ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 9 Ιούνη 2002
Σελ. /32
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
ΚΟΙΝΟΤΙΚΑ ΠΛΑΙΣΙΑ ΣΤΗΡΙΞΗΣ
«Εμπλοκή» με ερωτηματικά

Παπαγεωργίου Βασίλης

Το θέμα των διακρατικών οικονομικών παρεμβάσεων της Ευρωπαϊκής Ενωσης, στο πλαίσιο άσκησης της περιφερειακής πολιτικής, με τη μορφή των λεγόμενων και Κοινοτικών Πλαισίων Στήριξης, επανήλθε τις ημέρες αυτές στην επικαιρότητα. Αιτία της προβολής ένα πέρα για πέρα δυσάρεστο - για την κυβέρνηση - γεγονός. Το κυριακάτικο - φιλοκυβερνητικό - «Βήμα» στις 26/5 αποκάλυψε επιστολές του Κοινοτικού επιτρόπου Μ. Μπαρνιέ, υπεύθυνου της πανίσχυρης 16ης Διεύθυνσης Περιφερειακής Πολιτικής της ΕΕ, με αποδέκτες τον ίδιο τον πρωθυπουργό Κ. Σημίτη και τους υπουργούς Ν. Χριστοδουλάκη και Χ. Βερελή. Στις επιστολές αυτές ο μεσιέ Μπαρνιέ, ούτε λίγο ούτε πολύ, ανέφερε ότι η διεύθυνσή του δεν αναγνωρίζει υπερβάσεις στους προϋπολογισμούς των έργων του Β` ΚΠΣ, συνολικού ύψους 500 δισ. δραχμών. Χρήματα τα οποία περιμένει εναγωνίως η κυβέρνηση το 2002 και είναι άγνωστο αν τελικά τα λάβει. Σύμφωνα με τον Κοινοτικό επίτροπο, οι υπερβάσεις αφορούν σιδηροδρομικά έργα του ΟΣΕ καθώς και περιβαλλοντικά έργα του Ταμείου Συνοχής. Αυτά για το Β` ΚΠΣ. Ο Κοινοτικός όμως επίτροπος τοποθετείται και για το Γ` ΚΠΣ και ισχυρίζεται ότι για πολλά μεγάλα έργα η κυβέρνηση απέστειλε τους σχετικούς φακέλους στις Βρυξέλλες, ζητώντας την έναρξη της χρηματοδότησής τους, χωρίς να έχουν γίνει οι απαραίτητες τεχνικές μελέτες και εν ολίγοις απειλεί τη διακοπή ή τον περιορισμό των χρηματοδοτήσεων, τον περιορισμό της κοινοτικής συμμετοχής από 75% σε 50% κλπ. Λέει και άλλα πολλά ο κ. Μπαρνιέ για το σάπιο σύστημα παραγωγής των δημόσιων έργων στην Ελλάδα.

