ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 26 Φλεβάρη 1995
Σελ. /48
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
ΝΕΑ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
Απόφαση για "αναμονή διαρκείας"

Η αποφυγή "διαρροών" στην πρώτη ψηφοφορία για την εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας από το στρατόπεδο της ΝΔ, μπορεί να βοήθησε τον πρόεδρο του κόμματος,Μ. Εβερτ, να κερδίσει τις εντυπώσεις, αλλά σε καμία περίπτωση η "ομοφωνία" αυτή δε σημαίνει ότι έχει εξασφαλιστεί η περιβόητη "ψυχική ενότητα" στο εσωτερικό του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης.

Η πολυδιάσπαση, που έχει αποκτήσει ενδημικό χαρακτήρα, δεν μπορούσε βέβαια να εκδηλωθεί απέναντι στον "αιώνιο αντίπαλο", το ΠΑΣΟΚ, γιατί αφ' ενός θα αφαιρούσε τα προσχήματα διατήρησης του δικομματισμού και από την άλλη γιατί δεν επιθυμεί κανένας βουλευτής να "αυτοκτονήσει πολιτικά" ψηφίζοντας τον κοινό υποψήφιο ΠΑΣΟΚ - Πολιτικής Ανοιξης, τουλάχιστον χωρίς τη σύμφωνη γνώμη του Μ. Εβερτ. Ωστόσο, η ένταση στο εσωτερικό της ΝΔ, ακόμα και αν δεν εκδηλώνεται δημόσια, υποβόσκει και σε αυτές τις στιγμές. Δύο σημαντικά γεγονότα, που σημειώθηκαν τη βδομάδα που πέρασε, την τροφοδότησαν και επανέφεραν στο προσκήνιο τις σοβαρές αντιθέσεις.

Η παραπομπή του διαγραφέντος στελέχους Γ. Δημητροκάλλη στη Δικαιοσύνη, η οποία του άσκησε ποινική δίωξη σε βαθμό κακουργήματος για υπεξαίρεση κουπονιών αξίας 60 εκατομμυρίων δραχμών, προκάλεσε σοβαρό προβληματισμό και ανησυχία στους κόλπους της ΝΔ. Τόσο ο τρόπος που ήρθε στην επιφάνεια το θέμα, μέσω του "Βήματος", όσο και η χρονική στιγμή, περίοδος που υποτίθεται ότι η ΝΔ είναι "κυβέρνηση εν αναμονή" και άρα χρειάζεται όλα τα στελέχη, οδήγησαν αρκετά αντιηγετικά κυρίως στελέχη να θέσουν εκ νέου το ερώτημα "πού το πάει ο Μ. Εβερτ". Ο τελευταίος όμως απέφυγε συστηματικά οποιαδήποτε αναφορά και ανάμειξη στο θέμα, αναθέτοντας τη διεκπεραίωσή του στον "πιστό" γενικό διευθυντή του κόμματος Γ. Βαρθολομαίο.

Το γεγονός όμως ότι δε δίστασε να πυροδοτήσει ένα νέο εσωκομματικό μέτωπο και μάλιστα για ένα ιδιαίτερο ευαίσθητο θέμα όπως η αξιοπιστία στη διαχείριση των οικονομικών, πέραν των πιθανών εσωκομματικών προεκτάσεων, υποδηλώνει ότι ο Μ. Εβερτ γνωρίζει πολύ καλά ότι υπάρχει ακόμα αρκετή "αναμονή" μέχρι να γίνει κυβέρνηση.

Επιπλέον δε φαίνεται να φοβάται τον αντίκτυπο που μπορεί να έχει η αναμόχλευση αυτής της υπόθεσης στα μέλη και στους οπαδούς της παράταξης, που καλούνται κατά αραιά διαστήματα να στηρίξουν οικονομικά το κόμμα. Προφανώς δε βασίζεται σε αυτούς ή κυρίως σε αυτούς για να εξασφαλίσει οικονομική ενίσχυση.

