Με ορατό τον κίνδυνο να εξελιχθεί σε μία ακόμα φιέστα άκριτης υποστήριξης της κυβερνητικής πολιτικής στο χώρο της Αυτοδιοίκησης, συνέρχεται στα μέσα της βδομάδας στο Ηράκλειο Κρήτης το θεματικό συνέδριο της Κεντρικής Ενωσης Δήμων και Κοινοτήτων Ελλάδας (ΚΕΔΚΕ), με αντικείμενο το κυβερνητικό σχέδιο για τις αναγκαστικές συνενώσεις δήμων και κοινοτήτων. Ενα σχέδιο, που επιχειρεί να αλλάξει το χάρτη της Αυτοδιοίκησης, με στόχο αυτό που πολύ εύγλωττα αναφέρει ο ίδιος ο υπουργός Εσωτερικών στον πρόλογο του κειμένου: "... συνδέεται και συναρτάται απόλυτα, τόσο με την ενίσχυση και την προσαρμογή της χώρας μας στην πορεία της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, όσο και με τη δημιουργία συνθηκών ανταγωνιστικότητας στην αναπτυξιακή μας προσπάθεια".
Δηλαδή, πρόκειται για την εφαρμογή διοικητικών μέτρων για την καλύτερη υλοποίηση των αποφάσεων, οδηγιών και κατευθύνσεων της ΕΕ των υπερεθνικών οργάνων των Συμφωνιών του Μάαστριχτ από τη χώρα μας και μέσω της ΤΑ.
Η κυβέρνηση ισχυρίζεται ότι το σχέδιο αυτό είναι προς συζήτηση. Η μέχρι τώρα πρακτική της δείχνει πως χρησιμοποιεί τη συζήτηση ως άλλοθι. Για το νόμο 2218, κυκλοφόρησαν πέντε σχέδια νόμου και όταν έγινε ο νόμος έφερε δύο άλλους νόμους, τους 2240 και 2307, για να ανατρέψουν βασικά σημεία του 2218. Στο σχέδιο για τις Περιφέρειες, έδωσε για μελέτη 4 σχέδια, υπέβαλε στη Βουλή ένα 5ο που δε συζητήθηκε σε κανένα όργανο της Αυτοδιοίκησης και δε δέχτηκε ούτε να ακουστούν στην Κοινοβουλευτική Επιτροπή οι γνώμες της ΚΕΔΚΕ και της ΕΝΑΕ. Ψήφισε το νόμο για τον περιορισμό των κρατικών δαπανών, με τον οποίο η Αυτοδιοίκηση αποψιλώνεται και τα όργανά της δεν ακούστηκαν καν. Οι αιρετοί δεν είναι άμοιροι ευθυνών γι' αυτές τις εξελίξεις, που μεταξύ άλλων σηματοδοτούν μείωση παροχής υπηρεσιών προς τους πολίτες, μείωση εσόδων που έχουν ήδη παρακρατηθεί υπέρ της Αυτοδιοίκησης, πρόσθετες επιβαρύνσεις για δεκάδες υπηρεσίες.
Η ανάλυση που επιχειρείται στο κείμενο με την επωνυμία "Ιωάννης Καποδίστριας" περιορίζεται στην επιφανειακή αιτιολόγηση για την αναγκαιότητα του μέτρου. Καμιά αναφορά δεν υπάρχει για τις αιτίες που δημιούργησαν την ανισόμετρη ανάπτυξη των περιοχών της χώρας, την ερήμωση της υπαίθρου, τον υδροκεφαλισμό των αστικών κέντρων και ιδιαίτερα της πρωτεύουσας. Προσπαθεί να ψελλίσει σε διάφορα σημεία κάτι για "λαθεμένους θεσμούς", για "ξεχασμένη επαρχία", για "τοπικούς παράγοντες", αλλά φοβάται να μιλήσει γι' αυτά, που και το ΠΑΣΟΚ είχε διακηρύξει. Οτι η ίδια η φύση του συστήματος, η ίδια η εφαρμοζόμενη πολιτική, η λειτουργία της χώρας στα πλαίσια της εξάρτησης(οικονομικής, κοινωνικής, θεσμικής κ.ά.) είναι αυτή που, όχι μόνο αναπαράγει τα διαρθρωτικά προβλήματα της οικονομίας και της κοινωνίας, αλλά και τα οξύνει παραπέρα. Οι συντάκτες του κειμένου προσπαθούν να πείσουν ότι δήθεν η ανάπτυξη ταυτίζεται με την οικονομική μεγέθυνση, είναι συνυφασμένη με τους "δείκτες". Προσπαθούν να πείσουν ότι η ανάπτυξη είναι μία διαδικασία αυτοκαθοριζόμενη, που διεξάγεται με κοινωνικά ουδέτερες τεχνολογικές επιλογές και κατευθύνεται προς τη μεγιστοποίηση ή βελτιστοποίηση ενός αποτελέσματος.
