Σε θέση μάχης εφοπλιστές και ενεργειακοί όμιλοι για να πρωταγωνιστήσουν στη μεταφορά του NLG και στην ανάπτυξη των ΑΠΕ, όσο προχωρά η μείωση της εξάρτησης από το ρωσικό αέριο στην Ευρώπη
Από τη συνάντηση Μητσοτάκη - Νούλαντ |
Ολες αυτές οι συναντήσεις επιβεβαίωσαν ότι τα Ενεργειακά δεν αποτελούν μόνο την κορυφή της ατζέντας στον ανταγωνισμό με τη Ρωσία, ενώ βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη η εισβολή στην Ουκρανία, αλλά και έναν ισχυρό καταλύτη για την επιτάχυνση διευθετήσεων μέσα στην ευρωατλαντική συμμαχία, κυρίως στη νοτιοανατολική της πτέρυγα, όπου κυριαρχούν τα Ελληνοτουρκικά και το Κυπριακό.
Οπως αναφέρεται χαρακτηριστικά και στην ετήσια έκθεση της Τράπεζας της Ελλάδας, που δημοσιοποιήθηκε την περασμένη Πέμπτη, «οι σημερινές, μεγάλες διεθνείς γεωπολιτικές προκλήσεις πρέπει να ιδωθούν περισσότερο ως ευκαιρία να επιταχυνθούν οι προγραμματισμένες μεταρρυθμίσεις παρά ως πρόβλημα», ενώ προστίθεται με νόημα ότι η εξομάλυνση των ελληνοτουρκικών σχέσεων και το οικονομικό αποτύπωμά της «είναι επίσης μία σημαντική ευκαιρία».
Παρόμοια τοποθέτηση, που συνδέει τα Ενεργειακά με διευθετήσεις στα Ελληνοτουρκικά, κάτω από την ομπρέλα των ΗΠΑ - ΝΑΤΟ - ΕΕ, έκανε στις 16 Μάρτη ο πρώην υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ Μάικ Πομπέο, μιλώντας στο Οικονομικό Φόρουμ των Δελφών, από την Ουάσιγκτον. Μεταξύ άλλων σημείωσε πως «τώρα είναι η ώρα να βρεθεί ο βέλτιστος τρόπος εκμετάλλευσης των ενεργειακών πόρων της Νοτιοανατολικής Μεσογείου, ώστε να μειωθεί στο ελάχιστο η ενεργειακή εξάρτηση από το ρωσικό φυσικό αέριο».
Στέλνοντας σαφές σήμα «διευθετήσεων» και κλεισίματος των «εκκρεμοτήτων» σε μια τέτοια κατεύθυνση, σε ό,τι αφορά τα Ελληνοτουρκικά, ανέφερε πως «θα υπάρχουν διαμάχες μεταξύ χωρών, αυτό είναι φυσιολογικό, αυτό που δεν είναι φυσιολογικό είναι να υπάρχουν οι ίδιες διαμάχες εδώ και δεκαετίες. Ολες οι εμπλεκόμενες χώρες πρέπει να καθίσουν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων, έτσι ώστε να βρεθεί η χρυσή τομή».
Αυτό σημαίνει βέβαια να θυσιαστούν κυριαρχικά δικαιώματα της Ελλάδας στον βωμό της ΝΑΤΟικής συνοχής και των ενεργειακών σχεδιασμών που καταστρώνουν ΗΠΑ - ΝΑΤΟ - ΕΕ, με τη συμμετοχή και της Ελλάδας, για τα κέρδη των μονοπωλίων. Πάνω σ' αυτό το έδαφος, ο οποιοσδήποτε συμβιβασμός, που στον πυρήνα του θα έχει αναπόφευκτα τη συνεκμετάλλευση, δεν πρόκειται να εξαλείψει τις αντιθέσεις και τον ανταγωνισμό ανάμεσα στις αστικές τάξεις Ελλάδας και Τουρκίας. Αντίθετα, περιέχει το σπέρμα για τον επόμενο γύρο κλιμάκωσης, όπως έγινε άλλωστε και στο παρελθόν.
Σε κάθε περίπτωση, η επαναχάραξη του ενεργειακού χάρτη στην Ανατ. Μεσόγειο από τους ΑμερικανοΝΑΤΟικούς, με στόχο να περιοριστεί η εξάρτηση της Ευρώπης από το ρωσικό αέριο, σε συνδυασμό με τη «θωράκιση» της «ΝΑΤΟικής συνοχής» στην περιοχή, πυροδοτούν εξελίξεις, που τις συνέπειές τους πληρώνουν ήδη και θα συνεχίσουν να πληρώνουν ακόμα πιο ακριβά οι λαοί.
