ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 9 Απρίλη 2000
Σελ. /32
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Η λειτουργία του εκλογικού συστήματος

Το εκλογικό τερατούργημα αποδυναμώνει τα μικρά κόμματα και ισχυροποιεί το δικομματισμό. Είναι κομμένο και ραμμένο στα μέτρα ανάδειξης κυβέρνησης, αφού δεν απαιτείται η λαϊκή πλειοψηφία για την πλειοψηφία των εδρών στη Βουλή. Η ψήφος στο ΚΚΕ  είναι κερδισμένη ακόμη και σε «χέρσες» για το Κόμμα περιοχές, λόγω της «εξομάλυνσης»

Η ψήφος και στο πιο απομακρυσμένο χωριό, η ψήφος και στην πιο «αφιλόξενη» για το ΚΚΕ περιοχή, έχει τη σημασία της για το σημερινό εκλογικό αποτέλεσμα.

Οσοι λένε ότι ο εκλογικός νόμος συμβάλλει στην ανάδειξη αυτοδύναμης κυβέρνησης δεν έχουν άδικο. Αυτό το συμπέρασμα προκύπτει αβίαστα από την ανάλυσή του. Είναι νόμος που κόπηκε και ράφτηκε στα μέτρα του δικομματισμού και σε βάρος των άλλων κομμάτων. Παρ' όλα αυτά, οι νοσηρής σύλληψης διατάξεις του μπορούν να οδηγήσουν σε εκλογή κομμουνιστών βουλευτών και στις πιο «απρόσμενες» περιφέρειες. Μέσα από δαιδαλώδεις διαδικασίες και κουραστικούς συνυπολογισμούς. Γι' αυτό η ψήφος και στο πιο απομακρυσμένο χωριό, η ψήφος και στην πιο «αφιλόξενη» για το ΚΚΕ περιοχή, έχει τη σημασία της για το σημερινό εκλογικό αποτέλεσμα.

Οπωσδήποτε, ο σημερινός εκλογικός νόμος είναι φτιαγμένος για «να βγάζει κυβέρνηση», όπως επαίρονται οι θαυμαστές του. Να βγάζει ισχυρή, αυτοδύναμη κυβέρνηση, ανεξάρτητα από το αν αλλοιώνει βάναυσα τη λαϊκή επιθυμία. Γι' αυτό τον έφτιαξε η ΝΔ το 1990. Γι' αυτό και τον διατήρησε το «δημοκρατικό» ΠΑΣΟΚ στη συνέχεια. Γι' αυτό και οι δύο πρωταγωνιστές της συνηθισμένης κοκορομαχίας έκαναν «γαργάρα» την κοινή πρόταση νόμου των τριών μικρότερων κομμάτων, για καθιέρωση της απλής αναλογικής. Ενός μέτρου, που θα καταργούσε το απαράδεκτο πλαφόν του 3%, που πρέπει να συγκεντρώσει το όποιο κόμμα, για να μπει στη Βουλή. Θα αύξανε την κοινοβουλευτική δύναμη των μικρότερων κομμάτων. Θα μείωνε τη δύναμη των δύο μεγάλων και θα επέτρεπε την κοινοβουλευτική έκφραση και σε άλλες δυνάμεις.

Αντ' αυτών έχουμε ένα καλπονοθευτικό σύστημα «ενισχυμένης αναλογικής». Ενα σύστημα που εξασφαλίζει την αυτοδυναμία του πρώτου κόμματος, ακόμα και αν αυτό συγκεντρώσει ποσοστό μικρότερο από 40%. Κάτι που επιτυγχάνεται κυρίως με τους μηχανισμούς της Γ' κατανομής εδρών και της διαβόητης «εξομάλυνσης ».

Στην Γ΄ κατανομή, το πρώτο κόμμα πριμοδοτείται με 20 - 22 έδρες. Στη φάση της «εξομάλυνσης», το δεύτερο κόμμα χάνει περίπου 12 - 15 έδρες, προς όφελος των μικρότερων κομμάτων. Ετσι, μεγαλώνει ακόμα περισσότερο η διαφορά σε έδρες μεταξύ του πρώτου και του δεύτερου κόμματος.

