Το 2000 οι ιδιωτικές δαπάνες υγείας έφτασαν στο 42,66% έναντι 36,46% το 1989. Την ίδια περίοδο οι δημόσιες δαπάνες έπεσαν στο 57,34%, από 63,54%
Σύμφωνα με στοιχεία που παρουσίασε η Εθνική Σχολή Δημόσιας Υγείας χτες σε συνάντηση εργασίας οι ιδιωτικές δαπάνες υγείας εκτινάχτηκαν στα 1,591 τρισ. δραχμές, ενώ πριν μια δεκαετία ήταν 812,784 εκατ. δραχμές (Βλέπε και στοιχεία του Πίνακα 1). Η ιδιωτική δαπάνη ως ποσοστό επί του συνόλου των δαπανών υγείας αντιστοιχεί σε 42,66% και ακολουθεί αυξητική πορεία, τη στιγμή που η δημόσια δαπάνη -ως ποσοστό επί του συνόλου- παρουσιάζει καθοδική πορεία (Βλέπε Πίνακα 2).
Την έρευνα παρουσίασε χτες ο Κυριάκος Σουλιώτης και βασίστηκε σε στοιχεία της Εθνικής Στατιστικής Υπηρεσίας, στους Εθνικούς Λογαριασμούς και τους Οικογενειακούς Προϋπολογισμούς. Στη χτεσινή συνάντηση εργασίας παρουσιάστηκε ο τρόπος και η μεθοδολογία προσεγγίσεων των δαπανών, καθώς σε ορισμένους τομείς -όπως η Οδοντιατρική περίθαλψη- δεν υπάρχουν πρωτογενή στοιχεία.
Οποιες και αν είναι οι προσεγγίσεις, εκείνο που έχει σημασία είναι η επισήμανση του καθηγητή των Οικονομικών της υγείας Γ. Κυριόπουλου στη συνάντηση: «Οποιος φτάσει στις πύλες εισόδου των υγειονομικών υπηρεσιών και δεν έχει να πληρώσει τις 42,66 δραχμές από τις 100 δραχμές που απαιτούνται, τότε είτε αποκλείεται είτε "πληρώνει" το κόστος της μεγάλης αναμονής». Στη δαπάνη αυτή περιλαμβάνονται οι άμεσες πληρωμές που γίνονται με διάφορους τρόπους -και στις οποίες συμπεριλαμβάνεται και το γνωστό «φακελάκι». Το στοιχείο αυτό εξάγεται κυρίως από την έρευνα της ΕΣΥΕ στους Οικογενειακούς Προϋπολογισμούς.
Συνοπτικά οι διαπιστώσεις της έρευνας έχουν ως εξής:
Ερχεται νομοσχέδιο κατά τα πρότυπα του αντι-ΕΣΥ νόμου που έχει την έγκριση του πρωθυπουργού Κ. Σημίτη
Την «ανασυγκρότηση» των υπηρεσιών πρόνοιας της χώρας κατά το μοντέλο του αντι - ΕΣΥ νομοσχεδίου για την υγεία και των περιβόητων Περιφερειακών Συστημάτων Υγείας (ΠΕΣΥ), που θα δώσει τη χαριστική βολή στις εναπομείνασες δομές πρόνοιας, που βρίσκονται στα πρόθυρα της διάλυσης μετά και την ψήφιση του αντι - κοινωνικού νόμου 2646/98, ανακοίνωσε επίσημα ο υπουργός Υγείας Αλ. Παπαδόπουλος χτες, μετά το τέλος της συνάντησης που είχε η πολιτική ηγεσία του υπουργείου με τον πρωθυπουργό Κώστα Σημίτη στο Μέγαρο Μαξίμου.
Θέματα της συνάντησης, στην οποία συμμετείχαν και οι υφυπουργοί Υγείας - Πρόνοιας Χρ. Σπυράκη και Δ. Θάνος ήταν η πολιτική του υπουργείου στον τομέα της πρόνοιας, αλλά και τα στάδια εφαρμογή της αντι - ΕΣΥ μεταρρύθμισης.