Στις εξελίξεις αυτές έχουν δημιουργηθεί πληθώρα ερωτηματικών. Και το βασικότερο απ' όλα ο χρόνος που επέλεξε ο κ. Μπαρνιέ να θέσει όλα αυτά τα πέρα για πέρα υπαρκτά ζητήματα. Σε μια περίοδο δηλαδή που ασκούνται πιέσεις και από την ΕΕ προς την ελληνική κυβέρνηση, για απαράδεκτες εθνικές υποχωρήσεις στα θέματα του Ευρωστρατού, του Αιγαίου και του Κυπριακού. Και όλα δείχνουν ότι η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ ενδίδει και υποχωρεί σε αυτές τις πιέσεις. Το θέμα βέβαια των συμπληρωματικών συμβάσεων στα μεγάλα έργα του Β` ΚΠΣ, ύψους εκατοντάδων δισ. δραχμών, ήταν γνωστό στις υπηρεσίες της Ευρωπαϊκής Ενωσης, από πολλά χρόνια πριν. Οταν όμως εξελίσσονταν οι συμπληρωματικές συμβάσεις δεν είχε εκδηλωθεί η παραμικρή νύξη. Και ξαφνικά ανασύρουν το πρόβλημα σήμερα. Στο υπουργείο Οικονομίας εκδηλώνονται φόβοι ότι η όλη κατάσταση, αντί να εξομαλυνθεί, θα επιδεινωθεί ακόμα περισσότερο στο προσεχές διάστημα και ότι το κοινοτικό διευθυντήριο θέτει πλέον υπό αμφισβήτηση το σύνολο του χρηματοδοτικού πλαισίου του Γ` ΚΠΣ της περιόδου 2000-2006. Αυτό απλά σημαίνει απώλειες κοινοτικών πόρων για την άρχουσα τάξη, απροσδιόριστου ύψους, με απροσδιόριστες επίσης επιπτώσεις τόσο στα προγράμματα κατασκευής των έργων - χωρίς τις κοινοτικές ενισχύσεις, τα έργα δεν μπορούν να ολοκληρωθούν - όσο και στο δημοσιονομικό και εμπορευματικοχρηματικό ισοζύγιο της χώρας. Σε μια τέτοια περίπτωση θα υπάρξει επίδραση και στο Πρόγραμμα Σταθερότητας και Ανάπτυξης, το οποίο ενσωματώνει τις κοινοτικές χρηματοδοτήσεις, όσο και στο ισοζύγιο πληρωμών της χώρας. Το ερώτημα είναι το μέγεθος των αρνητικών συνεπειών που θα πληρώσει ο λαός. Η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, η οποία διακηρύσσει σε όλους τους τόνους τους μονόδρομους της παγκοσμιοποίησης και της ΟΝΕ, φαίνεται να μοιάζει σήμερα με αγκιστρωμένο ψάρι, από τους ηγήτορες της παγκοσμιοποίησης και της ΟΝΕ... Αν τελικά το εαρινό ενδιαφέρον των υπηρεσιών της ΕΕ για το «σάπιο» σύστημα παραγωγής δημοσίων έργων στην Ελλάδα υποκρύπτει πολιτικές σκοπιμότητες και εκβιασμούς, τους οποίους επίσης θα επωμιστεί ο λαός, θα το μάθουμε μάλλον σύντομα, καθώς τα γεγονότα τρέχουν...


ΚΕΙΜΕΝΑ:
Θανάσης ΚΑΝΙΑΡΗΣ

Ενίσχυση του ελληνικού καπιταλισμού

Η εισαγωγή αυτή δεν έγινε για να καταδείξουμε τόσο τη δυσμενή θέση που έχει περιέλθει η κυβέρνηση απέναντι στις Βρυξέλλες. Σκοπός είναι, με αφορμή την επαναφορά του θέματος στην επικαιρότητα, να γίνει μια κριτική παρουσίαση του ρόλου των Κοινοτικών Πλαισίων, σαν μέσων επίδρασης στην εξέλιξη της ελληνικής οικονομίας, σύμφωνα βέβαια με τα στενά ταξικά συμφέροντα του «ελληνικού» κεφαλαίου και της ΕΕ.

Αν ρωτήσουμε κάποιο πολίτη της χώρας αυτής τι έρχεται συνειρμικά στο μυαλό του, αν ακούσει τη λέξη «κοινοτικά κονδύλια», το πιο πιθανό είναι να απαντήσει με τις φράσεις: «μεγάλη λεηλασία», «μεγάλο φαγοπότι», «πιράνχας των κοινοτικών κονδυλίων», «θα φάνε καλά» ή πιο εξευγενισμένα - όπως το πρωτοσέλιδο θέμα της «Καθημερινής» στις 28/5 - το «άγος των εργολάβων». Ολες αυτές οι φράσεις αποτυπώνουν πολλές αλήθειες γύρω από τη διαχείριση των κοινοτικών κονδυλίων και τη μεγαλύτερη ίσως αλήθεια, το πόσο ξένη είναι για τη συντριπτική πλειοψηφία του ελληνικού λαού η υπόθεση αυτή. Εχει γίνει κοινή συνείδηση, ότι το όλο θέμα άφορα στενά τους διαχειριστές της κυβερνητικής εξουσίας (τον εκάστοτε πρωθυπουργό, τους υπουργούς και μερικές εκατοντάδες παρατρεχάμενους) και την οικονομική ολιγαρχία της χώρας.

