ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 23 Ιούλη 2000
Σελ. /32
ΔΙΕΘΝΗ
Η πορεία του Κυπριακού

Ηταν μετά τις εκλογές του 1993, όταν ο επανεκλεγείς πρωθυπουργός και πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ, μακαρίτης Ανδρέας Παπανδρέου, μετέφερε την ελληνική εξωτερική πολιτική από τον αστερισμό της Ευρωπαϊκής Ενωσης σ' αυτόν των ΗΠΑ. Δήλωνε ότι «η εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ βρίσκεται πιο κοντά στα συμφέροντα της Ελλάδας από αυτήν της Ευρωπαϊκής Ενωσης». Με αυτή του τη δήλωση, ασφαλώς, δεν εννοούσε ότι η Ελλάδα είχε αποκοπεί πολιτικά από τις ΗΠΑ, ούτε ότι επρόκειτο να αποκοπεί από την Ευρωπαϊκή Ενωση. Απλά, έβλεπε ότι ο από διετίας προβληματισμός των ΗΠΑ, σχετικά με τη σοβιετική διάλυση και την ανάμειξή τους στα Βαλκάνια, με κύριο στόχο τη Γιουγκοσλαβία, έφτανε στο τέλος του. Ηταν μια πρόβλεψη του πολιτικού ηγέτη, που επιβεβαιώθηκε αμέσως μετά κατά τραγικό τρόπο στη Βοσνία, στο Κοσσυφοπέδιο, στην Αλβανία, στη FYROM και την ίδια τη Σερβία.

Με τη στροφή στο κυβερνητικό τιμόνι, ο Ανδρέας Παπανδρέου απέβλεπε να προσαρμοστεί προς τον ισχυρότερο των συμμάχων, τις ΗΠΑ, και, μάλιστα, σε μια στιγμή που είχαν άμεση ανάγκη στο ξεδίπλωμά τους στα Βαλκάνια. Είναι η πολιτική της προσαρμογής στα συμφέροντα του κάθε ισχυρού και της προσπάθειας προσεταιρισμού του στη διαφύλαξη της ασφάλειας της Ελλάδας, καθώς και σε συγκεκριμένα της προβλήματα. Αυτήν, ακριβώς, την πολιτική, που μόλις άρχισε ο μακαρίτης Ανδρέας Παπανδρέου, την ολοκλήρωσε ως γενικό πλαίσιο και την ολοκληρώνει σε συνεχή πρακτική διάρκεια υποταγής το κυβερνητικό ΠΑΣΟΚ υπό τον Κώστα Σημίτη, είναι αλήθεια και πέραν της ουσίας με μια εξεζητημένη αηδιαστική μορφή.

Στην ανατάραξη του τιμονιού του 1993 δεν άργησε, σιγά αλλά σταθερά, να προσαρμόζεται η πολιτική ηγεσία της Κύπρου. Η προγενέστερη πολιτική για το Κυπριακό, κατά γενικό κανόνα, κινιόταν, αν και με σημάδια ήδη επιμέρους αρνητικών ανοχών, στη βάση των γενικών ψηφισμάτων του ΟΗΕ που στήριζε η ισορροπία των δύο υπερδυνάμεων, ΗΠΑ - ΕΣΣΔ. Τώρα, παρουσιαζόταν μια αυξανόμενη τάση αμερικανοποίησης του κυπριακού προβλήματος με τη γνωστή για τον ενδοτισμό της πολιτική θέση ότι «οι ΗΠΑ, ως μόνη υπερδύναμη, υποχρεώνονται να επιλύσουν το Κυπριακό, ιδιαίτερα μετά τα γεγονότα της πολεμικής τους επέμβασης στο Ιράκ». Με έναν τουλάχιστον, περίεργο τρόπο, το σύνολο της πολιτικής ηγεσίας Ελλάδας και Κύπρου αναγόρευε τις ΗΠΑ ως δύναμη επιβολής του Διεθνούς Δικαίου και έμμεσα δικαιολογούσε την αγγλο-αμερικανική πολεμική επέμβαση στο Ιράκ. Τα μετέπειτα τραγικά γεγονότα στη Γιουγκοσλαβία διέψευσαν αυτές τις προσδοκίες και έθεσαν τον ύποπτο ρόλο πολιτικών και δημοσιογραφικών κύκλων στην ημερήσια διάταξη.

