ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Τετάρτη 15 Αυγούστου 2001
Σελ. /24
ΡΕΠΟΡΤΑΖ
ΝΕΕΣ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΕΣ
Προς όφελος των εργοδοτών οι αλλαγές στην εκπαίδευση

Οι νέοι αναγκάζονται να πληρώσουν για να αποκτήσουν τα απαραίτητα προσόντα, ενώ με πρόσχημα τις χιλιάδες κενές θέσεις εργασίας οι επιχειρήσεις ήδη «εισάγουν» φτηνό εξειδικευμένο προσωπικό από τρίτες χώρες και την Ανατ. Ευρώπη

Πόσες είναι οι κενές θέσεις εργασίας στους τομείς τεχνολογίας αιχμής; Ποιοι θα τις καλύψουν; Με τι προσόντα; Πόσο κοστίζουν αυτά; Πόσο πιέζουν οι ιδιώτες και οι πολιτικοί εκφραστές τους για ανάληψη όλου του κόστους σπουδών και εξειδίκευσης από τους σπουδαστές και τους γονείς τους; Πόσο αυτό σχετίζεται με τις γενικότερες κατευθύνσεις της Ευρωπαϊκής Ενωσης για πλήρη ιδιωτικοποίηση της παιδείας και παροχή γνώσεων μόνο επί πληρωμή; Πόσο εντείνονται οι ταξικοί φραγμοί στην εκπαίδευση και στην εξεύρεση μιας δουλιάς της προκοπής;

Πολλά δημοσιεύματα, επικαλούμενα «έρευνες» ιδιωτικών εταιριών και δηλώσεις επιχειρηματιών, κάνουν λόγο για 50.000 κενές θέσεις εργασίας στους τομείς της Πληροφορικής και των Νέων Τεχνολογιών. Μιλώντας στο «Ρ» ο Γ. Δουκίδης, καθηγητής του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών (πρώην ΑΣΟΕΕ), αν. πρόεδρος του Τμήματος Διοικητικής Επιστήμης και Τεχνολογίας και διευθυντής Ειδίκευσης Ηλεκτρονικού Εμπορίου, απαντά ότι το προαναφερόμενο νούμερο είναι υπερβολικό.

Αναφέρεται σε έρευνες που έγιναν από το Πανεπιστήμιο, σύμφωνα με τις οποίες στην Ελλάδα υπάρχουν σήμερα κενές 5.000 τέτοιες θέσεις εργασίας. Με δεδομένο ότι κάθε χρόνο αποφοιτούν από τα ΑΕΙ και τα ΤΕΙ της χώρας περίπου 2.500 επιστήμονες που μπορούν να καλύψουν τα αντίστοιχα κενά, σημαίνει ότι έχουμε έλλειψη δύο ετών, προσδιορίζει.

Στο Πανεπιστήμιο σημειώνουν ότι οι ιδιωτικές σχολές παράγουν προσωπικό, αλλά, σύμφωνα και με τις αυξημένες απαιτήσεις των ίδιων των επιχειρήσεων, αυτό το προσωπικό δεν έχει την αναγκαία εξειδίκευση. Πρόκειται δε για θέσεις που ως προσόντα απαιτούν πολλές φορές και μεταπτυχιακό και συνδυασμένες γνώσεις π.χ. γνώση στη διοίκηση επιχειρήσεων και την πληροφορική. Χρειάζονται «υβριδικά στελέχη», όπως χαρακτηριστικά αναφέρουν.

Αυτό σημαίνει ότι χρειάζονται περαιτέρω σπουδές και χρήματα. Στο Πανεπιστήμιο σημειώνουν ότι έχουν καταρτίσει προγράμματα, όπως ταχύρυθμα εννιάμηνα σεμινάρια για άνεργους αποφοίτους ΑΕΙ, προκειμένου να καταρτιστούν κατάλληλα και να καλύψουν τις ανάγκες της αγοράς. Ομως, η συμμετοχή σε τέτοια προγράμματα προϋποθέτει χρήματα. Ενα μεταπτυχιακό μπορεί να κοστίσει και 2,5 εκατ. δρχ. Στην Ελλάδα, εννιά στους δέκα επιχειρηματίες - όπως προσδιορίζουν τα μεγέθη οι ασχολούμενοι με το αντικείμενο ακαδημαϊκοί - αρνούνται να χρηματοδοτήσουν τέτοια προγράμματα ή τις μεταπτυχιακές σπουδές στελεχών τους.

Αυτό σημαίνει ότι το κόστος βαρύνει τους σπουδαστές, τους ανέργους, όσους αναζητούν μια θέση εργασίας ή μια βελτίωση της επαγγελματικής τους θέσης. Και φυσικά καλύπτεται από τους έχοντες και κατέχοντες και όχι από τα πλατιά, λαϊκά στρώματα, που δεν έχουν την οικονομική δυνατότητα. Την «πλέμπα» δηλαδή, που βιώνει - και σε αυτό, το ακαδημαϊκό πλέον επίπεδο - τους ταξικούς φραγμούς στη μόρφωση, στο δοσμένο σύστημα. Οι δε επιχειρηματίες, χωρίς να βάλουν φράγκο από την τσέπη τους, αποκτούν τους εργαζομένους που έχουν ανάγκη, για να επεκτείνουν τις δραστηριότητές τους και να αυξήσουν κι άλλο τα ήδη υπέρογκα κέρδη τους.

