ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 2 Απρίλη 2006
Σελ. /32
ΔΙΕΘΝΗ
ΤΑΪΛΑΝΔΗ
Φάρσα εκλογών και παιχνίδια της κυρίαρχης τάξης

Χιλιάδες οπαδοί της αντιπολίτευσης διαδήλωναν έως την Πέμπτη στην πρωτεύουσα, με κεντρικό σύνθημα «Θάκσιν, φύγε!»

Associated Press

Χιλιάδες οπαδοί της αντιπολίτευσης διαδήλωναν έως την Πέμπτη στην πρωτεύουσα, με κεντρικό σύνθημα «Θάκσιν, φύγε!»
Η αναμέτρηση ανάμεσα στον πρωθυπουργό της Ταϊλάνδης, Θάκσιν Σιναουάτρα, και την αντιπολίτευση, που αξιώνει την παραίτησή του, κορυφώθηκε αυτή τη βδομάδα, ενόψει των σημερινών πρόωρων εκλογών, παρά τις προσπάθειες και από τις δύο πλευρές να επιτευχθεί συμβιβασμός. Αρκετές χιλιάδες οπαδοί της αντιπολίτευσης διαδήλωναν έως την Πέμπτη στην πρωτεύουσα, με κεντρικό σύνθημα «Θάκσιν, φύγε!». Στην αποκορύφωση των κινητοποιήσεων, οι διαδηλωτές έφθασαν τους 100.000, όταν το σκάνδαλο για την πώληση της Shin Corp., της μεγαλύτερης εταιρίας κινητής τηλεφωνίας της χώρας, στην Temasek Hodings της Σιγκαπούρης, κατά τρόπον ώστε ο πρωθυπουργός/ επιχειρηματίας να μην καταβάλει φόρους επί του ποσού 1,85 δισ. δολαρίων, τα οποία εισέπραξε ο καιροσκόπος πολιτικός.

Ο Σιναουάτρα, από το 2001, όταν ανήλθε στην εξουσία, «κατάφερε» να αποξενώσει μεγάλα τμήματα της κυρίαρχης πολιτικοοικονομικής τάξης της Ταϊλάνδης, που προηγουμένως τον στήριζαν. Στους διαδηλωτές συμπεριλαμβάνονται πολυάριθμοι πρώην υποστηρικτές του, που καλούν τον μονάρχη Μπούμιμπολ Αντούλγιαντετζ να παρέμβει και να τον καθαιρέσει. Αξιοσημείωτα, την 12η Μάρτη, τα κανάλια της κρατικής τηλεόρασης μετέδωσαν μια ομιλία του μονάρχη, εν έτει 1992, όταν σημειώνονταν ογκώδεις διαδηλώσεις εναντίον της χούντας του στρατηγού Σουσίντα Κραπραγιούν. Τότε, ο βασιλιάς είχε καλέσει τον στρατηγό και τον κεντρώο ηγέτη της αντιπολίτευσης, τον Τσάμλονγκ Σρίμουανγκ, στο παλάτι για διαβούλευση. Η συνάντηση εκείνη είχε οδηγήσει στην παραίτηση του στρατηγού και στην προκήρυξη εκλογών. Ο πολιτικός συμβολισμός, σημείωσαν πολιτικοί παρατηρητές, είναι «προφανής»: ο Θάκσιν δεν έχει πλέον την υποστήριξη του βασιλιά. Και, εάν η κρίση συνεχιστεί, το παλάτι, ή ακόμα και ο στρατός, ίσως «αναγκαστούν» να παρέμβουν.

Ο Σιναουάτρα προκήρυξε πρόωρες εκλογές για σήμερα, 2 Απριλίου, μόλις ένα χρόνο μετά τις βουλευτικές εκλογές, στις οποίες το κόμμα του «Οι Ταϊλανδοί αγαπούν τους Ταϊλανδούς» ελπίζει να καταγάγει νέα νίκη. Ομως τα κόμματα της αντιπολίτευσης μποϊκοτάρουν τη διαδικασία - ακυρώνοντας την προσπάθεια του πρωθυπουργού να τελειώνει με τις διαδηλώσεις. Εκτιμάται ότι σε πολλές περιφέρειες, δε θα συμμετάσχει καν το 20% των ψηφοφόρων που απαιτείται για να θεωρηθεί έγκυρη η ψηφοφορία.

