...και ταινίες τετριμμένες
Πολύ ενδιαφέρουσα βδομάδα! Πρώτα για τη σπάνια ταινία του Στάνλεϊ Κράμερ «Η Δίκη της Νυρεμβέργης» (1961). Πολλοί και εξαιρετικοί ηθοποιοί. Μοναδικό θέμα. Δίκη ναζιστών δικαστών μετά το τέλος του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου. Ενδιαφέρουσα (γι' αυτά που λέει και γι' αυτά που δε λέει) και η ταινία του Φλορέντ Εμίλιο Σίρι «Ο Εχθρός Μέσα μου». Σχόλια για τον πόλεμο της Αλγερίας.
Τρυφερή και πολύ ανθρώπινη η ταινία της Τσέρι Νόουλαν «Οι ...Γυναίκες της Ζωής μου». Πικρή κωμωδία για την εφηβεία και τις μητέρες! «Ανατρεπτική» η μαύρη κωμωδία του Μαρτ Μπρέιεν «Η Τέχνη της Αρνητικής Σκέψης». Ανάπηρα άτομα φτάνουν στα άκρα για να βρουν την ...ισορροπία τους.
Αρκετές, νομίζω, οι καλές ταινίες, μην είμαστε και πλεονέκτες (ελεύθερη αγορά γαρ). Πάμε τώρα στα τετριμμένα. «Hancock», του Πίτερ Μπεργκ. Σούπερ ήρωας σώζει την ανθρωπότητα και ερωτεύεται! «Η Παγίδα», της Σούζαν Μόντφορντ. Δυναμική και τολμηρή γυναίκα εκτελεί τους εκτελεστές της! Τη βδομάδα συμπληρώνει το ...οικολογικό, ας πούμε, κινούμενο σχέδιο, του Αντριου Στάντον, «Γουόλ Υ». Ρομπότ αγαπάει ρομποτίνα και σώζουν τους ανθρώπους!
Α, να μην ξεχάσουμε, δεν πρέπει να ξεχάσουμε, την «Τριλογία της Αμφισβήτησης» (κινηματογράφος «Αφαία»). Τρεις πολύ καλές ταινίες. «Ζαμπρίσκι Πόιντ», του Μικελάτζελο Αντονιόνι, «Πάνισμεντ Παρκ», του Πίτερ Γουότκινς, και το «Να Πεθαίνεις στα 30», του Ρομάν Γκουπίλ.
«Η Δίκη της Νυρεμβέργης» ήταν μια από τις πολλές δίκες των Αμερικανών (και των συμμάχων τους) που ακολούθησαν μετά την ήττα της Γερμανίας στο Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Δίκες που σκοπό είχαν να αποδείξει η Αμερική ότι αυτή, πια, διατάζει! Και, ακόμα, να «αποδοθεί» δικαιοσύνη για τα εγκλήματα, χωρίς, σε καμία περίπτωση, να τραυματιστεί το γόητρο της Γερμανίας, την οποία είχαν (οι Αμερικάνοι) αποφασίσει και σχεδιάσει να κάνουν συνεργάτη και σύμμαχο (έναν από τους πιστότερους και μαχητικότερους συμμάχους μέχρι σήμερα).
Παρ' όλα αυτά, η ταινία βάζει μια σειρά από ζητήματα που ακόμα και σήμερα μας απασχολούν. Στη συγκεκριμένη «Δίκη της Νυρεμβέργης», η πιο γνωστή δίκη απ' όλες που έγιναν εκείνη την περίοδο στη Γερμανία, κατηγορούμενοι ήταν τέσσερις ναζιστές δικαστές. Τέσσερις δικαστές μεγάλης επιστημονικής αξίας, ένας από αυτούς ιδιαίτερης μεγάλης επιστημονικής αξίας! Παρ' όλα αυτά, οι τέσσερις αυτοί επιφανείς επιστήμονες υπηρέτησαν συνειδητά το ναζισμό και έβγαλαν, κατόπιν εντολής, μια σειρά παράνομων καταδικαστικών αποφάσεων. Χωρίς να βάψουν οι ίδιοι τα χέρια τους με αίμα, με τις αποφάσεις τους, νομιμοποίησαν τις σφαγές, τις εκτελέσεις, τα στρατόπεδα συγκέντρωσης, τις καταστροφές, τελικά, που έφερε ο χιτλερισμός στην ανθρωπότητα. Νομιμοποίησαν τον ναζισμό.
