Υπογράμμισε ότι τα εργατικά συνδικάτα έχουν συγκεκριμένες προτάσεις για το στεγαστικό, όμως «απορρίπτονται από όλες τις κυβερνήσεις», γιατί «δεν βολεύουν το κεφάλαιο». Από την άλλη, «οι προτάσεις της ΝΔ, του ΣΥΡΙΖΑ και του ΠΑΣΟΚ θα ανεβάσουν το κόστος αγοράς της λαϊκής στέγης στα ύψη και θα διευκολυνθεί η συγκέντρωση κατοικιών στους μονοπωλιακούς ομίλους του τουρισμού και τις βραχυχρόνιες μισθώσεις, τα γνωστά AirBnB. Αυτή η πολιτική έχει εκτοξεύσει τα ενοίκια για τη λαϊκή και τη φοιτητική στέγη σε πρωτοφανή ύψη».
«Τόσα χρόνια οξύνεται η αντίφαση, οι ανάγκες να αυξάνονται, οι δυνατότητες να υπάρχουν, αλλά να μην καλύπτονται συνέπεια των πολιτικών που απορρέουν από την καπιταλιστική οικονομία», σημείωσε χαρακτηριστικά, για να αναδείξει ότι απέναντι σε αυτή την κατάσταση η ελπίδα βρίσκεται στη συμπόρευση με το ΚΚΕ: Για να δυναμώσει αποφασιστικά «ο αγώνας ενάντια στην πολιτική που πετάει τον λαό έξω από τα σπίτια του», «να δυναμώσει αποφασιστικά ο αγώνας για επανασύσταση του ΟΕΚ, για κρατικό πρόγραμμα λαϊκής και φοιτητικής στέγης με αποκλειστικά κρατική χρηματοδότηση και άτοκα δάνεια για τους δικαιούχους, για μεγαλύτερα επιδόματα ενοικίου σε όλο και περισσότερα εργατικά και λαϊκά νοικοκυριά».
Στην αρχή του αγώνα, «πολλά από αυτά που ζήσαμε» έμοιαζαν ανέφικτα στους εργαζόμενους, είπε, όπως: Η ανατροπή του κυβερνητικού - εργοδοτικού συνδικαλισμού στο Σωματείο, με τις ταξικές δυνάμεις να αναδεικνύονται πρώτη δύναμη στις τελευταίες αρχαιρεσίες. Η καταβολή των αποζημιώσεων και η παραμονή στην εργασία μέχρι και σήμερα. Το ότι ο αγώνας αυτός ξεσήκωσε το πανελλήνιο. «Το γεγονός», επισήμανε, «ότι μέχρι σήμερα καταφέραμε να είμαστε όλοι στην εργασία και όχι σε προγράμματα ανεργίας, να πληρωνόμαστε κανονικά και όχι με έναντι, είναι αποτέλεσμα της αλληλεγγύης και του κοινού αγώνα που πραγματοποιήσαμε με άλλους κλάδους και χώρους εργασίας της περιοχής και πανελλαδικά. Ο κοινός αγώνας της εργατικής τάξης σε συμπόρευση με το ΚΚΕ, στους εργάτες της ΛΑΡΚΟ έγινε αποκούμπι και ασπίδα».
Μιλώντας για τη γενική απεργία στις 9 Νοέμβρη είπε ότι «θα κάνουμε τα πάντα έτσι ώστε να πάρει χαρακτηριστικά αφετηρίας παλλαϊκού ξεσηκωμού». Στη συνέχεια, μιλώντας για το πώς η εργατική τάξη μπορεί να ικανοποιήσει της ανάγκες της, σημείωσε ότι το εργατικό κίνημα πρέπει να ανοίγει τον δρόμο για να περάσουν τα εργοστάσια στα χέρια του λαού, κριτήριο της παραγωγής να γίνουν ακριβώς αυτές οι ανάγκες, με την εργατική τάξη να είναι αυτή που νομοθετεί, διαχειρίζεται και ασκεί τον έλεγχο στην παραγωγή. «Και εδώ», κατέληξε, «έρχεται να απαντήσει η πολιτική, ολοκληρωμένη και επιστημονικά και πρακτικά τεκμηριωμένη πρόταση του ΚΚΕ. Να γιατί συμπόρευση με το ΚΚΕ στους αγώνες. Να γιατί συμπόρευση με το ΚΚΕ σε όλα τα επίπεδα».
