Από τη Ζάκυνθο μας ήρθε το πολύ ενδιαφέρον μηνιαίο περιοδικό «Ραπόρτο», που σε πρόσφατο φύλο του φιλοξενεί συνέντευξη με τη Λαρίσα Λουκιανένκο, πρόεδρο των Ρωσόφωνων Ζακύνθου. Η Λαρίσα ανοίγει την καρδιά της στον συνεργάτη του περιοδικού Γιώργο Κωνσταντίνου και απαντά στην ερώτησή του που αφορά τη λαχτάρα των συμπατριωτών της να παρακολουθήσουν στην κινηματογραφική λέσχη του νησιού το έργο του Ταρκόφσκι «Αντρέι Ρουμπλιόφ». Ηταν άραγε νοσταλγία ή πολιτιστική ανάγκη;
«Πολιτιστική ανάγκη», απαντά η Λαρίσα. «Είχαμε συνηθίσει στην πατρίδα μου να παρακολουθούμε θέατρα, συναυλίες, μπαλέτα όπου είχαμε σε όλα τα χωριά μας δωρεάν. Θα ήθελα να καταλάβετε ότι δεν είμαστε μόνο εργάτες. Εχουμε κουλτούρα και μόρφωση. Ακόμη και μια καθαρίστρια είναι πολύ πιθανό να έχει τελειώσει κάποιο Πανεπιστήμιο.
... Γενικά οι Ελληνες δε βλέπουν στον άλλο την προσωπικότητά του, αλλά μόνο την κοινωνική του θέση. Αυτό είναι κάτι ξένο για μας. Εμείς πιστεύουμε ότι και ο απλός άνθρωπος μπορεί να έχει προσωπικότητα και αξία, ακόμα κι αν δεν έχει χρήματα. Νιώθω εδώ ότι τα πάντα τα πουλάτε, ακόμα και τη σκέψη!».
Στην ερώτηση «τι προβλήματα αντιμετωπίζετε;». «Τι θα ήθελες ν' αλλάξει από μέρος μας;», η απάντηση ήταν:
«Να γίνονται μαθήματα, κυρίως γλώσσας, για πιο γρήγορη ενσωμάτωση. Να γίνουν σαφείς οι νόμοι που αφορούν την άδεια παραμονής και να παγιωθούν. Τον περασμένο Μάη, σε μια μέρα έγιναν αδιακρίτως προσαγωγές από την αστυνομία, ακόμα και μετά την επίδειξη των νομιμοποιητικών εγγράφων. Πιστεύω ότι αυτό δεν ήταν σωστό.
Πολλές γυναίκες που διατηρούν σχέσεις με Ελληνες, αν χαλάσουν τη σχέση, καταγγέλλονται και τις απελαύνουν. Υπάρχει επίσης πρόβλημα με τους ανασφάλιστους, από τα χρήματα που απαιτούνται στα νοσοκομεία».
Τα μέλη του Συλλόγου Ρωσόφωνων είναι περίπου εκατό και προέρχονται κυρίως από τη Ρωσία, την Ουκρανία, τη Γεωργία, τη Λευκορωσία κ.ά. Ομως στη Ζάκυνθο ζουν περίπου πεντακόσια άτομα προερχόμενα από την πρώην ΕΣΣΔ.
«Εμείς, λέει η Λαρίσα, είχαμε Ελληνες εδώ και πολλά χρόνια στην πατρίδα μας, που τους αγαπάγαμε και τους σεβόμασταν. Στην Ουκρανία υπάρχουν 37 χωριά από Ελληνες, η Οδησσός και πολλές πόλεις με ονόματα ελληνικά. Ποτέ δεν είχαμε ρατσισμό. Θα ήθελα να μας αντιμετωπίζουν οι Ελληνες με σεβασμό και να προσπαθούν να δουν την προσωπικότητα που κουβαλάει ο καθένας μας!».