Ο θεατής πρέπει να κάνει τους ανάλογους σημερινούς συσχετισμούς (η ταινία βοηθάει προς αυτή την κατεύθυνση). Να δει τους σημερινούς δικαστές (και άλλους επιστήμονες - και όχι μόνον) που με τις αποφάσεις τους (αλλά και με τη σιωπή τους) διευκολύνουν το σημερινό τέρας σε εθνικό και σε παγκόσμιο επίπεδο να γιγαντώνεται. (Ιράκ, Αφγανιστάν, κλπ. Αλλά και χτύπημα των εργαζομένων, ανεργία, μισθοί πείνας. Καθώς και καταστρατήγηση των συνδικαλιστικών, των πολιτικών και των δημοκρατικών δικαιωμάτων). Η άνοδος του Χίτλερ έγινε σταδιακά και βοηθήθηκε από πολλούς «δικαστές». Πολλοί σημερινοί «δικαστές», σε εθνικό και σε παγκόσμιο επίπεδο, συμμετέχουν ενεργά και συνειδητά στη γιγάντωση του σημερινού φασιστικού τέρατος. Τι θα απαντήσουν στην ιστορία;
Καμία δικαιολογία, τελικά, δεν είναι ικανή για να δικαιολογήσει τη συμμετοχή (ακόμα και την παθητική συμμετοχή). Το ναζιστικό τέρας δε μεγάλωσε σε μια νύχτα, μεγάλωνε σιγά - σιγά. Η ανοχή (ενεργητική ή παθητική) διευκόλυνε να φουσκώσει και να γιγαντώσει το τέρας. Το οποίο, φυσικό ήταν, έσκασε προκαλώντας αυτές τις ανυπολόγιστες καταστροφές. Δεν είναι λίγα αυτά που κάνει το σημερινό αδερφάκι του Χίτλερ. Χώρες ολόκληρες, πολιτισμοί ολόκληροι καταστρέφονται! Οι βόμβες Ναπάλμ, τα χημικά όπλα που χρησιμοποιήθηκαν και χρησιμοποιούνται, το Ναγκασάκι και η Χιροσίμα συνέχεια του ναζισμού είναι.
Η ταινία, η οποία πράγματι - και δικαιολογημένα - κατέχει μια υψηλή θέση στον παγκόσμιο κινηματογράφο, είναι μια αρκετά σκεπτόμενη ταινία. Μια αρκετά προκλητική ταινία. «Η Δίκη της Νυρεμβέργης» ευτύχησε στο σενάριο, στη σκηνοθεσία, στις ερμηνείες. Η κύρια αξία της οφείλεται στο γεγονός πως τόλμησε και σχεδόν άνοιξε ολόκληρη τη βεντάλια. Σχεδόν δεν κρύβει τίποτα! Και όσα δεν μπορεί να τα πει καθαρά τα υπαινίσσεται. Ο θεατής θα καταλάβει πολλά για τον χιτλερισμό και για τις δυνάμεις που τον γέννησαν. Θα καταλάβει για τη συμμετοχή της Αμερικής στο Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και για τα κέρδη που αποκόμισε από αυτή τη συμμετοχή. Θα καταλάβει πώς δημιουργήθηκε η μεταπολεμική πολιτική πραγματικότητα.
Είναι αλάνθαστη, ίσως, η ταινία; Βέβαια, όχι! Και αυτή, δυστυχώς, δεν μπορεί να κρύψει τις δικές της συμπάθειες και αντιπάθειες, τις δικές της σκοπιμότητες. Σε αυτούς που βοήθησαν και συνεισέφεραν στην άνοδο και στο δυνάμωμα της χιτλερικής μηχανής συμπεριλαμβάνει, μαζί με τον Τσόρτσιλ κλπ., και τη Σοβιετική Ενωση (για το σύμφωνο μη επίθεσης που υπέγραψε με τη Γερμανία). Η Ιστορία δικαιολόγησε, δικαίωσε σωστότερα, τη συγκεκριμένη συμφωνία. Ποιος δε γνώριζε - και δε γνωρίζει - πως ο εχθρός της χιτλερικής Γερμανίας, αλλά και των άλλων ιμπεριαλιστικών κρατών, ήταν η Σοβιετική Ενωση; Και να θέλεις να αγνοήσεις αυτήν την αλήθεια, τα εκατομμύρια των Σοβιετικών νεκρών φωνάζουν δυνατότερα!