Στη συνάντηση που είχε η Νούλαντ με τον πρωθυπουργό, τέθηκε επί τάπητος η επόμενη μέρα στο ενεργειακό πεδίο, με στόχο την καλύτερη αξιοποίηση των κοιτασμάτων που ήδη υπάρχουν στην Ανατ. Μεσόγειο, την ανακάλυψη νέων, αλλά και την ταχύτερη και ασφαλέστερη μεταφορά του φυσικού αερίου προς τις αγορές της Ευρώπης. Ιδια ήταν η ατζέντα και στην τριμερή, όπου επίσης παραβρέθηκε η Νούλαντ.
Αντίστοιχα, στη συνάντηση του υφυπουργού Εξωτερικών με την αναπληρώτρια βοηθό υπουργό Εξωτερικών των ΗΠΑ, επιβεβαιώθηκε «η σπουδαιότητα της περιφερειακής συνεργασίας για την ενίσχυση της ενεργειακής επάρκειας και ασφάλειας στην Ευρώπη, μέσω της διαφοροποίησης τόσο των πηγών όσο και των διαδρομών της Ενέργειας» και τονίστηκε «ο στρατηγικός ρόλος της Αλεξανδρούπολης και της σχεδιαζόμενης μονάδας αποθήκευσης υγροποιημένου αερίου (FSRU), ως κόμβου για την προμήθεια Ενέργειας όχι μόνο της Ελλάδας αλλά και των χωρών της Νοτιοανατολικής Ευρώπης».
Εκεί όμως που «ξεφυτρώνουν» νέοι και μεγαλύτεροι κίνδυνοι για τον λαό, από τους ιμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς για την Ενέργεια και την πολεμική εμπλοκή της χώρας, το κεφάλαιο, οι κυβερνήσεις και τα κόμματά του βλέπουν «ευκαιρίες» και νέα πεδία κερδοφορίας, από τη μετατροπή της χώρας σε «ενεργειακό κόμβο».
Ηδη, οι εφοπλιστές έχουν πάρει θέση και προσδοκούν να ενισχύσουν τον ρόλο τους στη μεταφορά και αποθήκευση υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG), που η σημασία του αναβαθμίζεται ραγδαία, όσο θα προχωρά η μείωση του ρωσικού αερίου στο ενεργειακό μείγμα της Ευρώπης.
Το ελληνικό εφοπλιστικό κεφάλαιο διαθέτει τον μεγαλύτερο σε αξία στόλο για μεταφορά LNG και τώρα οι προσδοκίες του απογειώνονται: Η συμφωνία της ΕΕ με τις ΗΠΑ για προμήθεια επιπλέον 15 δισεκατομμυρίων κυβικών μέτρων αμερικανικού LNG έως το τέλος του 2022 οδηγεί σε αύξηση της ζήτησης πλοίων για τη μεταφορά του.
Οι Ελληνες εφοπλιστές ελέγχουν σήμερα σχεδόν το 21% του παγκόσμιου στόλου LNG Carriers, και συγκεκριμένα τα 135 από τα συνολικά 640 πλοία, ενώ αυτήν την περίοδο ναυπηγούνται συνολικά 127 πλοία LNG, από τα οποία 57 είναι ελληνικών συμφερόντων.
«Ευκαιρίες» για νέες κερδοφόρες επενδύσεις βλέπουν και τα αρπακτικά της «πράσινης» Ενέργειας, που χρηματοδοτούνται αδρά από το Ταμείο Ανάκαμψης και τους «αναπτυξιακούς» νόμους. Οπως αναφέρθηκε ήδη, χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η κατασκευή του Τερματικού Σταθμού LNG Αλεξανδρούπολης, που προσανατολίζεται προς τη Νοτιοανατολική Ευρώπη.
Με χωρητικότητα 153.500 κ.μ. LNG, ο πλωτός σταθμός θα συνδεθεί με αγωγό μήκους 28 χλμ., μέσω του οποίου το LNG θα προωθείται στις αγορές της Ελλάδας, της Βουλγαρίας, αλλά και της ευρύτερης περιφέρειας, από τη Ρουμανία, τη Σερβία και τη Β. Μακεδονία, μέχρι τη Μολδαβία και την Ουκρανία.
Ταυτόχρονα με την επέκταση των τερματικών σταθμών LNG, προωθείται από την κυβέρνηση και η επόμενη φάση στην απλοποίηση της αδειοδότησης των ΑΠΕ, ώστε αυτή να μειώνεται σε λιγότερο από δύο χρόνια. Οι διευκολύνσεις αυτές, με ό,τι συνεπάγονται για τους περιβαλλοντικούς και άλλους όρους με τους οποίους θα κατασκευάζονται οι πανάκριβες ΑΠΕ, στοχεύουν στην υλοποίηση νέων επενδύσεων ύψους 10 δισ. ευρώ και συνολικής ισχύος 12 GW.
