ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 27 Σεπτέμβρη 2009
Σελ. /40
ΔΙΕΘΝΗ
ΕΚΛΟΓΕΣ ΣΤΗ ΓΕΡΜΑΝΙΑ
«Κούρσα» για τη διαχείριση της πολιτικής του κεφαλαίου

Η αφίσα της Μέρκελ καλεί σε «Εμπιστοσύνη», ο Σταϊνμάγιερ λέει «η χώρα μπορεί καλύτερα». Δηλαδή... ζητείται διαχειριστής
Η αφίσα της Μέρκελ καλεί σε «Εμπιστοσύνη», ο Σταϊνμάγιερ λέει «η χώρα μπορεί καλύτερα». Δηλαδή... ζητείται διαχειριστής
Οι γενικές εκλογές που λαμβάνουν χώρα κάθε τετραετία θεωρούνται η πλέον σημαντική εκλογική αναμέτρηση στη Γερμανία, μία χώρα με ομοσπονδιακή δομή και συνεχείς αναμετρήσεις σε επίπεδο κρατιδίων που καθορίζουν τις τοπικές κυβερνήσεις. Εντούτοις, οι σημερινές γενικές εκλογές, όπου καλούνται στις κάλπες περίπου 62 εκατομμύρια ψηφοφόροι, δεν πρόκειται απλώς να αναδείξουν τα νέα μέλη και τη σύνθεση του γερμανικού Κοινοβουλίου αλλά τη σύνθεση της επόμενης κυβέρνησης. Και για τη επόμενη κυβέρνηση υπάρχει ένα μεγάλο φαβορί ως ο μεγάλος εταίρος, τουλάχιστον βάσει των δημοσκοπήσεων, και παρά το γεγονός ότι η εκλογική αναμέτρηση του Αυγούστου στα κρατίδια της Σαξονίας, της Θουριγγίας και του Σαάρ αναθέρμανε το πολιτικό παιχνίδι.

Το «φαβορί» αυτό δεν είναι άλλο από τη νυν καγκελάριο Αγκελα Μέρκελ, υποψήφια με τη Χριστιανοδημοκρατική Ενωση / Χριστιανοκοινωνική (CDU/CSU).

Στις τελευταίες δημοσκοπήσεις οι Χριστιανοδημοκράτες έχουν 35%, οι Σοσιαλδημοκράτες (SPD) 24-26%, οι Ελεύθεροι Δημοκράτες (FDP) 13-13,5%, οι «Πράσινοι» 11% και η «Αριστερά» (Die Linke) 10-11,5% (αυτό το κόμμα συγκέντρωσε στις προαναφερόμενες εκλογές στα τρία κρατίδια υψηλά ποσοστά έως 22%).

Η Μέρκελ ήταν εξαρχής το «φαβορί» σε μία προεκλογική εκστρατεία που το χαρακτηριστικό ήταν η πολιτική αντιπαράθεση χαμηλών τόνων. Παρά το γεγονός ότι τα μέσα μαζικής ενημέρωσης καυτηρίαζαν την απουσία του πολιτικού περιεχομένου των εκλογών, έστρεφαν τα βέλη τους είτε στην αποφυγή της αντιπαράθεσης κυρίως εκ μέρους της καγκελαρίου Μέρκελ είτε ρίχνοντας ανάθεμα στην απάθεια του εκλογικού σώματος.

Ερχεται αντεργατική θύελλα

Και όμως τα γερμανικά ΜΜΕ παρά τις κριτικές συμμετέχουν σε αυτή τη «συνωμοσία σιωπής». «Συνωμοσία» όπου οι πολιτικοί και επιχειρηματίες όχι μόνο προσπαθούν να αποτρέψουν τη δημοσιοποίηση των στοιχείων της πλήρους έκτασης της κρίσης, αλλά, το κυριότερο, προσπαθούν να αποτρέψουν τη δημοσιοποίηση στοιχείων που θα καταδεικνύουν ότι η επόμενη ημέρα των εκλογών θα σημάνει δριμύτερη επίθεση σε δικαιώματα και κεκτημένα των εργαζομένων που σχεδιάζουν. Υπάρχουν παρ' όλα αυτά ενδείξεις για το τι σχεδιάζεται να προωθήσει η επόμενη κυβέρνηση. Χαρακτηριστικό το πρόσφατο δημοσίευμα της γερμανικής έκδοσης της εφημερίδας «Financial Times», όπου αναφέρει ότι «υπάρχει κάποιου είδους μορατόριουμ μεταξύ της επιχειρηματικής - βιομηχανικής ελίτ και της κυβέρνησης». Οταν οι εκλογές τελειώσουν «η γερμανική βιομηχανία θα προχωρήσει σε μαζικές απολύσεις» θα επιβεβαιώσει ο Ολαφ Χένκελ, πρώην επικεφαλής της Ενωσης Βιομηχάνων (Bundesverbandes der deutschen Industrie - BDI), σε δηλώσεις του προς τη γερμανική εφημερίδα «Handelsblatt».