Κάνοντας μια σύντομη αναφορά στον Τουρισμό είπε ότι τα κέρδη των μεγάλων ξενοδοχειακών μονάδων «έχουν πάρει την ανηφόρα» καθώς «μόνο φέτος υπολογίζεται ότι οι εισπράξεις θα προσεγγίσουν το ασύλληπτο ποσό των 19 δισ. ευρώ. Και όμως, οι εργαζόμενοι συνεχίζουν να δουλεύουν με 16 διαφορετικές σχέσεις εργασίες, 10 έως 12 ώρες τη μέρα, με μισθούς των 700 και 800 ευρώ, με απλήρωτες τις υπερωρίες, χωρίς επίδομα για όλους τους μήνες της ανεργίας στους εποχικούς υπαλλήλους. Την ίδια στιγμή, για την εργατική και λαϊκή οικογένεια οι διακοπές παραμένουν "όνειρο θερινής νυκτός"».
Αναδεικνύοντας τη σημασία συμπόρευσης με το ΚΚΕ είπε ότι «η ισχυροποίησή του σημαίνει ότι θα ισχυροποιηθούν οι αγώνες που θα γίνουν το επόμενο διάστημα από την τάξη μας. Σημαίνει ότι θα είναι πιο αποτελεσματικοί». Ενώ, σχολιάζοντας τη συζήτηση περί «σταθερών» ή «ισχυρών» κυβερνήσεων, σημείωσε ότι για τους εργαζόμενους «το ζητούμενο είναι οι κυβερνήσεις που διαχειρίζονται την εξουσία των εκμεταλλευτών μας να είναι όσο γίνεται πιο αδύναμες και ασταθείς. Με το ΚΚΕ ισχυρό και με όλους εμάς μέσα στις μάχες, το επόμενο διάστημα μπορούν να γίνουν όλα αυτά που θα εξυπηρετούν τα δικά μας συμφέροντα. Η ισχυροποίηση του ΚΚΕ, η συμπόρευση μαζί του αποτελούν τη βάση για την προετοιμασία της τάξης μας για να περάσει στην τελική αντεπίθεση».
Μαζί, άλλωστε, παλέψαμε για να γίνουμε φοιτητές ξανά, όταν η κυβέρνηση επέλεγε να κρατήσει τα πανεπιστήμια κλειστά για τους φοιτητές και ανοιχτά για την επιχειρηματική δραστηριότητα.
Μαζί σπάσαμε απαγορεύσεις, ορθώσαμε το ανάστημά μας στην κρατική καταστολή και τον αυταρχισμό, με μαζικά φοιτητικά συλλαλητήρια που έκαναν κουρέλι τον νόμο απαγόρευσης των διαδηλώσεων, με τα μέλη και τα στελέχη της ΚΝΕ στην πρώτη γραμμή του αγώνα, κόντρα στον φόβο».
Και όπως είπε, όλα αυτά και ακόμα περισσότερα «τα καταφέραμε γιατί δεν υποταχτήκαμε στη λογική των χαμηλών απαιτήσεων για "να περάσει - δήθεν - τώρα η τρικυμία", γιατί "τώρα δεν μπορούμε να ζητάμε περισσότερα". Συγκρουστήκαμε με νόμους, με την προσπάθεια να επιβληθεί σιωπητήριο στους αγώνες μας, δεν συμβιβαστήκαμε μπροστά στον αρνητικό συσχετισμό. Σε αυτόν τον δρόμο συνεχίζουμε μαζί!», είπε.
