ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Τετάρτη 25 Δεκέμβρη 2013
Σελ. /24
Χριστουγεννιάτικες πρεμιέρες

Αμερικάνικες όλες οι πρεμιέρες της, τύποις, εορταστικής εβδομάδας. Τέσσερις τω αριθμώ συν μια κλασική επανέκδοση από τη «NewStar». Η πρώτη ομιλούσα ταινία του σπουδαίου Δανού δημιουργού Καρλ Τέοντορ Ντράγιερ, «ΒΑΜΠΙΡ» (1932). Τρεις συνολικά έχουν πρεμιέρα απόψε και δύο, τη δεύτερη μέρα των Χριστουγέννων. «JUSTIN BIEBER'S BELIEVE» (2013) τιτλοφορείται το αμερικάνικο ντοκιμαντέρ του Τζον Τσου (πρεμιέρα απόψε) για τον Καναδό τραγουδιστή Τζάστιν Μπίμπερ και τα παρασκήνια της παγκόσμιας περιοδείας του που έφερε τον τίτλο «Believe». Ακόμα μια σημερινή πρεμιέρα: «47 RONIN» (2013) ο τίτλος της. Επίσης αμερικάνικη 3D παραγωγή με καταιγιστική δράση, αυτοθυσία και εκδίκηση, σε σκηνοθεσία Καρλ Ριντς. Πρόκειται για έναν διαχρονικό θρύλο της Ιαπωνικής παράδοσης του 18ου αιώνα, πρόκειται για την ιστορία 47 σαμουράι που στερούνται τον αρχηγό τους... Με τον Κιάνου Ριβς στον πρωταγωνιστικό ρόλο.

Αύριο Πέμπτη, προβάλλεται σε επανέκδοση η πρώτη ομιλούσα ταινία του καθόλου ευκολοπλησίαστου, αλλά με γοητευτική κινηματογραφική γλώσσα Καρλ Ντράγιερ. Ο λόγος για το στοιχειωμένο και ατμοσφαιρικό «ΒΑΜΠΙΡ» (1932), στο οποίο δεσπόζουν τα στοιχεία του νερού και της σκιάς (ή των σκιών). Ο Ντράγιερ γύρισε την ταινία όπου «τα πάντα είναι έρευνα και κίνηση» στη Γαλλία, στο χωριό Courtempierre, όπου τοποθετείται η ιστορία. Η ταινία αυτή, γεμάτη κενά και λάμψεις, απουσίες και σύμβολα, σχεδιάστηκε με τρόπο που παραπέμπει στο γερμανικό εξπρεσιονισμό. Εξαιρετική η συμβολή σ' αυτό της ηχητικής μπάντας που «δουλεύτηκε» στο Βερολίνο, μετά την ολοκλήρωση των γυρισμάτων. Η ταινία, μέσα από αναφορές στο Χριστιανισμό, στη μαγεία, στη μετεμψύχωση και τη μεταμόρφωση, προκαλεί αγωνία στην πιο καθαρή της μορφή. Ο θεατής όμως δε μπορεί να προβλέψει τι θα επακολουθήσει, γιατί το φιλμ δε στηρίζεται σε μια σταθερή πρόθεση. Η δουλειά του Καρλ Ντράγιερ - που σε σαράντα πέντε χρόνια καριέρας παρήγε μόνο δεκατέσσερα φιλμ - χαρακτηρίζεται από εκπληκτικά σύνθετες κινήσεις στην κάμερα και φωτισμού, εκφραστικά ντεκόρ, μη παραδοσιακό μοντάζ και μια ολοκληρωτικά ριζοσπαστική κατασκευή στον αφηγηματικό χώρο. Οι μεγάλες ταινίες του Δανού δασκάλου ωστόσο, πολύτιμες για την κατανόηση της κινηματογραφικής ιδιαιτερότητας στοιχείο που συμβάλλει στο να αποδώσουμε στον κόσμο που μας περιβάλλει τη σημασία του, ξεπερνούν το ιστορικό πλαίσιο ενός και μόνο καλλιτεχνικού είδους... Καλές, όσο γίνεται, γιορτές!