Επιπρόσθετα, η αυτοδυναμία εξασφαλίζεται και στις πιο ακραίες περιπτώσεις. Υπάρχει, απλά, μια θεωρητική περίπτωση, όπου δεν επιτυγχάνεται αυτοδυναμία, αλλά - στην ελληνική πραγματικότητα - φαντάζει σαν σενάριο επιστημονικής φαντασίας. Συγκεκριμένα, δεν επιτυγχάνεται αυτοδυναμία αν: Καθένα από τα δυο μεγάλα κόμματα συγκεντρώσει ποσοστό μικρότερο του 40%. Η διαφορά μεταξύ πρώτου και δεύτερου είναι της τάξης του 0,1%. Και το τρίτο κόμμα συγκεντρώσει πάνω από 10%. Πώς;

Τέσσερις φάσεις

Βήμα προς βήμα, το εκλογικό σύστημα προβλέπει κατανομή των εδρών σε τέσσερις φάσεις. Στην Α' κατανομή: Σε κάθε εκλογική περιφέρεια, ο αριθμός των εγκύρων ψηφοδελτίων διαιρείται με τον αριθμό των εδρών αυξημένο κατά ένα. Το πηλίκο της διαίρεσης μας δίνει το εκλογικό μέτρο της Α' κατανομής στη συγκεκριμένη περιφέρεια. Με βάση τη σημερινή πραγματικότητα, το εκλογικό μέτρο σε όλες τις περιφέρειες της χώρας είναι περίπου 20.000 ψήφοι.

Εξαίρεση αποτελούν οι έξι μονοεδρικές περιφέρειες. Δηλαδή οι: Ευρυτανία, Κεφαλονιά, Ζάκυνθος, Λευκάδα, Σάμος και Γρεβενά. Εκεί το σύστημα λειτουργεί καθαρά πλειοψηφικά και η έδρα κερδίζεται από το κόμμα που έχει τη σχετική πλειοψηφία.

Με βάση τα σημερινά δεδομένα - δηλαδή, το μέγεθος των εκλογικών περιφερειών και τα αναμενόμενα ποσοστά των κομμάτων - τα μικρότερα κόμματα (εφόσον ξεπεράσουν το 3% πανελλαδικά) έχουν πιθανότητες να πάρουν έδρες από την Α' κατανομή σε τρεις περιφέρειες: Στη Β' Αθήνας, όπου το εκλογικό ποσοστό είναι 2,56%, στην Α' Αθήνας όπου είναι 5% και στην Α' Θεσσαλονίκης, όπου είναι 6,67%. Στις υπόλοιπες περιφέρειες το ποσοστό που χρειάζεται ένα κόμμα για να πάρει έδρα στην Α' κατανομή είναι 10%.

Οι μείζονες περιφέρειες

Οι έδρες που μένουν αδιάθετες από την Α' κατανομή, μεταφέρονται - όπως είναι λογικό - στη Β' κατανομή. Για τις ανάγκες αυτής της φάσης, η χώρα διαιρείται σε 13 μείζονες περιφέρειες.

Σε καθεμιά από τις μείζονες περιφέρειες, για να προσκυρωθούν οι έδρες από τη Β΄ κατανομή, υπολογίζεται το άθροισμα των ψήφων που συγκέντρωσε κάθε κόμμα στις περιφέρειες που συναποτελούν την κάθε μείζονα.

Για το εκλογικό μέτρο της Β΄ κατανομής διαιρείται το σύνολο των εγκύρων ψηφοδελτίων στη μείζονα περιφέρεια διά του αριθμού των αδιάθετων, από την Α΄ κατανομή εδρών.

Στη Β΄ κατανομή συμμετέχουν όλα τα κόμματα, ανεξάρτητα από το ποσοστό που συγκέντρωσαν στη συγκεκριμένη μείζονα περιφέρεια. Ομως, όλες οι έδρες που δίνονται από τη Β΄ κατανομή οδεύουν στα δύο πρώτα κόμματα, με ένα μικρό προβάδισμα στο πρώτο.