Η μέχρι σήμερα εμπειρία όμως έχει αποδείξει ότι η πραγματικότητα είναι κατά πολύ χειρότερη για τον ελληνικό λαό. Τα περιβόητα κοινοτικά κονδύλια, δεν προσφέρονται μόνο για να γεμίζουν τις τσέπες ορισμένων. Η χορήγησή τους για την εφαρμογή συγκεκριμένων προγραμμάτων και έργων συμβαδίζει και με την εφαρμογή από την πλευρά των ελληνικών κυβερνήσεων αντιλαϊκής πολιτικής (προγράμματα λιτότητας, ιδιωτικοποιήσεις, ανατροπή εργασιακών σχέσεων και κοινωνικοασφαλιστικού συστήματος, αναθεωρήσεις ΚΑΠ). Αποτελούν λοιπόν ένα χρηματοδοτικό μηχανισμό, ο οποίος στρέφεται ενάντια στα ζωτικά συμφέροντα των εργαζόμενων και υπέρ της ενίσχυσης του κεφαλαίου με μεγάλη συμβολή στη διευκόλυνση της αναπαραγωγής του. Και επειδή σήμερα υπάρχει και μια σημαντική εμπειρία από την εφαρμογή των προγραμμάτων αυτών, με βάση τα απτά αποτελέσματα, μπορούμε να πούμε ότι χρησιμοποιήθηκαν σαν μηχανισμός ενίσχυσης και αναδιάρθρωσης του ελληνικού καπιταλισμού, με την επιτάχυνση των διαδικασιών της κεφαλαιοκρατικής συσσώρευσης. Αυτό επιδρά βεβαίως και στην όξυνση των κοινωνικών και οικονομικών αντιθέσεων, καθώς από τη μια πλευρά έχουμε σήμερα μια οικονομική ολιγαρχία πολύ πιο ισχυρή (από την άποψη της συσσώρευσης του κεφαλαίου), ενώ την ίδια περίοδο σημαντικά τμήματα των λαϊκών στρωμάτων περιθωριοποιούνται οικονομικά και κοινωνικά (αύξηση ανεργίας, εξαθλίωση συνταξιούχων, δραστική μείωση του εισοδήματος των μικρομεσαίων αγροτών κλπ).

Πακτωλός χρημάτων για την ολιγαρχία, ανεργία - φτώχεια για το λαό

Η πιο χαρακτηριστική αρνητική συνέπεια για τα λαϊκά στρώματα, την περίοδο εφαρμογής των κοινοτικών προγραμμάτων, είναι η άνοδος της ανεργίας, σαν φυσιολογική συνέπεια των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων. Το Β' ΚΠΣ, ύψους περίπου 7 τρισ. δραχμών (με βάση την ισοτιμία κλεισίματος δραχμής - εύρω) εφαρμόστηκε την περίοδο 1994 - 1999. Ενώ η ελληνική οικονομία, μετά την ύφεση της περιόδου 1990 - 1993, συγκεκριμένα από τα τέλη του χρόνου αυτού μπαίνει σε τροχεία ανάκαμψης, την ίδια περίοδο, αντί για μείωση, έχουμε άνοδο της ανεργίας. Οι επίσημα εγγεγραμμένοι άνεργοι από 403 χιλιάδες το 1994, ή το 9,6% του εργατικού πληθυσμού αυξάνουν σταθερά κάθε χρόνο, με αποκορύφωμα το 1999 όταν φτάνουν τα 523 χιλιάδες άτομα ή το 11,7% του εργατικού πληθυσμού. Τόση ήταν και η αύξηση της επίσημης ανεργίας την περίοδο της οικονομικής ύφεσης 1990 -1993, όταν από 281 χιλιάδες, ή 7% του εργατικού δυναμικού αυξήθηκε το 1993 στις 398 χιλιάδες ή στο 9,7%. Η ανεργία είναι βέβαια κατά πολύ υψηλότερη σήμερα στη χώρα μας και τη διατηρούν σε χαμηλότερα επίπεδα με διάφορες αλχημείες και την υιοθέτηση αντιδραστικών, αλλά κυριάρχων σήμερα απόψεων, για το ποιος θεωρείται άνεργος (εργαζόμενος που απασχολείται 2 ώρες τη βδομάδα δεν καταγράφεται στους πίνακες των άνεργων...).