Ακόμα όμως και εάν οι εκλογές γίνουν, θεωρηθούν έγκυρες, και το κυβερνών κόμμα «κερδίσει» (χωρίς αντίπαλο), η αντιπολίτευση βεβαιώνει ότι θα συνεχίσει τις διαδηλώσεις.

Ο σημερινός πρωθυπουργός, που είχε κερδίσει στην εξουσία, υποσχόμενος ότι θα «αγνοούσε» το πρόγραμμα που υπαγόρευε το ΔΝΤ μετά την ασιατική κρίση του 1997 - 98, πιέστηκε αφόρητα να συνεχίσει τις «μεταρρυθμίσεις» στην πάλαι ποτέ ασιατική «τίγρη». Το έκανε, εν μέρει: Ανοιξε τον τραπεζικό τομέα σε ιδιωτικά κεφάλαια, αποκέντρωσε την εκπαίδευση, προώθησε αποκρατικοποιήσεις, λ.χ. στην εταιρία ηλεκτροδότησης.

Η Μπανγκόκ δέχεται, ακόμη, πιέσεις να εγκρίνει χωρίς καθυστερήσεις μια συμφωνία «ελεύθερου εμπορίου» με την Ουάσιγκτον, που θα ανοίξει την οικονομία στις άμεσες ξένες επενδύσεις και θα τροποποιήσει τους νόμους όσον αφορά τα φορολογικά, τα εργασιακά, το εμπόριο και τις επενδύσεις. Το «κύμα» αυτό επιχειρεί να «καβαλήσει» ο άλλοτε μεγαλοεπιχειρηματίας Σόντι Λιμθονγκούλ - πρώην πολιτικός σύμμαχος του Σιναουάτρα, ο οποίος στράφηκε εναντίον του για λόγους πολιτικού καιροσκοπισμού -, θέλοντας να γίνει ο διάδοχος του πρωθυπουργού χωρίς, κατ' ουσίαν, να διαφέρει σε τίποτα από πλευράς πολιτικής τοποθέτησης. Βασικό του «πλεονέκτημα», τα εθνικιστικά αντανακλαστικά μιας μερίδας Ταϊλανδών για την πώληση της μεγαλύτερης εταιρίας τηλεπικοινωνιών και διαδικτυακών υπηρεσιών σε μια εταιρία της Σιγκαπούρης.

Την κρίση εντείνει η συνεχιζόμενη σύγκρουση στο νότο, όπου οικονομικά εξαθλιωμένοι Μουσουλμάνοι διεξάγουν έναν άγριο αυτονομιστικό πόλεμο με τις κρατικές δυνάμεις καταστολής, που διακρίνονται για τις βάρβαρες μεθοδολογίες τους.

Η επιδείνωση της οικονομικής κατάστασης έπαιξε σίγουρα ρόλο στην κρίση. Ο ρυθμός αύξησης του ΑΕΠ μειώθηκε από το 6% (2004) στο 4,5% το 2005, και, σύμφωνα με έρευνα για λογαριασμό του Συνδέσμου Εμπορίου της χώρας, αναμένεται να μειωθεί στο 3,2 - 3,9%. Σύμφωνα με την έρευνα που δημοσιοποίησε ο Σύνδεσμος, αναμένεται περαιτέρω πτώση των άμεσων ξένων επενδύσεων 6% εφέτος.

Η ενδεχόμενη πολιτική αλλαγή στην εξουσία της Ταϊλάνδης δεν αφορά την ουσία, αλλά το πρόσωπο: Οι ευκαιριακά συμμαχήσαντες αντίπαλοι του Σιναουάτρα κάθε άλλο παρά εκπροσωπούν τα συμφέροντα της εργατικής τάξης - αντίθετα, φοβούνται το ενδεχόμενο οι διαδηλώσεις να συνεγείρουν ευρύτερα στρώματα της κοινωνίας και να εγερθούν αιτήματα για την πραγματική βελτίωση του ραγδαία επιδεινούμενου βιοτικού επιπέδου και την καταστολή βασικών πολιτικών δικαιωμάτων. Ετσι, θα αναζητήσουν μια «γρήγορη» λύση.


Μπ. Γ.