Το βλέμμα του είναι σταθερά στραμμένο στη "γενναιόδωρη επιχορήγηση" των μεγάλων συμφερόντων, τα οποία άλλωστε εκφράζει με την πολιτική του. Αυτό διαφάνηκε και από τη στάση του απέναντι στο υπό εξέλιξη σκάνδαλο "Αλαφούζου - Λιβανού - καζίνο". Ο λαλίστατος στην υπόθεση της πρωθυπουργικής βίλας Μ. Εβερτ δε βρήκε ούτε μια λέξη να πει για το σκάνδαλο, στο οποίο εμπλέκονται οι ιδιοκτήτες του "Σκάι". Το... αντιπολιτευτικό γόητρο περιέσωσε επερώτηση τεσσάρων βουλευτών, οι οποίοι απλά ζητούσαν από την κυβέρνηση να "δόσει εξηγήσεις". Μάλιστα ο εκπρόσωπος του κόμματος έσπευσε να αποδώσει το σκάνδαλο στην προσπάθεια της κυβέρνησης "να χειραγωγήσει τον υπερχρεωμένο τηλεοπτικό σταθμό "Σκάι"" (! ).

Οι "αγαστές σχέσεις" του προέδρου της ΝΔ με τους ιδιοκτήτες του "Σκάι", οι οποίες είναι γνωστές και δοκιμασμένες από τα προηγούμενα χρόνια, δε διαταράχτηκαν ούτε με την αήθη και θρασύτατη επίθεση που εξαπέλυσε η εταιρία τους κατά του εισαγγελέα που "τόλμησε" να ασκήσει δίωξη.

Σε κάθε άλλη περίπτωση η προσβολή των θεσμών και ειδικά της Δικαιοσύνης, στην οποία ο Μ. Εβερτ προσφεύγει σε κάθε ευκαιρία, θα προκαλούσε την οργή του προέδρου της ΝΔ. Αυτή τη φορά όμως προτίμησε τη "σιγή ιχθύος", επιβεβαιώνοντας ότι πάνω από τους θεσμούς βάζει πολύ πιο απτές και ωφέλιμες αξίες...

Το ζητούμενο για την ηγεσία της ΝΔ είναι αν αυτή η "στοχοπροσήλωσή" της στην εξασφάλιση της εύνοιας της οικονομικής ολιγαρχίας, αποδειχτεί ικανή να της εξασφαλίσει και λαϊκή απήχηση, υπόθεση που καθημερινά αποδεικνύεται εξαιρετικά δύσκολη.

Π. Κ.

ΤΕΛΩΝΕΙΑΚΗ ΕΝΩΣΗ ΤΟΥΡΚΙΑΣ - ΚΟΙΝΟΤΗΤΑΣ
Κακότεχνη φάρσα

Ο αντιπερισπασμός, είναι γνωστή και πετυχημένη τακτική, την οποία ακολουθεί η ελληνική κυβέρνηση, κάθε φορά που "επιβάλλεται" ο αποπροσανατολισμός της κοινής γνώμης.

Αυτή τη φορά αυτό που δεν έπρεπε να αποκαλυφθεί, τουλάχιστον στη δεδομένη πολιτική συγκυρία, ήταν η "απόφαση" της ελληνικής κυβέρνησης να αναπροσαρμόσει την πολιτική της χώρας έναντι της Τουρκίας. Για την ακρίβεια δεν έπρεπε να αποκαλυφθεί η αδυναμία αντίστασης της ελληνικής κυβέρνησης στην εφαρμογή των αποφάσεων των επιθυμιών και των επιταγών των ισχυρών συμμάχων και εταίρων, των οποίων τα συμφέροντα επιβάλλουν την προώθηση των τουρκοκοινοτικών σχέσεων.

Η "επιχειρηματολογία" της Ουάσιγκτον και των Βρυξελλών, ήταν τέτοια που μια ελληνική εξωτερική πολιτική 20 και πλέον χρόνων λησμονήθηκε "μέσα σε μια νύχτα", όχι μόνο από την κυβέρνηση, αλλά και από τους επίδοξους διαχειριστές της εξουσίας, τη ΝΔ και την Πολιτική Ανοιξη.