Ο υπουργός Υγείας ανέφερε μετά τη συνάντηση ότι παρουσιάστηκαν στον πρωθυπουργό οι βασικές αρχές ενός νέου νομοσχεδίου για τη «ριζική ανασυγκρότηση του χώρου της πρόνοιας, ο οποίος είναι διεσπαρμένος σε όλη την Ελλάδα κατά το μοντέλο της περιφερειακής συγκρότησης της Υγείας». Στην πραγματικότητα, πρόκειται για μια επιχείρηση διάλυσης των υπαρχουσών δομών πρόνοιας, οι οποίες με ευθύνη της κυβέρνησης παρουσιάζουν εικόνα διάλυσης.
Σύμφωνα με στοιχεία που είχε παρουσιάσει και ο «Ρ» την περασμένη Κυριακή, ο ρόλος των Περιφερειακών Συστημάτων Κοινωνικής Φροντίδας, που σχεδιάζεται να έχουν ολοκληρωθεί μέχρι το τέλος του 2002, θα είναι αντίστοιχος με αυτό των ΠΕΣΥ, δηλαδή θα έχουν υπό την εποπτεία τους τις μονάδες πρόνοιας της περιφέρειας και φυσικά τη δυνατότητα να καταργούν ή να συγχωνεύουν υπηρεσίες, αλλά και να μετακινούν κατά βούληση τους εργαζομένους τους. Μια πρόγευση των αλλαγών αυτών έδωσε ήδη ο υφυπουργός Πρόνοιας Δ. Θάνος, ο οποίος με έγγραφό του στις 8.2.2001 προς τον Εθνικό Οργανισμό Πρόνοιας, έδωσε εντολή για τη μετακίνηση 49 εργαζομένων των Κέντρων Φροντίδας Οικογένειας (ΚΕΦΟ) των νομών Ροδόπης, Ξάνθης, Πέλλας, Καστοριάς, Σερρών, Εβρου, Λευκάδας, Τρικάλων, Θεσπρωτίας, Κοζάνης, Φλώρινας και Δράμας.
Η πολιτική ηγεσία του υπουργείου συζήτησε με τον πρωθυπουργό και τα στάδια εφαρμογής του αντι - ΕΣΥ νομοσχεδίου το οποίο δημοσιεύεται σήμερα στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Ο υπουργός Υγείας είπε σχετικά ότι θα δώσει σήμερα στη δημοσιότητα τα ονόματα των 17 προέδρων - γενικών διευθυντών των ΠΕΣΥ, ενώ για μια ακόμα φορά δήλωσε την εμμονή του στην εφαρμογή της μεταρρύθμισης που διαλύει το δημόσιο σύστημα υγείας.
«Τα προβλήματα είναι εντοπισμένα, οι λύσεις είναι προσδιορισμένες και θεσμοθετημένες, με το πρώτο νομοσχέδιο έχει ήδη ψηφιστεί και τα άλλα που έρχονται σύντομα στη Βουλή. Θα δημιουργήσουμε ένα ανθεκτικό δημόσιο σύστημα υγείας και δεν επιχειρήσουμε θεαματικές ενέργειες που ο χρόνος επιβίωσής τους θα είναι λίγων ημερών, γιατί θέλουμε να είμαστε συνεπείς στην υποχρέωση που έχουμε αναλάβει απέναντι στον ελληνικό λαό να δημιουργήσουμε ένα πραγματικό σύστημα υγείας που να κατοχυρώνει και την υγεία και την αξιοπρέπειά του», είπε ο Αλ. Παπαδόπουλος για να δηλώσει καταλήγοντας ότι στο θέμα αυτό η ηγεσία του υπουργείου δεν κάνει υποχωρήσεις και συμβιβασμούς.
Μαχητική πορεία χτες στο υπουργείο Υγείας
Μαχητική ήταν η παρουσία των εργαζομένων στα ιδρύματα πρόνοιας στη χτεσινή πορεία στο υπουργείο Υγείας |
Οι εργαζόμενοι στην πρόνοια είχαν πραγματοποιήσει νωρίτερα πορεία από τα κεντρικά γραφεία του ΕΟΠ και του ΠΙΚΠΑ στο υπουργείο Υγείας - Πρόνοιας φωνάζοντας συνθήματα κατά της καταστροφικής για την πρόνοια κυβερνητικής πολιτικής και κρατώντας πανό που έγραφαν: «Οι εργαζόμενοι στους φορείς πρόνοιας προειδοποιούν: Το υπουργείο Υγείας βλάπτει σοβαρά την πρόνοια» και «Οχι στην υποβάθμιση της πρόνοιας».
