ΔΟΥΒΛΙΝΟ.-
Ενα ακόμα βήμα έγινε από τον ηγέτη του Σιν Φέιν, που είναι η πολιτική πτέρυγα του Ιρλανδικού Δημοκρατικού Στρατού (IRA), Τζέρι Ανταμς, ο οποίος με ανακοίνωσή του προς όλα τα μέσα του Τύπου κάλεσε τον IRA να κηρύξει εκ νέου εκεχειρία.
Στην ανακοίνωση, που έγινε από τον Ανταμς από κοινού με τον Μάρτιν Μακ Γκίνες, επικεφαλής της διαπραγματευτικής ομάδας του Σιν Φέιν, τονίζεται ότι υπάρχουν σοβαρές ελπίδες και αναμένουν ότι ο IRA θα ανταποκριθεί θετικά στο αίτημά τους αυτό. Νωρίτερα, ο Ανταμς δήλωσε σε κοινή συνέντευξη Τύπου με τον μετριοπαθή εθνικιστή ηγέτη Τζον Χιουμ ότι η Βρετανία έχει αφαιρέσει ορισμένα εμπόδια στις ουσιαστικές διαπραγματεύσεις για το μέλλον της Βόρειας Ιρλανδίας.
Ολες αυτές οι κινήσεις εντάσσονται στην προσπάθεια που έχει γίνει συνολικά από όλες τις πλευρές για να προχωρήσουν οι διαπραγματεύσεις με όλα τα εμπλεκόμενα μέρη, που είχαν πρωτοξεκινήσει το 1994, αλλά μετά από τη διακοπή της εκεχειρίας από τον IRA την ίδια χρονιά, το Σιν Φέιν είχε αποκλειστεί από τις διαπραγματεύσεις. Η βρετανική κυβέρνηση των "Νέων Εργατικών" έχει καταβάλει πολλές προσπάθειες, ώστε να γίνουν κάποια βήματα προς ειρήνευση στη Βόρεια Ιρλανδία. Την Τετάρτη επαναλαμβάνονται οι διαπραγματεύσεις με θέμα τον αφοπλισμό όλων των παραστρατιωτικών ομάδων, θέμα που έχει αποδειχτεί το κρισιμότερο για την πιθανή επιτυχή έκβαση οποιασδήποτε συζήτησης. Στις διαπραγματεύσεις αυτές που θα γίνουν, είναι βεβαιωμένο ότι θα συμμετάσχουν η βρετανική και ιρλανδική κυβέρνηση και ακόμα εννέα κόμματα και σχηματισμοί. Η κίνηση αυτή του Ανταμς εμπεριέχει αρκετές πιθανότητες να συμπεριληφθεί ίσως όχι άμεσα, αλλά πιθανότατα στο εγγύς μέλλον.
ΑΓΚΥΡΑ.-
Με την απότιση φόρου τιμής στο μαυσωλείο του Κεμάλ Ατατούρκ, επέλεξε να εγκαινιάσει την επίσημη ανάληψη της εξουσίας η νέα τουρκική κυβέρνηση, μετά την εξασφάλιση και της ψήφου εμπιστοσύνης του Κοινοβουλίου. Ο νέος πρωθυπουργός Μεσούτ Γιλμάζ,ηγέτης του Κόμματος της Μητέρας Πατρίδας, όπως και οι κυβερνητικοί του εταίροι Μπουλέντ Ετζεβίτ,του Δημοκρατικού Κόμματος της Αριστεράς, και Ισμέτ Σεζγκίν,του Δημοκρατικού Κόμματος της Τουρκίας, θέλησαν και με τον τρόπο αυτό να καταστήσουν σαφές ότι στόχος τους είναι η πιστή διαφύλαξη των αρχών του κοσμικού κράτους. Δέσμευση, που ο Μεσούτ Γιλμάζ διατύπωσε σε όλους τους δυνατούς τόνους, ακόμα και μέσω μιας σφοδρής επίθεσης στον προκάτοχό του και ηγέτη του ισλαμικού Κόμματος της Ευημερίας, Νετσμεντίν Ερμπακάν.
Ο αναδειχθείς, μέσα από το "βελούδινο στρατιωτικό πραξικόπημα", όπως χαρακτηρίστηκε από πολιτικούς αναλυτές η απομάκρυνση του Ερμπακάν και της εταίρου του, ηγέτιδας του Κόμματος του Ορθού Δρόμου Τανσού Τσιλέρ από την εξουσία, Γιλμάζ έσπευσε, κατ' αρχάς, να ικανοποιήσει τα αιτήματα της ηγεσίας των τουρκικών Ενόπλων Δυνάμεων. Με μια σειρά από εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις, που αναιρούν την ενδυνάμωση της ισλαμικής εκπαίδευσης, αλλά και σειρά άλλων αποφάσεων, όπως είναι οι αναστηλώσεις τζαμιών, η νέα τουρκική κυβέρνηση έδωσε σαφή "δείγματα γραφής" στους "ευεργέτες" της.
