Επαφές στο έδαφος του «φιλοεπενδυτικού περιβάλλοντος», που διαμορφώνει η ολομέτωπη αντεργατική επίθεση
Eurokinissi |
Εντείνονται οι ανταγωνισμοί των ντόπιων μονοπωλίων και των διεθνών συμμάχων τους για τη διανομή της πίτας και τον έλεγχο υποδομών στρατηγικής σημασίας, όπως το λιμάνι του Πειραιά |
Ο Λ. Κετσιάνγκ θα συναντήσει κατ' ιδίαν τον Ελληνα πρωθυπουργό, Αντ. Σαμαρά, ενώ θα ακολουθήσουν διευρυμένες συνομιλίες μεταξύ των δύο αντιπροσωπειών και υπογραφή διακρατικών συμφωνιών. Αύριο θα μεταβούν στο σταθμό εμπορευματοκιβωτίων στο λιμάνι του Πειραιά, ενώ κατόπιν θα απευθύνουν χαιρετισμό στο Ελληνοκινεζικό Φόρουμ Ναυτιλιακής Συνεργασίας. Το Σάββατο, ο Κινέζος πρωθυπουργός θα βρίσκεται στο Ηράκλειο Κρήτης, καθώς υπάρχει έντονο κινεζικό ενδιαφέρον για το νέο αεροδρόμιο στο Καστέλλι.
Αρθρογραφώντας στη χτεσινή «Καθημερινή», ο Κινέζος πρωθυπουργός ήταν σαφής όσον αφορά τις στοχεύσεις των μονοπωλίων της χώρας του:
«Η κινεζική και η ελληνική οικονομία λειτουργούν συμπληρωματικά, κάθε μία με τα δικά της ισχυρά σημεία και με τεράστιες δυνατότητες περαιτέρω ενίσχυσης της συνεργασίας. Η Ελλάδα επιταχύνει τις ιδιωτικοποιήσεις και την ανάπτυξη των υποδομών. Η Κίνα θα ενθαρρύνει τις καταξιωμένες επιχειρήσεις της να παίξουν ενεργό ρόλο σε αυτή τη διαδικασία. Το λιμάνι του Πειραιά, στη λειτουργία του οποίου εμπλέκεται κινεζική επιχείρηση, αποτελεί θετικό παράδειγμα συμβολής στην τοπική, οικονομική ανάπτυξη και απασχόληση. Θα εργασθούμε από κοινού με την Ελλάδα για να μετατρέψουμε το λιμάνι του Πειραιά στο καλύτερο του είδους του, στη Μεσόγειο. Η Κίνα επιδιώκει περισσότερη συνεργασία με την Ελλάδα στους τομείς των αεροδρομίων, των σιδηροδρόμων, των οδικών δικτύων και άλλων υποδομών».
Σε ό,τι αφορά την παρουσία του στο Ελληνο-Κινεζικό Φόρουμ Θαλάσσιας Συνεργασίας, ο Κινέζος πρωθυπουργός αναφέρει ότι θα είναι «ευκαιρία για να ενισχύσουμε τη συνεργασία μας στους παραδοσιακούς τομείς των θαλάσσιων μεταφορών, της λογιστικής υποστήριξης και της ναυπηγικής βιομηχανίας, αλλά και να την επεκτείνουμε στα νέα πεδία των θαλάσσιων επιστημονικών ερευνών και της προστασίας του περιβάλλοντος».
Σε ό,τι αφορά τα ζητήματα του Τουρισμού, σημειώνει: «Η Ελλάδα διαθέτει πλουσιότατα πλεονεκτήματα στο πεδίο του τουρισμού (...) Πέρυσι, περίπου 100 εκατομμύρια Κινέζοι ταξίδεψαν στο εξωτερικό. Ο τουρισμός θα εξελιχθεί σε σημαντικό πεδίο ανάπτυξης της κινεζοελληνικής συνεργασίας».
Παρεμβαίνοντας και στις αντιθέσεις που οξύνονται στο εσωτερικό των ευρωατλαντικών ιμπεριαλιστικών κέντρων, σημείωσε: «Η Ελλάδα είναι ένα σημαντικό μέλος της ΕΕ. Η Κίνα υποστηρίζει σταθερά τη διαδικασία της ευρωπαϊκής ενοποίησης και επιθυμεί μια περισσότερο ενωμένη και ευημερούσα Ευρώπη. Σε αυτόν τον ταχύτατα εξελισσόμενο κόσμο, η Κίνα και η ΕΕ, που εκπροσωπούν τη μεγαλύτερη αναπτυσσόμενη χώρα και το μεγαλύτερο μπλοκ του αναπτυγμένου κόσμου, μοιράζονται ολοένα και περισσότερο κοινά συμφέροντα και χρειάζονται σε αυξανόμενο βαθμό η μία την άλλη. Καθώς η Ελλάδα ασκεί την εκ περιτροπής προεδρία της ΕΕ, η Κίνα θα συνεργασθεί στενότερα μαζί της για να εφαρμόσει τη "Στρατηγική Ατζέντα για τη Συνεργασία Κίνας - ΕΕ 2020", καταβάλλοντας μεγαλύτερες προσπάθειες για τη σταθερή, υγιή ανάπτυξη των κινεζοευρωπαϊκών σχέσεων».