Η ταχύτητα με την οποία τα κόμματα αυτά έσπευσαν να συμμορφωθούν με τις εντολές των ισχυρών ήταν τέτοια που δικαίως αναρωτιέται κανείς, αν τελικά σχεδιάστηκε ποτέ στην Αθήνα η εξωτερική πολιτική αυτής της χώρας.

Η σύμφωνη γνώμη της Ελλάδας για την τελωνειακή Ενωση της Τουρκίας με την Κοινότητα, δεν είναι κατ' ανάγκη κακή επιλογή. Είναι όμως ελληνική επιλογή; Η στροφή που επιδιώκει να πραγματοποιήσει η εξωτερική πολιτική της χώρας στις ελληνοτουρκικές σχέσεις αποτελεί άραγε αποτέλεσμα "στρατηγικού σχεδιασμού", που στόχο έχει τη βελτίωση της ατμόσφαιρας στις σχέσεις των δύο χωρών;

Δυστυχώς, η φάρσα που παρακολουθήσαμε το τελευταίο διάστημα με αφορμή τη διαπραγμάτευση για την επίτευξη συμφωνίας για την τελωνειακή ένωση Τουρκίας - ΕΕ, δεν αφήνει κανένα περιθώριο θετικής απάντησης στα παραπάνω ερωτήματα. Δεν υπάρχει αμφιβολία, ότι δεν αποτελεί επιλογή της ελληνικής κυβέρνησης η αναβάθμιση και η προώθηση των τουρκοκοινοτικών σχέσεων. Δεν υπάρχει αμφιβολία πως η στροφή της εξωτερικής πολιτικής της χώρας απέναντι στην Αγκυρα πραγματοποιείται καθ' υπαγόρευση και εντολή, πρώτα και κύρια της Ουάσιγκτον.

Η εξασφάλιση της εύρυθμης λειτουργίας της νοτιοανατολικής πτέρυγας του ΝΑΤΟ, που απαιτεί η Ουάσιγκτον, προϋποθέτει τη διευθέτηση των ελληνοτουρκικών "διαφορών" και ένα "καλό πρώτο βήμα" αποτελεί η αναθεώρηση της ελληνικής πολιτικής απέναντι στις τουρκοκοινοτικές σχέσεις.

Ο τρόπος, με τον οποίο η ελληνική κυβέρνηση χειρίστηκε τη διαπραγμάτευση για τη συμφωνία της Τελωνειακής Ενωσης ΕΕ - Τουρκίας και ο τρόπος με τον οποίο η ΝΔ και η Πολιτική Ανοιξη αντιμετώπισαν αυτούς τους χειρισμούς αποδεικνύει το θέατρο που τα κόμματα αυτά έπαιξαν, προκειμένου να αποκρύψουν ή να δικαιολογήσουν μια στροφή αποφασιστικής σημασίας για την εξωτερική πολιτική της χώρας, η οποία μάλιστα πραγματοποιείται κατ' εντολή.

Ξαφνικά, αυτές οι πολιτικές δυνάμεις λησμόνησαν ότι η αποχώρηση των τουρκικών στρατευμάτων κατοχής από την Κύπρο, η αλλαγή στάσης της Αγκυρας απέναντι στο κυπριακό πρόβλημα και στις ελληνοτουρκικές σχέσεις αποτελούσε απαρέγκλιτους όρους για τη συμφωνία της Ελλάδας στην προώθηση των τουρκοκοινοτικών σχέσεων.

Το υποκατάστατο βρέθηκε, ωστόσο, εύκολα. Η εξασφάλιση ημερομηνίας έναρξης διαπραγματεύσεων ένταξης της Κύπρου στην ΕΕ αποτέλεσε, ξαφνικά, μείζον εθνικό στόχο, ο οποίος κατά τα φαινόμενα θα επιτευχθεί.

Η ελληνική διπλωματία, λοιπόν, έδωσε όλο αυτό το διάστημα "σκληρή μάχη" προκειμένου να εξασφαλίσει ικανοποιητική διατύπωση για την έναρξη διαπραγματεύσεων ένταξης της Κύπρου στην ΕΕ.

