγμα με το οποίο από σήμερα 1η Απρίλη όλοι οι αγοραστές από «μη φιλικές χώρες» που προμηθεύονται ρωσικό φυσικό αέριο οφείλουν να πληρώνουν σε ρούβλια, ανοίγοντας λογαριασμούς σε ρωσικές τράπεζες.
Σε περίπτωση που δεν συμμορφωθούν, ανοίγει ο δρόμος για διακοπή των συμβάσεων και της ενεργειακής τροφοδοσίας.
«Αν δεν γίνουν αυτές οι πληρωμές, θα το θεωρήσουμε αθέτηση εκ μέρους των αγοραστών, με όλες τις συνέπειες που αυτό συνεπάγεται. Κανείς δεν μας πουλάει τίποτα δωρεάν, ούτε κι εμείς θα κάνουμε φιλανθρωπία, τα υπάρχοντα συμβόλαια θα διακοπούν», ανέφερε χαρακτηριστικά ο Πούτιν.
Με βάση το διάταγμα, οι ξένοι αγοραστές θα πρέπει να χρησιμοποιούν ειδικούς λογαριασμούς στην τράπεζα «Gazprombank» για το φυσικό αέριο που εισάγουν. Ο ξένος αγοραστής θα καταθέτει συνάλλαγμα σε έναν ειδικό λογαριασμό, αποκαλούμενο «λογαριασμό Κ». Η «Gazprombank» στη συνέχεια θα αγοράζει ρούβλια για λογαριασμό του και θα τα μεταφέρει σε έναν άλλο ειδικό «λογαριασμό Κ». Κατόπιν, η τράπεζα θα μεταφέρει τα ρούβλια από τον «λογαριασμό Κ» του ξένου αγοραστή στους λογαριασμούς της «Gazprom». Η «Gazprombank» θα μπορεί να ανοίγει τέτοιους λογαριασμούς χωρίς να απαιτείται η παρουσία κάποιου εκπροσώπου του ξένου αγοραστή.
Απαντώντας δε στο επιχείρημα των Ευρωπαίων ότι με αυτήν την απαίτηση και διαδικασία η Μόσχα παραβιάζει τους όρους των συμβάσεων για την παροχή φυσικού αερίου, ο Πούτιν ανέφερε ότι δεν μπορεί να γίνεται λόγος για παραβίαση συμβάσεων από αυτούς που μεταξύ άλλων δεσμεύουν τα συναλλαγματικά αποθέματα της ρωσικής κεντρικής τράπεζας σε δολάρια και ευρώ.
Γερμανία και Γαλλία επέμειναν ότι δεν πρόκειται να συναινέσουν στην πληρωμή των ρωσικών υδρογονανθράκων σε ρούβλια, μέσω της οποίας η Ρωσία προσπαθεί να απαντήσει στις δυτικές κυρώσεις.
Σε κοινή συνέντευξη Τύπου χτες το απόγευμα οι υπουργοί Οικονομικών Γερμανίας και Γαλλίας δήλωσαν πως δεν πρόκειται να συμμορφωθούν με τους νέους όρους που θέτει η Μόσχα.
«Είναι σημαντικό για εμάς να μη δώσουμε το μήνυμα ότι θα αφήσουμε τον Πούτιν να μας εκβιάσει», τόνισε ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών Ρ. Χάμπεκ και διαβεβαίωσε ότι η Γερμανία είναι «καλά προετοιμασμένη για όλα όσα ενδεχομένως αποφασίσει» ο Ρώσος Πρόεδρος. Χαρακτήρισε δε «κρίσιμη» την τήρηση των συμβολαίων που προβλέπουν πληρωμή των παραδόσεων φυσικού αερίου σε ευρώ ή δολάρια, ενώ ισχυρίστηκε ότι η Γερμανία είναι «έτοιμη για όλα τα σενάρια», συμπεριλαμβανομένης της διακοπής της ροής ρωσικού αερίου.
Σε παρόμοιες δηλώσεις προέβησαν ο Γάλλος ομόλογός του, Μπρούνο Λε Μερ, και εκπρόσωπος του Βρετανού πρωθυπουργού στο Λονδίνο.
