Οπως προκύπτει από σχετική έρευνα του ΙΝΚΑ το πορτοφόλι τους δεν αντέχει σε αυτού του είδους την... πολυτέλεια
Ενας στους τρεις Ελληνες και φέτος δε θα μπορέσει να κάνει διακοπές, ενώ οι περισσότεροι από αυτούς που θα περάσουν το καλοκαίρι σε κοντινές παραλίες παραμένοντας στο σπίτι τους, θα το κάνουν γιατί δεν αντέχει το βαλάντιό τους διακοπές. Αυτό προκύπτει από τα στοιχεία του Ινστιτούτου Καταναλωτών (ΙΝΚΑ), σύμφωνα με τα οποία ειδικότερα το 37% των Ελλήνων δε θα κάνει καλοκαιρινές διακοπές.Το 66% από αυτούς δε θα τα καταφέρει για οικονομικούς λόγους, το 14% για επαγγελματικές υποχρεώσεις, το 13% για οικογενειακές υποχρεώσεις και το 7% για διάφορους άλλους λόγους. Ακόμα, όμως και εκείνοι που μπορούν να ξεφύγουν για μερικές μέρες, φαίνεται ότι χρόνο με το χρόνο μειώνουν τη διάρκεια των διακοπών τους, αφού μια τετραμελής οικογένεια για να καλύψει τα έξοδα διακοπών 15 ημερών δεν της φτάνουν καλά - καλά 500.000 δρχ.
Σύμφωνα με άλλα στοιχεία του ΙΝΚΑ, για το 44% των οικογενειών η διάρκεια των διακοπών περιορίζεται μέχρι 10 μέρες, ενώ για το 19% των οικογενειών το διάστημα περιορίζεται στη μια βδομάδα. Το 25% κάνει διακοπές δέκα μέρες, το 37% δύο βδομάδες, το 10% είκοσι μέρες και μόλις το 9% των οικογενειών μπορούν να παραθερίσουν για ένα μήνα. Επίσης, το 61% των παραθεριστών διαμένει κατά την περίοδο των διακοπών σε ιδιόκτητο ή συγγενικό σπίτι. Από αυτούς το 40% σε ιδιόκτητο και το 21% σε συγγενικό ή φιλικό σπίτι, ενώ το 39% θα νοικιάσει κάποιο σπίτι ή δωμάτιο σε ξενοδοχείο ή άλλο κατάλυμα.
Περίπου 5.000 παράπονα τουριστών κατέγραψε η υπηρεσία προστασίας τουριστών του Ινστιτούτου Καταναλωτών (ΙΝΚΑ) το 1998. Από αυτά το 73,4% προέρχεται από Ελληνες τουρίστες και το 26,6% από ξένους. Στον πίνακα των παραπόνων την "πρωτιά" έχουν τα κέντρα, εστιατόρια και ταβέρνες, ακολουθούν οι τιμές των προϊόντων, των υπηρεσιών, η ποιότητα των προϊόντων και υπηρεσιών. Οι κλοπές και οι παρενοχλήσεις φαίνεται να συγκεντρώνουν τα λιγότερα παράπονα καθώς στο σύνολο των 4.988 παραπόνων μόλις τα 15 ή το 0,3% αναφέρεται σ' αυτές.
Ο Γ. Κωστόπουλος σκιαγράφησε τα σχέδιά του για την τράπεζα - φιλέτο που απέκτησε πρόσφατα με τις ευλογίες της κυβέρνησης
Με την έπαρση του "μεγιστάνα" της ελληνικής τραπεζικής αγοράς εμφανίστηκε χτες ο Γ. Κωστόπουλος, πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της Τράπεζας Πίστεως και νέο "αφεντικό" της Ιονικής Τράπεζας, ο οποίος δήλωσε "ευτυχής" που "έδωσε τη δυνατότητα να πραγματοποιηθεί η πρώτη μεγάλη ιδιωτικοποίηση που έγινε ποτέ στην Ελλάδα και που αναμόρφωσε το τραπεζικό τοπίο"! Με τα παραπάνω λόγια ο Γ. Κωστόπουλος στιγμάτισε τη χτεσινή πρώτη Γενική Συνέλευση των μετόχων της Ιονικής Τράπεζας μετά την, εγκληματικής φύσης, διαδικασία ξεπουλήματος στην οποία υπέβαλε πριν λίγους μήνες η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ την αρχαιότερη ελληνική τράπεζα.
