Ο «Ρ» συνομίλησε με νοσηλεύτρια στο νοσοκομείο Παίδων «Η Αγία Σοφία»
Eurokinissi |
Οι συνθήκες δουλειάς των υγειονομικών και οι ελλείψεις σε υλικά και υποδομές επηρεάζουν άμεσα τη νοσηλεία των παιδιών |
Με αυτά τα λόγια προσπαθούν οι εργαζόμενοι στα δημόσια νοσοκομεία να περιγράψουν τις καθημερινές συνθήκες στη δουλειά τους. Μόνο που τα λόγια είναι φτωχά τις περισσότερες φορές για να αποτυπώσουν τη δραματική κατάσταση που ζουν εργαζόμενοι και ασθενείς, κυριολεκτικά σαν μια οικογένεια, σαν τους κρίκους μιας αλυσίδας που είναι αδύνατον να αποκοπεί ο ένας από τον άλλο. Εξάντληση, έλλειψη ειδικοτήτων και πάσης φύσεως προσωπικού, έλλειψη υλικών και φαρμάκων, υπεράνθρωπες προσπάθειες να σωθούν οι ασθενείς και να στηριχτούν οι οικογένειές τους, ψυχολογική και σωματική φόρτιση. Ο «Ρ» μίλησε με την Ολγα Σιάντου, νοσηλεύτρια στην Παθολογική Κλινική του νοσοκομείου Παίδων «Η Αγία Σοφία» και συνδικαλίστρια που συσπειρώνεται στο ΠΑΜΕ Υγείας - Πρόνοιας για τη μάχη που δίνουν κάθε μέρα οι εργαζόμενοι του νοσοκομείου στην προσπάθειά τους να προσφέρουν όσο το δυνατόν καλύτερες υπηρεσίες στα παιδιά και τις οικογένειές τους. Μάχη ενάντια σε μια κατάσταση που θα χειροτερεύει όσο εξακολουθεί να υπάρχει επιχειρηματική δράση στην Υγεία, η οποία οδηγεί, αφενός στη σχεδιασμένη υποβάθμιση των δημόσιων δομών προκειμένου να έχουν πελάτες οι ιδιώτες, αφετέρου στην ένταση του ανταγωνισμού μεταξύ των επιχειρηματιών με απρόβλεπτες συνέπειες για την ασφάλεια ασθενών και εργαζομένων.
Την πενθήμερη εργασία, με δυο μέρες συνεχόμενης ξεκούρασης, την έχουν ξεχάσει γιατροί και νοσηλευτές. Για αρκετές βδομάδες δε δίνονται ρεπό, γιατί το προσωπικό δεν επαρκεί, ώστε να βγουν σωστά τα προγράμματα. Στους εργαζόμενους οφείλονται δεκάδες μέρες ρεπό: «Εμένα μου χρωστούσαν 60 μέρες ρεπό, τις πήρα σταδιακά και τώρα υπολείπονται περίπου 25 μέρες», λέει η Ο. Σιάντου. Ταυτόχρονα, πάντα δουλεύουν πέρα από το ωράριο - χωρίς να πληρώνονται - για να βγει όλη η δουλειά, να τακτοποιηθούν κάποιες εκκρεμότητες με την επόμενη βάρδια, ώστε να μη μείνει πίσω η νοσηλεία των παιδιών.
Εργαζόμενοι, ασθενείς, ασφαλισμένοι οφείλουν να παλέψουν για την ασφαλή λειτουργία των νοσοκομείων (στιγμιότυπο από παλιότερη κινητοποίηση των εργαζομένων στο Παίδων «Αγία Σοφία») |
Γιατροί και νοσηλευτές τρέχουν ταυτόχρονα να σώσουν επείγοντα περιστατικά, να βρουν υλικά και φάρμακα, να μοιραστούν μηχανήματα, να διασκεδάσουν τα παιδιά που περνάνε κάποιες άσχημες φάσεις και ζούνε τον πόνο, να στηρίξουν τις οικογένειές τους, έρχονται αντιμέτωποι με γονείς που δεν έχουν να πληρώσουν για να θεραπευτεί το παιδί τους.