Εν κατακλείδι. Σε στεγνές κινηματογραφικές περιόδους, όπως είναι τα τελευταία κινηματογραφικά χρόνια, «Η Δίκη της Νυρεμβέργης», είναι μια μεγάλη κινηματογραφική όαση. Η ταινία είναι ένας χορταστικός πολιτικός κινηματογράφος. Ενας κινηματογράφος που ενεργοποιεί όλες τις αισθήσεις του θεατή. Κυρίως, ενεργοποιεί τα κύτταρα, που βάζουν σε λειτουργία την πολιτική σκέψη. Δεν μπορούμε, επίσης, να μη σημειώσουμε την πληθώρα των σπάνιων ηθοποιών που ερμηνεύουν τους ήρωες της ταινίας. Πολύ λίγες φορές ο θεατής είχε στη διάθεσή του ένα τέτοιο πανέμορφο ερμηνευτικό μπουκέτο.
Παίζουν: Σπένσερ Τρέισι, Μπαρτ Λάνκαστερ, Ρίτσαρντ Γουίντμαρκ, Μάρλεν Ντίτριχ, Τζούντι Γκάρλαντ, Μαξιμίλιαν Σελ, Μοντγκόμερι Κλιφτ, κ.ά.
Επομένως, υπεύθυνος δεν είναι ο εσωτερικός εαυτός μας, όπως λαθεμένα και μεταφυσικά λέει η ταινία, αλλά η εκπαίδευση, οι κατευθύνσεις που πήραμε (και αποδεχτήκαμε)! Μην καταγγέλλουμε, λοιπόν, έτσι γενικά και αόριστα, το άτομο, αλλά να καταγγέλλουμε, και μάλιστα συγκεκριμένα, τους μηχανισμούς που διαμορφώνουν το άτομο (χωρίς αυτό να σημαίνει πως δεν υπάρχει και η προσωπική ευθύνη). Ο Γάλλος στρατιώτης στην Αλγερία ήξερε, έπρεπε να ήξερε, πως εκεί έκανε έναν άδικο πόλεμο. Και θα έπρεπε, αν δεν είχε αποδεχτεί τη φιλοσοφία του άδικου πολέμου, να περάσει με τους Αλγερινούς, οι οποίοι έκαναν δίκαιο πόλεμο (υπήρξαν τέτοια παραδείγματα).
Ενας φαινομενικά καλός άνθρωπος, ο υπολοχαγός Τεριέν, μηχανικός το επάγγελμα στην ιδιωτική του ζωή, με γυναίκα και παιδί, τρυφερός άνθρωπος και πατέρας, έρχεται πρόσωπο με πρόσωπο με τον πόλεμο και τις αγριότητές του. Σιγά σιγά αυτός ο καλός άνθρωπος θα μεταμορφωθεί σε ένα αποικιοκρατικό στρατιωτικό τέρας. Θα ανοίξει τα κοφτερά δόντια του και θα αρχίσει να δαγκώνει όσους θεωρεί εχθρούς του. Θα γίνει ένας αληθινός φασίστας. Και κάθε μέρα θα γίνεται ακόμα πιο φασίστας...
Αυτή η διαδικασία δημιουργίας ενός φασιστικού τέρατος, την οποία εξετάζει η ταινία, έχει μια αλήθεια. Αφορά, όμως, ανθρώπους που έχουν αποδεχτεί την επιθετική παιδεία. Το σωστό, λοιπόν, για την ταινία θα ήταν να ερευνούσε την περίπτωση ενός πολίτη της γαλλικής δημοκρατίας, ο οποίος, αφού έχει δεχτεί την κατάλληλη μόρφωση και έχει αποδεχτεί την «ανωτερότητα» του Γάλλου, το «δίκιο» της Γαλλίας, ξεχύνεται στον κόσμο και με όλα τα μέσα προσπαθεί να μεγαλώσει τη χώρα του. Και με αυτή του την προσπάθεια, σιγά σιγά, γίνεται, μετατρέπεται σε ένα πραγματικό γουρούνι.
Αν είχε τέτοια λογική η ταινία δε θα εξομοίωνε τους επιτιθέμενους Γάλλους με τους αμυνόμενους Αλγερινούς. Ούτε θα έλεγε πως και από τις δυο μεριές γίνανε οι ίδιες ακρότητες. Αλλο πράγμα να σφάζεις για να κατακτήσεις και άλλο για να απαλλαγείς από το σφαγέα σου. Η ισοπέδωση δεν είναι ουδετερότητα. Είναι πολιτική σκοπιμότητα. Να αφήσουμε, λοιπόν, τις πονηριές!
