Associated Press |
Εμπρησμοί και φονικές επιθέσεις σημειώνονται σχεδόν καθημερινά στη νότια Ταϊλάνδη... |
Στόχοι επιθέσεων γίνονται αδιακρίτως αστυνομικοί, στρατιώτες, βουδιστές ιερείς, επιχειρηματίες, πολίτες - ακόμη και μαθητές. Αυτή τη βδομάδα, 7 άνθρωποι σκοτώθηκαν από επίθεση αγνώστων. Πριν από μερικές μέρες, αστυνομικοί είχαν βρεθεί αποκεφαλισμένοι. Η κυβέρνηση του Τάξιν Σιναουάτρα διανύει συνεχώς ένα ιδιότυπο εκκρεμές ανάμεσα στην πολιτική της καταστολής και την πολιτική του κατευνασμού.
Στις αρχές Ιούνη, το περιοδικό The Economist εκτιμούσε ότι η πιο επιτυχής αντιμετώπιση της εξέγερσης θα ήταν και «η απλούστερη»: το «να δοθεί χρήμα». Αυτό ακριβώς υποσχόταν λίγες μέρες αργότερα ο Σιναουάτρα. Η αναγγελία του, όμως, δεν είχε κανένα αποτέλεσμα - και ο πρωθυπουργός κατέφυγε και πάλι στη λογική της άγριας καταστολής...
Καταστολή, που μετουσιώθηκε σε ένα νόμο που εισάγει έκτακτα μέτρα ασφαλείας, ο χαρακτηρισμός του οποίου ως δρακόντειου θα ήταν επιεικής. Η Επιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΟΗΕ καταγγέλλει πως το κείμενο αυτό παραβιάζει κατάφωρα το διεθνές νομικό πλαίσιο και τις συνθήκες για την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Η Κριστίν Σανέ, επικεφαλής της Επιτροπής, επισήμανε: «Ο νόμος αναφέρει ρητώς ότι παρέχεται αμνηστία σε οποιονδήποτε αστυνομικό ή στρατιώτη, ο οποίος με τη συμπεριφορά του καταπατά τα ανθρώπινα δικαιώματα, ερχόμενος έτσι σε ευθεία αντίθεση με τη Χάρτα του ΟΗΕ για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα».
Associated Press |
...ενώ η επιβολή στρατιωτικού νόμου και η υιοθέτηση δρακόντειων μέτρων, κάθε άλλο παρά «βελτιώνουν» την κατάσταση |
Ο νόμος παρατείνει το διάστημα νόμιμης κράτησης «υπόπτων», που συλλαμβάνονται από τις αρχές από τις 48 ώρες στις 30 μέρες χωρίς την απαγγελία κατηγοριών, την παρακολούθηση των τηλεφωνικών συνδιαλέξεων και των επικοινωνιών μέσω Διαδικτύου των πολιτών δίχως εισαγγελική παραγγελία ή άδεια, τη λογοκρισία των ΜΜΕ, κ.ά. Το σχετικό κείμενο εγκρίθηκε και τέθηκε σε ισχύ, μετά από έκτακτη συνεδρίαση του υπουργικού συμβουλίου και θα υποβληθεί στο Κοινοβούλιο για (εκ των υστέρων) κύρωσή του το Σεπτέμβρη, ανέφερε άνευ σχολιασμού το Reuters.