Μια "σκληρή μάχη" που δεν είναι τελικά τίποτε περισσότερο από τα απαραίτητα εφέ της θεατρικής παράστασης, που με τόση επιμέλεια στήθηκε για να καλύψει και να δικαιολογήσει την καθ' υπαγόρευση στροφή της εξωτερικής πολιτικής της χώρας. Ομως, όσα εφέ και αν χρησιμοποιηθούν δεν είναι δυνατόν να αποκρυφτεί ότι η διαπραγμάτευση για την ένταξη της Κύπρου στην ΕΕ θα ξεκινήσει το πρώτο εξάμηνο μετά το τέλος της Διακυβερνητικής Διάσκεψης του 1996, αφού όμως ληφθούν υπόψη τα συμπεράσματα της εν λόγω Διάσκεψης, η οποία, εκτός των άλλων, θα αποφασίσει το πότε και αν θα υπάρξει διεύρυνση της Ενωσης.

Δημήτρης ΜΗΛΑΚΑΣ

ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ
Με το βλέμμα στη διαδοχή

Ο σχεδιαζόμενος ανασχηματισμός προσκρούει στις λεπτές ισορροπίες μεταξύ των διεκδικητών του χρίσματος. Το θολό μεταπαπανδρεϊκό τοπίο δημιουργεί αγωνία για τους επερχόμενους "κλυδωνισμούς". Πρωταρχικό "καθήκον" η διατήρηση της νομής της εξουσίας

Αμέσως μετά την προσχεδιασμένη κατάληξη της φαιδρής προεδρολογίας, επιχειρήθηκε το "καναλιζάρισμα" της προσοχής της κοινής γνώμης στις "ευεργετικές πρωτοβουλίες" του πρωθυπουργού και στις "αναπτερωτικές" αλλαγές που σχεδιάζει σε κυβέρνηση και κόμμα. Αν δεν είχε ξεσπάσει η υπόθεσηυπουργείου Τουρισμού - ΣΚΑ+ΔΚΙ - καζίνο,η ανασχηματισμολογία και οι "μαγικές κινήσεις Παπανδρέου" θα αποτελούσαν το μόνιμο μενού της πολιτικής επικαιρότητας. Το ότι η νέα εκδήλωση του σκανδάλου των διαπλεκόμεων πολιτικο - οικονομικο - εκδοτικών συμφερόντων δεν έθεσε στο περιθώριο την παραπάνω επιχείρηση, αλλά και το γεγονός ότι η σκανδαλώδης υπόθεση εμφανίστηκε περίπου... σαν προσωπικό θέμα του Δ. Λιβανού - που θα "αντιμετωπιστεί"... στον ανασχηματισμό - είναι ενδεικτικό σημάδι. Δείχνει πως το ζήτημα των εσωκομματικών και ενδοκυβερνητικών ισορροπιών, έτσι κι αλλιώς, θα μετατραπεί εντός ολίγου στο προσφιλές θέμα των χειραγωγών της κοινωνικής συνείδησης.

Και αυτό για δυο λόγους: Πρώτον γιατί όσο ο αυτόματος πιλότος των Βρυξελλών προχωρεί ακάθεκτος στην αντιλαϊκή του πορεία, τόσο αυξάνονται οι ανάγκες για πυροτεχνήματα εγκλωβισμού των λαϊκών στρωμάτων. Για συντήρηση αυταπατών που αποβλέπουν στην παθητική αποδοχή από τους εργαζόμενους της "μοίρας" τους. Για τη διαμόρφωση αναχωμάτων απέναντι στην αγανάκτηση και τη διοχέτευσή της στα ανώδυνα μονοπάτια της ανάθεσης της επίλυσης των κοινωνικών προβλημάτων στους "από μηχανής Θεούς" και στις... ταχυδακτυλουργικές τους ικανότητες.