Ακολούθησε ο Γερμανός καγκελάριος Ολαφ Σολτς, που σε συνέντευξη Τύπου μαζί με τον Αυστριακό ομόλογό του Καρλ Νεχάμερ τόνισε πως οι εταιρείες εισαγωγής φυσικού αερίου «θέλουν, μπορούν και θα πληρώσουν σε ευρώ», επαναλαμβάνοντας ότι η Ευρώπη δεν θα επιτρέψει να δοθεί η εντύπωση ότι μπορεί να την εκβιάσει ο Πούτιν.
Σολτς και Νεχάμερ επανέλαβαν ωστόσο ότι η εξάρτηση των χωρών τους και άλλων ευρωπαϊκών χωρών από τη ρωσική Ενέργεια δεν επιτρέπει αυτήν τη στιγμή ένα εμπάργκο στις εισαγωγές από τη Ρωσία.
Νωρίτερα, πάντως, η α' αντιπρόεδρος του ΔΝΤ Γκίτα Γκόπιναθ εκτίμησε πως οι κυρώσεις της Δύσης σε βάρος της Ρωσίας μπορούν να οδηγήσουν σε «κατακερματισμό» του διεθνούς χρηματοπιστωτικού συστήματος σε βάρος της κυριαρχίας του δολαρίου ως κυρίαρχου νομίσματος. Τόνισε ότι ήδη ορισμένες χώρες επαναδιαπραγματεύονται το νόμισμα με το οποίο κάνουν συναλλαγές στο εμπόριο, μεταξύ άλλων και στον χώρο της Ενέργειας.
Την ίδια ώρα στον ΟPEC+ οι χώρες - μέλη, συμπεριλαμβανομένης της Ρωσίας, αποφάσισαν χτες τη συνέχιση της σταθερής και σταδιακής αύξησης του πετρελαίου, σε αντίθεση με τις πιέσεις του ευρωατλαντικού μπλοκ, που απαιτεί πολύ μεγαλύτερη αύξηση της παραγωγής.
Τον Μάη η προσαύξηση της ημερήσιας πετρελαϊκής παραγωγής (που γίνεται την πρώτη μέρα κάθε μήνα) θα φτάσει τα 432.000 βαρέλια. Η επόμενη συνεδρίαση του ΟΡΕC+ ορίστηκε για τις 5 Μάη.
Παράλληλα η κυβέρνηση Μπάιντεν ανακοίνωσε την απελευθέρωση 1 εκατ. βαρελιών πετρελαίου τη μέρα για 6 μήνες (περίπου 180 εκατ. βαρέλια συνολικά) από τα κρατικά στρατηγικά αποθέματα των ΗΠΑ, με την προσδοκία ότι έτσι θα περιοριστούν η αύξηση της τιμής του πετρελαίου και ο εντεινόμενος πληθωρισμός.
Ο Μπάιντεν ανακοίνωσε σχέδιο δύο σκελών, με στόχο δήθεν «την ανακούφιση των οικογενειών» που αισθάνονται την πίεση από την ακρίβεια στην Ενέργεια αλλά και τη «διαρκή ανεξαρτησία» των ΗΠΑ στον τομέα αυτό. Σε αυτό το πλαίσιο εντάσσονται η απόφαση για την αξιοποίηση των στρατηγικών αποθεμάτων πετρελαίου και παράλληλα κίνητρα για αύξηση της εγχώριας παραγωγής πετρελαίου, αλλά και ενίσχυσης της νομοθεσίας σχετικά με την επεξεργασία ορυκτών και άλλων υλικών που χρησιμοποιούνται για συσσωρευτές μεγάλης χωρητικότητας, όπως λίθιο, νικέλιο, κοβάλτιο, γραφίτης και μαγγάνιο.
Επέρριψε την ευθύνη για την έκρηξη της ακρίβειας στην Ενέργεια στον Ρώσο Πρόεδρο, αλλά και σε ορισμένες μεγάλες αμερικανικές εταιρείες Ενέργειας. «Είναι ώρα πατριωτισμού», ισχυρίστηκε, αναδεικνύοντας την ανάγκη να προταχθούν τα συνολικά συμφέροντα της αμερικανικής καπιταλιστικής οικονομίας και τα γεωπολιτικά συμφέροντα των ΗΠΑ: «Υπάρχουν εταιρείες που επενδύουν χρήματα για πετρελαϊκή παραγωγή. Δεν τις εμποδίζει τίποτε. Αλλες εταιρείες δεν θέλουν αύξηση της παραγωγής, γιατί τους συμφέρει η σημερινή κατάσταση επειδή αυξάνει τα κέρδη τους. Λέω: Αρκετά πια! Είμαι καπιταλιστής. Δεν έχω πρόβλημα με τα καθαρά κέρδη των εταιρειών...».
