Σημειώσεις στη μεταφραστική άποψη του μεγάλου ποιητή με αφορμή την Πρωτομαγιά - τη γενέθλια μέρα του
Ο Ρίτσος (κάτω δεξιά) εξόριστος στον Αϊ - Στράτη |
Η λογοτεχνική μετάφραση («μεταγραφή», «απόδοση» ή όπως αλλιώς απαντάται στη φιλολογία, δείγμα κι αυτό της διάστασης των απόψεων για το θέμα) είναι από τα πλέον «καυτά» φιλολογικά ζητήματα και το πιθανότερο είναι πως θα παραμείνει ανοιχτό για πολύ καιρό, ίσως και για πάντα. Γι' αυτό και τούτο το κείμενο δεν μπορεί να εισέλθει σε σχετικές αναλύσεις, ούτε γενικές, ούτε βέβαια ειδικές για το μεταφραστικό έργο του Ρίτσου. Απλώς επισημαίνει τον τρόπο που ο Ρίτσος πλησίασε το ξενόγλωσσο κείμενο. Τρόπος, από τον οποίο μπορούμε να διδαχθούμε πολλά.
Μια πρώτη, ανώδυνη, διαπίστωση που ισχύει γενικά για τους ποιητές που μετέφρασαν, είναι ότι τα ξένα έργα που απέδωσε ο Ρίτσος στην ελληνική γλώσσα είναι συμπληρωματικά της ουσίας του δικής του δημιουργίας. Η λέξη «δημιουργία» δε χρησιμοποιείται τυχαία. Στις σημειώσεις του στην έκδοση των ποιημάτων του Μαγιακόφσκι («Κέδρος») ο Ρίτσος γράφει ότι δούλεψε πάνω στην «κατά λέξη» μετάφραση του Αρη Αλεξάνδρου, σε ορισμένα ποιήματα και σε ένα ποίημα σε κατά λέξη μετάφραση του Σέργιου Πρωτόπαπα, ενώ τα υπόλοιπα του τόμου είναι μεταφρασμένα από τα γαλλικά. Και προσθέτει, ότι «η ευθύνη της μεταγλώττισης των ποιημάτων του Μαγιακόφσκι είναι εξαιρετικά σοβαρή» και ότι η δική του προσπάθεια είναι «μια πρόχειρη κάλυψη ανάγκης, προσωπικής ή γενικότερης...».
Ο Ρίτσος μεταφραζόμενος: τα «18 λιανοτράγουδα της πικρής πατρίδας» σε αγγλόφωνη έκδοση |
Γι' αυτό και δε φοβάται να χρησιμοποιήσει λέξεις που στην αστική, φιλολογική αντίληψη για τη λογοτεχνική μετάφραση επέχουν σχεδόν τη θέση της «αμαρτίας», όπως «μεταγλώττιση» και «κατά λέξη» μετάφραση. Κι αυτό γιατί ο Ρίτσος, ως γνήσιος ποιητής, ξέρει πολύ καλά πως η ποίηση είναι πολύ περισσότερο - ή μάλλον δεν είναι καν - ένα σύνολο λέξεων, έστω και περίτεχνα δομημένων, με τον ίδιο τρόπο που δεν είναι σπίτι ένα βουνό από τούβλα. Γι' αυτό και ο πόνος της μετάφρασης (ενίοτε και με την κυριολεκτική έννοια της λέξης) που πηγάζει από την ευθύνη απέναντι στο πρωτότυπο και απέναντι στους αλλόγλωσσους αποδέκτες του, είναι ασύλληπτος για μας τους αδαείς. «Με κομμένη την αναπνοή συμπάσχεις με την εμπειρία του κειμένου. Ενα διπλό, διττό μαρτύριο. Σωματικό και ψυχικό» όπως περιγράφει τη διαδικασία της μετάφρασης του Ρεμπό ο Νίκος Σπάνιας. Ο Ρίτσος μιλάει για «πολύωρες συζητήσεις πάνω σε κάθε στίχο του Μαγιακόφσκι», «αμφιβολίες», «ταλαντεύσεις», «πλήθος εκδοχών», «συγκρίσεις» με άλλες μεταφράσεις. Συν την πίεση (επαναλαμβάνουμε) να προληφθεί η συγκυρία των αναγκών του κινήματος.
Η περιπέτεια της λογοτεχνικής μετάφρασης, όπως και της γραφής εν γένει, συνεχίζεται. Ο ίδιος ο Ρίτσος αναγνώρισε την πιθανότητα (την ανάγκη) πιο «ειδικής» (όπως έγραψε ο ίδιος) μετάφρασης. Σε κάθε περίπτωση όμως, η οπτική του, ως τρόπος αντιμετώπισης του ξένου πρωτότυπου, είναι η ίδια μια αυτοτελής ποιητική δημιουργία.