Τα μικρότερα κόμματα έχουν ελάχιστες ελπίδες να κερδίσουν έδρα σ' αυτήν τη φάση, εφόσον το εκλογικό μέτρο διαμορφώνεται σε επίπεδο ψηλότερο του 10%. Η μόνη ελπίδα γι' αυτά τα κόμματα, εντοπίζεται στην Αττική, όπου το εκλογικό μέτρο μπορεί να πέσει κάτω από 10%.

Υπάρχει δυσκολία στο να προσδιοριστούν πόσες και ποιες θα είναι οι έδρες που θα μοιραστούν στη Β΄ κατανομή. Ο αριθμός τους εξαρτάται από τον αριθμό των κομμάτων που θα μπουν στο Κοινοβούλιο και από το ποια θα είναι η δύναμή τους στις επιμέρους εκλογικές περιφέρειες. Πάντως, στις σημερινές συνθήκες υπολογίζεται ότι ο αριθμός αυτός μπορεί να ξεπεράσει τις 50 έδρες. Στην περίπτωση αυτή, περίπου ο μισές έδρες (25 - 27) θα προσκυρωθούν με τη διαδικασία της Β΄ κατανομής. Οι υπόλοιπες θα μεταφερθούν για διάθεση στη Γ΄ κατανομή.

Πριμοδότηση

Η Γ΄ κατανομή είναι αυτή που πριμοδοτεί τα μέγιστα το πρώτο κόμμα. Στη Γ΄ κατανομή συμμετέχουν τα δύο πρώτα κόμματα. Ομως, το πρώτο κόμμα, ακόμα κι αν έχει ελάχιστη διαφορά ψήφων από το δεύτερο κερδίζει όλες σχεδόν τις έδρες αυτής της φάσης. Παράδειγμα, οι εκλογές του 1993, όταν και οι 17 έδρες της Γ΄ κατανομής κερδήθηκαν από το ΠΑΣΟΚ.

Ο αριθμός των εδρών, που θα μοιραστούν στη Γ΄ κατανομή δεν μπορεί να προσδιοριστεί με ακρίβεια. Και σ' αυτήν την περίπτωση εξαρτάται από το πόσα κόμματα θα μπουν στη Βουλή και το άθροισμα των ποσοστών των δύο μεγάλων κομμάτων. Στην υποθετική περίπτωση, κατά την οποία στη Βουλή μπαίνουν πέντε κόμματα και το άθροισμα των ποσοστών ΠΑΣΟΚ και ΝΔ είναι περίπου 83%, οι έδρες που κατανέμονται στην περιγραφόμενη φάση είναι περίπου 20 και τις κερδίζει σχεδόν όλες το πρώτο κόμμα.

Η «εξομάλυνση»

Ακολουθεί η τέταρτη φάση του εκλογικού συστήματος και η διαδικασία της λεγόμενης «εξομάλυνσης». Εκεί δεν προικοδοτείται - άμεσα - το πρώτο κόμμα, αλλά αποδυναμώνεται το δεύτερο, αυξάνοντας έτσι τη διαφορά σε έδρες μεταξύ πρώτου και δεύτερου και ενισχύοντας την αυτοδυναμία του νικητή.

Ειδικότερα: Με την «εξομάλυνση», κερδίζουν τις έδρες που τους αναλογούν - σύμφωνα με το ποσοστό τους - τα μικρότερα κόμματα. Οι έδρες που παίρνουν αφαιρούνται από το δεύτερο κόμμα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, οι εκλογές του 1993, όταν ΚΚΕ και ΠΟΛ.ΑΝ. πήραν 12 από τις 19 έδρες που τους αναλογούσαν, μέσω της περιγραφόμενης διαδικασίας και αφού αυτές αφαιρέθηκαν από τη ΝΔ.