Προσπερνούν ότι λίγα χρόνια πριν διακήρυσσαν ότι η ανάπτυξη έχει ένα ευρύτερο περιεχόμενο, πέρα από το στενά οικονομικό, όπως κοινωνικό, πολιτιστικό, θεσμικό, πολιτικό κλπ. Δεν πρέπει και δεν μπορεί να νοηθεί χωρίς την ευρύτερη λαϊκή συμμετοχή στη λήψη των αποφάσεων, χωρίς τον ολοένα αυξανόμενο κοινωνικό έλεγχο στην κατανομή των αποτελεσμάτων της. Γνωρίζουν ότι η ανάπτυξη είναι μία διαδικασία με συγκεκριμένο κοινωνικό περιεχόμενο κάθε φορά, με κοινωνικά αποτελέσματα, που διαφοροποιούνται ανάλογα με τον κοινωνικό χαρακτήρα των δυνάμεων που ελέγχουν αυτήν την αναπτυξιακή διαδικασία. Και δε θα μπορούσαν σήμερα, στα πλαίσια της εξάρτησης από τα υπερεθνικά κέντρα, με διακηρυγμένες θέσεις από τους ίδιους για έλλειμμα κοινωνικό και δημοκρατικό, για επικυριαρχία του μεγάλου κεφαλαίου, να μας πείσουν ότι προωθούν μια ανάπτυξη προς όφελος του λαού.
Παρά τις επιφάσεις διαλόγου για το σχέδιο "Καποδίστριας", η απόφαση από την πλευρά της κυβέρνησης έχει ήδη παρθεί. Ο ίδιος ο υπουργός Εσωτερικών έχει δηλώσει από το βήμα πρόσφατου συνεδρίου της ΚΕΔΚΕ ότι οι εκλογές για την Τοπική Αυτοδιοίκηση (Οκτώβρης '98) θα γίνουν με το νέο χάρτη. Η συζήτηση τώρα γίνεται, όχι για να διαρθρωθεί ή να αλλάξει το σχέδιο, αλλά για να δημιουργηθεί η αίσθηση της συναίνεσης σε μια προειλημμένη απόφαση. Και σ' αυτή την κατεύθυνση, γίνεται και το Συνέδριο της ΚΕΔΚΕ. Το ίδιο το προς συζήτηση κείμενο δεν αφήνει περιθώρια αντιδράσεων, αφού επαναλαμβάνεται σε αρκετά σημεία η θέση ότι: "Η ανασυγκρότηση των χωρικών ενοτήτων των πρωτοβάθμιων ΟΤΑ αποτελεί κατ' εξοχήν κρατική υπόθεση, δηλαδή δεν είναι τοπική υπόθεση". Και για να πειστούν και όσοι δεν πείθονται γι' αυτό αναφέρεται: "Οι ΟΤΑ δεν έχουν εκ του Συντάγματος εξουσία να αποφασίζουν για τη χωρική ανασύνταξή τους" (σελ. 37, 48, 49). Γίνεται μάλιστα προσπάθεια ερμηνείας αποφάσεων του Συμβουλίου Επικρατείας προς αυτή την κατεύθυνση και διατυπώνεται η γνωμάτευση ότι "υπό αυτήν την έννοια η αναγκαστική συνένωση δεν είναι αντίθετη προς το Σύνταγμα" (σελ. 41).
Η όποια συζήτηση είναι εγκλωβισμένη εξαρχής από τη διατύπωση: "Από την πολιτική των σχεδιασμένων (αναγκαστικών) συνενώσεων δεν πρέπει να υπάρχει διέξοδος διαφυγής. Υπό αυτήν την έννοια εξαντλήθηκαν τα όρια εθελοντικότητας" (σελ. 44).
Για την προώθηση του σημερινού σχεδιασμού, οι συντάκτες του κειμένου δε διστάζουν να πετάξουν στα σκουπίδια ό,τι οι ίδιοι ως πολιτικός χώρος έκαναν τα προηγούμενα χρόνια. Κάνουν κριτική, λοιπόν, στην πολιτική που προώθησε, αντί για συνενώσεις, τα Συμβούλια Περιοχής με τη φράση: "Τόσο η αιτιολογική βάση του νομοθετικού πλαισίου, όσο και η εφαρμογή του, παρουσιάζει αρκετά συμπτώματα προχειρότητας που υπονομεύουν την τελεσφόρηση των στόχων του νομοθέτη".
Από το κείμενο δίνεται η εντύπωση ότι η όλη προσπάθεια γίνεται για να μπορούν οι ΟΤΑ να εκπληρώσουν το συνταγματικό τους καθήκον για τη διοίκηση των τοπικών υποθέσεων και την προσαρμογή τους στην εξέλιξη αυτών των υποθέσεων. Αρκεί, όμως, μία και μόνο φράση του κειμένου για να αποκαλύψει ποιος είναι ο πραγματικός στόχος: "Προσαρμογή της ελληνικής ΤΑ στις κατευθύνσεις του τοπικού πολιτικού και διοικητικού συστήματος της Ευρωπαϊκής Ενωσης" (σελ. 23). Ποιες είναι αυτές οι κατευθύνσεις;
- Ιδιωτικοποιήσεις, που εντέλλονται από την οδηγία 92/50.