Με αφορμή τις εξελίξεις στη Γαλλία

Κοντεύει ένας αιώνας από τότε που η μεγάλη επαναστάτρια Ρόζα Λούξεμπουργκ έγραψε το περίφημο βιβλίο «Μεταρρύθμιση ή Επανάσταση». Ηταν μια προσπάθεια μέσα στο καμίνι της προεπαναστατικής Γερμανίας των Χοετζόλερν να ξεσκεπάσει τις αυταπάτες της γερμανικής σοσιαλδημοκρατίας. Ολοι σήμερα γνωρίζουμε τις τραγικές συνέπειες της ιστορικής ήττας του «Σπάρτακου» πάνω στο γερμανικό προλεταριάτο και στο διεθνές επαναστατικό κίνημα, με πρώτο το νεαρό εργατικό κράτος της Ρωσίας.

Φαίνεται ότι η γαλλική αστική τάξη της καθολικής καπιταλιστικής κατίσχυσης των ημερών μας αποφάσισε να συνεχίσει το έργο των «μεταρρυθμιστών» της γερμανικής σοσιαλδημοκρατίας του 1919. Γυρνώντας τη ματωμένη σελίδα της γερμανικής επανάστασης από την ανάποδη παρουσιάζει ως «μεταρρύθμιση» σειρά αντεργατικών, αντιλαϊκών, αντιεκπαιδευτικών μέτρων σε βάρος της νεολαίας κι όχι μόνο. Πρόκειται για ένα «φρούτο» της εποχής μας που φαίνεται να ευδοκιμεί και στην Ελλάδα. Αποσιωπώντας και παραγνωρίζοντας το ιστορικό περιεχόμενο της «Μεταρρύθμισης» η αστική τάξη επιχειρεί να το εκφυλίσει σε μια αντιδραστική δοξασία του κεφαλαίου με προοδευτικό λούστρο. Στη Γαλλία η αντίδραση των φοιτητικών, μαθητικών κι εργατικών συνδικάτων είναι μεγάλη και δείχνει ότι υπό ορισμένες προϋποθέσεις δύναται να εξελιχθεί σε γενική λαϊκή εξέγερση. Αυτό υποχρέωσε τη γαλλική αστική τάξη να αρχίσει να παρουσιάζεται διαλλακτικότερη στο πρόσωπο του ενός εκ των δύο υποψηφίων για τις προεδρικές εκλογές, χωρίς όμως να δηλώνει ανοιχτά ότι θα αποσύρει το σχετικό νομοσχέδιο, δηλ. θα παραδεχτεί την ήττα της.

Το ζήτημα εδώ αποκαλύπτεται σοβαρότερο από ό,τι αρχικά φαίνεται. Δεν πρόκειται μόνο για ένα νομοσχέδιο που θα δέσει χειροπόδαρα τη γαλλική νεολαία προς όφελος της γαλλικής αστικής τάξης. Πρόκειται για την εφαρμογή μιας απόφασης παρμένης από πολλού χρόνου στο Διευθυντήριο, της υπαρκτής Ευρωπαϊκής Ενωσης. Ας μην ξεχνιέται ότι η ιστορική Γαλλία είναι του Ροβεσπιέρου, του Μαρά, του Σεν Ζιστ και της γαλλικής Κομμούνας. Ταυτόχρονα όμως είναι και λίκνο των πλέον αντιδραστικών κοινωνικών στρωμάτων και πολιτικο-θρησκευτικών κονκλάβιων με σήμα τη Βαστίλλη και την ανοιχτή προδοσία της γαλλικής αστικής τάξης στο πλευρό της αντιδραστικής Πρωσίας για το σφαγιασμό των κομμουνάρων. Η σημερινή Γαλλία αποτελεί κάτι σαν σήμα κατατεθέν της υπαρκτής Ευρωπαϊκής Ενωσης. Το «βαρόμετρο», όπως λέγεται, των ευρωπαϊκών εξελίξεων θέλει να δείξει θέληση κι αποφασιστικότητα για λογαριασμό του συνόλου της ευρωπαϊκής αστικής τάξης. Δικαιολογημένα το βλέμμα της πολιτικής Ευρώπης του κεφαλαίου και του ευρωπαϊκού προλεταριάτου είναι στραμμένο στο Παρίσι.


Αντώνης ΔΑΜΙΓΟΣ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