ΙΩΑΝΝΗ ΔΕΜΕΤΗ: «Κυριότερα συμβάντα της νήσου Ζακύνθου, 1874 - 1907» υπό Διονυσίου Κλάδη του ιερέως Παναγιώτη. Εκδόσεις «Τρίμορφο».
Ενας απλός άνθρωπος, ο Διονύσης Κλάδης, γιος παπά, ριζοσπάστη, γράφει με τον τρόπο του ιστορία, κρατώντας καθημερινό ημερολόγιο στα τελευταία χρόνια του 19ου αιώνα μέχρι και τις αρχές του 20ού. Μαζί του περπατάμε τις ρούγες της προσεισμικής πόλης, ζούμε την καθημερινή ζωή των φτωχών κατοίκων, τις στερήσεις και τις πίκρες τους, τη σκληρή ζωή των χωρικών. Στην ανάποδη της επίσημης ιστορίας, καταγράφεται ο απόηχος των κοσμοϊστορικών γεγονότων και η επίδρασή τους στην τοπική κοινωνία, οι προκαταλήψεις, οι αδικίες, αλλά και οι πάμπολλοι σεισμοί που αναστατώνουν τους κατοίκους του νησιού, με αποκορύφωμα τον καταστρεπτικότατο σεισμό του Απρίλη 1893. Κοντά στα μεγάλα γεγονότα και τα μικρά καθημερινά, που σφραγίζουν την κοινωνική ζωή της Ζακύνθου: Φονικά (ουκ ολίγα), πολιτικές διαμάχες, ρεμούλες, το ανάθεμα του λαού ενάντια στους μεγαλοσχήμονες που καρπώνονται τα χρήματα τα προορισμένα για τις ανάγκες των σεισμοπαθών (ανάμεσά τους και ιερωμένοι με εξουσία).
Η φοβερά υποβαθμισμένη θέση της γυναίκας διαγράφεται μέσα από καθημερινές ειδήσεις, όπως η δολοφονία μιας δύστυχης από τον μοιχό που ενοχλήθηκε γιατί ήρθε να τον βρει στο ερωτικό του καταφύγιο... 'Η μιας άλλης που επανέρχεται με τη βία στο σπίτι της από τον σύζυγο. Πολλές οι γυναίκες που φαρμακώνονται εκείνη την εποχή από απελπισία ή για να αποφύγουν την κοινωνική κατακραυγή... Και η απληστία των εχόντων και κατεχόντων μεγάλη...
Ο ιστορικός Ιωάννης Δεμέτης, υπεύθυνος για χρόνια του «Μουσείου Σολωμού και επιφανών Ζακυνθίων», αναδεικνύει με την πλούσια βιβλιογραφία και τις ενδιαφέρουσες ιστορικές παρατηρήσεις του το κείμενο, που είναι απλό και έχει γραφεί με αυθορμητισμό. Ο ίδιος ανατρέχει σε διάφορες ιστορικές πηγές και μαρτυρίες που συμπληρώνουν το αρχικό κείμενο.
Ντοκουμέντο πολύτιμο και μαρτυρία που σκιαγραφεί τον κοινωνικό περίγυρο, το - χειρόγραφο αρχικά - κείμενο σώζει τα ίχνη μιας ταραγμένης εποχής και το επιμελήθηκε γλωσσικά η αρχαιολόγος Κατερίνα Δεμέτη - Λίβερη.
Οπως επισημαίνει ο Ιωάννης Δεμέτης, την περίοδο εκείνη αρχίζει να διαμορφώνεται νέα εποχή στη Ζάκυνθο, «με την ολοκληρωτική εξασθένηση της τάξης των ευγενών και των προνομίων τους - που είχαν διατηρηθεί και κατά την περίοδο της Αγγλικής Προστασίας - την οικονομική και πνευματική άνοδο του αστικού στοιχείου, που είχε ενδυναμωθεί από τη στήριξη των Αγγλων στο εμπόριο και τη διανόηση, και τη με μικρά, διστακτικά, δειλά βήματα, προοδευτική ανάπτυξη του χωρικού στοιχείου, τη γεωγραφική πλέον ένωση με τη μητέρα Ελλάδα - ποτέ ο Ζακυνθινός δεν αισθάνθηκε τον εαυτό του αποκομμένο από τον εθνικό κορμό - και τη μετανάστευση του πληθυσμού - εξακόσια άτομα φεύγουν το 1906 για αναζήτηση τύχης στην Αμερική - σημαντικός αριθμός για την κοινωνία του νησιού».