Την περίοδο 1994 - 1999 οδυνηρές είναι οι συνέπειες από την εφαρμογή των αντιαγροτικών πολιτικών και στην ελληνική επαρχία. Ορισμένες από τις συνέπειες αυτές: η μείωση του αγροτικού εισοδήματος (το φαινόμενο των νεόπτωχων εμφανίζεται και στα μέλη των κατεστραμμένων αγροτικών νοικοκυριών), η γήρανση του αγροτικού πληθυσμού, η ερήμωση άλλοτε ακμαίων, γεμάτων ζωντάνια χωριών, ο νέος κύκλος εσωτερικής αλλά και εξωτερικής μετανάστευσης... Μια άλλη κοινωνική κατηγορία, η θέση της οποίας τα χρόνια αυτά επιδεινώνεται, είναι φυσικά οι συνταξιούχοι. Εχουμε δηλαδή άνεργους, υποαπασχολούμενους, μικρομεσαίους αγρότες, συνταξιούχους, η συμμετοχή των οποίων μειώνεται σταθερά στην ιδιοποίηση του παραγόμενου προϊόντος. Σύμφωνα όμως και με τα επίσημα κυβερνητικά στοιχεία, το παραγόμενο προϊόν τα χρόνια αυτά αυξήθηκε και μάλιστα με υψηλούς ρυθμούς. Ποιοι ωφελήθηκαν από την εξέλιξη αυτή;

Ορισμένα αποκαλυπτικά στοιχεία...

Οι χαμένοι και οι κερδισμένοι της περιόδου αυτής είναι γνωστοί σήμερα σε όλους. Αλλωστε, οι βιομήχανοι, οι τραπεζίτες και οι άλλοι επιχειρηματίες δεν ντρέπονται να διαφημίζουν τα κέρδη τους. Στη συνέχεια παραθέτουμε ορισμένα στοιχεία που τα «ξεσηκώσαμε» από την ιστοσελίδα «Υποδομή», σχετικά με τα οικονομικά αποτελέσματά των κατασκευαστικών εταιριών - των πλέον ευνοημένων από τα κοινοτικά κονδύλια - το έτος 2000. Από την παράθεση των στοιχείων θα γίνει κατανοητό, όχι μόνο πώς οι κατασκευαστικές εταιρίες «πάχυναν» από τα χρηματοδοτούμενα και από την Κοινότητα, δημόσια έργα, αλλά και πώς η συσσώρευση του κεφαλαίου και ο μεταξύ τους ανταγωνισμός οδήγησε σε διαφοροποιήσεις τον ίδιο τον κλάδο. Διαβάζουμε λοιπόν:

«Σε ύψη ρεκόρ έφτασε ο κύκλος εργασιών των τεχνικών εταιριών το 2000, καθώς ο τζίρος του αυξήθηκε κατά 37%, σε σχέση με το 1999, συνεχίζοντας την περσινή πορεία κατά την οποία το αντίστοιχο ποσοστό ήταν 31%. θα πρέπει να σημειωθεί ότι τα πέντε τελευταία χρόνια, οι τζίροι έχουν τριπλασιαστεί, θέτοντας νέα δεδομένα για την ελληνική αγορά και για το management των τεχνικών εταιριών. Η αύξηση προέρχεται σχεδόν στο σύνολό της από τα δημόσια έργα, καθώς οι εταιρίες που δε διαθέτουν πτυχίο δημόσιων έργων αύξησαν τους τζίρους τους μόλις κατά 15%. Οι "μεγάλοι" κέρδισαν τη μερίδα του λέοντος από την παραπάνω αύξηση, ενώ η συμμετοχή των μικρότερων εταιριών περιορίστηκε».

Για την πορεία των κερδών αναφέρει τα επίσης κατατοπιστικά:

«Τα κέρδη ήταν και πάλι σημαντικά, αλλά δεν ακολούθησαν την πορεία του κύκλου εργασιών, καθώς αυξήθηκαν κατά 14%. Το 2000 επήλθε σε πολλές εταιρίες "διόρθωση" της υπερβολικής αύξησης των κερδών κατά 84% το 1999, που προέρχονταν σε σημαντικό βαθμό από χρηματιστηριακά κέρδη. Η εξέλιξη αυτή διόρθωσε και το περιθώριο κέρδους το οποίο κατέβηκε στο 13%, ποσοστό που προσεγγίζει τα διεθνή δεδομένα του κλάδου, που δίνουν περιθώρια κέρδους το πολύ 10%». Και συνεχίζει... «Τη μεγαλύτερη αύξηση κερδών παρουσίασαν οι εταιρίες Ζ' τάξης (μεσαίες), ενώ τα συνολικά κέρδη των εταιριών Η' τάξης (οι μεγάλες) μειώθηκαν κατά 4%. Δραματική μείωση των κερδών κατά 32% παρουσίασαν οι 100 μικρότερες (με βάση τον τζίρο) εταιρίες του δείγματος».

Υπάρχει επίσης μια πληθώρα στοιχείων που αποδεικνύουν την περίοδο των παχιών αγελάδων που διανύουν οι κατασκευαστικές εταιρίες. Ετσι πχ η ΑΚΤΩΡ ΑΤΕ αύξησε τον κύκλο εργασιών της από 31,5 δισ. το 1999, σε 52 δισ. δρχ. το 2000, ενώ για το 2002 προβλέπει κύκλο εργασιών 222 δισ. δρχ! Αντίστοιχα τα κέρδη του ομίλου ανήλθαν σε 4 δισ. δρχ. το 1999, σε 8,1 δισ. δρχ. το 2000 και για το 2002 προβλέπει κέρδη 30,7 δισ. δρχ! Αντίστοιχες εξελίξεις υπάρχουν και για τις άλλες μεγάλες εταιρίες του κλάδου, ελέω βέβαια Γ' ΚΠΣ, Ολυμπιακών έργων και κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ...

