2025 The Associated Press. All |
Οι ΗΠΑ εισάγουν μεγάλο μέρος του χαλκού που χρειάζονται από τη Χιλή (φωτ. εργάτες του χιλιανού ομίλου «CODELCO») |
«Θα ασχοληθούμε με τον χαλκό τώρα», φέρεται να είπε στη συνεδρίαση, επικαλούμενος συστάσεις κρατικών υπηρεσιών που μιλούν για «λόγους εθνικής ασφαλείας»οι οποίοι επιβάλλουν το μέτρο αυτό. Σημείωσε ακόμα ότι «ο χαλκός είναι απαραίτητος για την κατασκευή ημιαγωγών, αεροσκαφών, πλοίων, πυρομαχικών, κέντρων δεδομένων, μπαταρίες λιθίου, συστημάτων ραντάρ, συστήματα αντιπυραυλικής αεράμυνας ακόμα και υπερηχητικών όπλων, από τα οποία (προϊόντα) φτιάχνουμε πολλά (στις ΗΠΑ)».
Σύμφωνα με επίσημα στοιχεία, οι Ηνωμένες Πολιτείες παράγουν σήμερα πάνω από το 50% του ραφιναρισμένου χαλκού που καταναλώνουν κάθε χρόνο. Πάνω από τα 2/3 μάλιστα εξορύσσονται στην Αριζόνα, όπου ωστόσο η ανάπτυξη ενός τεράστιου νέου ορυχείου (όπου έχουν επενδύσει οι όμιλοι «Rio Tinto» και BHP) έχει σταματήσει για περισσότερο από μια δεκαετία. Η υπόλοιπη ποσότητα ραφιναρισμένου χαλκού που χρησιμοποιείται στις ΗΠΑ (περίπου 1 εκατομμύριο μετρικοί τόνοι ετησίως), εισάγεται.
Σύμφωνα με το Γεωλογικό Ινστιτούτο των Ηνωμένων Πολιτειών (USGS), το 2024 πάνω από το 90% του ραφιναρισμένου χαλκού που η χώρα έλαβε από το εξωτερικό, εισήχθη από Χιλή, Καναδά και Περού.
Οι δύο από αυτές τις χώρες, Χιλή και Περού, σύμφωνα με το USGC το 2024 εξόρυξαν περίπου το 1/3 του παγκόσμιου χαλκού.
Από τη μεριά της, η Κίνα κυριαρχεί στην παγκόσμια διύλιση χαλκού, αλλά το μεγαλύτερο μέρος του μεταλλεύματος που φτάνει στα χυτήρια της εξορύσσεται σε άλλες περιοχές, κυρίως στη Λατινική Αμερική.
Ωστόσο, τα τελευταία χρόνια κινεζικές επενδύσεις έχουν αυξηθεί σε εξορύξεις χαλκού στη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό (ΛΔΚ), που πλέον εκτιμάται ότι είναι η δεύτερη μεγαλύτερη χώρα εξόρυξης χαλκού στον κόσμο, αφού ξεπέρασε το Περού.
Σύμφωνα με το USGS σήμερα στις ΗΠΑ υπάρχουν μόνο δύο πρωτογενή χυτήρια χαλκού.
Η Κίνα από τη μεριά της αντέδρασε έντονα στους νέους δασμούς που ανακοίνωσε ο Τραμπ, μιλώντας για «αυθαίρετη επιβολή τελωνειακών δασμών» που «δεν εξυπηρετεί τα συμφέροντα κανενός μέρους». Στις σχετικές της δηλώσεις η εκπρόσωπος του ΥΠΕΞ, Μάο Νινγκ, είπε ακόμα ότι ««εμείς ανέκαθεν αντιτασσόμασταν στην υπερβολική διεύρυνση της έννοιας της εθνικής ασφαλείας».
Την ίδια στιγμή, την έντονη αντίδραση της Μπραζίλια προκάλεσε η ανακοίνωση της κυβέρνησης Τραμπ για επιβολή και δασμών 50% από τις εισαγωγές στη Βραζιλία, κοινοποιώντας σε ανάρτησή του και σχετική επιστολή που στάλθηκε στην κυβέρνηση Λούλα. Στην επιστολή ο Τραμπ κατηγορεί τη Βραζιλία για «επιθέσεις» σε αμερικανικές εταιρείες τεχνολογίας, αλλά και για «κυνήγι μαγισσών», αναφερόμενος στη δίωξη του πρώην Προέδρου Ζαϊρ Μπολσονάρου.