- Ανταποδοτικότητα, που προωθείται με τον περιορισμό των κοινωνικών υπηρεσιών και πληρωμή εκ νέου από τους εργαζόμενους γι' αυτές.
- Πρόσθετη φορολογία, που προωθείται για κάθε νέο έργο και προβλέπεται ήδη από τους νόμους 1828/89, 2218/94 και άλλες διατάξεις.
Δεν είναι τυχαίο ότι η όλη προσπάθεια επιχειρείται έξω από την όποια οικονομική ενίσχυση του κράτους. "Τα οικονομικά κίνητρα, αναφέρουν, δεν είχαν και δε φαίνεται ότι μπορούν να αποκτήσουν αναπτυξιακή δυναμική. Αλλωστε, η άσκηση μιας κρατικής πολιτικής και μάλιστα τέτοιας εμβέλειας δεν πρέπει να γίνεται αντικείμενο διαπραγμάτευσης. Υπό αυτήν την έννοια τα οικονομικά κίνητρα εξαντλούνται στο μέτρο που περιορίζονται στη διάπλαση της κοινωνικής συναίνεσης, με την προϋπόθεση ότι δεν ακυρώνουν στην πράξη την ουσία της πολιτικής αυτής" (σελ. 44).
Στη βάση αυτής της λογικής, οι δαπάνες για την υλοποίηση αυτής της επιχείρησης δε φτάνουν ούτε στο μισό των οικονομικών κινήτρων που θα λάβαιναν οι συνενωνόμενοι ΟΤΑ με το ισχύον θεσμικό πλαίσιο για τις εθελοντικές συνενώσεις. Τα όποια χρήματα δεν είναι πρόσθετες δαπάνες από τον κρατικό προϋπολογισμό και, όπως αναφέρουν χαρακτηριστικά, "η πολιτική των συνενώσεων ως μείζονος σημασίας δημόσια πολιτική διοικητικής ανασυγκρότησης πρέπει να υπερβεί τη λογική των κινήτρων".
Η κυβέρνηση και όσοι συμφωνούν μαζί της επιχειρούν να πείσουν ότι με τις αναγκαστικές συνενώσεις γίνεται εκσυγχρονισμός του τοπικού πολιτικού συστήματος. Μόνο που δεν μπορούν να αποφύγουν την αποκάλυψη του πόσο αντιδραστικός είναι αυτός ο λεγόμενος εκσυγχρονισμός. Το ίδιο το γεγονός ότι πρόκειται για διοικητικό μέτρο αναγκαστικού χαρακτήρα, χωρίς την ανοχή, έστω, αντίθετης άποψης, δείχνει το περιεχόμενό του. Πρόσθετα, για μία ακόμα φορά, αρνούνται την εφαρμογή της απλής αναλογικής στην εκλογή των οργάνων της ΤΑ. Εμποδίζουν, δηλαδή, την έκφραση όλων των απόψεων στα όργανα της ΤΑ. Και το φαινόμενο οξύνεται με τον τρόπο που επιχειρείται να γίνει η λεγόμενη τοπική αντιπροσώπευση, με μέτρο υποχρεωτικού χαρακτήρα συγκρότηση των ψηφοδελτίων. Η αντιπροσώπευση υποβαθμίζεται με την κατάργηση του χαρακτηρισμού σαν νομικών προσώπων των τοπικών συμβουλίων. Η συγκρότησή τους, όχι μόνο δεν είναι αντιπροσωπευτική, αλλά και αποτελούν όργανα του πλειοψηφούντος σε ευρύτερη περιφέρεια συνδυασμού.
Από την όλη μεθόδευση γίνεται φανερό πως επιβάλλονται όλα τα μέτρα για τον περιορισμό της έκφρασης διαφορετικών απόψεων. Οπως οι ίδιοι αναφέρουν, κύριο πρόβλημα είναι η "μη πειστικότητα στην εφαρμογή μιας διαχρονικά σταθερής πολιτικής". Δηλαδή μιας σταθερής πολιτικής που οι κατευθύνσεις της είναι γνωστές, εδράζονται στις επιλογές και οδηγίες της ΕΕ, των Συμφωνιών του Μάαστριχτ και της "Λευκής Βίβλου". Δε θέλουν την έκφραση καμιάς άποψης ενάντια σ' αυτές τις κατευθύνσεις, δε θέλουν καμιά συζήτηση για το περιεχόμενο αυτής της πολιτικής. Αρνούνται, απαγορεύουν την έκφραση των εργαζομένων και προσπαθούν να περιορίσουν την έκφραση σε κάθε όργανο και της ΤΑ αυτών των φωνών.
Σ. Β.