Είναι, ίσως, η ταινία «Ο Εχθρός Μέσα Μου» μια ακόμα προσπάθεια της Γαλλίας να λειάνει τις άγριες γωνιές της ιμπεριαλιστικής της πολιτικής; Σίγουρα είναι! Παρότι, εν μέρει ίσως για να γίνει πιστευτή, και εν μέρει ίσως από τύψεις, κάνει πολλές και μεγάλες «αντιγαλλικές» αποκαλύψεις. Οπως, για παράδειγμα, ότι στον πόλεμο της Αλγερίας η Γαλλία έκανε χρήση βομβών Ναπάλμ (κάτι που δεν ομολογείται επίσημα). Και, ακόμα, τα μισόλογα που λέει για την αποικιοκρατική Γαλλία. Τα οποία, αμέσως όμως πνίγει, όσον αφορά στην Αλγερία, με τις ανιστόρητες δήθεν δικαιολογίες της, πως τάχα η Γαλλία και η Αλγερία είναι, περίπου, αδελφές! Τα περσινά επεισόδια στο Παρίσι έδειξαν πού και πώς ζούνε τα «αδέρφια» από την Αλγερία.
Ωστόσο, μη χάσετε την ταινία. Είναι, με τον τρόπο της, πολύ διδακτική. Συνειδητά ή ασυνείδητα σου δημιουργεί μια απέχθεια για τον ιμπεριαλιστικό πόλεμο. Και, επίσης, φέρνει ξανά στο νου (και στη γνώση για τους νεότερους) το ζήτημα της Αλγερίας (Η οποία, και αυτή, μετά από κάποιες βάσιμες ελπίδες για σοσιαλιστικό μέλλον, έχει περάσει στην αναμονή). Ολα αυτά τα γεγονότα είναι τόσο πρόσφατα, αλήθεια! Η ταινία, συνειδητά ή ασυνείδητα, ξαναφέρνει στην επιφάνεια τους εθνικοαπελευθερωτικούς αγώνες, τα μεγάλα λαϊκά ξεσηκώματα. Και αυτό, έστω και αν γίνεται από το παράθυρο, είναι θετικό. Αφήστε που και η ίδια η ταινία είναι καλογυρισμένη, νευρική και γρήγορη.
Παίζουν: Μπενουά Μαγκιμέλ, Αλμπέρτ Ντουποντέλ, Αουρέλιαν Ρεκόινγκ, Μαρκ Μπαρμπέ.
«Οι... γυναίκες της ζωής μου», της Τσέρι Νόουλαν |
«Η τέχνη της αρνητικής σκέψης», του Μαρτ Μπρέιεν |
«Να Πεθαίνεις Στα Τριάντα» του Ρομάν Κουπίλ |
Η πιο καταδικαστική για τον καπιταλισμό ταινία της εκδήλωσης είναι, το δίχως άλλο, η ταινία του στρατευμένου δημιουργού Πίτερ Γουότκις, «Πάνισμεντ Παρκ». Με πολύ εύστοχο τρόπο αποκαλύπτει το νομικό έκτρωμα που θεσμοθέτησε η κυβέρνηση του Νίξον για να βουλώσει - και με νόμο - κάθε στόμα που αντιτιθόταν στον πόλεμο του Βιετνάμ. Η ταινία, αφού πρώτα αποδείξει ότι ο καπιταλισμός εφαρμόζει κάθε μορφή βίας για να επιβάλει τη θέλησή του, προτείνει: οργανωμένη βία στην οργανωμένη βία.
Ο μεγάλος Ιταλός δημιουργός Μικελάντζελο Αντονιόνι γύρισε μία και μοναδική ταινία στην Αμερική. Το «Ζαμπρίσκι Πόιντ». Παρότι η αφορμή για τη δημιουργία της ταινίας ήταν ο ενθουσιασμός του Αντονιόνι για τα εξωτερικά στοιχεία της «επανάστασης των λουλουδιών και του έρωτα» των νέων της Αμερικής στη δεκαετία του 1960 - 1970, η ταινία, τελικά, κατέληξε (με τη θετική έννοια της λέξης) σε μια επαναστατική πρόταση. Ο καπιταλισμός πρέπει, οπωσδήποτε, να τιναχτεί στον αέρα. Το φινάλε της ταινίας αποκαλύπτει το ακλόνητο πιστεύω του δημιουργού.
«Πάνισμεντ Παρκ» του Πίτερ Γουότκις |
Ζαμπρίσκι Πόιντ του Μικελάντζελο Αντονιόνι |