Η εδραίωση και ισχυροποίηση των θέσεων του παλαιστινιακού απελευθερωτικού κινήματος στον νότιο Λίβανο καθ' όλη τη δεκαετία του 1970 είχε αναδειχθεί σε βασικό ζήτημα προβληματισμού και ανησυχίας για το κράτος του Ισραήλ, καθώς απέναντί του πλέον δεν βρίσκονταν απλά και μόνο κάποιες σκόρπιες ολιγομελείς αντάρτικες ομάδες, αλλά ένας διαρκώς ενισχυόμενος - αριθμητικά, οργανωτικά και υλικοτεχνικά - στρατός (που μάλιστα στις αρχές της δεκαετίας του 1980 είχε αρχίσει να αποκτά δομή και χαρακτηριστικά τακτικού στρατού), εδραζόμενος επί ενός διαμορφούμενου «κράτους εν κράτει», το οποίο εκτεινόταν από τα βόρεια σύνορα του Ισραήλ έως και την πρωτεύουσα του Λιβάνου, Βηρυτό.
Από τα μέσα της δεκαετίας του 1970 και έπειτα, το Ισραήλ άρχισε να επεμβαίνει όλο και περισσότερο στρατιωτικά επί λιβανικού εδάφους, αξιοποιώντας - προς εξυπηρέτηση των συμφερόντων του - και τις εσωτερικές συγκρούσεις που είχαν ξεσπάσει στον Λίβανο (από τα μέσα της δεκαετίας του 1970 ο Λίβανος ήταν ουσιαστικά τριχοτομημένος, με το νότιο τμήμα του να ελέγχεται από την PLO σε συμμαχία με τους γηγενείς αραβικούς πληθυσμούς, το βορειοανατολικό από τη Συρία - σε συμμαχία με τους γηγενείς αραβικούς πληθυσμούς αντίστοιχα - και ένα τμήμα βόρεια της Βηρυτού από τους Μαρωνίτες χριστιανούς).
Στις 14 Μάρτη 1978, με την «Επιχείρηση Λιτάνι» όπως ονομάστηκε, ο ισραηλινός στρατός σε συνεργασία με ένοπλα τμήματα - κατά βάση χριστιανών - του Λιβάνου (που στη συνέχεια συγκρότησαν τον Στρατό του Νότιου Λιβάνου) πραγματοποίησε στρατιωτική επιχείρηση με σκοπό τη δημιουργία μιας «ζώνης ασφαλείας» ανάμεσα στο Ισραήλ και στα ελεγχόμενα από την PLO εδάφη, «εκκαθαρίζοντας» μια περιοχή σχεδόν 30 χλμ. σε βάθος καθ' όλο το μήκος των συνόρων Ισραήλ - Λιβάνου τόσο από τις δυνάμεις της PLO όσο και από σχεδόν 250.000 Παλαιστίνιους και γηγενείς αραβικούς πληθυσμούς, που έγιναν πρόσφυγες.
Ακολούθησε 4 χρόνια μετά η εισβολή στον Λίβανο (κατά ειρωνικό τρόπο ονομάστηκε «Επιχείρηση για την Ειρήνη στη Γαλιλαία»), που ξεκίνησε στις 6 Ιούνη 1982, με διακηρυγμένο σκοπό «την εξάλειψη της PLO». Η πορεία των μαχών εξελίχθηκε γρήγορα υπέρ του Ισραήλ. Μέσα σε λίγες μέρες, στις 14 Ιούνη, οι ισραηλινές δυνάμεις περικύκλωσαν τη Βηρυτό (όπου βρισκόταν η έδρα της PLO), ξεκινώντας μια σκληρή πολιορκία που θα διαρκούσε έως και τον Αύγουστο.
Τελικά, η PLO συμφώνησε να εκκενώσει την πόλη από τις δυνάμεις της και να εγκαταλείψει τον Λίβανο συνολικά, διαδικασία που πραγματοποιήθηκε υπό διεθνή επίβλεψη (Αμερικανών, Γάλλων στρατιωτών κ.ά.) έως τις αρχές του Σεπτέμβρη. Κάπου 15.000 Παλαιστίνιοι και Σύροι μαχητές, καθώς επίσης η ηγεσία και πολλά στελέχη της PLO, μεταφέρθηκαν στη Συρία, στην Ιορδανία, στο Ιράκ, στην Αλγερία, στην Τυνησία, στην Υεμένη και αλλού. Η έδρα της PLO εγκαταστάθηκε στην Τύνιδα της Τυνησίας, ενώ σύντομα λειτούργησε γραφεία και στο Αμμάν της Ιορδανίας. Ο Γ. Αραφάτ μετέβη στην Τυνησία, με ενδιάμεση στάση στην Ελλάδα.