«Κάτω τα χέρια από τα ταμεία, το κράτος να πληρώσει για πρόνοια - υγεία», «Την πρόνοια κανείς δεν τη χαρίζει, πληρώνει ο εργαζόμενος το κράτος το γνωρίζει», «Πρόνοια για το λαό και βορά στον εθελοντισμό» ήταν μερικά από τα συνθήματα που φώναζαν οι διαδηλωτές κατά τη διάρκεια της πορείας, αλλά και μπροστά στο υπουργείο Υγείας - Πρόνοιας, το οποίο ήταν ζωσμένο από ισχυρές αστυνομικές δυνάμεις, άνδρες των ΜΑΤ και κλούβες που έκλειναν την πρόσβαση στην είσοδό του.
Στη συνέχεια οι εκπρόσωποι των εργαζομένων επιδίωξαν συνάντηση με τον υπουργό Υγείας Αλ. Παπαδόπουλο, ο οποίος όμως αποχώρησε από το υπουργείο. Οι εργαζόμενοι συναντήθηκαν τελικά με τη γενική γραμματέα του υπουργείου, στην οποία και εξέθεσαν τα αιτήματά τους, που αφορούν: Στην αντιμετώπιση της κατάστασης διάλυσης που έχει δημιουργηθεί στους φορείς της πρόνοιας μετά την ψήφιση του αντι-κοινωνικού νόμου για την πρόνοια 2646/98 που έμεινε ανενεργός, στο σταμάτημα των ετσιθελικών αποσπάσεων εργαζομένων των φορέων σε άλλες υπηρεσίες, στην καταβολή και στους εργαζόμενους της πρόνοιας της μηνιαίας αποζημίωσης που έλαβαν οι υπάλληλοι της κεντρικής υπηρεσίας του υπουργείου Υγείας μετά τις κινητοποιήσεις τους. Από την πλευρά της η Μ. Μπελδέκου δε δεσμεύτηκε για την ικανοποίηση των αιτημάτων και παρέπεμψε τους εργαζόμενους σε συνάντηση με τον υπουργό Υγείας.
Από την πλευρά τους οι εργαζόμενοι, οι οποίοι ενημερώθηκαν για τα αποτελέσματα της συνάντησης από τους εκπροσώπους τους, δήλωσαν αποφασισμένοι να συνεχίσουν τις κινητοποιήσεις τους.
Το 60% των συνταξιούχων παίρνει συντάξεις μικρότερες των 130.000 δραχμών
Η ανάλυση των στοιχείων με βάση τις κατανομές των συντάξεων και το ύψος τους, που επεξεργάστηκε η ΠΟΠΟΚΠ, καταρρίπτει το μύθο περί «υψηλών συντάξεων», που δήθεν απολαμβάνουν μεγάλες ομάδες συνταξιούχων. Ετσι, το 69,2% λαμβάνει σύνταξη κάτω των 130.000 δραχμών, το 7,4% παίρνει συντάξεις από 130.000 έως 150.000 δραχμές, το 9,3% των συνταξιούχων παίρνει συντάξεις μεταξύ 150.000-200.000 δραχμών, το 8,5% μεταξύ 200.000-300.000 δραχμών και μόνο το 5,6% παίρνει μηνιαία σύνταξη άνω των 300.000 δραχμών (Βλέπε διάγραμμα).
Για τους 1.190.000 συνταξιούχους - δεν περιλαμβάνονται οι συνταξιούχοι του ΟΓΑ και του ΝΑΤ - η μέση μηνιαία κύρια σύνταξη ανέρχεται στις 143.200 δραχμές. Ειδικότερα, η μέση μηνιαία σύνταξη γήρατος ανέρχεται στις 159.600 δραχμές, στις 127.800 η σύνταξη λόγω αναπηρίας και στις 111.300 δραχμές η μέση μηνιαία σύνταξη λόγω θανάτου.