Ο επικεφαλής ενός ιεροδιδασκαλείου στη νότια Ταϊλάνδη παραλληλίζει τη σύρραξη στις τέσσερις νότιες επαρχίες της χώρας με ένα τοπικό πιάτο που προέρχεται από τη Μαλαισία, το nasi kerabu, μια ποικιλία με πολλά υλικά. Οπως λέει, πέραν του μουσουλμανικού και τοπικιστικού αλυτρωτισμού, στη σύγκρουση συμβάλλουν η άγρια και απάνθρωπη καταστολή από πλευράς των αρχών, η έλλειψη οποιασδήποτε συνεργασίας - στην πραγματικότητα, ο ανταγωνισμός - της αστυνομίας και του στρατού, η αδιαφορία των πολιτικών που κυριάρχησε επί δεκαετίες, το λαθρεμπόριο των ναρκωτικών, το λαθρεμπόριο όπλων, και πάει λέγοντας. Ισως, λοιπόν, η εκτίμηση τού μη κατονομαζόμενου στρατιώτη περί ομοιότητας του ακήρυκτου πολέμου αυτού με τη σύγκρουση του Βιετνάμ να έχει πολύ μεγαλύτερη σχέση με την πραγματικότητα, από όσο φαίνεται σε πρώτη ανάγνωση...
Οι προτάσεις της συστηθείσας, μετά από τη σφαγή 84 μουσουλμάνων νέων στο Τακ Μπάι, Επιτροπής Εθνικής Συμφιλίωσης πριν από λίγο καιρό έκαναν λόγο για την ανάγκη χαλαρότερης πολιτικής αστυνόμευσης, την άρση του στρατιωτικού νόμου, ακόμη και για την παροχή μεγαλύτερης αυτονομίας στις μουσουλμανικές επαρχίες, που συγκροτούσαν κάποτε ισλαμικό βασίλειο. Οι προτάσεις της, όμως, αγνοήθηκαν με χαρακτηριστικό κυνισμό από την κυβέρνηση του Σιναουάτρα, στελέχη της οποίας ισχυρίζονταν, μάλιστα, ότι ο εκτρωματικός αυτός νόμος «ενισχύει τη δημοκρατία», αφού δίνει υπερεξουσίες σε έναν «εκλεγμένο πολιτικό», και όχι στο ...στρατό!
Οι σοβαρές πολιτικές εξελίξεις οδήγησαν τους δημοσιογράφους να βγουν στους δρόμους. Η Ενωση Δημοσιογράφων της Ταϊλάνδης και το Εθνικό Συμβούλιο Τύπου σχολίασαν τις κυβερνητικές αποφάσεις ως «τη μεγαλύτερη κρίση στην ιστορία της Ταϊλάνδης σε ό,τι αφορά τον Τύπο».
Ωστόσο, τόσο η άρχουσα τάξη της Ταϊλάνδης, όσο και οι σύμμαχοί της στη Δύση είδαν θετικά την «αποφασιστικότητα» του Σιναουάτρα, όσον αφορά τη «συντριβή» της εξέγερσης. Η εφημερίδα Financial Times, μάλιστα, ανακάλυψε μια δημοσκόπηση, που ανέφερε πως το 70% των πολιτών της Ταϊλάνδης «συμφωνούν» με την επιβολή της κατάστασης εκτάκτου ανάγκης στις νότιες επαρχίες, και κρίνουν ότι η «επιβολή της ειρήνης» είναι, οπωσδήποτε, «σημαντικότερη από τα ανθρώπινα δικαιώματα».
Ασφαλώς, οι ΗΠΑ δεν έχουν κανένα λόγο να ενοχληθούν από τα άγρια μέτρα που λαμβάνει η Μπανγκόκ. Η Ταϊλάνδη αποτελεί σημαντικό εργαλείο της άτυπης αμερικανικής πολιτικής «περικύκλωσης» της Κίνας και αποδέκτη βοήθειας. Και εξάλλου, τα μέτρα που λαμβάνει η κυβέρνηση του Σιναουάτρα ενδύονται τον, εξαιρετικά δημοφιλή τελευταία, «αντιτρομοκρατικό» μανδύα.
Για την αναζήτηση των αιτίων της σύγκρουσης - τη συντριπτική φτώχεια, την υπανάπτυξη, τη μακρόχρονη πολιτική διακρίσεων από τους διοικούντες το βουδιστικό βασίλειο - ούτε λόγος...