ΜΠΕΝ ΣΤΙΛΕΡ
Η κρυφή ζωή του Γουόλτερ Μίτι

Χριστουγεννιάτικη η ταινία του Μπεν Στίλερ (κάνει πρεμιέρα απόψε), σοβαρή και στοχαστική, με το κωμικό στοιχείο να συναντάται σε μετρημένες σκηνές και τις ποιητικές φιλοδοξίες να αναδύονται από το φόντο του ηλεκτρονικού υπολογιστή. Ταινία συμπαθέστατη, ίσως να είναι η καλύτερη σκηνοθετική δουλειά του Στίλερ που, καίτοι δεν πρόκειται να καταχωρηθεί στην ιστορία του κινηματογράφου, είναι καλοφτιαγμένη, φροντισμένη, οπτικά επεξεργασμένη και ικανή να συγκινήσει, παρά τις όποιες αφηγηματικές ανισορροπίες. Η κύρια ιδέα της ιστορίας μοιάζει να εστιάζει στο ένα και μοναδικό δυνατό και πιθανό όραμα, σε ό,τι αφορά τις ανθρώπινες σχέσεις. Οραμα που δεν προβλέπει τεχνολογικούς μεσάζοντες σε κανένα του στάδιο. Υπ' αυτό το πρίσμα η ταινία εμφανίζεται σαν ωδή στην επανα-κατάκτηση μιας αυθεντικής, ανθρώπινης διάστασης στις σχέσεις, διάστασης σταθερά αγκυροβολημένης σε πραγματικές, υπαρκτές εμπειρίες...

Το πλαίσιο μέσα στο οποίο επιλέχθηκε να κινηθεί η ιστορία, είναι το μεσοδιάστημα ανάμεσα στην κατάργηση της έντυπης έκδοσης του ιστορικού αμερικανικού περιοδικού «LIFE» και τη μετατροπή του, σε διαδικτυακό τόπο. Η ταινία στηρίζεται στη βασική ιδέα του βιβλίου του Αμερικανού σκιτσογράφου και χιουμορίστα Τζέιμς Θέρμπερ, αλλά και στην πρώτη κινηματογραφική του μεταφορά το 1947, σε σκηνοθεσία Νόρμαν Μακ Λέοντ, με τον Ντάνι Κέι στον ομώνυμο του τίτλου ρόλο. Αρα, η ταινία του Μπεν Στίλερ είναι, κατά κάποιον τρόπο, ριμέικ εκείνης του '47.

Ο Γουόλτερ Μίτι (τον υποδύεται ο Στίλερ) δουλεύει 16 συναπτά έτη στο έντυπο Life, αρχειοθετεί τα φωτογραφικά αρνητικά, το φωτογραφικό θησαυρό του περιοδικού. Η επιχείρηση πωλείται. Τα καινούργια αφεντικά αποφασίζουν να καταργήσουν την έντυπη έκδοση - απόφαση που συνοδεύεται από απόλυση της πλειοψηφίας των εργαζομένων - και να συνεχίσουν σε μορφή διαδικτυακή. Τότε ακριβώς ανακύπτει το πρόβλημα του «εξώφυλλου του ύστατου περιοδικού». Η διεύθυνση ζητά από τον Γουόλτερ το αρνητικό 25 που έστειλε ο, φωτογράφος θρύλος και μύθος μαζί, Σον Ο' Κόνελ, ακριβώς για την περίπτωση. Το αρνητικό 25 όμως δεν βρίσκεται πουθενά. Ετσι ο Γουόλτερ, που ουδέποτε απομακρύνθηκε από το σπίτι του, που ζει στο καβούκι των ονειροπολήσεών του, υποχρεούται να ψάξει στα πιο απίστευτα μέρη της οικουμένης και να βρει τον περιπετειώδη φωτογράφο - φάντασμα, που δεν διαθέτει ούτε κινητό, ούτε και διεύθυνση, σταθερή ή ηλεκτρονική, ώστε να φθάσει έγκαιρα στο χαμένο αρνητικό...

Κύριο χαρακτηριστικό του Γουόλτερ είναι ότι καθηλώνεται αιφνίδια, μαγεμένος και αποστασιοποιούμενος απ' αυτό που αντικρίζει, ότι χάνεται σε απίστευτες ονειροπολήσεις. Στις ονειροπολήσεις αυτές ενυπάρχει πολύ λιγότερη αυθεντικότητα, απ' όση ο δημιουργός της ταινίας μάλλον επιθυμεί...

Ο Γουόλτερ βέβαια είναι σύγχρονος άνθρωπος, με σύγχρονες ανάγκες. Και όπως όλοι οι σύγχρονοι, χρησιμοποιεί το διαδίκτυο για να έρθει σε επαφή με την κοπέλα των ονείρων του, μια συνάδελφο που συναντά σε καθημερινή βάση...