Μετά τις δηλώσεις του 1993, του μακαρίτη Ανδρέα Παπανδρέου, περί της πολιτικής των ΗΠΑ για την Ελλάδα, η μέχρι τώρα ιστορία του τριγώνου Αθήνα - Αγκυρα - Λευκωσία κινείται στη ρότα του αστερισμού των ΗΠΑ. Στο σημείο αυτό, είναι σκόπιμο να υπενθυμιστεί η έλευση του τότε Αμερικανού Προέδρου Τζορτζ Μπους στην Ελλάδα και η υποσχετική ομιλία του στο ελληνικό Κοινοβούλιο, υπό την πρωθυπουργία του Κώστα Μητσοτάκη με κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας. Η μετέπειτα πολιτική επισήμανση στροφής του μακαρίτη Ανδρέα Παπανδρέου πιο αποφασιστικά προς τις ΗΠΑ ήταν σημείο αναγνώρισης της ωρίμανσης μιας παγκόσμιας πολιτικής αλλαγής. Αυτό δεν εσήμαινε την αποχώρηση της Ελλάδας από την Ευρωπαϊκή Ενωση χάριν των ΗΠΑ. Σήμαινε την αναγνώριση των ΗΠΑ ως της επικυρίαρχης δύναμης επί της καθεστηκυίας διεθνούς τάξης των ισχυρών, στην οποία ανήκει και η υπαρκτή Ευρωπαϊκή Ενωση. Ηταν η έλευση της παγκοσμιοποιημένης Νέας Τάξης, της οικονομικής, πολιτικής και μιλιταριστικής, δηλαδή, στρατοκρατικής υπερεθνικής ολιγαρχίας, στην οποία κυριαρχεί η αμερικανική υπερδύναμη. Ηταν ότι το παγκοσμιοποιημένο, πλέον, διεθνές υπερεθνικό κεφάλαιο, υπό την αιγίδα της αμερικανικής ισχύος, έβγαινε από τα στενά, γι' αυτό, πλαίσια των πολυεθνικών ανταγωνιστικών συμπράξεων, που οδήγησαν σε δύο παγκόσμιους ιμπεριαλιστικούς πολέμους. Διαμορφωνόταν ένα νέο παγκόσμιο πλαίσιο, που το κεφάλαιο θα συμπράττει χωρίς οποιουσδήποτε όρους κι οτιδήποτε όρια σε πολυεθνικές ενώσεις, που, όμως, θα κινούνται και θα υποτάσσονται σε αυτό το νέο υπερεθνικό πλαίσιο. Είναι η βάση, πάνω στην οποία αναπτύσσεται όλη η σύγχρονη καπιταλιστική φιλολογία της περιορισμένης κρατικής ισχύος, των διαθλασμένων συνόρων, της περιορισμένης ανεξαρτησίας, των καθυστερημένων κι άνευ ουσίας εθνικών και λαϊκών παραδόσεων, της γεωγραφικής και λαϊκής διάχυσης της εκσυγχρονισμένης χαβούζας.

Ημετά το 1993 ιστορία του Κυπριακού εξελίσσεται στη βάση αυτής της αντιφατικής πραγματικότητας. Η Κύπρος, αν και ανεξάρτητη χώρα - μέλος του ΟΗΕ, τη διαπραγματεύονται σαν νεοσύστατο κι υπό εκκόλαψη κράτος. Ενώ δεν ανήκει σε πολιτικό, οικονομικό σχηματισμό, την ταλανίζουν ως υποψήφιο μέλος της Ευρωπαϊκής Ενωσης, χωρίς να γνωρίζει εάν πρόκειται μόνο για το ελεύθερο ή και για το κατεχόμενο τμήμα της κι υπό ποίους όρους. Ενώ είναι ανεξάρτητη από μιλιταριστικούς συνασπισμούς, κατέχεται το βόρειο τμήμα της από τα στρατεύματα χώρας - μέλους του ΝΑΤΟ, την Τουρκία, και φιλοξενεί κατά περίπτωση ελληνική στρατιωτική δύναμη, που είναι επίσης στο ΝΑΤΟ. Τέλος, διαφαίνεται ως δεδομένη η ενιαία ένταξή της στο ΝΑΤΟ στο όνομα μιας επιβαλλόμενης μιλιταριστικής ενοποίησης.


Αντώνης ΔΑΜΙΓΟΣ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