Η διαφωνία αυτή, που συνοψίζεται στο «εμείς παράγουμε», των εργαζομένων, και στο «εμείς οργανώνουμε», των εργοδοτών, πέρασε από πολλές φάσεις. Ο κυριότερος εχθρός των εργαζόμενων ήταν, πάντα, η άγνοια. Μετά ο φόβος. Και, βέβαια, η έλλειψη οργάνωσης.
Ο 18ος αιώνας σημαδεύτηκε από μεγάλες κινητοποιήσεις. Από τη μια οι εργοδότες πίεζαν για περισσότερη δουλιά με λιγότερα χρήματα, για να έχουν τα προϊόντα τους «χαμηλό κόστος και να είναι ανταγωνιστικά», το πρόσχημα που ακούγεται και στις μέρες μας (ιδιαίτερα στις μέρες μας), και από την άλλη οι εργάτες, που πάλευαν για καλύτερους χώρους δουλιάς, για λιγότερες ώρες δουλιάς, για υψηλότερα μεροκάματα. Το 18ο αιώνα δε γλίτωσαν ούτε οι μηχανές από την οργή των εργατών.
Τον επόμενο αιώνα, και κυρίως προς το τέλος του, οι εργάτες έδιναν από πολύ καλύτερες θέσεις τις μάχες τους. Κύριο αίτημά τους ήταν το οκτάωρο! 8 ώρες εργασία, 8 ώρες ύπνος, 8 ώρες ελεύθερος χρόνος (Χρόνο που ο εργάτης τον χρειάζεται για να αναπτύξει την κοινωνική και πνευματική ζωή του). Αυτό το σύνθημα - αίτημα σφραγίστηκε με αίμα. Τις δολοφονίες του Σικάγου τις έχει καταγράψει η ιστορία. Και δεν ήταν οι μόνες, βέβαια. Πάντως το οκτάωρο κατοχυρώθηκε σε όλον τον «πολιτισμένο» κόσμο. Μετά το 8ωρο τα αιτήματα διευρύνθηκαν.
Τα όργανα των εργοδοτών, ΕΕ, ευρωπαϊκές αστικές κυβερνήσεις, σπεύδουν να διαμορφώσουν το ανάλογο θεσμικό πλαίσιο, το οποίο θα κατοχυρώνει τις νέες «παραγωγικές διαδικασίες». Στα πλαίσια αυτού του πλαισίου είναι και τα μέτρα που παίρνει η ελληνική κυβέρνηση αυτές τις μέρες. Τα μέτρα που προσπαθούν να επαναφέρουν τα πράγματα στο 18ο αιώνα. Να αναγκάζουν τους εργάτες «να δουλεύουν περισσότερο και να αμείβονται λιγότερο», για να γίνουν τα προϊόντα τους «ανταγωνιστικά».
Οι εργοδότες είπαν το λόγο τους! Ψήφισαν το συγκεκριμένο νόμο. Καιρός να πούμε και εμείς το δικό μας. Συμφωνία, ανάμεσα στους εργάτες και στους εργοδότες, δεν υπήρξε, δεν υπάρχει και δεν πρέπει να υπάρξει ποτέ. Για διαφωνία μιλάμε! Μια διαφωνία, που πρέπει να εκφραστεί, με όλα τα μέσα, που μας παρέχει η ιστορία και η φαντασία μας. Το Σικάγο είναι, ακόμα, νωπό!