ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σάββατο 24 Γενάρη 2015 - Κυριακή 25 Γενάρη 2015
Σελ. /40
ΕΡΓΑΤΙΚΑ
Οι βασικές εξελίξεις στον τραπεζικό τομέα την περίοδο της κρίσης

Επιταχύνθηκαν η συγκέντρωση και η συγκεντροποίηση. Το μάρμαρο πλήρωσαν εργαζόμενοι και λαός.

Οι εξαγορές και οι συγχωνεύσεις στον τραπεζικό τομέα, κατέληξαν στη δημιουργία τεσσάρων ισχυρών «συστημικών» τραπεζικών ομίλων
Οι εξαγορές και οι συγχωνεύσεις στον τραπεζικό τομέα, κατέληξαν στη δημιουργία τεσσάρων ισχυρών «συστημικών» τραπεζικών ομίλων
Η καπιταλιστική κρίση επιτάχυνε την τάση συγκέντρωσης και συγκεντροποίησης στον τραπεζικό κλάδο, διαδικασία που συνοδεύτηκε από τη μείωση του προσωπικού και την αλλαγή προς το χειρότερο των εργασιακών σχέσεων.

Το 2008 το μερίδιο των πέντε μεγαλύτερων τραπεζικών ομίλων στις συνολικές καταθέσεις ήταν 80,1%, ενώ οι τρεις μεγαλύτερες τράπεζες έλεγχαν το 57,1% των συνολικών καταθέσεων. Το 2011 το μερίδιο αυτό έφθασε το 91,3% με τις τρεις μεγαλύτερες να ελέγχουν το 71,5%. Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία για το εννιάμηνο του 2014, το μερίδιο αυτό διαμορφώθηκε στο 98,6% με τις τρεις μεγαλύτερες να ελέγχουν 76,8%.

Αντίστοιχα, το 2008 το 73,7% του συνολικού δανεισμού προερχόταν από τις πέντε μεγαλύτερες τράπεζες, ενώ οι τρεις μεγαλύτερες έλεγχαν το 54% του συνολικού τραπεζικού δανεισμού. Το 2011 το μερίδιο αυτό έφθασε το 92% με τις τρεις μεγαλύτερες να ελέγχουν το 71,4% και στην αντίστοιχη περίοδο του 2014 έφθασε 99,2% με τις τρεις μεγαλύτερες να ελέγχουν το 77,6%.

Αναφορικά με τις συγχωνεύσεις, τη δεκαετία 2000 - 2010, ο αριθμός των τραπεζικών ιδρυμάτων παρέμεινε περίπου σταθερός, με μικρές διακυμάνσεις γύρω από τις 65 τράπεζες. Ο προηγούμενος μεγάλος γύρος ιδιωτικοποιήσεων, εξαγορών και συγχωνεύσεων στον τραπεζικό τομέα στην Ελλάδα πραγματοποιήθηκε στα τέλη της δεκαετίας του 1990, με αποτέλεσμα στις αρχές του 2000 η τραπεζική αγορά να έχει φτάσει να κυριαρχείται από πέντε μεγάλους τραπεζικούς ομίλους.

Σχετικά με το ζήτημα αυτό, χαρακτηριστικά της πορείας του κλάδου είναι τα στοιχεία της Ενωσης Ελληνικών Τραπεζών. Σύμφωνα με αυτά:

Υπήρχαν 65 τράπεζες το 2008, 21 τράπεζες το 2011(!) και μόνο μόλις 13 τράπεζες το 2013. Με άλλα λόγια, τα τραπεζικά ιδρύματα μειώθηκαν 80% την περίοδο 2008-2013. Πορεία μείωσης ακολούθησε ο αριθμός καταστημάτων που διαθέτουν οι τράπεζες. Το 2008 τα καταστήματα έφθαναν το 4.154, το 2011 τα 3.567 και το 2013 ήταν 2.886. Μείωση 30,5%!