Ενα άλλο ενδιαφέρον στοιχείο της ανάλυσης είναι η διαπίστωση ότι προοδευτικά, με την πάροδο του χρόνου, οι συντάξεις μειώνονται, αφού δεν ακολουθούν τις συλλογικές συμβάσεις. Ετσι, ενώ η μέση σύνταξη γήρατος των νέων συνταξιούχων του ΙΚΑ του 2001 θα διαμορφωθεί στις 185.000 δραχμές, η αντίστοιχη για το σύνολο των συνταξιούχων του ιδρύματος ανέρχεται στις 138.370 δραχμές. Αν εξαιρέσουμε τους συνταξιούχους αγρότες, τις πιο χαμηλές συντάξεις έχουν οι αυτοαπασχολούμενοι (βιοτέχνες, έμποροι, αυτοκινητιστές κλπ.).
Στιγμιότυπο απ' τη χτεσινή πορεία στο υπουργείο Εργασίας |
Ο υπουργός Εργασίας Τ. Γιαννίτσης και οι δύο υφυπουργοί, κατά τη διάρκεια συνάντησης που είχαν με αντιπροσωπεία της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Προσωπικού στους Οργανισμούς Κοινωνικής Πολιτικής (ΠΟΠΟΚΠ) στα πλαίσια της 24ωρης απεργίας που είχαν κηρύξει, θέλοντας να καθησυχάσουν το αγωνιστικό φρόνημα των εργαζομένων προσπάθησαν να πείσουν ότι θα ικανοποιήσουν τα αιτήματα του κλάδου. Δηλαδή, τις προσλήψεις προσωπικού, την αύξηση των αποδοχών τους και την καλύτερη λειτουργία των ταμείων. Η απεργία των εργαζομένων, πάντως, κυμάνθηκε σε ποσοστά στο 80% και σχεδόν καθολικά στις κεντρικές υπηρεσίες.
Νωρίτερα οι εργαζόμενοι πραγματοποίησαν πορεία και συγκέντρωση στο υπουργείο Εργασίας. Με συνθήματα όπως «Οχι άλλη κοροϊδία, πάρτε μέτρα για τα ταμεία», «Με αγώνες κατακτάμε τα δικαιώματά μας», οι εργαζόμενοι έστειλαν μήνυμα προς την κυβέρνηση ότι θα συνεχίσουν τον αγώνα τους αν δεν ικανοποιηθούν τα αιτήματά τους.
Οπως δήλωσε μετά τη συνάντηση ο Γ. Κουτρουμάνης, πρόεδρος της Ομοσπονδίας, ο υπουργός τούς υποσχέθηκε ότι πέραν των 600 προσλήψεων που έχουν δρομολογηθεί για όλα τα ταμεία πλην ΙΚΑ, ΟΓΑ, ΟΑΕ, θα υπάρξουν σύντομα κι άλλες και για αυτά τα τρία ταμεία. Οσον αφορά, τις αποδοχές, υποσχέθηκε ότι θα τους δοθεί σύντομα επίδομα χωρίς όμως να δεσμευτεί για το ύψος και την ημερομηνία καταβολής του. Ο Γ. Κουτρουμάνης δήλωσε στους εργαζόμενους ότι παρά τις θετικές εξελίξεις πρέπει να μείνουν σε επιφυλακή και να μην επαναπαυτούν από τις υποσχέσεις.
Σε δήλωσή του στο «Ρ» ο Σωτήρης Λιακόπουλος, μέλος της διοίκησης της Ομοσπονδίας, τόνισε: «Ο χώρος της κοινωνικής ασφάλισης νοσεί τόσο από θέμα οργάνωσης όσο και από θέμα αμοιβών των εργαζομένων, τη στιγμή μάλιστα που τα λειτουργικά έξοδα είναι ελάχιστα σε σχέση με τους προϋπολογισμούς των ασφαλιστικών ταμείων. Χρειάζεται το συνδικαλιστικό κίνημα, οι εργαζόμενοι να πάρουν την υπόθεση στα χέρια τους και να ενισχύσουν τις συνεπείς ταξικές δυνάμεις που αποτελούν εγγύηση για τον αγώνα. Χρειάζεται διαρκής ετοιμότητα, ώστε αν δεν ικανοποιηθούν τα αιτήματά μας, να προχωρήσουμε άμεσα σε αγωνιστικές κινητοποιήσεις».