Χτες, ο Βραζιλιάνος Πρόεδρος, Λουίς Ινάσιο ντα Σίλβα, δήλωσε ότι «η Βραζιλία είναι κυρίαρχο έθνος με ανεξάρτητους θεσμούς και δεν θα δεχθεί καμία μορφή επιτήρησης». Υποστήριξε δε ότι είναι «ανακριβές» το ότι η οικονομική σχέση Βραζιλίας - ΗΠΑ είναι «μακριά από το να είναι αμοιβαία», καταλήγοντας ότι οι αυξήσεις των αμερικανικών δασμών «θα αντιμετωπιστούν».
Στο μεταξύ, ο εκπρόσωπος της Κομισιόν για θέματα Εμπορίου, Ολαφ Γκιλ, δήλωσε κι αυτός χτες πως «εργαζόμαστε για να κλείσουμε μια συμφωνία με τις ΗΠΑ, οι οποίες μετέφεραν την καταληκτική ημερομηνία. Εμείς επιδιώκουμε να υπάρξει συμφωνία νωρίτερα από την 1η Αυγούστου και εκτιμούμε ότι είμαστε κοντά σε αυτό. Συνεχίζουμε να εργαζόμαστε για μια συμφωνία αποδεκτή και από τις δύο πλευρές». Επιμένοντας ότι «στόχος μας είναι να καταλήξουμε σε συμφωνία ενδεχομένως ακόμη και τις επόμενες ημέρες» πρόσθεσε ότι «έχουμε δείξει την ετοιμότητά μας να καταλήξουμε σε συμφωνία επί της αρχής και η Επιτροπή έχει διαβουλευθεί στενά με τα κράτη - μέλη μας και τη βιομηχανία για να διασφαλίσει ότι υπάρχει υψηλός βαθμός συνοχής στη συνολική προσέγγιση της ΕΕ».
Κατέληξε πάντως ότι «η επίτευξη συμφωνίας εξαρτάται τώρα από την προθυμία να βρεθεί ένα αποτέλεσμα που να είναι αποδεκτό και από τις δύο πλευρές. Εμμένουμε στις αρχές μας. Υπερασπιζόμαστε τα συμφέροντά μας. Συνεχίζουμε τις εργασίες με καλή πίστη και προετοιμαζόμαστε για όλα τα σενάρια»...
Η πρόεδρος της Κομισιόν, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, «επιβίωσε» εύκολα, όπως αναμενόταν, από την πρόταση μομφής που κατέθεσαν ακροδεξιές παρατάξεις στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.
Στη χθεσινή ψηφοφορία 360 ευρωβουλευτές ψήφισαν «κατά», 175 «υπέρ» και 18 απείχαν, ενώ απαιτούνταν τα 2/3 των ψήφων και τουλάχιστον 361 «ναι».
Η πρωτοβουλία, με επικεφαλής τον Γκέοργκε Πιπερέα, Ρουμάνο ευρωβουλευτή της ακροδεξιάς ομάδας των Ευρωπαίων Συντηρητικών και Μεταρρυθμιστών (ECR), υποβλήθηκε επίσημα την περασμένη εβδομάδα με 74 αρχικές υπογραφές, κυρίως ακροδεξιών ευρωβουλευτών.
Το κείμενο επέκρινε τη διαχείριση των κεφαλαίων του Ταμείου Ανάκαμψης, την απόφαση της Επιτροπής να παρακάμψει τους ευρωβουλευτές στο νέο πρόγραμμα δανείων για στρατιωτικούς εξοπλισμούς SAFE της ΕΕ και τη συμμετοχή της στο σκάνδαλο σχετικά με τις προμήθειες εμβολίων της «Pfizer» κατά την πανδημία Covid-19.
Την πρόταση καταψήφισαν οι Σοσιαλιστές, η «φιλελεύθερη» ομάδα Renew Europe και οι Πράσινοι κυρίως επειδή «προέρχεται από την ακροδεξιά», και φυσικά το Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα από το οποίο προέρχεται η φον ντερ Λάιεν.
Στο μεταξύ, σε μια ακόμη ένδειξη για την όξυνση των αντιθέσεων και γεωπολιτικών συγκρούσεων μέσα στην ΕΕ, οικονομικοί εισαγγελείς της ΕΕ (EPPO) ξεκίνησαν έρευνα για φερόμενη κατάχρηση 4,3 εκατ. ευρώ από την «Ταυτότητα και Δημοκρατία», μια πλέον ανενεργή ακροδεξιά κοινοβουλευτική ομάδα στο Ευρωκοινοβούλιο, στην οποία μέλος ήταν το γαλλικό κόμμα «Εθνικός Συναγερμός» της Μαρίν Λεπέν.