Οι τέσσερις «συστημικοί» όμιλοι

Σήμερα, μετά την περίοδο 2012-2013 όπου ολοκληρώθηκε σε μεγάλο βαθμό η διαδικασία εξαγορών, την αγορά ελέγχουν ουσιαστικά τέσσερις μεγάλες τράπεζες.

Η Alpha Bank εξαγόρασε την Εμπορική Τράπεζα. Η Τράπεζα Πειραιώς τις τράπεζες Γενική, Millenium, Αγροτική, υποκαταστήματα κυπριακών τραπεζών (Κύπρου, Λαϊκή, Ελληνική). Η Eurobank εξαγόρασε το Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο, την Proton Bank και η Εθνική Τράπεζα την FBB και απορρόφησε τις καταθέσεις των συνεταιριστικών τραπεζών Λαμίας, Αχαΐας και Λέσβου.

Οι τέσσερις αυτές τράπεζες, που κρίθηκαν ως «συστημικές», πρακτικά ανακεφαλαιοποιήθηκαν με κρατικό (ευρωπαϊκό) χρήμα, ενώ οι «μη συστημικές» θα έπρεπε ν' ανακεφαλαιοποιηθούν με ιδιωτικά κεφάλαια. Καθώς δε βρέθηκαν τ' αναγκαία κεφάλαια για την ανακεφαλαιοποίηση των μικρών και μεσαίων τραπεζών, οι τράπεζες αυτές εξαγοράστηκαν από τις μεγάλες «συστημικές» τράπεζες.

Οι εξαγορές των τραπεζών είχαν ιδιαίτερα θετικό αποτέλεσμα στους ισολογισμούς των μεγάλων «συστημικών» τραπεζών, τόσο από πλευράς όγκου ενεργητικού, δανείων και καταθέσεων, όσο και από πλευράς δεικτών τραπεζικής ευρωστίας. Για παράδειγμα, ο λόγος δανείων προς καταθέσεις των «συστημικών» τραπεζών βελτιώθηκε σημαντικά με την απορρόφηση των μικρότερων τραπεζικών ιδρυμάτων.

Ο γύρος συγχωνεύσεων μικρών και μεσαίων ελληνικών τραπεζών ήταν αποτέλεσμα της κρίσης και της ανάγκης εξεύρεσης νέων κεφαλαίων για αντιμετώπιση των συνεπειών της. Από την άλλη, βέβαια, η διαδικασία ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών επέτρεψε την κρατική ανακεφαλαιοποίηση μόνο των μεγάλων «συστημικών» τραπεζών.

Ποιοι πλήρωσαν την ανακεφαλαιοποίηση;

Θα πρέπει ακόμα να υπογραμμιστεί το εξής: Η ανακεφαλαιοποίηση, όπως ήδη σημειώσαμε, έγινε με κρατικό χρήμα, πηγή του οποίου είναι τα λαϊκά εισοδήματα. Ουσιαστικά τα τελευταία χρόνια γίναμε μάρτυρες μια τεράστιας «νόμιμης» ληστείας των εργατικών και λαϊκών εισοδημάτων, προς όφελος του κεφαλαίου συνολικά.

Η διαδικασία αυτή εξοργίζει ακόμα περισσότερο, αν αναλογιστεί κανείς ότι παράλληλα με τη ληστεία, έρχονται οι τράπεζες να εκβιάσουν τις εργατικές και λαϊκές οικογένειες για την αποπληρωμή των δανείων τους ή να εκμεταλλευτούν τις μικροκαταθέσεις τους -που όλες μαζί αποτελούν σημαντική πηγή χρηματοδότησης του κεφαλαίου- με σχεδόν μηδενικά επιτόκια.

Αρνητικές ήταν και οι συνέπειες των εξελίξεων αυτών και για το προσωπικό των τραπεζών. Σύμφωνα με τα ίδια στοιχεία, το προσωπικό των τραπεζών έφθανε το 2008 τους 68.659 εργαζόμενους. Το 2011 έφθασε τους 56.119 εργαζόμενους και το 2013 μειώθηκε ακόμα περισσότερο φθάνοντας τους 50.167 εργαζόμενους. Μείωση σχεδόν 27% που μεταξύ άλλων οδήγησε στην εντατικοποίησης της εργασίας.