Αντικειμενικά δεν υπάρχει ο χρόνος που απαιτείται για να εξηγήσουν στους γονείς κάποια πράγματα για τη νοσηλεία του παιδιού τους. Οπως λέει ενδεικτικά η Ο. Σιάντου, «έχουμε αρκετά περιστατικά παιδιών με όγκους, που πρώτη φορά διαγνώστηκαν. Ο γονιός νιώθει πως εκείνος φταίει, γιατί δεν το κατάλαβε έγκαιρα. Θέλει χρόνο να το συνειδητοποιήσει και να βοηθήσει το παιδί του. Εδώ είναι απαραίτητο το εξειδικευμένο προσωπικό που θα στηρίξει την οικογένεια, για να στηρίξει το παιδί, αλλιώς έρχεσαι αντιμέτωπος με εκρηκτικές καταστάσεις. Αντίθετα, όλα τα αντιμετωπίζουμε εμείς. Από το γονιό που πρέπει να βοηθήσει το παιδί του, από το παιδί που πρέπει να μάθει την αλήθεια γιατί θα δώσει μια μάχη για τη ζωή του. Ολο αυτό είναι ψυχοφθόρο και για το ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό και ταυτόχρονα δεν υπάρχει η εξειδίκευση για να το κάνουμε όπως πρέπει. Αυτή την έχει ο ψυχίατρος, ο ψυχολόγος, ο κοινωνικός λειτουργός». Οπως προσθέτει, υπάρχουν ψυχολόγοι και κοινωνικοί λειτουργοί αλλά δεν επαρκούν και δεν είναι 24 ώρες μαζί με τα παιδιά και τους γονείς, που άλλοτε ελέγχουν την κατάστασή τους, άλλοτε όχι. Ενώ ο νοσηλευτής και ο γιατρός του τμήματος είναι συνέχεια μαζί τους.
Κατεπείγουσα είναι η ανάγκη να ανοίξει άμεσα το μοναδικό δημόσιο Παιδοκαρδιοχειρουργικό Τμήμα |
«Λείπει προσωπικό - και μηχανήματα - και παλεύουμε να αξιολογήσουμε τα περιστατικά και να δώσουμε περισσότερη σημασία στα βαριά. Δεν προλαβαίνουμε και δεν έχουμε τα απαραίτητα μέσα στα χέρια μας. Κάποιες φορές αντικειμενικά αφήνεις κάποιο πίσω για να δώσεις σημασία στο πιο βαρύ περιστατικό. Αλλά δεν είμαστε σε συνθήκες γενικευμένου πολέμου στη χώρα για να επιλέγουμε ποιο παιδί θα ζήσει και ποιο θα πεθάνει. Αυτή τη στιγμή το προσωπικό έχει γίνει "λάστιχο" και τα αντιμετωπίζει. Ομως, ο κόσμος πρέπει να παλέψει για προσωπικό στα νοσοκομεία, είναι πλέον οριακή η κατάσταση», εξηγεί η Ο. Σιάντου.
Οπως υπογραμμίζουν οι εργαζόμενοι στα νοσοκομεία, όλη αυτή η κατάσταση διαταράσσει την προσωπική τους ζωή, τις σχέσεις με την οικογένειά τους, τον οικογενειακό προγραμματισμό και επιβαρύνει την υγεία τους, αφού συν τοις άλλοις δεν υπάρχει κανένα μέτρο Υγείας και Ασφάλειας, δεν υπάρχει γιατρός Εργασίας και τεχνικός Ασφάλειας στα περισσότερα νοσοκομεία.
Τα «ανοιχτά μέτωπα» και τα αδιέξοδα των υγειονομικών είναι πολλά και καθημερινά. Υπάρχουν, για παράδειγμα, εργαζόμενοι που δουλεύουν σε νοσοκομείο στην Αθήνα και οι οικογένειές τους ζουν στην επαρχία. Οι μαρτυρίες αυτών των υγειονομικών παριστάνουν ανάγλυφα τα καθημερινά εμπόδια που καλούνται να διαχειριστούν: «Να είναι ο σύζυγός σου στα Γιάννενα και να θέλεις 400 ευρώ για να πας 1 - 2 φορές στο μήνα ή στο δίμηνο να τον δεις. Αλλες νοσηλεύτριες έχουν τα παιδιά τους μακριά, στη Λάρισα, στο Κιλκίς. Υπάρχουν και εργαζόμενοι που έχουν ιδιαίτερες καταστάσεις να αντιμετωπίσουν, όπως μεταμοσχευμένο παιδί, ανάπηρο παιδί... Και η μάνα είναι αποκομμένη από τα παιδιά της και τα μεγαλώνει είτε ο ένας γονιός, είτε οι παππούδες...».