Σύμφωνα με έρευνα του Ινστιτούτου Ifo του Μονάχου, το 25% του συνόλου των γερμανικών επιχειρήσεων σχεδιάζουν να μειώσουν τον αριθμό των εργαζομένων τους μέσα στους επόμενους έξι μήνες. Στη βιομηχανία, ο αριθμός μεγεθύνεται στο 34%. Ενώ σχεδόν τα δύο τρίτα όλων των εργοστασίων που έχουν πάνω από 1.000 εργαζόμενους σχεδιάζουν να προβούν σε απολύσεις.

Η οικονομική γερμανική ολιγαρχία όμως εκτός των απολύσεων εντείνει την εκστρατεία πίεσης προς τη γερμανική κυβέρνηση να συνεχίσει τις περικοπές των ήδη πετσοκομμένων κοινωνικών παροχών - ανεξαρτήτως της σύνθεσης της επόμενης κυβέρνησης, που θα αναλάβει μετά τις ομοσπονδιακές εκλογές. Εξάλλου η γερμανική κυβέρνηση -- CDU/CSU και Σοσιαλδημοκρατών (SPD) -- έχει δώσει δείγματα γραφής: οι μεγάλες τράπεζες και τα χρηματοοικονομικά ιδρύματα μπόρεσαν να εξασφαλίσουν δισεκατομμύρια από την κυβέρνηση και τα ανώτατα στελέχη των τραπεζών και των μεγάλων επιχειρήσεων αυτοεπιβραβεύονται δίνοντας στους εαυτούς τους τεράστια μπόνους, οι άνεργοι πληροφορούνται από επίσημα χείλη πως «δεν υπάρχουν» χρήματα για να πάρουν λογικούς μισθούς ή να έχουν αξιοπρεπή ιατροφαρμακευτική περίθαλψη.

Συνεπώς, ανεξαρτήτως των πιέσεων, στο παρασκήνιο η κυβέρνηση σχεδιάζει έτσι κι αλλιώς περαιτέρω μαζικές περικοπές στο σύστημα Υγείας και Πρόνοιας για να καλύψει το κόστος της «διάσωσης» των τραπεζών. Εξάλλου, μεσούσης της προεκλογικής εκστρατείας, η κυβέρνηση συνασπισμού εγκόλπωσε άρθρο στο γερμανικό Σύνταγμα για τη θέσπιση ορίου στο ύψος του χρέους, το οποίο υποχρεώνει οποιαδήποτε μελλοντική κυβέρνηση να τιθασεύει το έλλειμμα του προϋπολογισμού μέσω της περιστολής των δαπανών.

Δυσοίωνα μελλούμενα

Τα ιλιγγιώδη ποσά που διοχετεύτηκαν προς τον τραπεζικό τομέα στο όνομα της αντιμετώπισης της καπιταλιστικής κρίσης, η «μαύρη τρύπα» των κρατικών εσόδων μέσω της φορολογίας και το συνεχώς διευρυνόμενο βάρος των πληρωμών για τα κόστη των συντάξεων και της ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης θα μετατοπιστούν αποκλειστικά στις πλάτες των εργαζομένων. Εννοείται ότι αυτά τα ζητήματα αποσιωπήθηκαν κατά τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας. Αντιθέτως, τα κόμματα επιδόθηκαν σε μία επιφανειακή και ψευδέστατη ρητορική περί αύξησης των δαπανών για την Παιδεία, για κοινωνικές παροχές και μείωση της φορολογίας, που θα ξεχαστούν αμέσως με το που κλείσουν οι κάλπες.