Οι μετανάστες της πληροφορικής

Βέβαια, οι επιχειρηματίες έχουν βρει την εύκολη λύση συμπλήρωσης κενών. Στρατολογούν επιστήμονες από το λεγόμενο Τρίτο Κόσμο και τις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης. Εκμεταλλευόμενοι την ανεργία και τη φτώχεια που - μετά την επικράτηση της «ελευθερίας» και της «δημοκρατίας» - πλήττουν βάναυσα αυτές τις περιοχές του πλανήτη, δίνοντας λειψά μεροκάματα σε ανθρώπους που αγωνιούν για επιβίωση, βρίσκουν το προσωπικό για να κάνουν τη δουλιά τους.

«Φέρνουν επιστήμονες από Ρωσία και Ινδία» επιβεβαιώνουν στο Πανεπιστήμιο, ενώ δημοσιογραφικές πληροφορίες αναφέρονται σε ελληνικές επιχειρήσεις, όπως η Infoquest και η «ΔΕΛΤΑ Πληροφορική». Λέγεται ότι χρησιμοποιούν αλλοδαπούς ειδικούς, κύρια στον τομέα του λογισμικού. Η πρώτη από τις δύο ότι «εισάγει» Ινδούς και Πακιστανούς προγραμματιστές και η δεύτερη από την Ανατολική Ευρώπη.

Το φαινόμενο δεν είναι ελληνικό. Απλώνεται στην Ευρωπαϊκή Ενωση και φαίνεται να ευδοκιμεί ειδικά όπου κυβερνούν «κεντροαριστεροί». Η Γερμανία των Σρέντερ και Φίσερ πέρσι εισήγαγε 10.000 μη Ευρωπαίους, ειδικούς στο λογισμικό, για μια περίοδο πενταετίας. Οι περισσότεροι προέρχονταν από την Ασία και την Ανατολική Ευρώπη. H άρχουσα τάξη της Γερμανίας ξέρει από εισαγωγή και αξιοποίηση gastarbeiter.

Η Ιταλία επί κυβέρνησης «Ελιάς» ξεκίνησε πρόγραμμα προσέλκυσης 100 Ινδών ειδικών στην εκπαίδευση μηχανικών στο λογισμικό.

Ο ίδιος ο πρόεδρος της Κομισιόν Ρομάνο Πρόντι χαιρέτισε, το Φλεβάρη, την είσοδο μεταναστών εξειδικευμένων, προκειμένου να καλύψουν τις κενές θέσεις εργασίας στους τομείς υψηλής τεχνολογίας. Μάλιστα, είπε ότι μέχρι το τέλος του χρόνου η Κομισιόν θα θεσπίσει νόμο που θα επιτρέπει την είσοδο στην ΕΕ 1.600.000 τέτοιων μεταναστών.


Αποτελέσματα συγκεκριμένων πολιτικών επιλογών

Η κλασική προπτυχιακή εκπαίδευση διασπάται σε δύο κύκλους: Στον πρώτο που θα παράγει φτηνό εργατικό δυναμικό με αποσπασματικές επαγγελματικές δεξιότητες και σε ένα δεύτερο, στον οποίο θα συνεχίζουν λίγοι και «κατέχοντες»

Η έλλειψη επιστημόνων που επικαλούνται οι επιχειρηματίες, η εισαγωγή ξένων εργαζομένων και η επιβάρυνση των φοιτητών με επιπλέον κονδύλια για να επιτύχουν μια κατάρτιση - κλειδί για μια θέση εργασίας, σχετίζονται άμεσα με τη γενικότερη, εκπαιδευτική πολιτική της ΕΕ.

Μπορεί στην Ευρωπαϊκή Ενωση να προωθούνται διάφορα προγράμματα για τον εξοπλισμό και τη δικτύωση ιδιωτικών επιχειρήσεων, αλλά δεν αφορούν σε διάχυση της γνώσης και ειδικά μέσα από ένα σύστημα δημόσιας και δωρεάν Παιδείας.

Αντίθετα, τα κονδύλια που στήριζαν τέτοια συστήματα μειώνονται συνεχώς. Πλέον, ΑΕΙ και ΤΕΙ «πωλούν» μεταπτυχιακά και σεμινάρια, για να εξασφαλίσουν πόρους. Οπως σημειώνουν και στο Τμήμα Παιδείας της ΚΕ του ΚΚΕ, εγκαταλείπεται «η αρχή ότι η Πανεπιστημιακή Εκπαίδευση αποτελεί δημόσιο αγαθό που πρέπει να παρέχεται με κρατική φροντίδα. Η ευθύνη για την εξασφάλιση της χρηματοδότησής της, μετατίθεται στην πανεπιστημιακή κοινότητα και το κόστος της, στους ίδιους τους ενδιαφερόμενους».