Μέχρι πριν από λίγο μπορούσαν να στέλνουν κάποια χρήματα από το μισθό τους στην οικογένεια. Πλέον ο μισθός τους ίσα - ίσα φτάνει να ζουν στην Αθήνα, λες και κάνουν φοιτητική ζωή. Αυτοί οι εργαζόμενοι, ούτε μπορούν να απεμπλακούν με μια μετάθεση, ούτε μπορούν να παραιτηθούν γιατί δεν θα έχουν καμία δουλειά, καμία ασφάλιση. Θα μπορούσε να λυθεί το θέμα με προσλήψεις μόνιμου προσωπικού, να πάρουν τις μετατάξεις τους να στελεχώσουν στην επαρχία νοσοκομεία ή Κέντρα Υγείας. «Οι αποκομμένοι από την οικογένειά τους είναι σε ακόμη χειρότερη θέση, έχουν ένα επιπλέον εμπόδιο στη ζωή τους, ένα αδιέξοδο. Και δεν μιλάμε για 1 - 2 χρόνια. Μιλάμε και για 8 ή 10 χρόνια που συντηρείται μια τέτοια κατάσταση. Οι περισσότεροι έχουν φτάσει στα όριά τους», λένε οι συνάδελφοί τους.
Ιδιαίτερα επώδυνες είναι οι συνθήκες για τους εργαζόμενους στα ογκολογικά τμήματα ή στις Μονάδες. Εκεί βλέπουν παιδιά σε κρίσιμη κατάσταση ή χρόνια περιστατικά, βλέπουν το παιδί από την ώρα που διαγνωσθεί ο όγκος και θα αρχίσει η θεραπεία μέχρι να γίνει καλά ή να πεθάνει. Λόγω των άσχημων καταστάσεων το προσωπικό είναι ιδιαίτερα επιβαρυμένο και δεν υπάρχει η αντίστοιχη στήριξη. Οπως λένε οι εργαζόμενοι θα έπρεπε το συγκεκριμένο προσωπικό να παραμένει σε αυτά τα τμήματα για μερικά χρόνια και μετά να αντικαθίσταται, ώστε να αποφορτίζεται. Αυτό βοηθάει και τα παιδιά και τους γονείς και τους ίδιους, αφού και η «μόρφωση» του νοσηλευτή διευρύνεται, αλλά ρίχνεται καλύτερα στα νέα καθήκοντα. Γι' αυτό το λόγο είναι απαραίτητο και να τηρούνται τα ρεπό, οι άδειες, τα προγράμματα.
Απαραίτητο όμως είναι και το εξειδικευμένο υποστηρικτικό επιστημονικό δυναμικό - ψυχίατροι και ψυχολόγοι - που θα στηρίζουν το νοσηλευτικό και ιατρικό προσωπικό. Ομως ένας σχεδιασμός και το κατάλληλο προσωπικό δεν υπάρχουν. Αυτό που εξηγούν είναι πως η δουλειά του νοσηλευτή δεν είναι απλά και μόνο να αλλάζει ορούς, να βάζει φάρμακα, να αλλάζει πάνες, θερμόμετρο και τέλος: «Είναι βασικό να είσαι καλά, ευχαριστημένος με τη δουλειά σου, να μην έχεις χίλια δυο βάσανα, ώστε να μπορέσεις στη δύσκολη φάση ενός παιδιού να το στηρίξεις. Αυτό είναι ακόμη πιο καίριο σε μια τέτοια περίοδο κρίσης, που ο καθένας μας έχει πολλά να αντιμετωπίσει και στο σπίτι του. Να μην έχει πληρώσει το ρεύμα και το νερό, να μην έχει να φάει, να μην έχει το παιδί του δουλειά, να έχει ανάπηρο παιδί και πολλά άλλα», λέει η Ο. Σιάντου.