Και πρόσθεσε: «Παλεύουμε για την ανασυγκρότηση του φοιτητικού κινήματος με πυρήνα τον φοιτητικό σύλλογο και γραμμή που θα περνά στην επίθεση σε συμπόρευση με το εργατικό κίνημα, με συνέχεια, αντοχή και προοπτική. Θέτοντας στο επίκεντρο τη δυνατότητα στον 21ο αιώνα να ικανοποιούνται αναβαθμισμένα οι σύγχρονες ανάγκες της νεολαίας στη μόρφωση, στη δουλειά με δικαιώματα, τον πολιτισμό, τον αθλητισμό».
Αναφέρθηκε ακόμα στην ενίσχυση του Μετώπου Αγώνα Σπουδαστών, της μοναδικής συσπείρωσης που συντονίζει τη δράση σε πανελλαδικό επίπεδο απέναντι στην πολιτική κυβερνήσεων - ΕΕ και κάλεσε «να δυναμώσει η αγωνιστική συμπόρευση με το ΚΚΕ και την ΚΝΕ, μέσα στους αγώνες, για να ανοίξει ο δρόμος για το πανεπιστήμιο των σύγχρονων αναγκών και δυνατοτήτων, σε μια κοινωνία απαλλαγμένη από την εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο».
Αναφερόμενος στην πείρα από τους αγώνες των λιμενεργατών της COSCO, επισήμανε ότι «αποτελεί κριτήριο για να διακρίνουμε εχθρούς και φίλους, για να διαλέξουμε ποιον δρόμο θα βαδίσουμε». Οι αγώνες αυτοί, είπε, «έγιναν πραγματικό σχολείο. Μάθαμε να παλεύουμε για το δίκιο μας, να μη συμβιβαζόμαστε με τον θάνατο και τα σακατεμένα κορμιά. Ενώσαμε τα χέρια μας, φτιάξαμε το σωματείο μας, που έγινε το σπίτι του κάθε συναδέλφου». «Ομως μαζί με όλα αυτά γνωρίσαμε καλύτερα και τους εχθρούς μας. Συνειδητοποιήσαμε ότι απέναντί μας δεν είχαμε μόνο την εργοδοσία αλλά και το κράτος της. Το κράτος της ΝΔ σήμερα και του ΣΥΡΙΖΑ πριν. (...) Είδαμε τα ΜΜΕ των καπιταλιστών να λοιδορούν και να συκοφαντούν τον αγώνα μας. Συνειδητοποιήσαμε δηλαδή ότι κάνουμε έναν αγώνα τάξης εναντίον τάξης».
Τόνισε πως «η τάξη των εργατών έχει και τη δύναμη της οργάνωσης, του συλλογικού αγώνα, το όπλο της αλληλεγγύης και αυτό είναι ένα σημαντικό σχολείο για όλους μας, και η συμμετοχή των κομμουνιστών, των μελών και φίλων του ΚΚΕ και της ΚΝΕ είναι καθοριστική».
«Το μόνο νέο και ελπιδοφόρο βρίσκεται στον καθημερινό αγώνα, στη μαζική οργάνωση στα συνδικάτα και στην πρόταση του ΚΚΕ για την κατάργηση της εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο», ανέφερε.
Απέναντι σε αυτή την κατάσταση κάλεσε σε αγωνιστική συμπόρευση με το ΚΚΕ, «για να έρθει πιο κοντά η προοπτική για έναν άλλο δρόμο ανάπτυξης, που στο επίκεντρό του θα έχει τον άνθρωπο και τις ανάγκες του, όπου η Υγεία δεν θα είναι ακριβοπληρωμένο εμπόρευμα αλλά κατοχυρωμένο κοινωνικό αγαθό». «Ετσι θα απελευθερωθούν και οι ίδιοι οι υγειονομικοί από το κριτήριο του κόστους - οφέλους που τους στερεί τη δυνατότητα να προσφέρουν απλόχερα τη γνώση τους και υπηρεσίες αντίστοιχες των επιτευγμάτων της επιστήμης και της τεχνολογίας», σημείωσε.