Ο πόλεμος στο Αφγανιστάν ήταν ένα ακόμη «μεγάλο μυστικό» της προεκλογικής εκστρατείας, παρά το γεγονός ότι η κυβέρνηση του μεγάλου συνασπισμού CDU/CSU-SPD έχει δώσει επανειλημμένως το πράσινο φως στο γερμανικό στρατό για την όσο το δυνατόν μεγαλύτερη εμπλοκή του στον πόλεμο του Αφγανιστάν. Το πρόσφατο μακελειό του γερμανικού στρατού κατοχής στην Κοντούζ σήκωσε για το «θεαθήναι» λίγο τους τόνους.

Η τακτική αυτή, όσον αφορά τόσο το μείζον ζήτημα της κρίσης αλλά και του ιμπεριαλιστικού πολέμου, δεν ακολουθείται μόνο από τα κόμματα του κυβερνητικού συνασπισμού, αλλά και από τα κόμματα της αποκαλούμενης αντιπολίτευσης. Το Κόμμα των Πρασίνων έχει υποστηρίξει την αποστολή στρατευμάτων στο Αφγανιστάν. Η παρακαταθήκη του «πράσινου» υπουργού Εξωτερικών Γιόσκα Φίσερ είναι «βαριά», ποιος μπορεί εξάλλου να ξεχάσει τη στάση του Φίσερ στον πόλεμο της Γιουγκοσλαβίας ή την πλήρη υποστήριξη της «Ατζέντας 2010» όταν οι Πράσινοι συγκυβερνούσαν με το SPD υπό τον καγκελάριο Γκέρχαρντ Σρέντερ; Το Κόμμα των Φιλελεύθερων Δημοκρατών (FDP) υποστηρίζει μία ατζέντα ακόμη μεγαλύτερων περικοπών των κοινωνικών δαπανών και ευρύτερης επίθεσης στα εργασιακά δικαιώματα και από αυτή που εξαπέλυσε η κυβέρνηση του μεγάλου συνασπισμού.

«Η Αριστερά» (Die Linke) από τις «ατμομηχανές» του Κόμματος Ευρωπαϊκής Αριστεράς, όπου συμμετέχει και ο ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ, παρά τη ρητορική για απόσυρση των γερμανικών στρατευμάτων από το Αφγανιστάν (σε τελευταία δήλωση ο ηγέτης της Ο. Λαφοντέν είπε ότι απόσυρση «δε σημαίνει αμέσως και με πανικό») ή την αντίθεση για τους αντεργατικούς νόμους, δεν έχει κάνει καμία προσπάθεια να κινητοποιήσει τους εργαζομένους, έχει απεμπολήσει το ταξικό κριτήριο και πλασάρεται ως μια δύναμη διαχειριστική, που αποδέχεται την καπιταλιστική εκμετάλλευση, δεν έρχεται σε ρήξη με τη στρατηγική του κεφαλαίου και προσβλέπει σε συνεργασία με τους Σοσιαλδημοκράτες.


Χρ. ΜΑΥΡΟΠΟΥΛΟΥ

Μετεκλογικά σενάρια

Τα αποτελέσματα των εκλογών που διεξήχθησαν στα τρία ομόσπονδα κρατίδια στη Γερμανία την 30ή Αυγούστου, στη Σάαρ, στη Θουριγγία και τη Σαξωνία, κατέγραψαν τη μείωση των δυνάμεων τόσο του CDU/CSU όσο και του SPD ενώ ενισχύθηκε η Die Linke.