Ενας πρακτικός κανόνας για να υπολογίσετε πόσες έδρες αντιστοιχούν στα εκλογικά ποσοστά των μικρότερων κομμάτων είναι να πολλαπλασιάσετε το γενικό ποσοστό του κόμματος με τον αριθμό 2,1. Το γινόμενο είναι ο αριθμός των αναλογούντων εδρών. Για παράδειγμα, αν το ποσοστό είναι 5,24, τότε ο αριθμός των εδρών είναι 5,24 Χ 2,1 = 11 έδρες.

Με την «εξομάλυνση» προσδιορίζεται και το πού θα πάρουν τις έδρες τους τα μικρότερα κόμματα. Ομως, αν είναι δύσκολο να αποσαφηνιστεί πού θα κερδίσει τις έδρες του κάθε κόμμα στην Α΄ και τη Β΄ κατανομή, ακόμα δυσκολότερο είναι στην «εξομάλυνση». Οι περιορισμοί που θέτει το εκλογικό τερατούργημα, οδηγούν σε μια «καραμπόλα», που μπορεί να δώσει έδρα ακόμα και σε μη αναμενόμενη περιφέρεια.

Η «καραμπόλα»

Προσέξτε πώς περιγράφει ο ίδιος ο εκλογικός νόμος τον τρόπο προσκύρωσης των εδρών στα μικρότερα κόμματα, στη φάση της «εξομάλυνσης»:

«Κόμμα ή συνασπισμός που δικαιούται έδρες (σ.σ: αναφέρεται στα μικρότερα κόμματα), τις λαμβάνει από το αμέσως προηγούμενο αυτού, που προσφέρει έδρες και κατά σειρά από το μικρότερο προς το μεγαλύτερο μέχρις ικανοποιήσεως του δικαιώματός του. Τις έδρες αυτές λαμβάνει στις εκλογικές περιφέρειες, που έχει το μεγαλύτερο αχρησιμοποίητο, μετά την Α΄ κατανομή, αριθμό ψήφων και υπό την προϋπόθεση ότι δεν πήρε έδρα κατά τη Β΄ κατανομή, στην ελάσσονα αυτή εκλογική περιφέρεια.

Στην περίπτωση που έχει λάβει κατά τη Β΄ κατανομή, την πρόσθετη έδρα λαμβάνει στην αμέσως επόμενη ελάσσονα εκλογική περιφέρεια, που έχει το μεγαλύτερο αχρησιμοποίητο υπόλοιπο. Από την αυτή εκλογική περιφέρεια δε διατίθεται έδρα και σε άλλο δικαιούχο κόμμα ή συνασπισμό, αλλά εφαρμόζεται ανάλογα το προηγούμενο εδάφιο».

Από τα παραπάνω προκύπτει ότι για την προσκύρωση των εδρών στα μικρότερα κόμματα, παίζει σημαντικό ρόλο η τελική κατάταξή τους. Σε διαφορετικές περιφέρειες θα πάρει τις έδρες του ένα κόμμα αν βγει τρίτο ή τέταρτο.

Ολα «ανοιχτά»

Από τα παραπάνω προκύπτει πως οπωσδήποτε τα μικρά κόμματα παίρνουν μικρό αριθμό εδρών, αναφορικά με το ποσοστό τους. Ομως ακόμα και έτσι, καμία ψήφος στο ΚΚΕ δεν πρέπει να θεωρείται χαμένη. Οχι μόνο για πολιτικούς λόγους, αλλά και επειδή η κάθε ψήφος - σε όποια περιφέρεια και αν δοθεί - υπολογίζεται για την τελική κοινοβουλευτική δύναμη του Κόμματος, που με τη σειρά της υπολογίζεται για τη σειρά προτεραιότητας, η οποία δίνεται στην «εξομάλυνση».

Επιπλέον, εξαιτίας αυτής ακριβώς της «εξομάλυνσης» και του συνυπολογισμού των «αχρησιμοποίητων υπολοίπων» ψήφων, μπορεί να προκύψει έδρα, ακόμα και σε εκλογικές περιφέρειες που το ποσοστό του Κόμματος είναι χαμηλό. Αρα, η ψήφος, όπου και αν δίνεται - ακόμα και σε «μαύρες» περιοχές - έχει πολύ μεγάλη σημασία.


Θ. Μπ.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