Ο Γ. Κωστόπουλος, αποκάλυψε την πρόθεσή τους να ολοκληρωθούν σύντομα οι απαιτούμενες ενέργειες ώστε να ολοκληρωθεί η συγχώνευση των δύο τραπεζών, στο επόμενο διάστημα των πέντε περίπου μηνών. Ενέργειες που η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, υποταγμένη στα κελεύσματα των αγορών και του διευθυντηρίου των Βρυξελλών για επιτάχυνση των ιδιωτικοποιήσεων, δεν έκρινε σκόπιμο να προωθήσει υλοποιώντας το περιεχόμενο του γνωστού πορίσματος της Monitor που θεωρούσε ως την πλέον συμφέρουσα και βιώσιμη λύση για την Ιονική τη συγχώνευσή της με την τότε μητρική της Εμπορική Τράπεζα. Οι ενέργειες αυτές της διοίκησης της Τράπεζας Πίστεως, που θα σημάνουν και εκτεταμένες ανακατατάξεις στο προσωπικό, δημιουργούν εύλογες ανησυχίες στους εργαζόμενους της Ιονικής Τράπεζας, οι οποίοι εκφράζουν έντονους φόβους, αν όχι για απολύσεις (αφού προς το παρόν το νέο "αφεντικό" έχει δεσμευτεί πως δε θα προβεί σε τέτοια κίνηση), για υποβάθμισή τους και ελλιπή αξιοποίηση της χρόνιας εμπειρίας τους.
Σύμφωνα με όσα ανέφερε ο Γ. Κωστόπουλος, μετά την ένταξη της Ιονικής Τράπεζας στον όμιλο της Alpha Τράπεζας Πίστεως, αποφασίστηκε η άμεση εξυγίανση του χαρτοφυλακίου της με την επανεκτίμηση του ύψους των επισφαλειών και με σημαντική αύξηση των προβλέψεων για διαγραφή επισφαλών απαιτήσεων. Ετσι, το τελικό ποσό των προβλέψεων της κατηγορίας αυτής που βαρύνει τα αποτελέσματα χρήσεως 1998, ανήλθε σε 35 δισ. δρχ. και το συνολικό ποσό για την αιτία αυτή ανέρχεται σε 45,5 δισ. δρχ. Επίσης, σχηματίστηκαν πρόσθετες προβλέψεις ύψους 4 δισ. δρχ. για την κάλυψη μελλοντικών ζημιών από άλλες αιτίες. Ετσι, ενώ τα αποτελέσματα (κέρδη) προ προβλέψεων και φόρων, διαμορφώθηκαν σε 16,9 δισ. δρχ. έναντι 7,4 δισ. δρχ. το 1997, μετά από προβλέψεις και προ φόρων διαμορφώνονται σε ζημία 22,1 δισ. δρχ. Αξίζει πάντως να επισημανθεί ότι τα κέρδη που παρουσίασε η τράπεζα προ προβλέψεων και φόρων, καταρρίπτουν τη βρώμικη προπαγάνδα που είχε αναπτυχθεί πέρυσι από την κυβέρνηση σε βάρος των αγωνιστικών κινητοποιήσεων των εργαζομένων, οι οποίες δήθεν θα επέφεραν περιορισμό στα κέρδη της τράπεζας... Στο ίδιο συμπέρασμα οδηγεί και το γεγονός ότι κατά το πρώτο τρίμηνο του 1999 τα κέρδη προ φόρων ανήλθαν σε 6,9 δισ. δρχ. έναντι 1,6 δισ. δρχ. την αντίστοιχη περσινή περίοδο.
Από την πλευρά του ο Στ. Νικολάου, ο σημερινός πρόεδρος του συλλόγου εργαζομένων της Ιονικής Τράπεζας - ενός συλλόγου που πριν ένα μόλις χρόνο είχε δώσει μάχη ενάντια στην προοπτική της κατάστασης στην οποία βρίσκεται σήμερα η Ιονική - εμφανίστηκε χτες "σερνόμενος" πίσω από τις προθέσεις και τις δρομολογούμενες κινήσεις της διοίκησης της Πίστεως για το μέλλον της Ιονικής. "Εχουμε τη διάθεση να βοηθήσουμε στην επίτευξη των στόχων της νέας διοίκησης" τόνισε. Αφού θύμισε ότι... "αντιδράσαμε στο παρελθόν, αλλά τώρα τα δεδομένα είναι νέα", εξέφρασε στη συνέχεια την... "ικανοποίησή του" επειδή το δυναμικό της Ιονικής "βρίσκεται σε έναν όμιλο που στοχεύει στην κορυφαία θέση στην ελληνική αγορά"!