Κατασκευαστικές εταιρίες μονοπώλια

Τα στοιχεία αυτά αποτελούν ακτινογραφία των εξελίξεων στον κατασκευαστικό κλάδο. Οι περισσότερες από τις μεγάλες σήμερα εταιρίες, ιδρύθηκαν την περίοδο 1970 - 1980 σαν γραφεία μικρών εργολάβων. Η εφαρμογή των κρατικομονοπωλιακών ρυθμίσεων, σε συνδυασμό με τα κοινοτικά πλαίσια και τα προγράμματα των δημόσιων έργων, «απογείωσαν» της εταιρίες αυτές. Φυσικά οι συμβάσεις μεταξύ του ελληνικού δημοσίου και των εταιριών αυτών για την κατασκευή των δημόσιων έργων λειτουργούν έτσι ώστε οι εργολάβοι με διαγωνισμούς να αναλαμβάνουν μεγάλα έργα, αλλά να... ξεχνούν να τα τελειώσουν. Ετσι ζητούν και περνούν συμπληρωματικές συμβάσεις με αύξηση φυσικά του κόστους κατασκευής και κατασκευάζουν έργα κακής ποιότητας επικίνδυνα για τους χρήστες... Το άγος των εργολάβων που λέει και η «Καθημερινή». Ναι, αλλά έτσι λειτουργεί ο καπιταλισμός, έτσι ενισχύεται η κεφαλαιοκρατική συσσώρευση και η συγκεντροποίηση κεφαλαίου. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, αν και όχι μοναδικό, απογείωσης προύπολογισμου δημοσίου έργου αποτελεί η κατασκευή της Αττικής Οδού. Το έργο ( μαζί με τις απαλλοτριώσεις) ξεκίνησε με προϋπολογισμό 700 δισ. δραχμές και έφτασε τα 1,3 τρισ. δρχ! Αλλο παράδειγμα η Εγνατία Οδός, με αρχικό προύπολογισμό 500 δισ. δραχμές και χρονοδιάγραμμα ολοκλήρωσης το 2000, έχει ήδη ξεπεράσει το 1 τρισ. δραχμές και δεν έχει ολοκληρωθεί ούτε το 50% του έργου. Ο οδικός άξονας Πάτρα - Αθήνα - Θεσσαλονίκη - Εύζωνοι (ΠΑΘΕ) ξεκίνησε να κατασκευάζεται το 1987, κάνεις δεν ξέρει ποσό στοίχισε μέχρι σήμερα - ούτε και οι αρμόδιοι του ΥΠΕΧΩΔΕ, έτσι τουλάχιστον ισχυρίζονται - και μετά από 15 χρόνια, ακόμα το έργο συνεχίζεται... Το έργο του Ευηνου με αρχικό προύπολογισμό 40 δισ. κατέληξε στα 110 δισ. δραχμές, ο τρέχον προύπολογισμος της περιφερειακής της Πάτρας έχει ήδη υπερβεί το 100% του αρχικού προϋπολογισμού...

Μέσα από τις ληστρικές αυτές μεθόδους, τις οποίες ανέχθηκε και ενθάρρυνε η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, η οποία, μέσω του αρμόδιου υπουργού ΠΕΧΩΔΕ Κ.Λαλιώτη, έπαιξε σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση του σημερινού τοπίου στο χώρο των κατασκευαστικών εταιριών, άρχισαν να γίνονται εμφανείς οι διαφοροποιήσεις μέσα στον κατασκευαστικό κλάδο, να ξεχωρίζουν οι μεγάλες κατασκευαστικές εταιρίες μέσα από μία πληθώρα περισσότερο από 11.000 τέτοιων εταιριών. Σταθμός στις εξελίξεις αυτές ήταν το 1996, όταν και με νομοθετική παρέμβαση, δημιουργήθηκαν οι 50 περίπου μεγάλες κατασκευαστικές εταιρίες με πτυχία Η' τάξης. Ο δεύτερος μεγάλος σταθμός είναι βέβαια ο Γενάρης του 2002 όταν και ψηφίστηκε ο νόμος περί των συγχωνεύσεων των κατασκευαστικών εταιριών. Αν και έχουν περάσει μόλις λίγοι μήνες, τα αποτελέσματα αναμένονται να είναι λαμπρά. Από τις συγχωνεύσεις των 50 περίπου μεγάλων αναμένεται να δημιουργηθούν - σύμφωνα με τα ελληνικά δεδομένα -10 υπερεταιρίες, οι οποίες θα ελέγχουν περίπου το 65% του κατασκευαστικού τζίρου της χώρας. Και να σκεφτεί κάνεις ότι οι εξελίξεις αυτές έχουν σαν αφετηρία τις δεκαετίες του 1970 και 1980, όταν και δημιουργήθηκαν οι σημερινές μεγάλες εταιρίες, υπό τη μορφή βέβαια μικρών γραφείων εργολάβων δημόσιων και ιδιωιτκών έργων.