Φαίνεται, όμως, ότι οι κινήσεις αυτές δεν κρίθηκαν επαρκείς και συνεπώς η νέα κυβέρνηση του Μεσούτ Γιλμάζ εξαπέλυσε πλήθος κατηγοριών ενάντια στην ισλαμική προκάτοχό της, κατηγορίες που στην πλειοψηφία τους έχουν, ήδη, πάρει το δρόμο της Δικαιοσύνης και δη της στρατιωτικής. Ο Μπουλέντ Οράκογλου, πρώην επικεφαλής των μυστικών υπηρεσιών της αστυνομίας, φυλακίστηκε στις στρατιωτικές φυλακές, με την κατηγορία της υποκλοπής στρατιωτικών μυστικών και της μεταβίβασης αυτών στην κυβέρνηση Ερμπακάν. Σοβαρά, επίσης, εξετάζεται το ενδεχόμενο να ανακληθεί η βουλευτική ασυλία της πρώην υπουργού Εσωτερικών, Μεράλ Ακσενέρ, που υπεράσπισε τις ενέργειες του Οράκογλου, αντιτείνοντας το επιχείρημα ότι η "εκάστοτε κυβέρνηση έχει δικαίωμα να ενημερώνεται και να λαμβάνει τα μέτρα της, όταν υφίσταται η υπόνοια διεξαγωγής στρατιωτικού πραξικοπήματος".
Στο στόχαστρο της Δικαιοσύνης βρίσκεται, πλέον, και το Κόμμα της Ευημερίας συνολικά, καθώς η κυβέρνηση Γιλμάζ έφερε στο φως στοιχεία που αποδεικνύουν τη χρηματοδότησή του με 16 εκατομμύρια δολάρια από τη Σαουδική Αραβία και τη Λιβύη, γεγονός που, αν επαληθευτεί, μπορεί να στοιχίσει, σύμφωνα με το άρθρο 133 του τουρκικού Συντάγματος, την άρση της νομιμότητάς του.
Στη δεινότερη θέση όλων, όμως, φαίνεται ότι είναι η πρώην πρωθυπουργός Τανσού Τσιλέρ, η οποία, εκτός από τις αλλεπάλληλες αποσκιρτήσεις των βουλευτών της και τις κατηγορίες για τις επαφές της με τον υπόκοσμο, κατηγορείται, από τον ηγέτη του Εργατικού Κόμματος Ντογκού Περιντσέκ, ότι εργάζεται για λογαριασμό της CIA από τη δεκαετία του '60 και δε σταμάτησε να "εκτελεί τα καθήκοντά της" ούτε ως πρωθυπουργός. Η ανάκριση έχει, ήδη, αρχίσει από τη στρατιωτική Δικαιοσύνη και, παρά τις έντονες διαμαρτυρίες και τις διαψεύσεις, στην περίπτωση που κριθεί ένοχη κατασκοπίας, απειλείται με ποινή φυλάκισης, τουλάχιστον, 15 χρόνων.
Η νέα κυβέρνηση του Μεσούτ Γιλμάζ, όμως, πρέπει να περάσει και "άλλες εξετάσεις". Πρέπει να αποδείξει στη διεθνή κοινότητα και κυρίως στην ΕΕ ότι μπορεί να ανορθώσει την παραπαίουσα τουρκική οικονομία, καθώς, αν δεν κατατεθεί νέος προϋπολογισμός στο τέλος του τρέχοντος έτους, το δημοσιονομικό έλλειμμα αναμένεται να φθάσει τα 15,9 δισεκατομμύρια δολάρια και ο πληθωρισμός το 80 με 85%. Πρέπει, επίσης, να πείσει την ΕΕ ότι είναι,"ειλικρινά", διατεθειμένη να προχωρήσει σε δημοκρατικές μεταρρυθμίσεις και να σεβαστεί τα ανθρώπινα δικαιώματα, ιδιαίτερα μετά το νέο καταδικαστικό ψήφισμα του Ευρωκοινοβουλίου για τη μεταχείριση των δημοσιογράφων, την έλλειψη δημοκρατίας, την ύπαρξη πολιτικών κρατουμένων και κυρίως την παραμονή των τουρκικών στρατευμάτων στο Βόρειο Ιράκ και τη μη αναγνώριση της κουρδικής εθνικής ταυτότητας. Τέλος, πρέπει να πείσει την τουρκική κοινή γνώμη, που σε μεγάλο ποσοστό εμπιστεύτηκε τον ισλαμιστή Ερμπακάν και τις επιλογές του, ότι όντως η ισλαμική κυβέρνηση "αποτέλεσε εμπόδιο στην πρόοδο και στην ευημερία του τουρκικού λαού", όπως είπε ο νέος πρωθυπουργός, και ότι η νέα κυβέρνηση δεν "άγεται και φέρεται" κατά τις βουλήσεις του στρατού. Παρουσιάζει, πράγματι, μεγάλο ενδιαφέρον το πώς η κυβέρνηση Γιλμάζ, υπό τις συνθήκες σύστασής της, θα καταφέρει να κερδίσει τα πολλαπλά και πολυεπίπεδα στοιχήματά της..