Δεύτερον,οι ίδιες οι πολιτικές εξελίξεις, όπως προδιαγράφονται σήμερα, αναγκάζουν τους εμπλεκόμενους στο καθεστωτικό πολιτικό παιχνίδι να σταθούν, έστω και επιφανειακά, στο ζήτημα των εσωκομματικών τους ζητημάτων. Πάντα δε με την επιδίωξη να βαφτίσουν την όποια αλλαγή προσώπων ως αλλαγή πολιτικής... Βέβαια περί του τελευταίου καμία πρόθεση δεν υπάρχει. Οσο για τις πολιτικές εξελίξεις που αναμένονται να συνδυαστούν με τις διεργασίες εντός του κυβερνώντος κόμματος είναι βέβαιο ότι δε θα καθοριστούν από την προεδρική εκλογή. Η μόνη ίσως σχέση που έχουν μαζί της είναι ότι θα εκδηλωθούν αμέσως μετά από αυτήν.

Αυτό τουλάχιστον υποστηρίζουν υψηλόβαθμα κυβερνητικά στελέχη που δηλώνουν ότι αμέσως μετά την τρίτη ψηφοφορία και αφού η συναίνεση αποκτήσει τον πρώτο επίσημο σταθμό της, θα τεθεί επί τάπητος το ζήτημα των λεπτών ισορροπιών μεταξύ των διαφόρων τάσεων στο ΠΑΣΟΚ. Ισορροπίες που θα καθορίσουν τον επόμενο ανασχηματισμό και ανάλογα με το χαρακτήρα τους θα κριθεί η θέσπιση ή όχι θέσεων αντιπροεδρίας (ή κυβερνητικών κύκλων) και κυρίως η επάνδρωση των εν λόγω θέσεων. Και εδώ τα σενάρια πληθαίνουν.

Είναι σαφές ότι μια μετάβαση του Α. Τσοχατζόπουλου στην κυβέρνηση ως αντιπροέδρου ή υπουργού Επικρατείας με συντονιστικές αρμοδιότητες, σημαίνει, πρόκριμα για την "επόμενη" μέρα. Από την άλλη, η άσκηση πιέσεων στο γραμματέα του ΠΑΣΟΚ για απώλεια της θέσης στο κόμμα, στο όνομα ανάληψης κυβερνητικών ευθυνών, συνιστά ρήξη με τον Α. Παπανδρέου. Μπορεί, άραγε, ο τελευταίος να την προκαλέσει σε αυτή τη φάση; Από την άλλη η συμμετοχή των Β. Παπανδρέου, Στ. Τζουμάκα, Δ. Τσοβόλα κ.ά., στην κυβέρνηση, ικανοποιεί το αίτημα όσων ζητούν τη φθορά τους μέσα από την ανάληψη κυβερνητικών ευθυνών. Προσκρούει όμως στα συμφέροντα όσων θίγονται από την απόδοση ευσήμων στους εκτός κυβέρνησης "σωτήρων", οι οποίοι σε ορισμένες περιπτώσεις, όπως του Θ. Πάγκαλου, απαιτούν "αποκεφαλισμό".

Είναι πια η εποχή που ο Α. Παπανδρέου δεν μπορεί να συμβιβάσει τις αντιθέσεις σε σχέση με το "ποιος είναι πάνω από ποιον". Αλλες δε εισηγήσεις που δέχεται για απομάκρυνση των εξωκοινοβουλευτικών υπουργών, του δημιουργούν προβλήματα με ανθρώπους ακόμα και του στενού περιβάλλοντός του. Ωστόσο, υψηλόβαθμοι κυβερνητικοί παράγοντες υποστηρίζουν πως ο πρωθυπουργός μπορεί να δημιουργήσει την επίφαση "νοικοκυρέματος", κόβοντας 5 υφυπουργεία και προχωρώντας σε 7 αλλαγές προσώπων, επενδύοντας στην υπουργοποίηση στελεχών με "χαμηλό προφίλ". Σε κάθε περίπτωση ο επερχόμενος ανασχηματισμός και η συζήτηση για συνδυασμό του με κομματικές αλλαγές, σχετίζονται ευθύγραμμα με την έλευση της μεταπαπανδρεϊκής εποχής και τη μάχη για την κατάκτηση της καλύτερης δυνατής θέσης στην κούρσα της διαδοχής.