Εφοπλιστές και μονοπώλια της Ενέργειας «τρίβουν τα χέρια» τους για το «νέο τοπίο» που διαμορφώνεται, στο έδαφος της αντιπαράθεσης που οξύνεται ανάμεσα σε ΝΑΤΟ και Ρωσία. Μεγάλοι ενεργειακοί όμιλοι, που έχουν ήδη συσσωρεύσει αμύθητα κέρδη από την «απελευθέρωση» της αγοράς, το εμπόριο ρύπων και το Χρηματιστήριο της Ενέργειας, βλέπουν με ακόμα μεγαλύτερη αισιοδοξία το μέλλον...
Την ίδια ώρα, ο λαός πληρώνει τον πόλεμο και τους ανταγωνισμούς όχι μόνο με το κόστος της ελληνικής εμπλοκής και τον κίνδυνο μιας πιο γενικευμένης ιμπεριαλιστικής αντιπαράθεσης, αλλά και στην τσέπη του: Με τις απανωτές ανατιμήσεις σε καύσιμα και ρεύμα, με αυξήσεις στα τρόφιμα και με το ενδεχόμενο να υπάρξουν ελλείψεις στα ράφια, λόγω των κυρώσεων στη Ρωσία και των δικών της αντικυρώσεων, αλλά και εξαιτίας της μειωμένης παραγωγής πρώτων υλών, που εισάγονται από την Ουκρανία.
Η «πράσινη μετάβαση» οδηγεί στη γρήγορη μετάβαση στην ενεργειακή φτώχεια, σε εκτίναξη των τιμών, σε απαξίωση παραγωγικών δυνατοτήτων της χώρας, όπως ο λιγνίτης. Τάση που δεν ανατρέπεται με τα έκτακτα μέτρα που ανακοίνωσε ο πρωθυπουργός, παρατείνοντας για μερικά μόνο χρόνια τη λειτουργία των λιγνιτικών σταθμών, για να αντιμετωπιστούν ελλείψεις από τη μείωση της ηλεκτροπαραγωγής με φυσικό αέριο. Το ρεύμα που θα παράγεται όμως θα συνεχίσει να είναι πανάκριβο για τον λαό, εξαιτίας των περιβαλλοντικών καπέλων που παραμένουν απείραχτα.
Οι πρόσφατες αποφάσεις της Συνόδου Κορυφής της ΕΕ επιβεβαιώνουν επιτάχυνση στον δρόμο εκτίναξης της ενεργειακής φτώχειας για τους λαούς. Οι ανταγωνισμοί μέσα στην ΕΕ δεν έχουν ως «μήλον της Εριδος» τη φτηνή Ενέργεια για τους λαούς, αλλά τη διασφάλιση των συμφερόντων και των κερδών των μεγάλων ομίλων της Ενέργειας, ποιοι θα έχουν το πάνω χέρι στην κούρσα και ποιοι θα χάσουν θέσεις στις μεταξύ τους κόντρες.
Ουσιαστικά η «απεξάρτηση» από το ρωσικό φυσικό αέριο μετατρέπεται σε εξάρτηση από το αμερικανικό LNG που θα πληρώσουν ξανά οι λαοί της Ευρώπης.
Την ίδια ώρα, όπως δείχνουν τα μέτρα της κυβέρνησης, αλλά και οι προτάσεις του ΣΥΡΙΖΑ και των άλλων αστικών κομμάτων για την ακρίβεια:
Για να πάρει ανάσα ο λαός από την ασφυξία της ακρίβειας, απαιτείται οργάνωση και αγώνας σε σύγκρουση με τις ευρωενωσιακές δεσμεύσεις στη διεκδίκηση άμεσων και πραγματικών μέτρων ανακούφισης, στη σχεδιασμένη αξιοποίηση του συνόλου των ενεργειακών πηγών της χώρας, έτσι ώστε να εξασφαλιστεί επάρκεια και φτηνή Ενέργεια για τον λαό. Απαιτείται σύγκρουση και με τη στρατηγική της πολεμικής εμπλοκής, που επιτείνει τις συνέπειες της ακρίβειας και κάνει τον λαό θύμα των κυρώσεων και αντικυρώσεων σε καύσιμα, πρώτες ύλες και τρόφιμα.
Καμιά εμπιστοσύνη λοιπόν στην κυβέρνηση, στον ΣΥΡΙΖΑ και στα άλλα αστικά κόμματα, που μοιράζονται τις ίδιες προτεραιότητες: Στηρίζουν την εμπλοκή της χώρας στους ευρωατλαντικούς σχεδιασμούς και τον πόλεμο, προωθούν τη στρατηγική της «πράσινης» ανάπτυξης, υπερασπίζονται τη «δημοσιονομική σταθερότητα» και τις «αντοχές της οικονομίας» και με τη συνεχόμενη εκλογολογία καλλιεργούν τη μοιρολατρία και νέες αυταπάτες, επιδιώκουν να πείσουν τον λαό να μην αγωνίζεται, να μη διεκδικεί μέτρα ουσιαστικής αντιμετώπισης της ακρίβειας τώρα που η ζωή του έχει γίνει δυσβάσταχτη.