Στην επερχόμενη ομοσπονδιακή βουλή, την Μπούντεσταγκ, αναμένεται η παρουσία πέντε κομμάτων, οι προγραμματικές διαφορές των οποίων είναι τόσο επουσιώδεις που οποιοδήποτε εξ αυτών θα μπορούσε επί της αρχής να συνεργαστεί με όλα τα υπόλοιπα. Κανένα τους δεν προτίθεται να αμφισβητήσει την ισχύ των τραπεζών ή να απαντήσει σε ερωτήματα όπως το ποιος ευθύνεται για την οικονομική κρίση - που ήδη δημιουργεί νέα κέρδη για τους κεφαλαιοκράτες. Πριν τέσσερα χρόνια, η ηγέτιδα της Χριστιανοδημοκρατικής Ενωσης (CDU) Αγκελα Μέρκελ και ο ηγέτης των Φιλελεύθερων Δημοκρατών (FDP) Γκουίντο Βεστερβέλε συμφώνησαν να συστήσουν μια «μαυροκίτρινη» συμμαχία πριν τις εκλογές. Ομως η συμφωνία ακυρώθηκε μετά τις εκλογές, αφού τα δύο κόμματα απέτυχαν να εξασφαλίσουν την πλειοψηφία. Αυτήν τη φορά, η Μέρκελ υπήρξε πολύ πιο περιφραστική, αποφεύγοντας να δεσμευτεί σε μια συμμαχία με το FDP. Η στάση της δεν οφείλεται μόνο στο γεγονός πως το αποτέλεσμα των εκλογών φαντάζει αβέβαιο. Κάτι ακόμα σημαντικότερο είναι πως υπάρχουν αμφιβολίες στο συντηρητικό στρατόπεδο για το εάν και κατά πόσον ένας συνασπισμός CDU - FDP θα κατάφερνε να κατευνάσει την εντεινόμενη λαϊκή οργή και αντίθεση στην εφαρμοζόμενη πολιτική.

Με μια κυβέρνηση που θα αποτελείται σχεδόν ολοκληρωτικά από πολιτικούς που τοποθετούνται ανοιχτά υπέρ των επιχειρήσεων, θα είναι πολύ πιο δύσκολο τα συνδικάτα να τιθασεύσουν την εργατική τάξη. Τα τελευταία 11 χρόνια, τα συνδικάτα έπαιξαν ζωτικό ρόλο στην εφαρμογή των περικοπών στην κοινωνική πρόνοια και τις συντάξεις, καταπνίγοντας τη γενικευμένη αντίθεση του λαού - αρχικά υπό την κυβέρνηση Σρέντερ των Σοσιαλδημοκρατών (SPD) και πιο πρόσφατα υπό την κυβέρνηση Μέρκελ. Αρκετοί συντηρητικοί πολιτικοί καλούν, έτσι, εύλογα το FDP να κατεβάσει τον τόνο της νεοφιλελεύθερης ρητορικής του καθώς μία ενδεχόμενη συμμαχία CDU - FDP θα σήμαινε, σύμφωνα με το περιοδικό «Der Spiegel», «το ξέσπασμα μιας καταιγίδας κινητοποιήσεων» εναντίον της κυβερνητικής συμμαχίας.

Die Linke η «αξιόπιστη»

Επικαλούμενο πηγές της CDU, το περιοδικό «Σπίγκελ» έγραψε πως η Καγκελάριος Μέρκελ παρά τις επίσημες δηλώσεις «πάνω απ' όλα προτιμά τη συνέχιση (της ύπαρξης της κυβέρνησης) του μεγάλου συνασπισμού... Η περαιτέρω συνεργασία με το SPD παρέχει πολυάριθμα πλεονεκτήματα κατά την άποψή της». Ο ευρύς συνασπισμός έχει εξασφαλισμένη την ευρεία πλειοψηφία και στα δυο σώματα της γερμανικής βουλής - την Μπούντεσταγκ και την Μπούντεσρατ. Μια συμμαχία CDU - FDP δε θα εξασφαλίσει τέτοια πλειοψηφία. Επιπλέον, η συμμαχία με το SPD έδωσε στην κυβέρνηση την ανεπιφύλακτη υποστήριξη των συνδικάτων, που συνέβαλε να εφαρμοστούν πολιτικές διατήρησης των μισθών σε χαμηλό επίπεδο και - όπως συνέβη στην περίπτωση του συνδικάτου των σιδηροδρομικών Transnet στη διάρκεια της τελευταίας απεργιακής κινητοποίησης - έδρασαν ανοικτά ως απεργοσπαστικοί μηχανισμοί. Το SPD θα προτιμούσε επίσης τη συνέχιση του λεγόμενου μεγάλου συνασπισμού. Μετά την πτώση του στις δημοσκοπήσεις στο 22% περίπου και μετά τον αποκλεισμό από το μηχανισμό του κόμματος κάθε πιθανότητας συμμαχίας με την Die Linke στο ομοσπονδιακό επίπεδο, ο μεγάλος συνασπισμός αποτελεί τη μόνη βιώσιμη προοπτική για την παραμονή του SPD στην εξουσία. Ταυτόχρονα, η συνέχιση του μεγάλου συνασπισμού θα οδηγήσει αναπόφευκτα στην προϊούσα απώλεια εκλογικής δύναμης για την CDU και το SPD - τα δυο παραδοσιακά και λεγόμενα «λαϊκά» κόμματα της γερμανικής πολιτικής. Μετά από 11 χρόνια στην κυβέρνηση το SPD υφίσταται χρόνια μείωση του αριθμού των μελών του και καταγράφει τα χειρότερα ποσοστά του στις δημοσκοπήσεις τη μεταπολεμική περίοδο. Και παρά τα υψηλά ποσοστά δημοτικότητας της Καγκελαρίου Μέρκελ, η CDU δεν μπορεί να βελτιώσει τη χαμηλή εκλογική της επίδοση το 2005.