Αλλωστε το ζήτημα της διαδοχής τίθεται πλέον επιτακτικά όχι μόνο από τους "αντιπολιτευόμενους" τη Χαρ. Τρικούπη, αλλά και από τους ίδιους τους εκπροσώπους της κομματικής νομιμότητας. Οι τελευταίοι, βέβαια, όταν "ζητούν" από τον Α. Παπανδρέου να καθορίσει το συντομότερο, τόσο το χρόνο όσο και τους όρους της διαδοχής, επικαλούνται ως κίνδυνο να τεθεί το παραπάνω ζήτημα από τους εσωκομματικούς αντιπάλους ακόμα και μέσα στα πλαίσια της Οργανωτικής Συνδιάσκεψης του Απρίλη. Ισχυρίζονται λοιπόν ότι το όπλο αυτό για τη διαμόρφωση "πολιτικού γεγονότος" - που έτσι κι αλλιώς θα επιχειρήσουν να προκαλέσουν οι "4" στη Συνδιάσκεψη - πρέπει να χαθεί από τα χέρια τους. Ο μόνος που μπορεί να τους το αποσπάσει, καταλήγουν, είναι ο ίδιος ο πρωθυπουργός και θα έπρεπε να το έχει κάνει ήδη από το Συνέδριο.

Τι σημαίνουν όμως όλα αυτά για το ΠΑΣΟΚ; Μέλος του ΕΓ του κόμματος δεν έκρυβε τις εκτιμήσεις του περί "κρίσιμου διαστήματος μέχρι το Φθινόπωρο", ενώ κομματικοί παράγοντες κάνουν λόγο για επερχόμενους "κλυδωνισμούς". Πού μπορεί να φτάσουν αυτοί οι κλυδωνισμοί; Εδώ οι απόψεις διίστανται ανάλογα με τη δύναμη της κάθε εσωκομματικής τάσης. Οι μάλλον αδύναμοι υποστηρίζουν πως μπορεί να υπάρξει "συμφωνία κυρίων" μεταξύ των "δελφίνων". Την ίδια ώρα οι"δυνατοί" των εσωκομματικών χαρακωμάτων δε βλέπουν τη δυνατότητα συμβιβασμού. Και όχι μόνο αυτό, αλλά υποστηρίζουν ότι αν η επίλυση του θέματος της διαδοχής δε δρομολογηθεί τώρα, τότε τίποτα δεν αποκλείει η επίλυσή του να επέλθει μέσα από εκλογές... Μόνο που σε αυτή την περίπτωση οι αντιμαχόμενοι δε θα έχουν να αντιμετωπίσουν μόνο τον κίνδυνο απώλειας του πρώτου ρόλου μέσα στο κόμμα τους, αλλά και απώλειας του πρώτου ρόλου στο σύστημα νομής της εξουσίας...

Νίκος ΜΠΟΓΙΟΠΟΥΛΟΣ

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΑΝΟΙΞΗ
"Ασος στο μανίκι" του δικομματισμού

Οι τελευταίες εμφανίσεις του προέδρου της Πολιτικής Ανοιξης στα ΜΜΕ, ενόψει της πρώτης ψηφοφορίας για την εκλογή Προέδρου Δημοκρατίας, εξήγησαν τουλάχιστον γιατί ο Αντ. Σαμαράς δε βιάζεται να (αυτο)προσδιορίσει το "ιδεολογικό πιστεύω" του. Απλά, γιατί τα "μπαλαντέρ" του δικομματικού συστήματος δεν έχουν χρώμα. Δεν μπορεί, δηλαδή, το "χαρτί για όλες τις χρήσεις" να έχει την πολυτέλεια του αυτοπροσδιορισμού και της "περιχαράκωσης".

Επιπλέον, πρέπει να έχει την ευχέρεια να αναπροσαρμόζει την "επιχειρηματολογία" του, ανάλογα με τους επιδιωκόμενους κάθε φορά σκοπούς. Τα επιχειρήματα, π.χ., που είχε επικαλεστεί για να "ρίξει" την κυβέρνηση της παράταξής του, σήμερα, ενάμισι χρόνο μετά, έχουν ξεχαστεί ακόμα και από τον ίδιο. Ετσι το Σκοπιανό προτιμά να μην το θυμάται ενόψει της προεδρικής εκλογής, προκειμένου να φέρει σε πέρας την αποστολή που του έχει ανατεθεί. Πριν ένα μήνα περίπου, έθετε ως όρο για την ψήφιση κοινού Προέδρου Δημοκρατίας με το ΠΑΣΟΚ το όνομα των Σκοπίων, ("τριπλή ονομασία"), την οποία όμως, την κρίσιμη ώρα, "ξέχασε" αν δεν αποκήρυξε.