Τα κόμματα της ευρωκοινοβουλευτικής ομάδας κατηγορούνται για «ανάρμοστες διαδικασίες σύναψης συμβάσεων» και «δωρεές σε μη κοινοβουλευτικές δραστηριότητες». Σύμφωνα με δημοσίευμα του «Euractiv», η έρευνα αφορά δαπάνες που έγιναν μεταξύ 2019 - 2024.
Ο Ζορντάν Μπαρντελά, πρόεδρος του Εθνικού Συναγερμού και ευρωβουλευτής, δήλωσε ότι το Ευρωκοινοβούλιο ξεκίνησε μια «επιχείρηση παρενόχλησης».
Το ζήτημα είναι ότι οι απολογητές των ιμπεριαλιστικών πολέμων με το ένα ή το άλλο πρόσχημα επιδιώκουν να ξεχάσουμε στοιχειώδη πράγματα, να εθιστούμε και τελικά να αποδεχτούμε αυτήν την απανθρωπιά.
Γράφει «εξοντώνει τραυματισμένο» για να μην πει «σκοτώνει τραυματισμένο»...
Το γεγονός ότι η συγκεκριμένη είδηση αφορά δολοφονία Ουκρανού τραυματία από τον ρωσικό στρατό καθόλου δεν αθωώνει τα εγκλήματα που έχει διαπράξει και η ουκρανική πλευρά στη σύγκρουση, καθώς παλαιότερα έχουν αναδειχθεί από την άλλη πλευρά ανάλογα εγκλήματα, π.χ. εκτέλεση Ρώσων αιχμαλώτων από τον ουκρανικό στρατό.
Τι κι αν όλα τα αστικά κράτη, κάθε απόχρωσης και διαχείρισης, έχουν δεσμευτεί στο Διεθνές Ανθρωπιστικό Δίκαιο, που θεωρεί ότι οι τραυματίες είναι «προστατευόμενα πρόσωπα», ότι πρέπει να αντιμετωπιστούν «με σεβασμό και αξιοπρέπεια».
Είναι μεγάλη υπόθεση οι διάφορες πλευρές του ιμπεριαλιστικού πολέμου να μην καταφέρουν ούτε στιγμή να αποκτηνώσουν τη συνείδησή μας και να μας οδηγήσουν να ξεχάσουμε ποιοι και για ποιους πραγματικούς λόγους οδηγούν τους λαούς στην «κρεατομηχανή» των πολέμων τους. Αντίθετα, θα πρέπει να μας πεισμώσουν ακόμη περισσότερο στην πάλη μας για την αποδέσμευση της Ελλάδας από τα ιμπεριαλιστικά εγκλήματα και σχεδιασμούς.
Στόχος να αυξηθεί ο ρυθμός της κερδοφορίας της
Η «Daimler Truck» σχεδιάζει την κατάργηση 5.000 θέσεων εργασίας στη Γερμανία έως το 2030, ανακοίνωσε η εταιρεία σήμερα από τις ΗΠΑ. Στόχος της εταιρείας είναι η αύξηση της κερδοφορίας τα προσεχή πέντε χρόνια με ταχύτερο ρυθμό από ό,τι έως τώρα, διευκρίνισε η διευθύνουσα σύμβουλος Κάριν Ράνστρεμ.
Σύμφωνα με την εκπρόσωπο της εταιρείας, θα επηρεαστεί κυρίως το εργοστάσιο στο Λαϊφέλντεν - Εχτερντίνγκεν κοντά στη Στουτγάρδη, ενώ οι θέσεις εργασίας θα μειωθούν κυρίως μέσω συνταξιοδοτήσεων, δεν αποκλείεται ωστόσο να εφαρμοστεί και πρόγραμμα εθελουσίας εξόδου με «κίνητρα» από την επιχείρηση. Στο τέλος του 2024 στο συγκεκριμένο εργοστάσιο εργάζονταν 28.000 άτομα, με το σύνολο των εργαζομένων της «Daimler Truck» στη Γερμανία να ανέρχεται σε 35.000.
Η εταιρεία υπέστη πρόσφατα μεγάλη μείωση στις πωλήσεις της, εν μέρει και λόγω της αβεβαιότητας που περιβάλλει τη δασμολογική πολιτική των ΗΠΑ. Κατά το β' τρίμηνο του έτους, οι πωλήσεις από το εργοστάσιο του Λαϊφέλντερ - Εχτερντίνγκεν έφθασαν τα 38.600 οχήματα, κατά 20% λιγότερα από την αντίστοιχη περίοδο του 2024.