Ανά πάσα στιγμή, επειδή προσπαθούν να χειριστούν πολλά πράγματα μαζί, μπορεί να τρυπηθούν - και συμβαίνει όλο και πιο συχνά αυτό - με αποτέλεσμα να κολλήσουν ό,τι έχει το παιδί. `Η να συμβούν άλλα εργατικά «ατυχήματα», αφού δεν υπάρχει ούτε γιατρός Εργασίας ούτε τεχνικός Ασφάλειας.
Πριν λίγο καιρό, συνέβη εργατικό «ατύχημα» στη Γενική Μονάδα Εντατικής Θεραπείας. Μια νοσηλεύτρια πήγε να βάλει ή να βγάλει από την πρίζα ένα μηχάνημα και τη διαπέρασε το ρεύμα. Μάλιστα εκείνη την ώρα, επειδή κινδύνευε η ζωή ενός παιδιού μέσα στη Μονάδα, δεν μπορούσε να τη βοηθήσει ούτε το ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό που ήταν εκεί. Οπως λένε εργαζόμενοι του νοσοκομείου «δεν έχουμε ιδέα αν τηρούνται όλα τα απαραίτητα μέτρα προστασίας. Κανείς ποτέ δεν μας έχει ενημερώσει για κάτι τέτοιο. Ούτε μετά το "ατύχημα", παρά μόνο ήρθε ένας απλός ηλεκτρολόγος και έκλεισαν τη Μονάδα. Εχουμε μάθει από την εμπειρία μας και τους παλιότερους να προσέχουμε κάποια πράγματα για τη δική μας ασφάλεια και των παιδιών, αλλά όταν κινδυνεύει ένα παιδί - κι αυτό συμβαίνει συχνά - δεν προλαβαίνεις να σκεφτείς τον εαυτό σου, πέφτεις από πάνω να το σώσεις. Κι εκεί μπορεί να συμβεί ατύχημα αν δεν υπάρχουν μέτρα προστασίας, οι κατάλληλες υποδομές. Και δεν υπάρχουν γιατί μπαίνει η λογική "πόσο κοστίζει" και δεν λογαριάζεται η ανθρώπινη υγεία και ζωή».
Τα περιστατικά στα νοσοκομεία μαρτυρούν πως η εξαθλίωση «κατατρώει» τη ζωή και την υγεία των λαϊκών οικογενειών
Σήμερα η οικογένεια χρειάζεται περισσότερη στήριξη από ποτέ. Ιδιαίτερα στις υπηρεσίες Υγείας και Πρόνοιας. Κι όμως η κυβερνητική πολιτική τη σπρώχνει στην εξαθλίωση, αφού μόνο όποιος «έχει» μπορεί να αγοράσει υπηρεσίες Υγείας.
Για παράδειγμα στο νοσοκομείο Παίδων «Η Αγία Σοφία» νοσηλευτές και γιατροί αναφέρουν: «Ερχονται παιδιά αφυδατωμένα μετά από 9 μέρες πυρετό και οι γονείς τους δεν έχουν πάει σε παιδίατρο, γιατί δεν είχαν να τον πληρώσουν. Χάνουν πολλά υγρά και η κατάσταση είναι επικίνδυνη για την ίδια του τη ζωή. Παλιότερα έρχονταν οι γονείς και ήδη το είχαν πάει σε έναν παιδίατρο πρωτύτερα, είχαν δώσει μια αντιβίωση, μια αγωγή στο παιδί. Τώρα έρχονται έτσι, χωρίς να έχουν επιδιώξει αυτές τις 9 μέρες, πέρα από το αντιπυρετικό, να κάνουν κάτι άλλο. Ολες οι δυσκολίες που περνάνε οι οικογένειες έχουν άμεση αντανάκλαση και στην υγεία των παιδιών τους, αυτό φαίνεται καθημερινά».