Απλά, όπως τότε, Οκτώβρης '93, έπρεπε να ντύσει με κάποια λογικοφανή επιχειρήματα μια καλά υπολογισμένη πράξη, στα πλαίσια της εξυπηρέτησης των συμφερόντων του πολιτικού συστήματος, έτσι και σήμερα βρίσκει κάποια επιχειρήματα για την περίσταση. Τώρα, π.χ., ανακάλυψε ότι "οι πρόωρες εκλογές θα ήταν λάθος γιατί θα είχαμε μια κυβέρνηση, είτε του ΠΑΣΟΚ, είτε της ΝΔ" (!), ενώ τον Οκτώβρη του 1993 θα μπορούσε να υπάρξει κυβέρνηση της ...Πολιτικής Ανοιξης. Αναλόγου επιπέδου είναι και το επιχείρημα για το "οικονομικό κόστος περίπου ενός δισ. δραχμών" από τις πρόωρες εκλογές.

Είναι προφανές ότι όλα αυτά συνιστούν "προφάσεις εν αμαρτίαις" από την πλευρά του Αντ. Σαμαρά. Η αλήθεια είναι ότι το κόμμα του καλείται κάθε φορά που το επιβάλλουν οι περιστάσεις να επιβεβαιώσει το λόγο της ίδρυσής του. Δηλαδή, στο μέτρο των δυνάμεών του, να υποβοηθά, δίκην σωσιβίου, στη διατήρηση της "πολιτικής σταθερότητας".

Το ρόλο του αυτό αρχίζει να τον ομολογεί δημόσια ο αρχηγός της Πολιτικής Ανοιξης και μάλιστα να καυχάται γι' αυτόν. "Ρυμουλκήσαμε τα άλλα δύο κόμματα" στο θέμα των πρόωρων εκλογών, δήλωσε προχτές με περισσή μετριοφροσύνη. Με φανερή ικανοποίηση επίσης, σημείωσε ότι ο ΣΕΒ επικροτεί την πρότασή του για επιθετική διολίσθηση της δραχμής, καθώς και για το γεγονός ότι συμπίπτει το οικονομικό πρόγραμμα της ΝΔ με αυτό του κόμματός του. Το τελευταίο είναι αρκετό για να εξηγήσει γιατί "ρυμουλκεί" τους άλλους εταίρους του δικομματισμού. Απλά, γιατί βαδίζουν "χέρι χέρι" στον ίδιο δρόμο.

Τα παραπάνω, όμως, σε καμία περίπτωση δε σημαίνουν ότι το κόμμα Σαμαρά δεν έχει ιδεολογικές αρχές, τις οποίες μάλιστα τις ακολουθεί με θρησκευτική ευλάβεια και αποσαφηνισμένη πολιτική φυσιογνωμία. Η φραστική αποκήρυξη των "-ισμών" καθόλου δεν μπορεί να αποκρύψει το νεοσυντηρητικό προσανατολισμό του, ούτε η αυτοανακήρυξή του ως "κέντρο" μπορεί να τον "σώσει" από το χαρακτηριστικό του κόμματος - πολιτικού εκφραστή των μεγάλων συμφερόντων.

"Το μείζον θέμα δεν είναι ποιος κυβερνά, αλλά πώς κυβερνά", επαναλαμβάνει συχνά ο Αντ. Σαμαράς, θέλοντας προφανώς να υπογραμμίσει τη διαχειριστική αντίληψή του για την πολιτική. Η αποστολή της Πολιτικής Ανοιξης είναι να παρεμβαίνει στο "πώς κυβερνά", εννοείται με άνωθεν εντολή.

Παναγιώτης ΚΑΚΑΛΗΣ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