Η ταινία αφηγηματικά δεν είναι τέλεια. Το σενάριο μοιάζει να χωρίζεται σε δύο μέρη. Στο πρώτο ο ντροπαλός και ονειροπόλος Γουόλτερ μετατρέπεται σε τραγικά αδέξια φιγούρα, ζαλισμένος από τον κρυφό του έρωτα για τη συνάδελφό του και ενοχλημένος από τη συμπεριφορά του γιάπη καινούργιου διευθυντή με το ανυπόφορο πρόσωπο. Στο δεύτερο μέρος, ο Γουόλτερ εμφανίζεται με το θάρρος ανθρώπου αποφασισμένου για όλα. Απεγνωσμένη προσπάθεια για να σώσει πρωτίστως τη δουλειά του. Προσπάθεια που μετατρέπεται σε στοίχημα με τον εαυτό του και τις ικανότητές του. Η τομή ανάμεσα στα δύο προαναφερθέντα μέρη είναι ξεκάθαρη και η αφηγηματική εξέλιξη (μαζί με την εξέλιξη του χαρακτήρα Γουόλτερ) ιδιαίτερα ταχεία.

Στο επίκεντρο κάθε πιθανής ρητορικής βρίσκεται και λειτουργεί αποτελεσματικά στην οθόνη η ιστορία του ανθρώπου που ξαναβρίσκει τον εαυτό του μέσα από τη φυσική του απομάκρυνση από ένα καταπιεστικό περιβάλλον, το οποίο σε προηγούμενη φάση παρέμενε οριοθετημένο μόνο σε διάσταση νοητική. Από πλευράς ηθοποιού / σκηνοθέτη προβάλλεται αφοπλιστική απλότητα στην προσέγγιση του θέματος, ίσως και κάποια αφέλεια, στοιχεία που τελικά συγκινούν.

Η όλη ιστορία, εκτός του ότι διασκεδάζει, συγκινεί. Με γνώμονα το γκροτέσκο και το σουρεαλιστικό στιλιζάρισμα, η αναζήτηση του Γουόλτερ διασχίζει ένα όντως συναρπαστικό οπτικό πανόραμα, ένα εντυπωσιακό σκηνογραφικό φόντο για να καταλήξει στο τέλος, όπως μετά απ' όλα τα εκπαιδευτικά ταξίδια, «σπίτι». Ο σκηνοθέτης μετατρέπει σε όχημα των ιδεών του ένα σπουδαίο νατουραλιστικό ρεπερτόριο από ηλιοβασιλέματα, απάτητες βραχώδεις εκτάσεις στη Γροιλανδία, παγωμένες θάλασσες του Βορρά, ηφαίστεια της Ισλανδίας και άσπρες ακονισμένες κορυφές στα Ιμαλάια.

Ο Στίλερ επιστρέφει, ενσυνείδητα ή ασυνείδητα, στα αρχέτυπα. Στις ονειροπολήσεις με μάτια ανοιχτά των παιδικών χρόνων, στον ασπρόμαυρο κόσμο, στην απέχθεια στη σύγχρονη καθημερινότητα και την αναπλαστική επαφή με τη φύση. Αυτό το πετυχαίνει και με τεχνολογία - εκτεταμένη ψηφιακή χρήση - τοποθετώντας φράσεις, τίτλους, σκέψεις και σχολιασμούς του πρωταγωνιστή, σαν επικάλυμμα στις προσόψεις κτιρίων, βουνών και ουρανών, όπως και με ζυγιασμένη υποκριτική με ατόφια κωμική φλέβα.

Παίζουν: Μπεν Στίλερ, Κρίστεν Γουίγκ, Σον Πεν, Σίρλεϊ Μακ Λέιν, Κάθριν Χαν, κ.ά.

Παραγωγή: ΗΠΑ (2013)

ΜΑΡΤΙΝ ΣΚΟΡΤΣΕΖΕ
Ο λύκος της Γουόλ Στριτ

�Ralph, PacificCoastNews.com

Ο Σκορτσέζε με την τρίωρη ταινία του, που βγαίνει αύριο στις αίθουσες, αποδεικνύει γι' ακόμα μια φορά ότι είναι σπουδαίος σκηνοθέτης και δάσκαλος. Ο Ντι Κάπριο έχει ήδη υπάρξει εκπληκτικός αρκετές φορές στην εντυπωσιακή του καριέρα. Ποτέ όμως δεν ήταν τόσο αστείος όσο εδώ, που σε σειρά περιπτώσεων έδειξε αυθεντικό κωμικό ταλέντο κάνοντας την πλατεία να ξεσπά σε γέλια. Η εκρηκτικά ψυχαγωγική ταινία, αλλά και ιδιαίτερα επιμορφωτική «ακτινογραφία» για το ρόλο και τη λειτουργία του χρηματιστηρίου, μιλά για λεφτά, για απληστία και οκνηρία, για όλα τα εφτά θανάσιμα αμαρτήματα μαζί, δημιουργώντας μαγεία. Βέβαια, στο βάθος, διακρίνονται παρόντα θέματα προσφιλή, στο πνεύμα του σκηνοθέτη: Ονειρα, αδελφοσύνη, αφοσίωση, προδοσία. «Ο ΛΥΚΟΣ ΤΗΣ ΓΟΥΟΛ ΣΤΡΙΤ» αποτελεί μια απίστευτα έντονη αφήγηση για μια ακόμα εφιαλτική πτυχή του αμερικάνικου ονείρου...