Τέλος, ο ίδιος όπως και ο Γ. Μαρκάκης (πρώην πρόεδρος του συλλόγου εργαζομένων της Ιονικής) αναφέρθηκαν στο ασφαλιστικό ζήτημα των εργαζομένων της Ιονικής το οποίο εκκρεμεί, και η επίλυση του οποίου, όπως αναφέρθηκε, θα βρεθεί μέσα από την ίδρυση του Ενιαίου Ταμείου Τραπεζοϋπαλλήλων.
Στο 8,69% διαμορφώθηκε το μεσοσταθμικό επιτόκιο των εντόκων γραμματίων ετήσιας διάρκειας, κατά τη χτεσινή δημοπρασία που διενεργήθηκε από το υπουργείο Οικονομικών.
Σύμφωνα με χτεσινή ανακοίνωση υποβλήθηκαν συνολικές προσφορές ύψους 263,6 δισ. δρχ., καλύπτοντας περίπου 2,6 φορές το ζητούμενο ποσό (100 δισ. δρχ.). Το μέσο σταθμικό επιτόκιο διαμορφώθηκε στο 8,69% παραμένοντας στα ίδια επίπεδα με το αντίστοιχο επιτόκιο 8,68% της προηγούμενης δημοπρασίας. Η απόκλιση των προσφερθέντων επιτοκίων είναι της τάξης των 0,12 εκατοστιαίων μονάδων.
Η ημερομηνία έκδοσης και διακανονισμού είναι η Παρασκευή 2 Ιούλη 1999.
Την παράταση των προθεσμιών για την τακτοποίηση οικονομικών υποχρεώσεων των καταστημάτων τροφίμων ζητάει με επιστολή του προς τον υπουργό Εθνικής Οικονομίας Γ. Παπαντωνίου ο Εμπορικός Σύλλογος Πειραιά.
Οπως υποστηρίζει ο Σύλλογος στην επιστολή του, το πρόβλημα που αντιμετώπισε η ελληνική αγορά εξαιτίας των επικίνδυνων εισαγόμενων προϊόντων παρέσυρε και τα ελληνικά προϊόντα, απέναντι στα οποία οι καταναλωτές έγιναν διστακτικοί, με αποτέλεσμα ο τζίρος των καταστημάτων τροφίμων να σημειώσει σημαντική πτώση. Η πτώση του τζίρου των μικρομεσαίων παραδοσιακών καταστημάτων δημιουργεί έντονο οικονομικό πρόβλημα με αποτέλεσμα να μην μπορούν να ανταποκριθούν στις άμεσες οικονομικές τους υποχρεώσεις, όπως επιταγές, φόροι κλπ.
Συνεχίζεται ο ραγδαίος δανεισμός των ελληνικών νοικοκυριών από τις τράπεζες, καθώς το συνολικό χρέος που υπήρχε για στεγαστικά και καταναλωτικά δάνεια τον προηγούμενο Απρίλη σε όλες τις τράπεζες είχε φτάσει τα 2,75 τρισ. Τα στοιχεία αυτά προκύπτουν από το μηνιαίο Στατιστικό Δελτίο της Τράπεζας της Ελλάδας. Χαρακτηριστικό είναι ότι ο ρυθμός αύξησης τόσο των καταναλωτικών, όσο και των στεγαστικών δανείων, ως προς τα επίπεδα βάσης του προηγούμενου Δεκέμβρη, είναι υψηλότερος από τα αντίστοιχα επίπεδα της περιόδου του 1998.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδας, τα υπόλοιπα των στεγαστικών δανείων ανήλθαν στο τέλος του Απρίλη στα 1,65 τρισ. δραχμές, έναντι 1,55 τρισ. δραχμές τον Δεκέμβρη του 1998. Ο δε ρυθμός αύξησης των υπολοίπων το τετράμηνο Γενάρη - Απρίλη, ως προς τον Δεκέμβρη "έτρεχε" με ρυθμό 6,2%, έναντι ρυθμού αύξησης 4,5% το αντίστοιχο διάστημα του 1998. Σε ετήσια βάση (Απρίλης '99-'98) ο ρυθμός αύξησης των δανείων ανήλθε σε 20,4%, έναντι 21,9% της προηγούμενης περιόδου.
Τα δε υπόλοιπα των καταναλωτικών δανείων ανήλθαν τον Απρίλη στα 1,1 τρισ. δραχμές, έναντι 956 δισ. δραχμές το Δεκέμβρη του 1998. Ο δε ρυθμός αύξησης το τετράμηνο (ως προς τον Δεκέμβρη) ανήλθε σε 14,8%, έναντι 6,2% το αντίστοιχο διάστημα του 1998. Σε ετήσια βάση ο ρυθμός ανήλθε στο 47,9%, έναντι 28,2% την αντίστοιχη περίοδο του 1998.