Η έντονη κινητικότητα του τελευταίου διαστήματος στο εσωτερικό της χώρας γύρω από τα ενεργειακά ζητήματα, σε συνάρτηση με την κρίση στην Ουκρανία και τη Μ. Ανατολή, συνεχίζεται αμείωτη, καθώς η συγκυβέρνηση επιθυμεί να «παίξει» το χαρτί της «ενεργειακής διπλωματίας» στις διαπραγματεύσεις που διεξάγει με τους εταίρους της, για λογαριασμό της ντόπιας άρχουσας τάξης.
Σε αυτό το πλαίσιο, αμέσως μετά από την επίσκεψη του Αζέρου προέδρου και μία μέρα πριν την έλευση του Κινέζου πρωθυπουργού στην Ελλάδα, διεξήχθη χτες ευρεία διυπουργική σύσκεψη υπό την προεδρία του υπουργού Εξωτερικών, Ευ. Βενιζέλου, και με τη συμμετοχή του υπουργού Περιβάλλοντος, Γ. Μανιάτη, για θέματα σχετικά με «την προετοιμασία παραχώρησης αδειών έρευνας και αξιοποίησης υδρογονανθράκων στις ελληνικές θαλάσσιες ζώνες, καθώς και θέματα που σχετίζονται με την πολιτική αγωγών και χώρων αποθήκευσης υγροποιημένου φυσικού αερίου».
Σε ανακοίνωσή του, το υπουργείο Εξωτερικών αναφέρει ότι στη σύσκεψη συζητήθηκαν επίσης «θέματα που σχετίζονται με τον αγωγό φυσικού αερίου ΤΑP, καθώς και ζητήματα που αφορούν την προοπτική δημιουργίας νέων εναλλακτικών οδεύσεων, όπως, για παράδειγμα, ο "κεντρικός διάδρομος" Αιγαίου - Βαλτικής. Τέλος, ειδική αναφορά έγινε στην κρισιμότητα που έχει η εθνική υποδομή της Ρεβυθούσας και η προοπτική αναβάθμισής της, όχι μόνο για την Ελλάδα, αλλά, συνολικά, για την περιφερειακή ενεργειακή πολιτική της ΕΕ».
Ο λεγόμενος «κεντρικός διάδρομος Αιγαίου - Βαλτικής» είναι έργο που προωθεί η ελληνική κυβέρνηση και συνδέεται με την ολοκλήρωση των έργων για τον αγωγό ΤΑP, καθώς η επιδίωξη είναι να δημιουργηθεί ένας νέος αγωγός φυσικού αερίου που θα ξεκινά από τη Βόρεια Ελλάδα και διαμέσου Βουλγαρίας, Ρουμανίας, Ουγγαρίας και των υπόλοιπων χωρών της Κεντρικής Ευρώπης θα φτάνει ως τη Βαλτική.
Υπενθυμίζεται ότι στις αρχές του μήνα εγκρίθηκε από τη διυπουργική επιτροπή η ένταξη 12 έργων του τομέα της Ενέργειας στη διαδικασία του νόμου για τις στρατηγικές επενδύσεις («fast track»). Πρόκειται για σχεδιασμούς που έχουν ενταχτεί στη λίστα των 248 συνολικά έργων τέτοιου χαρακτήρα σε πανευρωπαϊκό επίπεδο, την οποία ενέκρινε τον Οκτώβρη του 2013 η Κομισιόν, και θεωρούνται κρίσιμης σημασίας για τις ενεργειακές υποδομές της Κοινότητας.
Σύμφωνα με τα στοιχεία που έχουν δοθεί, το συνολικό τους κόστος εκτιμάται στα 7 δισ. ευρώ. Ειδικά για τον τομέα του φυσικού αερίου προβλέπουν την κατασκευή διασυνδετήριου αγωγού Ελλάδας - Βουλγαρίας μεταξύ Κομοτηνής και Stara Zagora, σταθμό Μόνιμης Ανάστροφης Ροής στα ελληνοβουλγαρικά σύνορα μεταξύ Σιδηροκάστρου και Kula, πλωτό σταθμό αποθήκευσης κι επαναεριοποίησης Υγροποιημένου Φυσικού Αερίου στην Αλεξανδρούπολη, πλωτό σταθμό αποθήκευσης και επαναεριοποίησης Υγροποιημένου Φυσικού Αερίου έξω από τη Θάσο, τους αγωγούς ΤΑΡ, ITGI (Ιταλία, Ελλάδα, Τουρκία), αγωγό στη θαλάσσια περιοχή Κύπρου προς την Ηπειρωτική Ελλάδα μέσω Κρήτης και σταθμό συμπίεσης φυσικού αερίου στους Κήπους του Εβρου.
Σε κάθε περίπτωση βέβαια, παρά τα όσα ισχυρίζεται η συγκυβέρνηση περί «ωφελημάτων» που θα προκύψουν για τα λαϊκά στρώματα από την υλοποίηση του παραπάνω σχεδιασμού, στην πραγματικότητα αυτός αποσκοπεί κατά βάση στην εξασφάλιση φτηνών καυσίμων στα ντόπια κι ευρωενωσίτικα μονοπώλια. Την ίδια στιγμή όμως θέτει τη χώρα πιο «βαθιά» στη δίνη της κλιμακούμενης έντασης γύρω από το μοίρασμα ενεργειακών πηγών, αγορών και δικτύων μεταξύ των ιμπεριαλιστικών κέντρων, προκαλώντας πολλαπλούς κινδύνους για το λαό.