Με σειρά φορολογικών και άλλων παρεμβάσεων η κυβέρνηση προσπαθεί να στηρίξει διάφορους κλάδους των επιχειρηματιών
Πληθώρα νέων ευνοϊκών ρυθμίσεων για τις εισαγωγικές εταιρείες αυτοκινήτων, τις κοινοπραξίες δημοσίων έργων, τις ασφαλιστικές και χρηματιστηριακές εταιρείες, περιέχει το Σχέδιο Νόμου «Ενσωμάτωση Οδηγιών 2006/98/ΕΚ και 2007/74/ΕΚ, διατάξεων των Οδηγιών 2006/112/ΕΚ, διατάξεις φορολογίας εισοδήματος, κεφαλαίου, ΦΠΑ και λοιπών φορολογιών και λοιπές διατάξεις», που έδωσε χτες στη δημοσιότητα το υπουργείο Οικονομικών.
Πέρα όμως από τις υπέρ του κεφαλαίου ρυθμίσεις γενικά, το νομοσχέδιο προκαλεί ερωτήματα γύρω από τις προθέσεις της κυβέρνησης να εκχωρήσει σε ιδιωτικές εταιρείες και φυσικά πρόσωπα ακόμα και την υπόθεση της είσπραξης οφειλών προς το Δημόσιο. Το θέμα προκύπτει από άρθρο του νομοσχεδίου που αναφέρεται στη μη δυνατότητα κατασχέσεων σε βάρος του Δημοσίου και στο οποίο γίνεται λόγος για «νομικά ή φυσικά πρόσωπα», που έχουν την ευθύνη είσπραξης δημοσίων εσόδων. Το θέμα δεν είναι καινούργιο. Είχε προκύψει στα μέσα της προηγούμενης δεκαετίας όταν η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ ερωτοτροπούσε με το πόρισμα Καζαμπλάνκα του ΔΝΤ, στο οποίο, με πρόσχημα την βελτίωση των δημοσίων εσόδων, υπήρχε η προτροπή ανάθεσης των δημόσιων εσόδων σε ιδιωτικούς φορείς και επιχειρηματίες. Τη σχεδιαζόμενη εμπλοκή του ιδιωτικού τομέα στην είσπραξη οφειλών προς το Δημόσιο, πάντως, την ανακοίνωσε πριν από λίγες μέρες και ο υπουργός Οικονομίας και Οικονομικών, κάνοντας λόγο για «συμβούλους» που προτίθεται να χρησιμοποιήσει η κυβέρνηση.
Με το νομοσχέδιο, που κατατέθηκε χτες, ακόμα προβλέπεται:
Σε ανακοινώσεις εντυπωσιασμού για τη δήθεν στήριξη της κτηνοτροφίας και υπό το βάρος του αναβρασμού που επικρατεί στους Ελληνες κτηνοτρόφους, προχώρησε χτες το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων. Τα μέτρα που υποτίθεται ότι αποσκοπούν στην «πάταξη των παράνομων εισαγωγών και ελληνοποιήσεων κρέατος» προβλέπουν: Την υποχρεωτική αναγραφή της καταγωγής - προέλευσης του πωλούμενου κρέατος, του είδους και της ποσότητας, στις ετικέτες των ζυγιστικών μηχανών σε ολόκληρη τη χώρα, καθώς και την υποχρεωτική τήρηση μηνιαίου ισοζυγίου αγορών και πωλήσεων βοείου, χοίρειου και αιγο-πρόβειου κρέατος.
Τα παραπάνω μέτρα, μόνο ως πρόκληση προς τους μικρομεσαίους κτηνοτρόφους μπορούν να εκληφθούν, μιας και ακόμη κι αν υποθέσουμε ότι με την εφαρμογή τους θα μπει «φρένο» στις παράνομες ελληνοποιήσεις, σε τίποτα δεν θα ωφεληθεί η εγχώρια κτηνοτροφία. Διότι, οι αθρόες εισαγωγές από χώρες - μέλη της Κοινότητας, στις οποίες το κόστος παραγωγής είναι κατά πολύ χαμηλότερο από ό,τι στην Ελλάδα, με άμεση συνέπεια οι τιμές των εισαγόμενων κρεάτων να παραμένουν επίσης χαμηλότερες από αυτές των ντόπιων, δεν πρόκειται να σταματήσουν. Ούτε επίσης θα σταματήσουν οι εισαγωγές από τις Τρίτες χώρες. Οσον αφορά τα δύο επόμενα μέτρα, η μεν υποχρεωτική αναγραφή της χώρας προέλευσης στις ετικέτες των ζυγιστικών μηχανών είναι κάτι που είχε ανακοινωθεί και από τον προηγούμενο υπουργό, Αλ. Κοντό, χωρίς κανένα πρακτικό αντίκρυσμα για τους κτηνοτρόφους, ενώ αναφορικά με την υποχρεωτική τήρηση μηνιαίου ισοζυγίου αγορών και πωλήσεων κρέατος, το παράδειγμα του γάλακτος είναι χαρακτηριστικό. Και εκεί είχε ανακοινωθεί προ διετίας, αλλά οι τιμές παραγωγού στο γάλα έχουν βυθιστεί και σε αρκετές περιπτώσεις οι γαλακτοβιομηχανίες δεν αγοράζουν καν το εγχώριο γάλα.
Τη μεγάλη μείωση που σημείωσε το αγροτικό εισόδημα μέσα στο 2008 φανερώνουν και τα επίσημα στατιστικά στοιχεία της ΕΕ.
Η στατιστική υπηρεσία της ΕΕ (Eurostat), έβγαλε ότι το καθαρό (αποπληθωρισμένο) αγροτικό εισόδημα μειώθηκε μέσα στο 2008 κατά 8% σε σύγκριση με το 2007. Τα σχετικά στοιχεία δείχνουν επίσης ότι στο διάστημα 2000-2008 το αγροτικό εισόδημα στη χώρα μας μειώθηκε κατά 19,9%. Σε επίπεδο ΕΕ το αγροτικό εισόδημα μειώθηκε το 2008 κατά 3,5%. Επίσης προκύπτει ότι στο διάστημα 2000-2008 η Ελλάδα μαζί με το Βέλγιο είχαν τη μεγαλύτερη μείωση στο αγροτικό εισόδημα. Πάντως γίνεται φανερό πως ούτε η στατιστική υπηρεσία της ΕΕ δεν μπορεί να κρύψει ότι υπάρχει μεγάλη μείωση του αγροτικού εισοδήματος. Ομως το πόσο πραγματικά μειώθηκε το αγροτικό εισόδημα το νιώθουν πολύ καλά στο πετσί τους οι μικρομεσαίοι αγρότες, που βλέπουν τις τιμές των αγροτικών προϊόντων να κατρακυλούν σε εξευτελιστικά επίπεδα και το κόστος παραγωγής να ανεβαίνει στα ύψη. Η πολιτική της νέας ΚΑΠ και του ΠΟΕ έχει εμφανή αρνητικά αποτελέσματα σε όλα τα επίπεδα για την αγροτιά και δείχνει ότι την οδηγεί στην φτώχεια και στο ξεκλήρισμα. Για την αγροτιά δεν μένει άλλος δρόμος παρά μόνο η πάλη για την ανατροπή αυτής της αντιαγροτικής πολιτικής και της δημιουργίας των προϋποθέσεων για την εφαρμογή μιας άλλης φιλοαγροτικής πολιτικής.