ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 17 Μάρτη 1996
Σελ. /51
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
Η "εικόνα" της παρανομίας

Πάνω από μισός χρόνος πέρασε, από την ψήφιση του νόμου του Ευάγγελου Βενιζέλου για τα ΜΜΕ. Ενας νόμος, που παρά τις αντιδράσεις αρμόδιων φορέων και του ΚΚΕ, τελικά ψηφίστηκε το περασμένο καλοκαίρι από το θερινό Τμήμα της Βουλής. Ακόμα όμως και αυτός ο νόμος, που ουσιαστικά διατηρεί την υπάρχουσα κατάσταση, με ευθύνη της κυβέρνησης δεν έχει τεθεί σε εφαρμογή. Από την άλλη πλευρά, η κυβέρνηση, παρά τις επανειλημμένες υποσχέσεις των αρμόδιων υπουργών, εξακολουθεί να διατηρεί το άναρχο καθεστώς στο χώρο των συχνοτήτων, δίνοντας την ευκαιρία στους ιδιοκτήτες των τηλεοπτικών και ραδιοφωνικών σταθμών να "χρησιμοποιούν" όπως αυτοί θέλουν μια δημόσια περιουσία, όπως είναι οι "ζώνες" των ραδιοφωνικών και τηλεοπτικών συχνοτήτων.

Η κυβερνητική αδιαφορία, απέναντι και στις επανειλημμένες εκκλήσεις και του Εθνικού Συμβουλίου Ραδιοτηλεόρασης για να δοθεί επιτέλους ο χάρτης των διαθέσιμων συχνοτήτων, αλλά και η προκλητική τελικά αδιαφορία της κυβέρνησης απέναντι στο νόμο που η ίδια ψήφισε, γεννούν μεγάλα και σοβαρά ερωτηματικά για το πόσο και αν η κυβέρνηση επιθυμεί την "έννομη" πορεία του ραδιοτηλεοπτικού χώρου. Ο χρόνος που μεγάλα ζητήματα του τηλεοπτικού τοπίου παραμένουν σε εκκρεμότητα είναι... μακρύς, ξεπερνώντας κάθε "νόμιμο" όριο. Και μακραίνει ακόμη περισσότερο, αφού η κυβέρνηση, αντί να κάνει βήματα προς τα εμπρός, "οπισθοχωρεί" όλο και περισσότερο μπροστά στις "πιέσεις" και στα "συμφέροντα". Στα πλαίσια αυτά, εντάσσεται η... παράταση για την ονομαστικοποίηση των εργοληπτών δημοσίων έργων. Μια... παράταση, που φυσικά δεν είναι άσχετη με τη "ρύθμιση" των κονδυλίων του δεύτερου πακέτου Ντελόρ. Σε εκκρεμότητα παραμένει, όμως και το μείζον θέμα του αγγελιόσημου που αφορά στα ασφαλιστικά ταμεία των εργαζομένων στον Τύπο, τα οποία με τις "κυβερνητικές ρυθμίσεις" απειλούνται με κατάρρευση.

Αποκαλυπτική για τη σημερινή απαράδεκτη τηλεοπτική κατάσταση, αλλά και για τις προθέσεις τις κυβέρνησης ήταν η έκθεση του μέλους του ΕΣΡ Μιχάλη Δημητρίου, που θα συζητηθεί στη συνεδρίαση της μεθαυριανής Τρίτης. Σύμφωνα με τα στοιχεία του Μιχάλη Δημητρίου, δεν έχει εκδοθεί κανένα Προεδρικό Διάταγμα, από αυτά που ορίζονται στο νόμο για τα ΜΜΕ, με αποτέλεσμα ο νόμος να είναι ανεφάρμοστος. Πόσο μάλλον όταν τα ΠΔ υπάρχουν με σκοπό να μπει "τάξη" στο χώρο των ΜΜΕ. Μεταξύ των ΠΔ είναι και αυτά που αφορούν στους κώδικες δεοντολογίας και στην καλωδιακή τηλεόραση. Αποκαλυπτικά, όμως για το "καθεστώς της ανομίας" είναι και τα στοιχεία που περιλαμβάνει η έκθεση σχετικά με τη συσσώρευση των χρεών. Σύμφωνα με τα στοιχεία του Μ. Δημητρίου, το ποσό που οφείλουν προς το δημόσιο οι ιδιωτικοί τηλεοπτικοί σταθμοί ξεπερνά τα 60 δισ. Ο Μ. Δημητρίου κρούοντας τον κώδωνα του κινδύνου και για το μέλλον, μιλά για "καθεστώς ζούγκλας και πλήρους παρανομίας" και επισημαίνει το μεγάλο κίνδυνο για τη δημιουργία προβληματικών επιχειρήσεων στο χώρο των ΜΜΕ. Αξίζει ίσως να σημειώσουμε, ότι το ΕΣΡ το τελευταίο ιδιαίτερα διάστημα, παρά τις "αντίξοες συνθήκες" στις οποίες με κυβερνητική ευθύνη "ζει", προσπαθεί έστω και στα "μαλακά" να βάλει το μαχαίρι στο κόκαλο. Αλλωστε τη σημερινή εικόνα των ΜΜΕ την περιέγραψε δίνοντας τις πραγματικές της διαστάσεις και ο πρόεδρος του ΕΣΡ, Θεμιστοκλής Κουρουσόπουλος, μιλώντας για "εικόνα πλήρους διάλυσης" και για μία κατάσταση η οποία "δεν μπορεί να συνεχιστεί".