Κάτι άλλο που παρατηρείται είναι, ότι τελευταία πληθαίνουν τα παιδιά που φτάνουν στο νοσοκομείο επειδή έχουν πάρει κάτι επικίνδυνο, χωρίς να τα αντιληφθούν οι γονείς τους (π.χ. έχουν καπνίσει κρυφά, έχουν καταπιεί απορρυπαντικά κ.ά.): «Αυτό κάτι δείχνει για τη ζωή της οικογένειας. Σημαίνει ίσως ότι οι γονείς λείπουν πολλές ώρες από το σπίτι, ότι αναγκαστικά τα παιδιά ή μένουν μόνα τους ή με τους παππούδες που μπορεί να έχουν άνοια ή άλλα προβλήματα υγείας ή να είναι υπερήλικες. Σημαίνει ίσως ότι οι γονείς είναι πολύ φορτισμένοι με τα δικά τους προβλήματα και δε δίνουν τόση σημασία στα παιδιά. Σίγουρα είναι συνέπεια και της ανεπάρκειας των υποδομών σε παιδικούς σταθμούς και άλλες δραστηριότητες για τα παιδιά».
«Εμείς διαπιστώνουμε εμπειρικά ένα περιβάλλον που επιβαρύνει διαρκώς την υγεία και τη δική μας και των παιδιών», σημειώνουν. «Παρατηρείται αυξημένη νοσηρότητα και μάλιστα περισσότερα ογκολογικά περιστατικά, σοβαρές ασθένειες ή νοσήματα που η επιστήμη δεν έχει ακόμη διαγνώσει. Γίνονται έρευνες πάνω σε αυτά τα άγνωστα νοσήματα; Γίνονται μελέτες για τα ποσοστά αύξησης και τις αιτίες; Πρέπει να δεις σαν κράτος πού οφείλεται και σχεδιασμένα να παρέμβεις».
Με καθημερινές τραγωδίες έρχονται αντιμέτωποι οι εργαζόμενοι των νοσοκομείων νιώθοντας ανήμποροι να βοηθήσουν. Ανασφάλιστοι, άνεργοι, φτωχοί γονείς παρακαλούν πλέον τους γιατρούς να μην κάνει το παιδί τους εισαγωγή στο νοσοκομείο, παρά τη βαρύτητα της κατάστασης, ή να μην κάνουν πολλές εξετάσεις στο παιδί γιατί δεν έχουν να πληρώσουν, ή το τάδε φάρμακο που δεν μπορεί να καλύψει το νοσοκομείο, δεν μπορούν να το αγοράσουν.
«Ακόμα και το γάλα δεν έχουν πολλοί να δώσουν στο παιδί τους. Βέβαια σε αυτή τη φάση το γάλα ακόμα δίνεται από το νοσοκομείο», λένε οι εργαζόμενοι συντετριμμένοι. «Κι εμείς προσπαθούμε όσες μέρες μένει το παιδί στο νοσοκομείο - παρά τις άσχημες συνθήκες και το φόρτο εργασίας - να του προσφέρουμε ό,τι χρειάζεται, αλλά όταν πάει στο σπίτι τι γίνεται, αν για παράδειγμα είναι όλη η οικογένεια άνεργοι; Δεν μπορείς να μένεις ασυγκίνητος σε αυτά. Η υγεία μας καθημερινά φθείρεται γιατί πραγματικά και οι νέοι άνθρωποι - πόσο μάλλον οι παλιότεροι - νιώθουμε μια έντονη φθορά. Από την εντατικοποίηση, από τα μέσα που δεν έχουμε, από την ανησυχία μας να βρούμε υλικά, από την αγωνία μας να στηρίξουμε τους γονείς και τα παιδιά. Φθείρεσαι και σκέφτεσαι: Από δω και πέρα τι θα γίνει;».
Η κυβέρνηση και οι διοικήσεις των νοσοκομείων επιβάλλουν στους εργαζόμενους να στέλνουν τους ανασφάλιστους ασθενείς στο λογιστήριο. «Εμείς οι υγειονομικοί δεν πρέπει να κοιτάμε τους γονείς των άρρωστων παιδιών στην τσέπη, αλλά μας αναγκάζουν κάποιες φορές να λειτουργήσουμε έτσι. Εκεί χάνεται και η εμπιστοσύνη των γονιών απέναντι στους υγειονομικούς. Ανησυχούν και για τη φροντίδα του παιδιού τους, λένε "βρε παιδιά δεν έχω να πληρώσω". Και αρκετοί είμαι σίγουρη πως δεν φτάνουν καν στο νοσοκομείο γι' αυτό το λόγο», λέει μια νοσηλεύτρια.