Υπάρχουν έτσι σε εξέλιξη εντεινόμενες συζητήσεις για πιθανές εναλλακτικές λύσεις πέραν του μεγάλου συνασπισμού. Εάν υπάρξει ξεκάθαρη πλειοψηφία των CDU - FDP στη σημερινή αναμέτρηση, τότε ο σχηματισμός κυβερνητικής συμμαχίας από αυτά τα κόμματα - περιλαμβανομένης και της CSU - πρέπει να θεωρείται πολύ πιθανός. Ομως οι Πράσινοι, που για πρώτη φορά στο Αμβούργο εισήλθαν σε συμμαχία με την CDU σε κρατιδιακό επίπεδο, έχουν αφήσει να εννοηθεί η ετοιμότητά τους να συνεργαστούν με την CDU και την CSU.

Οι προγραμματικές διαφορές δε θα αποδειχθούν μεγάλο εμπόδιο για το πρώην οικολογικό κόμμα. Οι Πράσινοι δεν κρύβουν τις στενές σχέσεις τους με σημαντικά επιχειρηματικά συμφέροντα και υποστηρίζουν απερίφραστα τη γερμανική στρατιωτική εμπλοκή στο Αφγανιστάν. Ρόλο κλειδί στις συζητήσεις για τις μετεκλογικές συμμαχίες έχει και η Die Linke, που για πολλούς συντηρητικούς πολιτικούς μπορεί να αποδειχθεί «χρήσιμη» εάν ενταθούν οι κοινωνικές εντάσεις καθώς στα κρατίδια εκείνα όπου συμμετέχει στην κυβέρνηση (π.χ. στο Βερολίνο) και σε δήμους της Ανατολικής Γερμανίας όπου συγκυβερνά, χαρακτηρίζεται «αξιόπιστη»...

Αντιλαϊκή ... οικονομία των εξοπλισμών

Η αγχώδης προεκλογική συζήτηση, ειδικά από τους εκπροσώπους των κομμάτων του κεφαλαίου, συνεχίζεται περιχαρακωμένη σε μια περίκλειστη οικονομολογία. Οι συνυπεύθυνοι της οικονομικής λαϊκής ανεπάρκειας της χώρας διαγκωνίζονται ωσάν το πρόβλημα της οικονομίας να είναι αποκομμένο από κάθε άλλη κοινωνική λειτουργία. Ωσάν να μην υπόκειται σε αλληλεπιδράσεις άλλων τομέων της κοινωνικής ζωής που κάνουν εμφανέστερη την οικονομική ανεπάρκεια του λαού. Ωσάν να είναι μια υπερβατική λειτουργία αριθμών που η βελτίωσή τους σημαίνει και τη βελτίωση του λαϊκού εισοδήματος.