Η ανάπτυξη των κατασκευαστικών εταιριών, είναι ένα δείγμα για το πώς μια μικρή καπιταλιστική επιχείρηση της δεκαετίας του '70 ( γραφείο μικροεργαλάβων) μπορεί να μετελιχθεί - είδαμε με ποιους τρόπους - σε καπιταλιστικό μονοπώλιο το σωτήριο έτος 2002 με πρωθυπουργό τον Κ. Σημίτη και τον Κ. Λαλιώτη - από τα βασικά πρόσωπα του δράματος - γραμματέα πλέον του ΠΑΣΟΚ.


Κείμενα
Θανάσης ΚΑΝΙΑΡΗΣ

Κόντρα στη νέα (α)ταξία
Το «ευώδες» επισκεπτήριο

Τα εγχειρίδια Ιατροδικαστικής και Εγκληματολογίας αναφέρουν, ότι κακοποιοί που εισβάλλουν σ' ένα σπίτι, ή άλλο χώρο, για να κλέψουν, ή να βιαιοπραγήσουν, αφήνουν στο χώρο των... επιχειρήσεών τους, το αποκαλούμενο, κατ' ευφημισμό, «ευώδες επισκεπτήριο». Αλλοτε από την ταραχή τους και τη φόρτιση της «επιχείρησης» και άλλοτε από μια άγραφη παράδοση των κακοποιών, να μην τους βγει σε κακό.

Ετσι, λοιπόν και αυτοί οι ειδεχθείς και βδελυροί του παγκόσμιου Imperium και της τρομοκρατίας του πολέμου και των βομβαρδισμών, κατά των λαών, εκεί όπου αναπτύσσουν τις κακοποιές τους δραστηριότητες, πιστοποιούν την ταυτότητά τους με το «δυσώδες επισκεπτήριο», με τις δυσώνυμες, δηλαδή δηλώσεις, ανακοινώσεις, στρεβλώσεις και τα συνώνυμα δόγματα, ως λύματα υπονόμων.

Ο εγκληματικός, όμως υπόκοσμος, είχε και διατηρεί ορισμένους άγραφους κανόνες και κώδικες, «συμπεριφοράς», στη βάση μιας ιδιότυπης «μπέσας». Το ίδιο και η σικελική μαφία, οι «νονοί» της οποίας προειδοποιούσαν με συμβολικά, δικά τους σημάδια, για τις προγραφές θανάτου και τις βεντέτες αλληλοεξόντωσης και αναδιανομής συμφερόντων και περιοχών δράσης.

Οι σύγχρονοι μαφιόζοι της «νέας τάξης», αντέγραψαν και πλούτισαν την εγκληματική τους παρακαταθήκη, προστρέχοντας και στην πλούσια πείρα βασανιστηρίων και μεθόδων του Μεσαίωνα. Εγκατέλειψαν, όμως και αυτά τα ψίχουλα κανόνων, όπως, για παράδειγμα, ότι δεν κατακρεουργούν ομαδικά τους λαούς, γυναίκες, γέροντες, παιδιά, τραυματίες, αιχμαλώτους. Οτι δεν ατιμάζουν, δεν ταπεινώνουν, δε βασανίζουν με τα αντίστοιχα σύγχρονα του τροχού, του διαμελισμού, του βρασμένου λαδιού και τις άλλες φρικαλεότητες, που εκφράζονται ως «δυσώδη επισκεπτήρια» ως τα κόπρανα, δηλαδή, που αφήνουν οι κακοποιοί στο διάβα τους.

Αλλά όταν επικρατεί η ανατριχιαστική ιμπεριαλιστική τρομοκρατία, ισχύει ο προσδιορισμός του μεγάλου αφεντικού: «Πρέπει νά 'σαι λέρα, για να κυβερνάς γαλέρα».


Του Γιώργου Κ. ΤΣΑΠΟΓΑ



Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