Τα στοιχεία αυτά διαψεύδουν πανηγυρικά την πλειοψηφία της ΟΤΟΕ (ΠΑΣΚΕ - ΔΑΚΕ και οι λεγόμενοι «εργοδοτικοί» συνδικαλιστές), η οποία το Μάη του 2013 δέχθηκε να υπογράψει ΣΣΕ μείωσης των μισθών και διεύρυνσης του ωραρίου, με το πρόσχημα της διασφάλισης των θέσεων εργασίας! Η ΣΣΕ αυτή ισχύει μέχρι και το τέλος του 2015 και μείωσε 6% τα μισθολογικά κλιμάκια, κατάργησε το επίδομα ισολογισμού και διεύρυνε το ωράριο στις κεντρικές υπηρεσίες.


Χρήστος ΜΑΝΤΑΛΟΒΑΣ


Για τη θεωρία του «καζινοκαπιταλισμού»

Οι τράπεζες στον καπιταλισμό είναι βασικό εργαλείο για την ενίσχυση της καπιταλιστικής συσσώρευσης. Παίζουν καθοριστικό ρόλο στη διακλαδική εξίσωση του ποσοστού κέρδους, που είναι βασικός νόμος για την κίνηση της καπιταλιστικής παραγωγής, μειώνουν τα έξοδα κυκλοφορίας, αποτελούν την κύρια βάση για μετατροπή των επιχειρήσεων σε μετοχικές εταιρείες.

Με λίγα λόγια, είναι ένα από τα πολύ σημαντικά εργαλεία για τη λειτουργία του καπιταλισμού, του οικονομικού και κοινωνικού συστήματος που βασίζεται στην εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο, στην εκμετάλλευση των εργαζομένων από το κεφάλαιο. Αντικείμενο εκμετάλλευσης γίνονται και οι τραπεζοϋπάλληλοι από τους ιδιοκτήτες και τους μετόχους των τραπεζικών ομίλων και των άλλων οργανισμών του χρηματοπιστωτικού.

Αποσιωπώντας αυτόν το ρόλο των τραπεζών στον καπιταλισμό, οι απολογητές του προσπαθούν να αποδώσουν την κρίση στο στρεβλό τάχα τρόπο λειτουργίας του χρηματοπιστωτικού συστήματος και μιλούν αποπροσανατολιστικά για «καζινοκαπιταλισμό». Τέτοια δύναμη είναι ο ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος επιπλέον καλλιεργεί την ψευδαίσθηση ότι ένα τραπεζικό σύστημα μέσα στον καπιταλισμό, είναι δυνατόν να λειτουργεί προς όφελος των εργαζομένων και ταυτόχρονα να υπηρετεί τα συμφέροντα του κεφαλαίου.

Στις 9 Γενάρη 2015, στην ιστοσελίδα «Iskra» (εκφράζει δυνάμεις του ΣΥΡΙΖΑ), ο Αντώνης Καββαδίας, μέλος της Εκτελεστικής Γραμματείας της ΟΤΟΕ, μέλος της ΝΕ Χρηματοπιστωτικού του ΣΥΡΙΖΑ και εργαζόμενος στη «Eurobank», και η Νάγια Νικολάου, μέλος της ΚΕ του ΣΥΡΙΖΑ, μέλος ΔΣ του ΣΕΝΤΤ και εργαζόμενη στη «Eurobank», σημείωναν σε άρθρο τους:

«...απέναντι σε ένα τραπεζικό σύστημα που συνεχίζει να διοικείται χωρίς λογοδοσία από τους ίδιους τραπεζίτες που προκάλεσαν την οικονομική κρίση, οι τραπεζοϋπάλληλοι μπορούν και πρέπει να απαιτήσουν ένα δημοκρατικό τραπεζικό σύστημα υπό δημόσιο έλεγχο, που θα εξυπηρετεί τις πραγματικές κοινωνικές ανάγκες και θα συμβάλλει καθοριστικά στον κοινωνικό μετασχηματισμό. Ενα τραπεζικό σύστημα που θα κατευθύνει την πίστη στην παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας, την κοινωνική και οικολογική ανάπτυξη με τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας και την ενίσχυση της λαϊκής αποταμίευσης. Θα ανακουφίσει τα υπερχρεωμένα νοικοκυριά και θα ανασυντάξει τις διαλυμένες μικρομεσαίες επιχειρήσεις».

Αντί άλλου σχολίου, ας δούμε τι έγραφε η ΚΟΜΕΠ σε άρθρο «Για τις τελευταίες εξελίξεις στο χρηματοπιστωτικό σύστημα» (2013, τ. 5): «Οι τράπεζες, γενικότερα το χρηματοπιστωτικό σύστημα, βρέθηκαν, με τη γνωστή θεωρία του "καζινοκαπιταλισμού", ειδικά στις αρχές της κρίσης, στο επίκεντρο μιας συζήτησης που αναγόρευε τις τράπεζες σε αιτία της κρίσης, της ύφεσης της βιομηχανίας.

Η θεωρία αυτή έχει διάφορες "παραφυάδες" και διαφορετικές ονομασίες (π.χ. κρίση της χρηματιστικοποίησης, αγγλιστί "financialization" κ.λπ.) που ωστόσο διαθέτουν έναν κοινό λογικό πυρήνα. Υποστηρίζουν ότι αιτία της κρίσης είναι ένα "εκτός ελέγχου", υπερμεγεθυμένο χρηματοπιστωτικό σύστημα, το τεράστιου ύψους πλασματικό κεφάλαιο που αυτονομήθηκε από την πραγματική παραγωγή, την οδήγησε σε "ασφυξία" λόγω της έντονης απομύζησής της, μέσω του ελλιπούς ελέγχου και της απορρύθμισης που αυτό επέφερε.

Ο πραγματικός στόχος αυτής της θεώρησης δεν είναι άλλος από το να συσκοτίσει την πραγματική αιτία των καπιταλιστικών κρίσεων, την όξυνση της βασικής αντίθεσης του ίδιου του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής, σε τελευταία ανάλυση, του ίδιου του καπιταλισμού. Η θεωρία αυτή υπόσχεται τη δυνατότητα μιας εναλλακτικής διαχείρισης του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής, όπου ο μεγαλύτερος έλεγχος του χρηματοπιστωτικού συστήματος και η προτεραιότητα στην πραγματική, παραγωγική οικονομία θα θεραπεύσει από την εμφάνιση των κρίσεων και από τα δεινά που οι κρίσεις φέρνουν στους εργαζομένους.

Πρόκειται για μια θεωρία, πλευρές της οποίας αξιοποιούν και οι δύο βασικοί πόλοι της αστικής διαχείρισης, η επεκτατική και η περιοριστική πολιτική, αλλά αντικειμενικά έχει στοιχεία που προσιδιάζουν περισσότερο στον επεκτατικό, σοσιαλδημοκρατικό πόλο. Δεν είναι άλλωστε τυχαίες οι συνεχείς αναφορές του ΣΥΡΙΖΑ στην ανάγκη "παραγωγικής ανασυγκρότησης" της ελληνικής καπιταλιστικής οικονομίας.

Συμπέρασμα της θεώρησης αυτής είναι ότι δεν ευθύνεται ο καπιταλισμός και οι νομοτέλειές του για τις κρίσεις, την εξαθλίωση, τους πολέμους, αλλά ο "καζινοκαπιταλισμός", η νεοφιλελεύθερη "ασύδοτη" διαχείριση. Αντικειμενικά πρόκειται για θεώρηση που αθωώνει και που τελικά σκοπεύει στη διαιώνιση του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής».



Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