Οι υπεύθυνοι της λαϊκής αποταμιευτικής ανεπάρκειας έως και εξαθλίωσης μεγάλου ποσοστού των Ελλήνων καταγίνονται ξεδιάντροπα στα στημένα τηλεοπτικά παράθυρα με την οικονομία των αριθμών και των τρόπων που θα αναζωογονήσουν την αγορά του κεφαλαίου. Γι' αυτούς, τα πάντα επικεντρώνονται στην οικονομική κίνηση του κεφαλαίου, που θα δώσει διέξοδο ενεργοποίησης της αγοράς σε μια απρόσκοπτη ανάπτυξη της κερδοφορίας. Γι' αυτούς δεν έχει σημασία πόσο η τρέχουσα κρίση επιβαρύνει κι εξαθλιώνει λαϊκά στρώματα, διαλύει κοινωνικούς τομείς, πόσο αυτή η κρίση πολλαπλασιάζεται από διπλανούς τομείς της αλληλένδετης κοινωνικής λειτουργίας. Το κίνημα ειρήνης επικεντρώνει παρατηρήσεις, επισημάνσεις και συμπεράσματα στην προσπάθειά του, να αντισταθεί στη χρόνια πολύπλευρη και ποικίλων πολιτικών ιδεολογημάτων επιχείρηση παραγκωνισμού έως κι εξαφανισμού του.

Η περιχαρακωμένη περίκλειστη οικονομολογία της αγχώδους προεκλογικής αντιπαράθεσης που επιχειρεί να χώσει τις ποικίλες κοινωνικές επιπτώσεις στην αφάνεια, πεισματώνει τους αμετανόητους αγωνιστές του φιλειρηνικού αντιιμπεριαλιστικού κινήματος. Τους ωθεί να καταδείξουν όλους αυτούς τους πολιτικούς εκφραστές που πίσω από φαινομενικές δικαιολογήσεις και ιδεολογήματα προσπαθούν να παραποιήσουν ή να αποκρύψουν τις αλήθειες μιας παγκόσμιας οικονομίας που στηρίζεται στο βούρκο εκσυγχρονισμένων οπλικών συστημάτων και πολεμικών καταναλώσεων. Ολους αυτούς του ηθελημένους και αθέλητους αγκιτάτορες της οικονομίας των όπλων και του πολέμου, που είτε με ανοιχτή υπεράσπιση αυτής της οικονομίας, είτε με προσχηματικές προοδευτικές επικλίσεις αποκρύπτουν τις αλήθειες των κινδύνων.

Μιλούν ασύστολα για οικονομική θεραπεία και ανάπτυξη είτε με ντούρα, είτε με δακρύβρεχτη επίκληση στο λαό. Λένε πολλά αληθοφανή και κρύβουν την ουσία μιας αφόρητης κοινωνικο - οικονομικής πραγματικότητας που αυξάνει την εκμετάλλευση του κεφαλαίου. Κρύβουν την αλήθεια της παγκόσμιας οικονομίας που έχει αναγάγει τα οπλικά συστήματα ως το εμπόρευμα των εμπορευμάτων της παγκόσμιας αγοράς. Κρύβουν την αλήθεια της διεθνούς οικονομίας που ισχυρά καπιταλιστικά κράτη εξαρτούν το ισοζύγιο της οικονομίας τους και τον ετήσιο προϋπολογισμό τους από την αγοραστική κίνηση των οπλικών τους συστημάτων.

Θλιβεροί και μοιραίοι βάζουν την Ελλάδα στο πάγκο της αγοράς εκλιπαρώντας το έλεος του Προκρούστη. Το κίνημα ειρήνης αγωνίζεται κι απαιτεί:

α) Εθνικός λαϊκός έλεγχος των εξοπλισμών, να περιορίζονται στις αποκλειστικές ανάγκες της εθνικής άμυνας.

β) Κατάργηση της ιδιότητας μισθοφορικού στρατού και μετατροπή του σε λαϊκό στρατό με κοινωνικό λαϊκό έλεγχο.

γ) Εμπέδωση της συνείδησης στράτευσης των νέων Ελλήνων πέρα από τις ατομικές ιδιωτικές τους υποχρεώσεις με συμμετοχή τους σε οργανώσεις λαϊκής άμυνας και ελέγχου.

δ) Ο εθνικός λαϊκός στρατός να έχει συνείδηση της υπεράσπισης των εθνικών συνόρων και των λαϊκών συμφερόντων ως ενιαίο αδιάσπαστο σύνολο.


Αντώνης ΔΑΜΙΓΟΣ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