Ο νεαρός Τζόρνταν Μπέλφορτ ανακάλυψε πολύ νωρίς το τεράστιο ταλέντο του να πουλά... να πουλά οτιδήποτε σε οποιονδήποτε, δημιουργώντας φυσικά την κατάλληλη ανάγκη στον αγοραστή. Ειδικότητά του τα χρηματιστηριακά προϊόντα, οι «ψιλές» μετοχές που αγοράζουν οι φτωχοί και όχι οι πλούσιοι, που είναι πολύ έξυπνοι για τέτοιες αγορές... Ο Τζόρνταν ανακάλυψε ακόμα ότι είχε το χάρισμα της ηγετικής φυσιογνωμίας. Ενέπνεε άλλους και τους δίδασκε τη μέθοδο πώλησης αυτών των προϊόντων, με δέλεαρ πάντα το κέρδος. Το αμύθητο κέρδος μέσα από την κοροϊδία, πράγμα απολύτως νόμιμο στον υπαρκτό καπιταλισμό. «Ο,τι κάνω είναι απολύτως νόμιμο», λέει.

Μετά από επιτυχή, καίτοι σύντομη καριέρα χρηματιστή στη Γουόλ Στριτ, ο Τζόρνταν βρίσκει τη θέση του λίγο παραέξω από το «νόμο και την ηθική». Συστήνει εταιρεία, γίνεται διευθυντής με δική του ομάδα που όλο και πολλαπλασιάζεται και η επιτυχία είναι μεγαλύτερη από καθετί που θα επέτρεπε η φαντασία.

Η ταινία βασίζεται στο ομώνυμο βιβλίο που έγραψε ο πραγματικός Μπέλφορτ. Είναι μια αληθινή ιστορία για την άνοδο και την πτώση του διεφθαρμένου χρηματιστή που απολάμβανε μια «ασύλληπτη», χωρίς όρια, ζωή κατά το δεύτερο μισό της δεκαετίας του '80. Η αφήγηση της ιστορίας γίνεται από την οπτική του πρωταγωνιστή με γοργό τέμπο, γρήγορο μοντάζ και εξαίρετη μουσική... Κάπου κάπου ο Τζόρνταν στρέφεται στην κάμερα, μιλά σε πρώτο πρόσωπο και απευθύνεται μετωπικά σε μας όλους. Κάπου κάπου ακούμε τη φωνή του voice over πάνω στις κομψές εικόνες.

Ο Ντι Κάπριο ερμηνεύει πειστικότατα το χαρακτήρα του άπληστα πεινασμένου Μπέλφορτ, που τίποτα δεν του είναι αρκετό. Η συμπεριφορά του τον κάνει αντιπαθή και ανυπόφορο, ταυτόχρονα όμως το εκτόπισμα και η γοητεία του χαρισματικού ηθοποιού μετατρέπουν τον μυθοπλαστικό χαρακτήρα - παρά τα ελαττώματά του - σε ελκυστικό άτομο που μπορεί ακόμα να ξεγελά τα ανεπίδεκτα μάθησης πλήθη και ενώ το FBI τον κυνηγά. Ξεχωρίζει και ο Τζόνα Χιλ, είναι ταυτόχρονα διασκεδαστικός και αξιοθρήνητος. Οι δυο τους επιδεικνύουν καταπληκτική χημεία και εναρμόνιση ως το κόκαλο, ιδίως στις σκηνές που σέρνονται μαστουρωμένοι, που αποδίδονται με ιδιαίτερα καλοσκηνοθετημένους αυτοσχεδιασμούς. Τα πάντα στην ταινία δίνονται σε τεράστιες «αμερικάνικες» ποσότητες. Ανθρωποι, λεφτά, ναρκωτικά, γυμνό... Οι γυναικείοι χαρακτήρες, στο σύνολό τους πόρνες, στριπτιζέζ ή απατημένες σύζυγοι, ξεγυμνώνονται με καταπληκτική «επαγγελματική» ευκολία. Στην ταινία ρίχνονται τόνοι γυμνού που όμως δεν ενοχλούν γιατί το γυμνό αποτελεί συστατικό στοιχείο της ιστορίας, δένεται οργανικά με τον Μπέλφορτ και την αφηγηματική του οπτική γωνία... Αξίζει όντως να τη δείτε!

Παίζουν: Λεονάρντο Ντι Κάπριο, Τζόνα Χιλ, Ζαν Ντιζαρντέν, Μάθιου Μακόναχι, κ.ά.

Παραγωγή: ΗΠΑ (2013)



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