Σε επόμενο σημείο απείλησε να αφαιρέσει τις άδειες ή να επιβάλει πρόστιμα σε όσες εταιρείες έχουν άδεια για γεωτρήσεις και δεν προχωρούν σε αυτές, για να μη χάσουν κέρδη από την ακριβή Ενέργεια.
Υπενθυμίζεται ότι τον Νοέμβρη είχαν δοθεί στις αγορές άλλα 50 εκατ. βαρέλια από στρατηγικά αποθέματα, σε συνεννόηση και με άλλες χώρες, ενώ μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία οι ΗΠΑ και άλλες 30 χώρες αποφάσισαν να δοθούν στις αγορές άλλα 60 εκατ. βαρέλια.
Οι ΗΠΑ ανακοίνωσαν χτες νέες κυρώσεις σε βάρος της Ρωσίας, στοχεύοντας αυτήν τη φορά τον τεχνολογικό τομέα. Μεταξύ των εταιρειών που θα πληγούν είναι και η μεγαλύτερη κατασκευάστρια ημιαγωγών.
Το υπουργείο Οικονομικών των ΗΠΑ ανέφερε ότι επιβάλλονται κυρώσεις σε «21 οντότητες και 13 πρόσωπα, στο πλαίσιο της καταστολής των δικτύων που παρακάμπτουν τις προηγούμενες κυρώσεις» και «των τεχνολογικών εταιρειών που διαδραματίζουν καθοριστικό ρόλο στην πολεμική μηχανή της Ρωσικής Ομοσπονδίας».
Οι ΗΠΑ θεωρούν ότι η εταιρεία «Serniya Engineering» βρίσκεται στην καρδιά του «δικτύου» που συγκροτήθηκε για να παρακαμφθούν οι ήδη επιβληθείσες κυρώσεις. Η Ουάσιγκτον στοχοποίησε επίσης τη «Mikron», «μεγαλύτερη κατασκευάστρια ημιαγωγών στη Ρωσία» η οποία «εξάγει πάνω από το 50% των ρωσικών μικροηλεκτρονικών εξαρτημάτων».
Νωρίτερα η Βρετανία ανακοίνωσε 14 προσθήκες στον κατάλογο με τις κυρώσεις σε βάρος της Ρωσίας. Σύμφωνα με πληροφορίες, οι κυρώσεις αφορούν Μέσα Ενημέρωσης και δημοσιογράφους. Η ΥΠΕΞ Λιζ Τρας ανέφερε ότι ο τελευταίος γύρος των βρετανικών κυρώσεων είναι σχεδιασμένος ώστε να στοχεύει εκείνους που προωθούν τη ρωσική κρατική προπαγάνδα.
Από την άλλη, η Ιαπωνία διεμήνυσε χτες ότι δεν σκοπεύει να αποσυρθεί από ένα μεγάλο έργο φυσικού αερίου στο οποίο συμμετέχει η Ρωσία, αν και έχει επιβάλει στη Μόσχα αυστηρές κυρώσεις. Ο πρωθυπουργός Φ. Κισίντα δήλωσε ότι επιχειρεί να βρει μια ισορροπία μεταξύ της εξάρτησης της Ιαπωνίας από τα εισαγόμενα ορυκτά καύσιμα και της επιβολής κυρώσεων εναντίον της Ρωσίας. Αναφέρθηκε έτσι στον αγωγό «Σαχαλίν-2» στη ρωσική Απω Ανατολή, κοντά στην Ιαπωνία, λέγοντας πως θα συνεχίσει να προσφέρει στη χώρα υγροποιημένο φυσικό αέριο «μακροπρόθεσμα, με χαμηλό κόστος και σταθερότητα», διότι είναι «ένα εξαιρετικά σημαντικό έργο για την ενεργειακή μας ασφάλεια». Υπογράμμισε παράλληλα ότι η Ιαπωνία αναζητεί εναλλακτικές πηγές Ενέργειας.
