***********
Εκείνος, που «απ' όλα τα παράθυρά του φαίνεται ο σοσιαλισμός»!!!
************
«Δολοφονήστε τον Τσάβες...». Ποιος έδωσε το δικαίωμα σ' αυτό το κτήνος, τον Π. Ρόμπερτσον, τον αρχηγό των Ευαγγελιστών, να ζητά έτσι ωμά τη δολοφονία του ηγέτη της Βενεζουέλας;
************
Του το 'δωσε ο ρόλος του, που είναι ακριβώς να ιδεολογικοποιεί, προετοιμάζει, καλύπτει, τα, έτσι και αλλιώς, δεδομένα εγκλήματα του ιμπεριαλισμού.
***************
Σιγά να μη βρέθηκε τηλέπαθος, που να έχαψε την άρνηση του Ράμσφελντ στην προτροπή του θρησκευτικού ηγέτη για τη δολοφονία.
**********
Οι τηλέπαθοι ξέρουν καλά πως μετά το στήσιμο της 11ης του Σεπτέμβρη η ηγεσία των ΗΠΑ βρήκε την ευκαιρία να ενεργοποιήσει τον νόμο... για δολοφονίες ξένων ηγετών.
***********
Θα «παρακολουθούνται οι απαράδεκτες συμπεριφορές», λέει, στη Βρετανία...
***************
Να 'χουν το νου τους οι τηλέπαθοι, που τυχόν βρεθούν εκεί επισκέπτες, να έχουν κομμένα τα νύχια τους, να είναι ξυρισμένοι και χτενισμένοι κάτω από τις κάμερες...
Δεν είναι για να τρώνε οκτώ «τυχαίες» σφαίρες, όπως ο νεαρός Βραζιλιάνος.
****************
Την συμπεριφορά του Ευαγγελιστή ηγέτη κολλητού του Μπους πως θα τη χαρακτηρίζανε οι Βρετανοί αρμόδιοι;
**********
«Απ' όλα τα παράθυρα φαίνεται ο σοσιαλισμός».
|
Η ευλογία και η κατάρα των μουσώνων ξαναχτύπησε τη βορειοανατολική Ινδία. Βυθίζοντας τους πιο άτυχους στο έρεβος της απελπισίας, που «χτυπιέται» με έναν κορμό δέντρου, με ένα μεταλλικό πιάτο, με οτιδήποτε... Αρκεί να φωτίσει ο ήλιος, έστω και νεκρά, τα αγαπημένα πρόσωπα...
Η Καισαριανή είναι ξεσηκωμένη. Το Δουργούτι το ίδιο. Η Κοκκινιά έχει γράψει την ιστορία της και συνεχίζει. Το Κατσιπόδι, ο Βύρωνας, το Μπαρουτάδικο, οι Ποδαράδες, το Περιστέρι. Ολες οι φτωχογειτονιές της Αθήνας πληρώνουν τίμημα βαρύ και πολεμούν. Μέσα σ' αυτές συνοδοιπόρος και μπροστάρισσα η Καλλιθέα. Με τα Παλιά Σφαγεία, το συνοικισμό Χαροκόπου, την Αγιά-Λεούσα, τις Τζιτζιφιές.
Αύγουστος ήταν στις 28 του '44. Δευτέρα ξημερώματα. Κίνηση ο πατέρας από βαθιά χαράματα να πάει στη δουλιά και πριν ο ήλιος βγει γύρισε πίσω. «Τι συμβαίνει και ξαναγύρισε;». Εκανε με τρόμο η Μάνα. Τότε εκείνος ξεστόμισε την πιο φρικτή λέξη, που όλοι ακούγαμε, όλοι φοβόμασταν κι όλοι περιμέναμε... Μπλόκο!!!
Φώναξαν καμιά δεκαπενταριά φορές και μετά άρχισαν τα γιουρούσια στα σπίτια. Τραβολογούν και δέρνουν. Βάζουν τον υποκόπανο μπροστά, χτυπάνε στα πλευρά και σπρώχνουν. Δεν αφήνουν γωνιά που να μην ψάξουν. Αλίμονο σ' όποιον έκανε την κουτουράδα να προσπαθήσει να κρυφτεί για να ξεφύγει. Σαν σκυλί τον ξαπλώνουν στον τόπο. Οι Γερμανοί αφ' υψηλού ελέγχουν το έργο. Ευχαριστημένοι που οι υποτελείς κάνουν καλή δουλιά.
Καταμεσήμερο και ο ήλιος πάνω από τα κεφάλια σε τσουρουφλίζει. Είναι όλοι ανακούρκουδα καθισμένοι και ξεφυσάνε. Τα χείλη σκασμένα για μια στάλα νερό. Η αγωνία του θανάτου μέσα από το βλέμμα του καταδότη με την κουκούλα τσακίζει τα πρόσωπά τους. Ενα τσιγάρο στόμα το στόμα, ρουφηξιά τη ρουφηξιά, μοναδική παρηγοριά.