Μια άλλη παράμετρος: Πρόσφατα, στην Μπολόνια και την Πράγα υπουργοί Παιδείας των κρατών - μελών της ΕΕ και άλλων χωρών της επιρροής της προδιέγραψαν - στις αντίστοιχες διακηρύξεις - ένα κοινό πλαίσιο «ευέλικτης» οργάνωσης και λειτουργίας των ΑΕΙ. Σκοπός τους - μεταξύ άλλων - η προώθηση ενός νέου καταμερισμού εργασίας, που θα φέρει τη μείωση του επιστημονικού δυναμικού. Η μείωση συντελείται με την αντικατάσταση της πλειοψηφίας του, από ένα ημιειδικευμένο και φτηνό εργατικό δυναμικό, χωρίς δικαιώματα και με την ψευδαίσθηση του πανεπιστημιακού τίτλου.

Οι υπογράφοντες ανέλαβαν να επιτύχουν μέχρι το 2010: «Υιοθέτηση συστήματος το οποίο θα στηρίζεται βασικά σε δύο κύκλους σπουδών, έναν προπτυχιακό (διάρκειας τριών τουλάχιστον ετών) και έναν μεταπτυχιακό. Ο τίτλος σπουδών του πρώτου κύκλου θα αναγνωρίζεται στην ευρωπαϊκή αγορά εργασίας σαν ικανό επαγγελματικό προσόν (εννοείται η απόκτηση περιορισμένων επαγγελματικών δεξιοτήτων και όχι η ικανότητα για ολοκληρωμένη επιστημονική εργασία), ενώ ο δεύτερος κύκλος θα πρέπει να οδηγεί στο μεταπτυχιακό δίπλωμα (master) ή/και στο διδακτορικό δίπλωμα».

Ετσι, η κλασική τετραετής - εξαετής προπτυχιακή εκπαίδευση διασπάται σε δύο κύκλους. Οι προπτυχιακές σπουδές συρρικνώνονται στα τρία χρόνια. Οποιος έχει χρήματα θα παρακολουθεί τα δύο χρόνια μεταπτυχιακές σπουδές ειδίκευσης και θα συνεχίζει για απόκτηση διδακτορικού.

Επομένως - και σε συνδυασμό με την προωθούμενη αναδιάρθρωση των προγραμμάτων σπουδών - θα μεταδίδονται περιορισμένες, αποσπασματικές επαγγελματικές δεξιότητες, για μια μερική και ληξιπρόθεσμη απασχόληση των αποφοίτων. Η υποβάθμιση του προπτυχιακού κύκλου των σπουδών, οδηγεί σε απαξίωση την εργατική δύναμη των αποφοίτων του, σε χειροτέρευση των όρων και της δυνατότητας απασχόλησής τους, όπως αξιώνουν άλλωστε οι εργοδότες.

Στην πράξη και όπως ήδη φαίνεται στην αγορά εργασίας: Οι εργοδότες θα πληρώνουν ελάχιστα και θα ημιαπασχολούν εργαζομένους, με τη δικαιολογία ότι δεν έχουν τα αναγκαία προσόντα. Εργαζόμενοι θα πληρώνουν μόνοι τους, υπέρογκα ποσά για να αποκτήσουν τα προσόντα που κάποτε τους δίνονταν δωρεάν. Επειδή δεν μπορούν να πληρώσουν όλοι, γνώσεις θα αποκτούν λίγοι. Οι επιχειρηματίες θα επικαλούνται έλλειψη προσωπικού, για να επιτύχουν εισαγωγές φτηνών εργαζομένων και να «ρίχνουν» έτσι και τους μισθούς για τους κατέχοντες ανώτερα πτυχία.

Ομογενοποίηση

Θυμίζουμε εδώ τα λόγια του Πιερ Μπουρντιέ, καθηγητή Κοινωνιολογίας του «College de France», που τίμησε (αρχές Μάη) το Πάντειο Πανεπιστήμιο. Στη σχετική εκδήλωση ο Μπουρντιέ μίλησε για το «νέο μοντέλο ομογενοποίησης των Ευρωπαϊκών Πανεπιστημίων». Προειδοποίησε ότι οι προωθούμενες αλλαγές στην ευρωπαϊκή Ανώτατη Εκπαίδευση - όπως αποτυπώνονται στη διακήρυξη της Μπολόνια κι άλλα κείμενα του Διευθυντηρίου - έχουν στόχο «την παραγωγή απασχολήσιμων και υποταγμένων εργαζόμενων».

Μίλησε, για προσπάθειες εμπορευματοποίησης της Παιδείας και κάλεσε τους καθηγητές «να εγερθούν, να ξυπνήσουν», γιατί με το νέο μοντέλο που προωθείται θα πάψουν να είναι ουσιαστικοί παιδαγωγοί. Αντίθετα, θα μετατρέπονται σε «βοηθούς» στα «προγράμματα εκμάθησης που θα εκπορεύονται από τις επιχειρήσεις».


Θανάσης ΜΠΑΛΟΔΗΜΑΣ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