Η Ιαπωνία καλύπτει από τη Ρωσία περισσότερο από το 8% των αναγκών της σε υγροποιημένο φυσικό αέριο και από την Αυστραλία περίπου το 40%.
Στη Γερμανία, η Κομισιόν επέλεξε χτες να κάνει αιφνιδιαστικές «επιθεωρήσεις» σε εγκαταστάσεις της ρωσικής «Gazprom», επικαλούμενη υποψίες για παραβίαση των κανόνων του ανταγωνισμού με στόχο την αύξηση των τιμών.
Επιπροσθέτως, εκπρόσωπος της «Gazprom» μιλώντας στη ρωσική εφημερίδα «Kommersant» ανακοίνωσε ότι η εταιρεία εξετάζει τις επιλογές της για να σταματήσει τις προμήθειες αερίου σε «μη φιλικές» χώρες, καθώς και τις πιθανές συνέπειες.
Στον απόηχο αυτών των εξελίξεων, οι κορυφαίες ευρωπαϊκές αεροπορικές εταιρείες εκτίμησαν ότι οι τιμές της Ενέργειας θα παραμείνουν αυξημένες «τουλάχιστον έως το 2023», πλήττοντας τις προοπτικές τους για ανάκαμψη ύστερα από την πανδημία. Η ένωση «Airlines for Europe», αποτυπώνοντας το μπαράζ μαζικών απολύσεων, ανέφερε ότι το εργατικό δυναμικό διαμορφώθηκε από 400.000 σε 250.000 εργαζομένους από το 2019 έως το 2021. Ανακοινώθηκε επίσης πως τα καύσιμα αντιπροσωπεύουν έως και το 35% του λειτουργικού κόστους των αεροπορικών εταιρειών.
Πολύωρες διακοπές ρεύματος που χτες έφτασαν μέχρι και ... 13 ώρες τη μέρα (!) συνεχίζονται στη Σρι Λάνκα (στον Ινδικό Ωκεανό), μετά από οδηγίες της κυβέρνησης, με στόχο, όπως λέει, την αντιμετώπιση της τεράστιας μείωσης των αποθεμάτων Ενέργειας.
«Εχουμε ήδη δώσει οδηγίες σε αξιωματούχους να σβήσουν τα φώτα στους δρόμους σε όλη τη χώρα προκειμένου να εξοικονομηθεί Ενέργεια», δήλωσε η υπουργός Ενέργειας Παβίθρα Γουανιαράτσι. Ο επικεφαλής της Επιτροπής Δημόσιων Υπηρεσιών Τζανάκα Ρατναγιάκε είπε ότι ζητήθηκε επίσημα οι δημόσιοι υπάλληλοι να δουλέψουν από το σπίτι για το επόμενο διήμερο, ώστε «να διαχειριστούμε καλύτερα τα διαθέσιμα καύσιμα».
Οι ανάγκες ηλεκτρισμού της Σρι Λάνκα καλύπτονται κατά 40% από σταθμούς παραγωγής υδροηλεκτρικής ενέργειας, αλλά η παρατεταμένη ξηρασία έχει προκαλέσει μεγάλα προβλήματα. Επίσης, τα αποθέματα ξένου συναλλάγματος έχουν μειωθεί την τελευταία 2ετία κατά 70%, με συνέπεια να είναι εξαιρετικά δύσκολη η αποπληρωμή φορτίων (π.χ. ντίζελ) που φτάνουν στη χώρα.
Σε αυτό το πλαίσιο, ήδη συζητιέται η χώρα να απευθυνθεί στο ΔΝΤ (για πολλοστή φορά στην ιστορία της). Ο υπουργός Οικονομικών Μπ. Ραζαπάκσα αναμένεται τον Απρίλη να έχει σχετικές επαφές στην Ουάσιγκτον. Σε πρόσφατη έκθεσή του, το Ταμείο εκτίμησε ότι η Σρι Λάνκα χρειάζεται μια «περιεκτική στρατηγική» για να καταστήσει βιώσιμο το εξωτερικό χρέος.
Την ίδια στιγμή, εντείνονται συζητήσεις για να ζητήσει η χώρα νέα δάνεια από Ρωσία και Κίνα, με φόντο την ενίσχυση των σχέσεων μαζί τους τα τελευταία χρόνια, σε πολλά επίπεδα, περιλαμβανομένου και του στρατιωτικού.