Ελένη ΜΑΥΡΟΥΛΗ
Δεκαέξι βδομάδες ζωής έκλεισαν οι τρεις "απόγονοι" της Σάμπα, της 11χρονης λεοπάρδαλης του χιονιού, που κατοικεί στο ζωολογικό κήπο του Μιλγουόκι. Στο περιθώριο του θορύβου που έχει ξεσπάσει για το θάνατο ενός μικρού αγοριού από επίθεση πούμα στο Εθνικό Πάρκο των "Ρόκι Μάουντενς", μόλις πριν από ένα 24ωρο, και την εκ των υστέρων θανάτωση του ζώου από τους υπευθύνους, η Σάμπα δείχνει ότι προτιμά να φωτογραφηθεί με το ένα μικρό της, σχολιάζοντας, τόσο τα τεκταινόμενα με τα "συγγενικά τετράποδα", όσο και τη γενέθλια επέτειο με ένα απολαυστικό χασμουρητό!
ΒΙΛΝΙΟΥΣ (Ανταπόκριση Ν. ΓΚΑΡΙΦΟΥΛΙΝΑ). -
Στις 15 του Ιούλη δικαστήριο της πρωτεύουσας της Λιθουανίας, Βίλνιους, καταδίκασε σ' ένα χρόνο φυλακή και 70.000 λιτ πρόστιμο τον γνωστό αγωνιστή για τα δικαιώματα του ανθρώπου και πρόεδρο του κινήματος "Βένιμπε - Εντίνστβο - Εντνοστ", Ρώσο πολίτη, μόνιμο κάτοικο της Λιθουανίας, Βαλέρι Ιβανόφ.Από την αίθουσα του δικαστηρίου ο Ιβανόφ οδηγήθηκε κατευθείαν στην απομόνωση. Τυπικά η κατηγορία εναντίον του ήταν η "συκοφάντηση του λιθουανικού κράτους". Στην πραγματικότητα, όμως, το καθεστώς της χώρας εξοργίστηκε, γιατί ο Ιβανόφ στο βιβλίο του "Λιθουανική φυλακή" απορρίπτει την επίσημη εκδοχή για τα γεγονότα του Γενάρη 1991 στο Βίλνιους, όπου αρκετοί πολίτες έχασαν τη ζωή τους. Τότε, ύστερα από αυτά τα γεγονότα, με χαλκευμένα στοιχεία, ο Ιβανόφ έκανε φυλακή τρία χρόνια μέχρι το 1994. Στηριζόμενος σε γνωστά ντοκουμέντα και σε καταθέσεις μαρτύρων, ο Ιβανόφ φωτογραφίζει τις λιθουανικές αρχές ως υπεύθυνες για κείνα τα αιματηρά γεγονότα, τα οποία αποσιωπούν επιμελώς.
Με τη φυλάκιση του Ιβανόφ, αυξήθηκε ο αριθμός των πολιτικών κρατουμένων στις φυλακές τις Λιθουανίας, όπου βρίσκονται ακόμα ο Ρώσος πολίτης Αντρέι Σμότκιν και οι ηγέτες του ΚΚ Λιθουανίας Μίκολας Μπουροκιαβίτσιους και Γιούζας Ερμολάβιτσιους.
ΚΑΪΡΟ.-
Στην κατάρτιση λίστας ανεπιθυμήτων Ισραηλινών αξιωματούχων προχώρησε, η αιγυπτιακή κυβέρνηση, η οποία διά μέσω των υπουργείων Εσωτερικών και Εξωτερικών κοινοποίησε τον κατάλογο των "ανεπιθύμητων" ονομάτων σε όλες τις αιγυπτιακές πρεσβείες.
Σύμφωνα με δημοσίευμα του αιγυπτιακού πολιτικού περιοδικού "Αλ Αχράμ αλ Αραμπί", Ισραηλινοί αξιωματούχοι, όπως ο "σκληροπυρηνικός" Αριέλ Σαρόν, νυν υπουργός Υποδομής, ο αρχηγός του Γενικού Επιτελείου Στρατού, Αμνόν Σαχάκ, ο ραβί Οβάντια Γιοσέφ, θρησκευτικός ηγέτης του ορθόδοξου εβραϊκού κόμματος "Σας", αλλά και ο επικεφαλής του Σιν Μπετ, Αμί Αγιαλόν, δε θα έχουν δικαίωμα εισόδου στην Αίγυπτο.
Η είδηση προκάλεσε την έντονη αντίδραση του Νταβίντ Μπαρ Ιλάν, εκπροσώπου του Ισραηλινού πρωθυπουργού Μπέντζαμιν Νετανιάχου, ο οποίος τόνισε ότι αν ευσταθεί το δημοσίευμα, τότε πραγματικά οι ισραηλινο-αιγυπτιακές σχέσεις βαίνουν προς το χειρότερο.