Κούλα ΑΝΤΩΝΙΟΥ

Η "ωραία" του Μπουνιουέλ

Με την "Ωραία της ημέρας" συνεχίζει η "Ταινιοθήκη της Πέμπτης" του δεύτερου κρατικού καναλιού, το αφιέρωμά της στον μεγάλο Ισπανό σκηνοθέτη Λουίς Μπουνιουέλ (1900 - 1983). Γόνος πλούσιας οικογένειας, σπούδασε στο κολέγιο των Ιησουιτών. Αργότερα θα σπουδάσει φιλοσοφία στο πανεπιστήμιο της Μαδρίτης. Εκεί θα γνωριστεί με τον Νταλί και τον Λόρκα. Σε συνεργασία με τον Σαλβατόρ Νταλί, θα γυρίσει την ταινία "Ενας Ανδαλουσιανός σκύλος", το πρώτο υπερρεαλιστικό φιλμ και αμέσως μετά τη "Χρυσή εποχή". Το 1932 θα επιστρέψει στην Ισπανία και θα γυρίσει το ντοκιμαντέρ "Γη χωρίς ψωμί". Το τέλος του ισπανικού εμφυλίου τον βρίσκει στην Αμερική να παλεύει για την επιβίωσή του. Από το 1947, εγκαταστάθηκε στο Μεξικό και πήρε τη μεξικανική υπηκοότητα. Τότε αρχίζει και η μεξικανική περίοδος της δημιουργίας του Μπουνιουέλ. Θα γυρίσει πολλές ταινίες, μεταξύ των οποίων τη "Σουζάνα τη διεφθαρμένη", "Ελ" και την "Εγκληματική ζωή του Αρτσιμπάλντο ντε λα Κρουζ". Το 1961 μετά από πολλά χρόνια θα γυρίσει την πρώτη του ταινία στην Ισπανία, τη "Βιριδιάνα". Από εκεί και πέρα θα εργαστεί κυρίως στη Γαλλία, σκηνοθετώντας τα πιο ώριμα έργα του, όπως το "Ημερολόγιο μιας καμαριέρας", την "Τριστάνα", την "Ωραία της ημέρας", την "Κρυφή γοητεία της μπουρζουαζίας", το "Φάντασμα της ελευθερίας" και το "Σκοτεινό αντικείμενο του πόθου". Θα επιστρέψει στο Μεξικό, όπου θα ζήσει μέχρι το θάνατό του. Αθεος και αντι - κληρικός, στις ταινίες του καυτηρίασε την υποκρισία της αστικής τάξης, δίνοντας μεγάλη έμφαση στη δύναμη της φαντασίας. Η φαντασία, όπως σημειώνει ο ίδιος στο βιβλίο του "Η τελευταία πνοή", είναι το "κυριότερό μας προνόμιο. Ανεξήγητη όπως το τυχαίο που την προκαλεί".

Η "Ωραία της ημέρας", βασισμένη στο μυθιστόρημα του Ζοζέφ Κεσέλ, προβλήθηκε το Σεπτέμβριο του 1967 στη Μόστρα της Βενετίας, κερδίζοντας το πρώτο βραβείο. Ο Μπουνιουέλ, όπως λέει ο ίδιος ήθελε να σκιαγραφήσει το "πορτρέτο μιας μαζοχίστριας νεαρής αστής". Η "ωραία" είναι η Σεβερίν, μια καθωσπρέπει νεαρή σύζυγος ενός γιατρού, που υποφέρει από εφιάλτες και φαντασιώσεις. Ενας φίλος του άνδρα της, θα την οδηγήσει σ' έναν αριστοκρατικό οίκο ανοχής και εκεί θα "ονομαστεί" ως η "ωραία της ημέρας". Ο Λουίς Μπουνιουέλ κάνει ένα ταξίδι από το φανταστικό στο πραγματικό, από το όνειρο στην πραγματικότητα. Φοβίες, σαδομαζοχιστικά παιχνίδια, ερωτισμός, χιούμορ, μυστήριο, έγκλημα, εναλλάσσονται στη φαντασία και το όνειρο, δημιουργώντας μια από τις καλύτερες ταινίες του Ισπανού σκηνοθέτη. Ιδανική στο ρόλο της "ωραίας της ημέρας" η Κατρίν Ντενέβ. Μαζί της παίζουν ο Μισέλ Πικολί, ο Ζαν Σορέλ και η Ζενεβιέβ Παζ. (Πέμπτη ΕΤ - 2 23.30)


Η υπέροχη Κατρίν Ντενέβ και ο Ζαν Σορέλ στην ταινία "Η ωραία της ημέρας"



Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